Διαφημίσεις

Ἰδού ἕνα ἀρχαῖο χριστιανικό πειστήριο: «Οἱ ἀνασκαφές πού ἔγιναν στό Ἡράκλειο (Ηerculaneum), τό 1939, ἔφεραν στό φῶς τό διακριτικό σημεῖο ἑνός Σταυροῦ… στόν τοῖχο τοῦ διαμερίσματος μιᾶς βίλλας πατρικίων πού προοριζόταν γιά σκλάβους. Γύρω ἀπ’ τό Σταυρό ὑπῆρχαν τά καρφιά μέ τά ὁποῖα στερεωνόταν ἡ σκηνή πού ἔκρυβε τό σύμβολο τῆς χριστιανικῆς λατρείας. Τό σπίτι αὐτό καλύφθηκε μαζί μέ ὁλόκληρη τήν πόλι ἀπ’ τή λάβα τῆς γνωστῆς ἐκρήξεως τοῦ Βεζουβίου τό 79 μ.Χ.. Εἶναι μιά ἀπόδειξι τῆς διαδόσεως τοῦ Χριστιανισμοῦ στήν Ἰταλία κατά τό ἔτος αὐτό»(MV, 169).

Γράφει καί ὁ Carsten Ρeter Τhiede: «Ὁ Σταυρός πού βρέθηκε στό Ηerculaneum ἦταν, πιθανότατα, μόνιμα στερεωμένος στόν τοῖχο, ὥς τή στιγμή κατά τήν ὁποία κάποιος τόν ἔβγαλε, πρίν ἀπό τήν καταστροφή [λόγῳ τοῦ ἡφαιστείου]. Ἕνα κιβώτιο, πού βρέθηκε μέσα σ᾽ ἕνα ντουλάπι, ἀκριβῶς ἀπό κάτω, δείχνει ὅτι οἱ Χριστιανοί κάτοικοι τοῦ σπιτιοῦ χρειάσθηκε νά φύγουν ἀμέσως καί πῆραν μόνο τό Σταυρό μαζί τους· δέν ἔμειναν, παρά μόνο τά σημάδια του. Ἔτσι δείχνουν τά ὁλοφάνερα σημάδια, πάνω στόν τοῖχο.

Οἱ σκεπτικιστές δοκίμασαν νά δώσουν διαφορετική ἑρμηνεία, ὑποστηρίζοντας ὅτι οἱ Χριστιανοί δέν χρησιμοποιοῦσαν τό Σταυρό, ὡς σύμβολο, πρίν ἀπό τόν τέταρτο αἰῶνα· σύγχρονες ἀρχαιολογικές καί ἱστορικές ἀναλύσεις, ὅμως, ἀπέδειξαν ὅτι πρόκειται γιά αὐθεντικό Χριστιανικό Σταυρό.

Μέ δεδομένο ὅτι τό Ηerculaneum, μαζί μέ τήν Πομπηΐα καί ἄλλες πόλεις, καταστράφηκε τό 79 μ.Χ., ὁ Σταυρός πρέπει νά χρονολογῆται πρίν ἀπ᾽ αὐτό τό ἔτος. Μπορεῖ νά εἶχε τοποθετηθῆ πάνω στόν τοῖχο κατά τή διάρκεια τῆς “ἥσυχης” περιόδου, πού ἀκολούθησε τό διωγμό τοῦ Νέρωνα (64-68 μ.Χ.)»(TC, 183).

Ἀκόμα: «Πάντως, τό δωμάτιο μέ τό Σταυρό στό Ηerculaneum δέν ἦταν ἕνα ξεχωριστό κτίσμα· ἦταν, πάλι, “τό ἀνώγειο”… Ἔτσι, ἦταν δύσκολο νά φθάσουν ἐκεῖ τυχόν ἀνεπιθύμητοι συμπολίτες ἤ καταδότες.

Ἀπ᾽ ὅ,τι γνωρίζουμε —μέ βάσι τά ἱστορικά στοιχεῖα—, κάθε Χριστιανός θά μποροῦσε κάλλιστα νά ἔχη ἕνα Σταυρό στό σπίτι του. Ὁ Ἰησοῦς μίλησε γιά τό Σταυρό Του καί τόν χρησιμοποίησε σάν σύμβολο, ὁ δέ Παῦλος τόν χρησιμοποίησε ἐπίσης σάν σύμβολο στίς Ἐπιστολές του. Ἐξάλλου, μιά δήλωσι σάν αὐτή τοῦ Μάρκου στό 8, 34, θά ἦταν ἀρκετή γιά νά παρακινήση ἕνα Χριστιανό νά τοποθετήση ἕνα Σταυρό πάνω στόν τοῖχο τοῦ σπιτιοῦ του: “Καί ἀφοῦ προσκάλεσε τό πλῆθος μαζί μέ τούς μαθητές Του, τούς εἶπε: Ὅποιος θέλει νά ἔλθη πίσω ἀπό Μένα, ἄς σηκώση τό Σταυρό του, καί ἄς Μέ ἀκολουθῆ”.

