Διαφημίσεις

Είμαι κ’ εγώ υπέρ τής φασολάδας… Φοβάμαι κ’ εγώ, τούς ηλίθιους…

Ένας φτωχός που δούλευε στά κατέργα έφευγε τήν αυγή καί γύριζε τό δείλις μέ τό λεωφορείο. Μία φορά τήν εβδομάδα σταματούσε από τό μπακάλικο κι’ αγόραζε φασόλια… Γίγαντες, λουβιά ή μαυρομμάτικα όπως τά λένε άλλως πώς, μεσαία, μικρούτσικα… Μία μέρα βγήκε διαταγή όλο τό έθνος νά τρώει φασόλια… Ό γέρο σκυθρωπός σταμάτησε νά αγοράζει φασόλια. Τόν ερωτάει ό μαννάβης γιατί δέν αγοράζεις φασόλια πιά από τό μπακάλικο μού, τά βρίσκεις αλλού μέ καλύτερη τιμή; Όχι απαντάει, γιά νά έγινε νόμος όλοι νά τρώμε φασόλια σημαίνει ότι είναι χαλασμένα… Πάει ό κόσμος χάλασε λέγει μέ τό δίκειο τού συμφέροντος τού ό μαννάβης, τρελάθηκε ό κόσμος, είσαι ό πέμπτος που μού τό λέγει σήμερα…

Πέρασε μία εβδομάδα καί κανείς συγχωριανός δέν αγόραζε φασόλια καί σιγά σιγά δέν αγόραζαν τίποτε από τό μπακάλικο. Τί σάς έκαμα συγχωριανοί καί δέν μέ υποστηρίζετε; Ποίος σάς έβαλε πάνω; Αυτός ό γέρο μουρλός ή η Κυρά Μαρούσα;. Κανείς δέν μάς έβαλε πάνω, τά καμώματα τής κυβέρνησης μάς διέταξαν. Μά η κυβέρνηση μάς είπε νά τρώμε φασόλια, είπε ό μαννάβης. Γιά νά μάς λέγει η κυβέρνηση τί θά τρώμε που δέν μάς αγαπάει σημαίνει κάτι υλεί ωρ’ αδελφέ, κάτι δέν πάει καλά κ’ έτσι αποφασίσαμε νά μήν τρώμε τίποτα απ’ όσα εγκρίνει νά πουλιούνται στά μαννάβικα καί στά μπακάλια. Καί πώς θά ζείτε βρέ σαλεμένοι, ερωτάει μέ μομφασμό ό καταστηματάρχης τού χωριού; Έχει χόρτα πράμα… νά φάν κ’ οί κόττες λέγει γελαστά ένας γραφικός… Καί πώς θά πλένεστε βρέ τούς λέγει μέ αγωνία ό μπακαλόγατος; Μέ αλισίβα, θά καίμε ξύλα, θά ζεστενόμαστε, θά ψήνουμε κρέατα, πουλιά, ψάρια απ’ τό ποτάμι καί τήν στάχτη θά τήν κάνουμε σαπούνι γιά τά ρούχα μάς, τά χέρια μάς, τά κορμιά μάς λέγει άλλος. Καλά λέω εγώ πώς σ’ αυτό τό χωριό είναι πειραγμένο τό νερό στό πηγάδι… είπε καί έσεισε τό κεφάλι σαφέστατα ενοχλημένος ό μπακάλης…

Άν δέν πίναμε απ’ αυτό τό νερό δέν θά επιβιώναμε από τίς αμέτρητες ύπουλες επιδρομές στά μαύρα χρόνια τών αιώνων τού απαντάει άλλος… Γύρισε τήν πλάτη σαστισμένος στούς συγχωριανούς ό μπακάλης που έπιναν τσάϊ τού βουνού στόν καφενέ τής πλατείας καί τσίπουρο δικό τούς καί τράβηξε πίσω τού τήν πόρτα μέ φόρα καί μένος…

Ύστερα απ’ ολίγους μήνες πέθανε όλο τό έθνος κ’ έμειναν αυτοί στό χωριό ζωντανοί, μόνον ένας πέθανε ό μπακάλης…

Κ’ έζησαν αυτοί καλά κ’ εμείς καλύτερα…

Είμαι κ’ εγώ υπέρ τού εμβολίου αλλά γιά νά καίγονται νά μ’ εμβολιάσουν πάει νά πεί ότι έχουν συμφέρον, διότι ποτέ δέν μέ κέρασαν χωρίς συμφέρον… Τούς θυμάμαι από τότε που γράφουν Πληροφορίες οί προγόνοι, χαχαχαχα…

