Διαφημίσεις
- Ξανά στο πέρασμα του αιώνιου κόμβου μ’ έπιασε τ’ άρωμα του αλλόκοτου φόβου πως όλος αυτός ο ξοδεμός να μη γίνει αγριεμός; Μου αρκεί το ανάθεμα που σέρνει το βιος μου Νεογέννητο πλάνεμα σκιά όλου του κόσμου πως αυτός ο μισεμός του δίκιου έγινε οφθαλμός; Απόψε μπαίνει ο Αντριάς, ο ασπρομηνάς όσο οι μαυροφώτιστοι γιορτάζουν τα Βρουμάλια. Σιγανασαίνοντας λοιπόν κοίτα να το πας όσο οι δούλοι περιμένουνε τα Σατουρνάλια. Κατεβασιές και χιόνια, μπουράσκας και τελώνια, ανθίσανε τα λιόπρινα κι οι νάρκισσοι. Βρόγχοι στα πνευμόνια, σιγήσανε τ’ αμόνια, λόκαρε πάνω μας ο όκκος μετά την περιπλάνηση. Μέχρι τη μέρα που ο ήλιος ακουμπήσει στο νότο για να πάρει φόρα να σκαρφαλώσει στο βορρά. Ας δικιομετρηθούμε, ας με δικάσει πρώτο, ακολουθεί το ψίκι, στέκονται πίσω μου ουρά. Χαρά, άκου ο χειμώνας εκεί έξω απεκρίθη για να γλυτώσει την καρδιά σας την κερένια. Το τραγούδι με τον τρύγο, το Δεκέμβρη παραμύθι κι απ’ τους αμαγάριστους μονάχα λόγια ατσαλένια. Χωρίς ευγένεια, όταν ριγείς ο διάλογος αρχίζει. Είμαι έτοιμος ξανά λοιπόν να του μιλήσω, να πολεμήσω, να σας θυμίσω ότι η ζωή κερδίζει μόνο όταν οι μάγοι ζούνε το χρόνο προς τα πίσω. Ξανά στο πέρασμα του αιώνιου κόμβου μ’ έπιασε τ’ άρωμα του αλλόκοτου φόβου πως όλος αυτός ο ξοδεμός να μη γίνει αγριεμός; Μου αρκεί το ανάθεμα που σέρνει το βιος μου Νεογέννητο πλάνεμα σκιά όλου του κόσμου πως αυτός ο μισεμός του δίκιου έγινε οφθαλμός; Μια παροιμία παλιά λέει για το Δεκέμβρη «ο Αι Σάββας σαβανώνει κι ο Αι Νικόλας παραχώνει» έτσι κι ο όκκος αφύλακτο αν σε βρει ούτε το απονύχτερο, μα ούτε κι η πλάνη σε γλυτώνει. Έρχεται μετά την σιωπή σαν αστραπή παρηγορήτρα να σου βγάλει ξινά τα υπέραστρα μεθύσια. Του κόσμου γεμίζει με νιόγεννη φωτιά τη μήτρα και λούζει με φως ανθρώπους «ρημοκλήσια». Σέβομαι τόσο την άγια αυτή φωτιά, είναι ηλιοκέραστη για να γλυκάνει ο Αντριάς. Σέβομαι τόσο την άγια αυτή ματιά σκέψου τον ήλιο σας ν’ αρνηθεί ο βοριάς. Πυκνό σκοτάδι, σαν έρωτας εύδουλος πάντα. Ζωή πνιγμένη σ’ αποδείξεις, χωρίς φανέρωση. Θα προτιμούσα να πεθάνω σε μια βρώμικη λοκάντα ή δεμένος λίγο πριν την εξημέρωση. Λοιπόν ό,τι απομείνει σε τούτη τη σέρα Θα χαθεί σε ξεφύσημα χρονοασκών γεμισμένων μέχρι του αήττητου ήλιου τη μέρα τη διορία των φτωχών κι αντρειωμένων. Ξανά στο πέρασμα του αιώνιου κόμβου μ’ έπιασε τ’ άρωμα του αλλόκοτου φόβου πως όλος αυτός ο ξοδεμός να μη γίνει αγριεμός; Μου αρκεί το ανάθεμα που σέρνει το βιος μου Νεογέννητο πλάνεμα σκιά όλου του κόσμου πως αυτός ο μισεμός του δίκιου έγινε οφθαλμός;
Επιλεξτε να γινετε οι πρωτοι που θα εχετε προσβαση στην Πληροφορια του Stranger Voice
Λύκος μαύρος και λιγνός,
του πατέρα του καημός,
εμπήκε εις την φυλακή,
στην καγκελόφρακτη “στενή”… (δικό σας) 🙂 🙂 🙂 !!!