Ἕνα ἐδάφιο τῆς Ἐπιστολῆς τοῦ Παύλου πρός τούς Γαλάτες μπορεῖ νά εἶχε ἑρμηνευθῆ ὅτι σημαίνει πώς ὁ Σταυρός δέν εἶναι μόνο ἕνας μεταφορικός, ἀλλά καί ἕνας ὁρατός συμβολισμός: “Αὐτοί σᾶς ἀναγκάζουν νά κάνετε τήν περιτομή, μονάχα γιά νά μή καταδιώκωνται ἐξαιτίας τοῦ Σταυροῦ τοῦ Χριστοῦ”(Γαλ 6, 12). Τό ἴδιο καί μέ τό 3, 18 τῆς πρός Φιλιππησίους: “Ἐπειδή, πολλοί περπατοῦν (: ζοῦν), γιά τούς ὁποίους πολλές φορές σᾶς ἔλεγα, τώρα καί κλαίγοντας σᾶς λέω, ὅτι εἶναι οἱ ἐχθροί τοῦ Σταυροῦ τοῦ Χριστοῦ”»(TC, 184).

Γράφει καί ὁ Simcha Jacobovici: «Στό Ηerculaneum ἤ Ἡράκλειο, στήν ἀδελφή πόλι τῆς Πομπηΐας, ἕνας Σταυρός βρέθηκε κοντά σέ λατρευτικό ναό. Χρονολογεῖται ἀπ’ τήν ἔκρηξι τοῦ Βεζουβίου τό 79 μ.Χ., 49 χρόνια μετά τή Σταύρωσι»(στό: JP, 303).

Σημειώνει καί ὁ Charles Pellegrino: «Στό Ηerculaneum ἤ Ἡράκλειο… τό σύννεφο τῆς ἡφαιστειακῆς λάβας τοῦ Βεζουβίου κάλυψε μία ὁλόκληρη βίλλα, μέχρι τό 2ο ὄροφο. Ὅλα αὐτά συνέβησαν γύρω στό 79 μ.Χ., ἀλλά τά πάντα διατηρήθηκαν ἀνέγγιχτα καί χωρίς νά σαπίσουν γιά δύο χιλιετίες. Στό “Σπίτι τῆς Ἰούστας”, ὑπῆρχε ἕνα μικρό δωμάτιο, ἤ παρεκκλήσιο βαμμένο λευκό. Ἦταν τό μοναδικό μέρος τοῦ σπιτιοῦ πού δέν εἶχε τοιχογραφίες καί, μάλιστα, περίπλοκες στούς τοίχους.

Σέ μία γωνία τοῦ δωματίου, ὑπάρχει ἀκόμη ἕνας ξύλινος βωμός σέ ἀρίστη κατάστασι, πού μοιάζει μέ τούς παγανιστικούς πού βρέθηκαν στά διπλανά σπίτια. Ἡ μόνη διαφορά εἶναι ὅτι ὁ συγκεκριμένος βωμός, καθώς ἐπίσης καί τό ἴδιο τό δωμάτιο, ἦταν μικρός κι ἁπλός, ἐνῶ ἡ βάσι του ἦταν σχεδιασμένη ἔτσι, ὥστε νά μπορῆ νά γονατίση κάποιος. Πάνω στόν ξύλινο αὐτό βωμό, στό ὕψος στό ὁποῖο βλέπει τό μάτι ἑνός ἀνθρώπου πού κάθεται γονατιστός (πιθανῶς ὁ ἀρχηγός τῶν πιστῶν), ὑπῆρχε ἕνα ἁπλό σκεῦος. Πάνω ἀπ’ τό σημεῖο ὅπου μποροῦσε νά δῆ ὁ γονατιστός πιστός, ὑπῆρχε ἕνας ξύλινος Σταυρός καρφωμένος στόν τοῖχο»(στό: JP, 138).