Μία ημέρα λέγει σ’ έναν φίλο ένας αμφιβόλου φιλίας μέσα σέ καυτά βρώμικα χρηματοκόλπα: «νά πάρει αυτή τήν μοτόρα/δίκυκλο, αναπτύσσει πολύ είναι αριστούργημα ταχύτητος. Πάρτη καί πήγαινε περίπατο στό βουνό καί φέρε στό μηχανοστάσιο τού Γιούλη καί φέρει τήν σακούλα που θά σού δώσει… Πήρε αυτός τήν μοτόρα σιγά σιγά, αλλά τού είπε, θά πάω τό δείλις δέν μπορώ τώρα, πρέπει νά πάρω τό παιδί στόν γιατρό! Καταλαβαίνεις! Καταλαβαίνω, εντάξει τού είπε ό αμφιβόλου φιλίας… Πήγε στό σπίτι τήν φόρτωσε σ’ ένα μονκάμπινο καί πήγε στό βουνό. Λίγο πρίν τού Γιούλη έχωσε τό μονοκάμπινο σ’ ένα μικροφάραγγο, κατέβασε τήν μοτόρα καί πήγε ώς τού Γιούλη. Ό Γιούλης τού πρότεινε καφέ, αλλά ό Νίκος αρνήθηκε, προφασιζόμενος στομαχόπονο καί επειδή τό μωρό είναι άρρωστο… Εννοείται ότι από πρίν επέγνοιασε τήν γυναίκα τού νά λέει τά ίδια άν λάχει καί τήν πετύχουν νά τήν ερωτήσουν… Πήρε τήν σακούλα ανέβησε στήν μοτοσυκλέττα καί χαιρέτησε τόν Γιούλη. Πήγε στό μονοκάμπινο, τήν φόρτωσε καί πήρε κάτι χωματόδρομους νά μήν τό βλέπει κανείς μήπως καί τόν αναγνωρίσουν. Σκέπασε όπως καί πρίν τήν μοτόρα…

Επέστρεψε στήν πόλη, κατέβασε τήν μοτόρα, φορτώθηκε τήν σακούλα καί τήν πήρε στόν Βασίλη: «νά η σακούλα σού!»… Ό Βασίλης έδειχνε απορημένος…

Μετά από λίγες μέρες βρήκε μία δικαιολογία γιά μεγάλη δουλειά καί έφυγε μαζύν μέ τήν γυναίκα τού καί τό παιδί τού ό Νίκος. Γιά νά μήν σάς τά πολυλέγω, μετά από δεκαέξη μήνες, μέ τήν ίδια μοτοσυκλέττα τράκκαρε/δυστοχηματοποίησε ό Θανάσης καί πέθανε… Μάγγωσε η μοτόρα επειδή μέσα στά καύσιμα κάποιος είχε βάλει ζάχαρη…

Ηθικόν δίδαγμαν: «Γιά νά μήν σέ βγάλουν από τήν μέση έβγα μόνον σού εγκαίρως από τήν μέση, καί πούσαι, νά είσαι πάντοτε εκτός ωφέλιμης εμβέλειας, ευελπιστώ ότι έκανες στρατιώτης καί κάτι έμαθε η ρημάδα η κεφάλα σού»….

Σέ όλη μού τήν ζωή έχω μία ακατάσχετη περιέργεια νά καταλάβω τούς ηλίθιους καί αυτό διότι πάντοτε άκουα μήν τά βάζεις μέ ηλίθιους είναι αήττητοι στίς θεωρίες τούς. Φοβάμαι όμως πώς από τήν στιγμή που θά τούς καταλάβω θά σημαίνει ότι είμαι κ’ εγώ ηλίθιος, εκτός καί άν ό τρόπος που θά τούς καταλάβω θά είναι τέτοιος ώστε νά διαφωνώ ακόμη περισσότερο μαζύν τούς, τότε θά τούς έχω πάρει μυρουδειά στά τέλεια…

Τό πλέον κωλόφαρδο είδος όντος που συνάντησα είναι οί τυχεροί ηλίθιοι, δέν μπορείς νά τούς νικήσεις διότι μέ τόν μέν ή δέ τρόπο σού λένε ή σάν νά σού λένε: «αφού είμαι εγώ ηλίθιος καί σύ έξυπνος τότε γιατί εγώ είμαι επιτυχημένος καί σύ όχι;» χαχαχαχα… Δέν μπορείς νά πείς λέξη, ό,τι πείς είναι εναντίον σού… Η κωλοφαρδία τούς από μία φάση καί μετά είναι ελεγχόμενη κωλοφαρδία, συμφέρει σέ κάποιους νά είναι αυτοί οί ηλίθιοι πλούσιοι καί κάποιοι άλλοι φτωχοί, ταλαίπωροι καί καταδιωγμένοι… Η ελεγχόμενη κωλοφαρδία τών ηλίθιων είναι προσωρινή διότι μία ημέρα ό πλούτος τούς περνάει σ’ αυτούς που τούς ελέγχουν… Άντε νά τό καταλάβεις τώρα…
Όταν κρύβεις τήν δύναμη, θά τήν έχεις στήν διάθεση σού όταν οί άλλοι νομίζουν πώς δέν τήν έχεις… Όταν δέν έχεις δύναμη φαίνεται από τό γεγονός ότι μέ κάποιον τρόπο δείχνεις τήν δύναμη που έχεις… Γιά νά έχεις όμως δύναμη που νά μήν μπορεί κανείς νά στήν πάρει πρέπει νά είσαι ταπεινός, άμα τό καταλάβεις αυτό έλα νά τά πούμε…

ΠΑΝΑΓΙΩΤΗΣ ΔΙΑΣ



Μην αφησετε την Πληροφορια να σας ξεπερασει

Επιλεξτε να γινετε οι πρωτοι που θα εχετε προσβαση στην Πληροφορια του Stranger Voice

  • 1 Month Subscription
    3 Month Subscription
    6 Month Subscription
    Year Subscription
Μια σκέψη στο “Είμαι κ’ εγώ υπέρ τής φασολάδας… Φοβάμαι κ’ εγώ, τούς ηλίθιους…”

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

elGreek