Στόν Ὀκτάβιο, πού εἶναι ἕνας διάλογος, ὁ Μινούκιος μᾶς παρουσιάζει τρεῖς παλιούς φίλους (ἕνας ἀπ᾽ αὐτούς εἶναι ὁ ἴδιος ὁ Μινούκιος), πού ξανασυναντιῶνται ὕστερα ἀπό πολύ καιρό. Περπατοῦν στήν … Οstia καί ἕνας ἀπ᾽ αὐτούς ἀποκαλύπτεται ὅτι δέν εἶναι Χριστιανός, ὅταν ὑποκλίνεται μπροστά σ᾽ ἕνα ἄγαλμα τοῦ θεοῦ Σεράπιδος. Ἡ συζήτησι ἀρχίζει νά περιστρέφεται γύρω ἀπό θέματα, πού ἀφοροῦν τή θρησκεία. Ἀποφασίζουν νά κάνουν ἕνα εἶδος ἀντιπαραθέσεως στή συζήτησι, μέ τό Μινούκιο νά κάνη τό διαιτητή: Ὁ Caecilius Νatalis, ὁ μή-Χριστιανός, ὑπερασπίζεται τήν εἰδωλολατρική θέσι καί ὁ Οctavius Januarius, ὁ Χριστιανός, τή Χριστιανική. Ἡ ἀντιπαράθεσι τελειώνει μέ ἧττα τοῦ Καικιλίου καί οἱ τρεῖς φίλοι συνεχίζουν τή βόλτα τους στήν παραλία, ξέροντας καλά ὅτι ἔχουν ν᾽ ἀντιμετωπίσουν “κάποιες μικρές δυσκολίες”, πού θ᾽ ἀρχίσουν ἀπό τήν ἑπόμενη μέρα. Περπατοῦν καί θαυμάζουν τή δύσι “μέ χαρούμενη κι ἀλαφρωμένη καρδιά”.

Δέν πρόκειται ἐδῶ ν᾽ ἀποδώσουμε αὐτό τό ὁποῖο ἀξίζει σ᾽ αὐτό τό θησαυρό τῆς ἀπολογητικῆς Χριστιανικῆς γραφῆς τῶν πρώτων χρόνων. Αὐτό πού μᾶς ἐνδιαφέρει ἐδῶ εἶναι ἕνα σημεῖο στήν ἀντιχριστιανική ὁμιλία τοῦ Caecilius Νatalis:
“—Γιατί τόσες προσπάθειες νά κρύψουν καί νά κρατήσουν μυστικό τό ἀντικείμενο τῆς λατρείας τους, ὅταν, σέ κάθε περίπτωσι, τά σεβαστά πράγματα εἶναι πού βγαίνουν στό φῶς, ἐνῶ τά κακά μένουν κρυφά; Γιατί δέν ἔχουν βωμούς, οὔτε ναούς, οὔτε γνωστά εἴδωλα; Γιατί δέν μιλοῦν ποτέ δημόσια, γιατί δέν συναντιῶνται φανερά, ἄν ὄχι γιατί αὐτό πού τιμοῦν καί κρατοῦν κρυφό εἶναι κάτι ἀξιόποινο καί αἰσχρό; Οἱ Χριστιανοί”, λέει ὁ Caecilius, “εἶναι θρασύδειλοι καί σκοτεινοί ἄνθρωποι, πού σωπαίνουν μπροστά στόν κόσμο καί φλυαροῦν στίς γωνίες.

Στήν ἀπάντησί του ὁ Οctavius δέν ἀρκεῖται μόνο στό ν᾽ ἀρνηθῆ αὐτή τήν κατηγορία, ἀλλά φωτίζει τή Χριστιανική σιωπή ἀπό τή θεολογική πλευρά:

—Νομίζεις ὅτι κρύβουμε αὐτό πού λατρεύουμε, ἐπειδή δέν ἔχουμε ναούς καί βωμούς; Τί εἰκόνα τοῦ Θεοῦ νά ἐπινοήσω, ἀφοῦ, ἄν τό σκεφθῆς σοβαρά, ὁ ἴδιος ὁ ἄνθρωπος εἶναι ἡ εἰκόνα τοῦ Θεοῦ; Τί ναό νά τοῦ κτίσω, ὅταν τό σύμπαν ὁλόκληρο, πού εἶναι ἔργο τῶν χειρῶν Του, δέν μπορεῖ νά Τόν χωρέση; Καλά λές, ὅμως· δέν μποροῦμε οὔτε νά δείξουμε οὔτε νά δοῦμε τό Θεό τόν Ὁποῖο λατρεύουμε. Ἀλλά, γι᾽ αὐτό ἀκριβῶς πιστεύουμε σ᾽ Αὐτό τό Θεό· γιατί μποροῦμε νά αἰσθανθοῦμε τήν παρουσία Του, ἀκόμη κι ἄν δέν μποροῦμε νά Τόν δοῦμε”.

Αὐτός ὁ διάλογος γράφθηκε ἀπό ἕνα Χριστιανό, πού παρουσιάζει τήν ἀντιχριστιανική θέσι ἀπό τίς ἐμπειρίες τίς ὁποῖες αὐτός ὁ ἴδιος βιώνει καθημερινά. Στό ἔργο αὐτό ὑπάρχουν ἐπίσης, ἀποσπάσματα ἀπό ἕνα ἀντιχριστιανικό γραπτό —πού διαφορετικά θά εἶχε χαθῆ— τοῦ δασκάλου τῆς ρητορικῆς Fronto. Τά ἀποσπάσματα αὐτά μᾶς δείχνουν, ἐπίσης, τή στάσι τῆς πλειονότητος τῶν εἰδωλολατρῶν —ὅτι, δηλαδή, οἱ Χριστιανοί δέν ἦταν “ἐνοχλητικοί” στόν κόσμο, οἱ ἄνθρωποι, ὅμως, αἰσθάνονταν τήν παρουσία τους, πού γινόταν διαρκῶς καί πιό ἔντονη. Διέβλεπαν σ᾽ αὐτούς μιά ἀκαθόριστη ἀπειλή στά “πιστεύω” τους καί, ἀφοῦ δέν ὑπῆρχαν ἐπεισόδια, ὀργίαζαν οἱ φῆμες πού ὁδηγοῦσαν στήν ἔχθρα, πού μέ τή σειρά της ὁδηγοῦσε στούς διωγμούς»(TC, 187).

Ἄς δοῦμε, στή συνέχεια, ἕνα ἀκόμα ἀρχαιολογικό ντοκουμέντο ἀπό τήν ἴδια ἐποχή. Γράφει ὁ Dr. Μichael Green: «Ὑπάρχει μιά συναρπαστική ἀκροστιχία τήν ὁποία συναντοῦμε σέ ἀρκετές μεριές σάν Χριστιανικό σύμβολο, καί, μάλιστα, δύο φορές πολύ καθαρά στά ἐρείπια τῆς Πομπηΐας — μιᾶς πόλεως πού καταστράφηκε ἀπό τήν ἔκρηξι τοῦ Βεζουβίου τό 79 μ.Χ.. Χριστιανοί (ὅπως μνημονεύονται στίς ἐπιγραφές ἐκεῖ) ὑπήρχαν στήν Πομπηΐα πολύ πρίν ἀπό αὐτή τή χρονολογία. Οἱ ἀκροστιχίες ἦταν πολύ δημοφιλεῖς τότε, ὅσο εἶναι τά Σταυρόλεξα σήμερα. Τό παρακάτω εἶναι κατασκευασμένο στό σχῆμα ἑνός τετραγώνου:

RΟΤΑS
ΟΡΕRΑ
ΤΕΝΕΤ
ΑRΕΡΟ
SΑΤΟR

Μία κατά λέξι ἐρμηνεία δέν μᾶς λέει τίποτα: “Ὁ Ἀρέπο ὁ σπορεύς, κρατᾶ τίς ρόδες μέ προσοχή”. Ἀλλά ποιά νά εἶναι ἡ κρυμμένη σημασία του, πού τό ἔκανε τόσο ἀγαπητό στούς Χριστιανούς; Νά ἡ πιθανή ἐξήγησι: Αὐτά τά γράμματα, ἄν τοποθετηθοῦν ἀλλιῶς [: κρυπτογράφημα μέ τά ἴδια γράμματα], δημιουργοῦν ἕνα διπλό ΡΑΤΕR ΝΟSΤΕR [Πάτερ ἡμῶν] (ἡ ἀρχή τῆς προσευχῆς τοῦ Κυρίου), μέ τή διπλῆ προσθήκη τοῦ Α καί του Ο

                     Α
             
                     Ρ
                     Α
                     Τ
                     Ε
                     R
     Α PΑΤΕRΝΟSΤΕR Ο 
                    Ο 
                    S
                    Τ
                    Ε
                    R
                    
                    Ο

 

 

 

Ἡ σημασία τους εἶναι τεράστια. Ἡ προσφώνησι τοῦ Θεοῦ ὡς Πατέρα τονίζει τό ἀδιανόητο γιά τόν ἄνθρωπο προνόμιο (ὅπως τό ἔνιωθαν οἱ πρῶτοι Χριστιανοί), νά υἱοθετῆται στήν οἰκογένεια τοῦ Θεοῦ μέσῳ τοῦ Ἰησοῦ Χριστοῦ. Τό σταυροειδές σχῆμα ὑπογραμμίζει τήν κεντρικότητα τοῦ Σταυροῦ τοῦ Ἰησοῦ, πρᾶγμα πού προκαλεῖ τέτοια ἔκπληξι, ὅσο θά προκαλοῦσε ἕνα σύγχρονο δόγμα ἄν υἱοθετοῦσε σάν ἔμβλημα τήν ἀγχόνη! Τό ἐπαναλαμβανόμενο Α καί Ο (Α καί Ω, τό πρώτο καί τό τελευταῖο γράμμα τοῦ Ἑλληνικοῦ ἀλφαβήτου) ἐκφράζει Χριστιανική πίστι στήν χωρίς ὅρια ἐξουσία τοῦ Ἰησοῦ. Αὐτός εἶναι ἡ ἀρχή καί ὁ προορισμός τοῦ σύμπαντος.

Ἡ δεύτερη ἰδιομορφία τῆς ἀξιοπρόσεκτης ἀκροστιχίας ἡ ὁποία τήν ἔκανε τόσο ἀποδεκτή ἀπό τούς Χριστιανούς, φαίνεται νά εἶναι ἡ ἑξῆς: Ἐκεῖ πού εἶναι τό Α καί τό Ο ὑπάρχει ἕνα Τ μεταξύ τους. Τό ἑλληνικό Τ ἦταν τό σύμβολο τοῦ Σταυροῦ στήν πρώτη Ἐκκλησία, ἐπειδή τέτοιο ἦταν τό σχῆμα του [βλ. γιά τήν πάνω κατακόρυφη κεραία τοῦ Σταυροῦ τό κεφάλαιό μας Τό Σχῆμα τοῦ Σταυροῦ. Ἐξάλλου τά δύο ΡΑΤΕR ΝΟSΤΕR σχηματίζουν Σταυρό μέ τέσσερεις κεραῖες]. Ἡ τοποθέτησι αὐτή τῶν Τ δείχνει ὅτι οἱ Χριστιανοί ἔβλεπαν τό Σταυρό τοῦ Ἰησοῦ ὡς τό κεντρικό σημεῖο τῆς ἱστορίας. Αὐτό μᾶς δείχνει πόσο σημαντική ὑπόθεσι ἦταν γι᾽ αὐτούς. Μᾶς δείχνει ἀκόμα τήν ὑψίστη σπουδαιότητα μέσα στό χρόνο καί τήν αἰωνιότητα τήν ὁποία διέβλεπαν σ᾽ αὐτό τό Σταυρό, τό καίριο σημεῖο μεταξύ τοῦ Α καί τοῦ Ο τοῦ σύμπαντος. Κάθε φίλος τοῦ Σταυρολέξου θά ἔχη κιόλας προσέξει ὅτι ἡ ἐπαναλαμβανομένη λέξι ΤΕΝΕΤ (αὐτός κρατᾶ) στό τετράγωνο τοῦ RΟΤΑS – SΑΤΟR σχηματίζει ἐπίσης ἕνα Σταυρό. Εἶναι αὐτό συμπτωματικό; Μήπως ἀποκαλύπτει μᾶλλον μιά ἀξιοπρόσεκτη βεβαιότητα; “Αὐτός κρατᾶ”, Αὐτός ἐνδυναμώνει. Μέσα στό φοβερό διωγμό, ὅταν οἱ Χριστιανοί καίγονταν σάν ζωντανοί δαυλοί γιά νά φωτίσουν τόν κῆπο τοῦ Νέρωνα τό 64 μ.Χ., ἤ ὅταν λίγο ἀργότερα τούς ἔρριχναν ζωντανούς στά λιοντάρια τοῦ ἱπποδρόμου, ἤ ὅταν ἀντιμετώπιζαν τά κύματα τῆς λάβας πού κατέπνιξε τήν Πομπηΐα —Αὐτός κρατᾶ! Δέν ὑπάρχει μυθολογία σ᾽ αὐτό. Ἡ βεβαιότητά τους ἦταν θεμελιωμένη σέ στερεό ἱστορικό ἔδαφος, τήν ἐξιστόρησι γιά τόν Ἰησοῦ, τό Α καί τό Ω, Αὐτοῦ πού θανατώθηκε μέ συνθῆκες ἀποτρόπαιες, ἀλλά ἀναστήθηκε θριαμβευτικά. Νά ποιό ἦταν τό θεμέλιο τῆς πεποιθήσεώς τους. Αὐτός πού νίκησε τόν τάφο θά τούς γλύτωνε ἀκόμα κι ἀπό τά δόντια τοῦ θανάτου»(GM, 43).

Γιά τό β´ αἰ. γράφει ὁ Virgil Gheorghiu: «Ἕνας ἀπό τούς πρώτους ἐσταυρωμένους πού ὑπάρχουν στόν κόσμο εἶναι τοῦ Β´ αἰῶνος καί βρέθηκε στήν χώρα τῶν Ἀθανάτων προγόνων μου, στό Τομίς (Leclercq, Μanuel d’ Archéologie Chrétienne, Ρaris 1907, τόμ. ΙΙ, 368). Οἱ ἐσταυρωμένοι τῆς ἐποχῆς αὐτῆς εἶναι πολύ σπάνιοι. Οἱ ἅγιοι ἀδελφοί μας τῶν πρώτων αἰώνων ἀγαποῦσαν ὑπερβολικά τόν Σωτῆρα μας καί τούς κόστιζε πολύ νά τόν παριστάνουν ἐσταυρωμένο. Αὐτό τούς ἔσχιζε τήν καρδιά. Ἀπέφευγαν, λοιπόν, νά σκαλίζουν ἐσταυρωμένους»(GV, 19).

Ἐρχόμασθε, τώρα, στό τέλος τοῦ β´ αἰ. μ.Χ.: «Στά ἀνάκτορα τοῦ Παλατίνου λόφου τῆς Ρώμης, σέ θάλαμο οἰκοδομήματος, τό ὁποῖο ἀπ᾽ ἄλλους ἀρχαιολόγους χαρακτηρίζεται σάν κτήριο στρατωνισμοῦ τῆς ἀνακτορικῆς φρουρᾶς κι ἀπ᾽ ἄλλους σάν παιδαγωγεῖο (paedagogium), αὐτοκρατορικό, δηλαδή, σχολεῖο-λύκειο ὅπου μαθήτευαν ἔφηβοι εὐγενῶν οἰκογενειῶν προοριζόμενοι γιά τ᾽ ἀνώτατα ἀξιώματα τῆς αὐτοκρατορίας, βρέθηκε [τό φθινόπωρο τοῦ 1856 ἀπό τόν ἀρχαιολόγο Garrucci· καί βρίσκεται στό ἐθνικό μουσεῖο τῆς Ρώμης] γελοιογραφικό ἐντοίχιο ἀκιδογράφημα, πού χρονολογεῖται λίγο μετά τό 200 καί παριστάνει ἄντρα προσευχόμενο σέ ἱπποκέφαλο [Ἱπποκέφαλος, διότι τ᾽ αὐτιά του εἶναι ἵππεια (μικρά), καί ὄχι ὀνοκέφαλος, ὅπως λένε ὁ Σωτηρίου καί ὁ Ηolzner] ἐσταυρωμένο μέ τή συνοδευτική ἐπιγραφή ΑΛΕΞΑΜΕΝΟC CΕΒΕΤΕ ΘΕΟΝ (=Ἀλεξαμενός σέβεται Θεόν), ἐνῶ πάνω ἀπό τό ἀριστερό χέρι τοῦ ἐσταυρωμένου εἶναι γραμμένο ἕνα Υ.

Σέ διπλανό θάλαμο ἀνευρίσκεται χαραγμένη ἡ λατινόγλωσση ἐπιγραφή ΑLΕΧΑΜΕΝΟS FΙDΕLΙS (=Ἀλεξαμενός πιστός). Εἶναι σ᾽ ὅλους καί σ᾽ ὅλες τίς ἐποχές γνωστά τά βάρβαρα κι ἀθυρόστομα χωρατά τοῦ στρατιωτικοῦ θαλάμου ἤ ἑνός σχολείου ἀρρένων ἐφήβων. Στήν προκειμένη περίπτωσι προφανῶς ὁ Ἀλεξαμενός εἶναι Χριστιανός Ρωμαῖος στρατιώτης ἤ φοιτητής, ἑλληνικῆς καταγωγῆς, πιστός λάτρης τοῦ ἐσταυρωμένου Κυρίου, ὁ δέ εἰδωλολάτρης συστρατιώτης ἤ συμφοιτητής, πού χάραξε τή γελοιογραφία καί τήν ἐπιγραφή της, ἤθελε νά δαγκάση τόν Ἀλεξαμενό καί νά τόν γελοιοποιήση στούς ἄλλους συναδέλφους τοῦ θαλάμου σάν λάτρη θεοῦ θανατοποινίτου, ἱπποκεφάλου, ἀξιοκαταφρονήτου καί καταγελάστου.

Μέ τό ἱπποκέφαλο ὑπαινίσσεται, μᾶλλον, τό ὅτι ὁ Χριστός γεννήθηκε σέ στάβλο, εἶχε, δηλαδή, κι ἀρχή καί τέλος ἄτιμα —στάβλος καί Σταυρός—, ὁπότε ἡ γελοιογραφία εἶναι καί μιά ἔξωθεν μαρτυρία τοῦ Κατά Λουκᾶν Εὐαγγελίου, πού δίνει τήν πληροφορία αὐτή (Λκ 2, 7). Τό ρῆμα σέβω-σέβομαι τήν ἐποχή ἐκείνη σημαίνει ἀκριβῶς “λατρεύω”, καί χρησιμοποιεῖται ἀκόμη μόνο γιά τό Θεό. Μ᾽ αὐτή τή σημασία συναντᾶται καί στά κείμενα τῆς ἴδιας ἐποχῆς, ὅπως εἶναι τό Μαρτύριο τοῦ Πολυκάρπου καί τά ἔργα τοῦ Λουκιανοῦ. Τό Υ, πού εἶναι χαραγμένο πάνω ἀπό τό χέρι τοῦ ἐσταυρωμένου, εἶναι ἴσως ἡ λιτή συμβολική ἀπάντησι τοῦ Ἀλεξαμενοῦ στόν ἐμπαίκτη.

Σέ μιά τέτοια περίπτωσι ἤ εἶναι προσπάθεια ἀποσβέσεως κι ἀποπλύσεως τῆς χαραγμένης βλασφημίας καί σημαίνει ΥΨΙΣΤΟΣ ἤ ΥΨΙΣΤΕ, ἤ σάν προσπάθεια ἁπαλοῦ καί εὐγενοῦς ἐλέγχου τοῦ ἐμπαίκτου ὑπαινίσσεται τίς δύο ὁδούς, φράσι πολύχρηστη τῶν πρώτων Χριστιανῶν, ἡ ὁποία κατάγεται ἀπό τόν παραβολικό ἐπίλογο τῆς ἐπί τοῦ ὄρους ὁμιλίας τοῦ Χριστοῦ (Μθ 7, 13-14) καί μέ τήν ὁποία ἀρχίζει ἡ Διδαχή τῶν ἀποστόλων· “Ὁδοί δύο εἰσί, μία τῆς ζωῆς καί μία τοῦ θανάτου, διαφορά δέ πολλή μεταξύ τῶν δύο ὁδῶν”(1, 1). Ἀλλοῦ ἔχει ἀποδειχθῆ ὅτι ἡ Διδαχή τῶν ἀποστόλων κατά τήν ἀρχαιότητα τιτλοφοροῦνταν καί ὁδοί δύο ἤ Ζωαί δύο (Duae vitae) ἤ Κρίσις (Ιudicium).

Τό Υ σάν σύμβολο τῶν δύο ὁδῶν, τῆς Ἀρετῆς καί τῆς Κακίας, καί σάν μονογράμματο μνημόνιο τοῦ σχετικοῦ μύθου τοῦ Προδίκου γιά τόν ἔφηβο Ἡρακλῆ, χρησιμοποιοῦσαν καί οἱ νεοπυθαγόρειοι τῶν ἑλληνορωμαϊκῶν χρόνων· ἐπειδή τό Υ παριστάνει μιά ὁδό πού σ᾽ ἕνα σημεῖο της διχάζεται σέ δύο. Ἄν, λοιπόν, τό Υ εἶναι τέτοια ἀπάντησι, θέλει ἴσως νά πῆ “Ὑπάρχουν δύο δρόμοι”, ἤ “Ἡ ζωή ἔχει δύο δρόμους”, ἤ “Δρόμος μου καί δρόμος σου”, ἤ κάτι παραπλήσιο. Τέλος ἡ λατινόγλωσση ἐπιγραφή τοῦ διπλανοῦ θαλάμου ΑLΕΧΑΜΕΝΟS FΙDΕLΙS φαίνεται ὅτι εἶναι πρός τόν ὑβριστή ἀπάντησι ὄχι τοῦ ἐχέμυθου καί ὀλιγόλογου Χριστιανοῦ ἀλλά κάποιου συμπαθοῦντος συναδέλφου, πού ἦταν καί λατινόγλωσσος. Ὁ Χριστιανός, δηλαδή, Ἀλεξαμενός ἦταν στό περιβάλλον του σημεῖον ἀντιλεγόμενον (Λκ 2, 34) μεταξύ τῶν εἰδωλολατρῶν.

Ἐδῶ ἐνδιαφέρει ἀφ᾽ ἑνός μέν ἡ μαρτυρία ἑνός μή Χριστιανοῦ, καί, μάλιστα, ἐχθροῦ τῶν Χριστιανῶν, γιά τόν ἐσταυρωμένο Θεό, πού εἶναι μόνο ὁ Χριστός, γιά τήν ἐκ μέρους τῶν τότε Χριστιανῶν παραδοχή καί λατρεία τῆς θεότητός Του, καί γιά τό σχῆμα τοῦ Σταυροῦ, ἀφ᾽ ἑτέρου δέ ἡ μαρτυρία ἑνός πάλι μή Χριστιανοῦ ἀλλά φίλου τῶν Χριστιανῶν, πού καταθέτει ὅτι οἱ Χριστιανοί ἦταν πιστοί καί ἀξιόπιστοι (fideles). Μιά ἐποχή δέ, κατά τήν ὁποία οἱ ἐχθροί τῶν Χριστιανῶν δέν μποροῦν νά τούς θανατώσουν οὔτε νά προκαλέσουν τήν ἀπόλυσί τους ἤ ἔστω τήν ἀπομάκρυνσί τους ἀπό τήν ἔμπιστη ἀνακτορική φρουρά ἤ τό αὐτοκρατορικό σχολεῖο τῶν μελλόντων ἀνωτάτων ἀξιωματούχων, κι ἐκτονώνονται ἀναγκαστικά μόνο μέ δηκτικές γελοιογραφίες, πρέπει νά εἶναι ἡ ἐποχή ἤ τοῦ Ἀντωνίνου Πίου (137-161) ἤ τοῦ Μακρίνου (217-218) ἤ τοῦ Ἀλεξάνδρου Σεβήρου (218-235), οἱ ὁποῖοι δέν δίωξαν τή Χριστιανική πίστι, χωρίς καί νά τήν προστατεύσουν.

Ἡ μακεδονική, ἤ ἔστω μή ρωμαϊκή, καταγωγή τοῦ Ἀλεξαμενοῦ, τήν ὁποία φανερώνει τό ὄνομά του, δείχνει ὅτι ὁ Ἀλεξαμενός ἦταν μᾶλλον στρατιώτης ἀνακτορικῆς φρουρᾶς παρά φοιτητής αὐτοκρατορικοῦ σχολείου»(ΣΚ, 75).

Γιά τό ἴδιο θέμα γράφει καί ὁ Carsten Ρeter Τhiede: «Ὅπως φαίνεται, ἕνας νεαρός Χριστιανός δεχόταν τίς κοροϊδίες τῶν φίλων του. Ἡ καρικατούρα αὐτή προϋποθέτει δύο πράγματα: Πρῶτο ὅτι ἀκόμη κι ἕνας νεαρός Χριστιανός εἶχε τό κουράγιο νά μιλᾶ γιά τήν Πίστι του καί, δεύτερο, ὅτι ὁ Σταυρός ἦταν ἤδη ἕνα πασίγνωστο καί ἀναγνωρίσιμο Χριστιανικό σύμβολο, διαφορετικά δέν θά μποροῦσε νά γίνη τό θέμα αὐτῆς τῆς καρικατούρας μέ τό ὑποτιμητικό κεφάλι τοῦ γαϊδάρου [τό σωστό εἶναι: τοῦ ἵππου] γιά τόν σταυρωμένο ἄνδρα.

Κατά κανόνα, οἱ Χριστιανοί προτιμοῦσαν νά συναθροίζωνται σέ ἰδιωτικά σπίτια. Τό κτίσιμο ξεχωριστῶν κτιρίων γιά λατρεία θά προκαλοῦσε σίγουρα φασαρίες. Ὁ Μινούκιος Φήλιξ μᾶς πληροφορεῖ, πάντως, γιά τήν ὕπαρξι ξεχωριστῶν δωματίων στά σπίτια, πού προορίζονταν γιά τίς συναντήσεις καί τή λατρεία. Στήν ἀντιχριστιανική διατριβή τοῦ Caecilius Νatalis βρίσκουμε τήν ἀκόλουθη πρότασι: “Ἐπειδή, λοιπόν, τό κακό ἐξαπλώνεται πάντοτε ταχύτατα… οἱ φοβεροί τόποι λατρείας (sacraria στά Λατινικά, πού σημαίνει παρεκκλήσια ἤ χῶροι λατρείας κάποιου ἱεροῦ πράγματος) αὐτῶν τῶν σιχαμερῶν καί ἀνίερων ἀνθρώπων πολλαπλασιάζονται”»(TC, 189).

Ἀπό τό βιβλίο:
Ἀρχιμ. Ἰωάννου Κωστώφ
ΣΤΑΥΡΟΣ, ΔΑΙΜΟΝΩΝ ΤΟ ΤΡΑΥΜΑ
Τό δικό μας Holywood (=Ἱερό Ξύλο)

ΕΚΔ. ΑΓ. ΙΩΑΝΝΗΣ Ο ΔΑΜΑΣΚΗΝΟΣ
ΑΘΗΝΑ 2011
agiosioannisdamaskinos.blogspot.com



Μην αφησετε την Πληροφορια να σας ξεπερασει

Επιλεξτε να γινετε οι πρωτοι που θα εχετε προσβαση στην Πληροφορια του Stranger Voice

  • 1 Month Subscription
    3 Month Subscription
    6 Month Subscription
    Year Subscription

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

elGreek