Τό παράπονο τού αποτυχημμένου καί η απάντηση τής Φωνής Μέρος 1
Ό Γιώργος παρακάλεσε μικρός πολλές φορές Τόν Θεόν νά μήν τόν αφήσει νά χαθεί η ψυχή τού. ό Γιώργος μεγάλωσε τόν συνεπήραν διάφορα ερεθίσματα καί τά ταλέντα τού. Παρόλα ταύτα τήν τελευταία στιγμή κάτι πολύ πολόπλοκο συνέβαινε καί αποτύγχαινε, μέ τέτοια πιθανότητα συνδοιασμών ανατροπών που ντρεπόνταν νά τό εμπιστευτεί σέ οικείους, φίλους καί γνωστούς διότι στά μουλλωχτά θά τόν έπαιρναν γιά τρελλό. Καί μουρμουρούσε μέ τόν εαυτόν τού δέν μέ αρκεί που είμαι άτυχος νά μέ φορτώσουν καί μέ τήν ταπέλλα τού τρελλού. Έτσι περνούσε τήν ζωή τού υποφέρωντας καί μή μπορώντας νά βρεί τό δίκειο τού πουθενά, ουσιαστικά δέν υπήρχε τρόπος.
Οί άλλοι γύρω τού παρατήρησαν τήν εξυπνάδα τού αλλά σύν τώ χρόνω παρατήρησαν καί τήν γενική αποτυχία καί άρχισαν άλλοι νά τόν λυπούνται μά οί περισσότεροι νά χαιρεκακούν. Μέ συρτά λόγια τόν ειρωνεύοντας ότι κάτι δέν πάει καλά μαζύν τού διότι μέ τό μυαλό καί τίς γνώσεις που έχει είναι αδιανότητο που δέν είναι μεγιστάνας. Τί νά σύμβαινε άραγε; Η χαιρέκακη περιέργεια στούς πολλούς καί η συμπόνοια στούς λίγους τούς έκανε συνεχώς νά προσπαθούν νά εκμαιεύσουν τά άβατα τής ψυχής τού, τό κρυφό μειονέκτημα είχε ό Γιώργος καί παρόλα τά ταλέντα τού καί τίς επιτυχημμένες συνταγές καί συμβουλές στούς άλλους ό ίδιος έμενε ταπί, ανακηρυσσώταν βλάκας, ανάξιος, αποτυχημμένος καί όλους τούς άλλους τίτλους τής ζωής που απολαμβάνουν οί ζηλόφθονοι καί οί μοχθηροί ανταγωνιστές νά βλέπουν στούς συνανθρώπους τούς.
Ό Γιώργος τά είχε μέ τόν εαυτόν τού, μέ τήν οικογένεια τού, μέ Τόν Θεόν άν καί σύν τώ χρόνω περιορίστηκε από φόβο, πίστη καί αυτοαίσθηση άδικου. Τά είχε μέ τήν τύχη τού, τό σύνστημα, τήν βασκανία, τά χολόπικρα σχόλια, μέ τίς αναποδιές πρίν ή μετά που ξεκινούσε κάτι καινούργιο. Ώσπου μία ημέρα συμβιβάστηκε μέ τό πεπρωμένο τού καί είπε στόν εαυτόν τού είσαι ένας αποτυχημμένος καί ανάξιος εξευτελισμένος, από τούδε καί στό εξής Θεέ μού σού αυτοπαραδίνομαι είπε μέ θυμό, πίστη, αγανάκτηση, πίκρα καί ταπεινότητα ό Γιώργος. Κάνε μέ ό,τι θέλεις. Θέλεις άφησε μέ νά πεθάνω θέλεις θρέψε μέ δέν μέ εγνοιάζει, εγώ προσπάθησα καί δέν κατάφερα τίποτε, τώρα τ’ αφήνω όλα σ’ Εσένα.
Μία ημέρα συνάντησε τήν διάκριση τού, δέν κατάλαβε καλά καλά άν κοιμώταν, άν ήταν ξύπνιος, άν έβλεπε, άκουε ή μιλούσε μέ κάποιον ή τόν εαυτόν τού. Όμως όλα αυτά συνταυτίστηκαν σέ μία ανεξήγητη μορφή λόγου καί ακρόασης.
Η Φωνή αυτή τού είπε χαμογελώντας: «Τώρα ήρθε η ώρα νά μάθεις πόσον πετυχημμένος είσαι!»
Εγώ επιτυχημμένος απόρησε μέ αθόρυβη φωνή μέσα από τήν σκέψη απορημένος ό Γιώργος.
«Ναί εσύ επιτυχημμένος» απάντησε η Φωνή.
Άστα αυτά, τής ιδέας μού είναι. Ποίος είσαι εσύ καί μέ λές επιτυχημμένος. Καμμία υποσυνείδητη σκέψη θετικής αυτολύπησης θά είσαι, είπε αθόρυβα ό Γιώργος.
«Τόσα χρόνια σού φώναζα, σού ούρλιαζα αλλά εσύ δέν άκουες. Μ’ έκανες εμμέσως πλήν σαφώς νά δώσω τόν Λόγον μού καί ύστερα απομακρύνθηκες. Επειδή δέν άκουες τίς κατευθυντήριες γραμμές μού κάθε λίγο σού έστελλα καί εσύ ελάμβανες αλλά θεωρούσες δευτερεύουσες αυθόρμητες αυθαίρετες σκέψεις, προχωρούσες κάνωντας τού κεφαλιού σού σέ άλλα μονοπάτια» είπε η Φωνή.
Δέν κατάλαβα τί λές; Ποία μονοπάτια καί απομακρύνσεις καί τί έπρεπε νά κάνω, τού κεφαλιού κανενός άλλου; Δέν σέ πειάνω βάλθηκες νά μέ ζαλίσεις πάνω στίς τόσες άλλες ζάλες καί φτώχειες που έχω. Εγώ που νόμιζα ότι ήμουν σπουδαίος καί αποδείχθηκα ό χειρότερος όλων, ό αναξιότερος όλων, σπάζοντας όλα τά προγνωστικά, είπε ό Γιώργος.
«Μήν μού πείς ότι δέν άκουες αυτά που σού έλεγα σ’ αυτά καί στά άλλα καί τού θύμισε κάποια περιστατικά η Φωνή. Μήν μού πείς ότι δέν έλαβες σημάδι νά μήν κάνεις τό τάδε… Μήν μού πείς ότι δέν άκουες διότι Άκουα ότι άκουες, δέν μπορείς νά μ’ αρνηθείς εκτός καί άν είσαι ψεύτης ενώπιον τής Φωνής μού καί τών αυτιών τής συνείδησης σού» είπε η Φωνή.
Άκουα, πώς δέν άκουα αλλά ήθελα νά γίνω επιτυχημμένος καί απ’ εκεί νά βοηθήσω όλον τόν κόσμο, τήν οικογένεια μού, εμένα τόν πλησίον μού, είπε ό Γιώργος.
«Δέν βοηθάς τόν κόσμο όταν αναλωθείς στόν μόχθο νά γίνεις ό σπουδαίος τού εαυτού σού. Σέ κάνει άπληστο καί αλαζόνα καί όποτε επιτυγχαίνεις κάτι αναλώνεσαι ξανά στό νά επιτύχεις κάτι παρόμοιο, τέτοιο που δέν έχει σχέση τίποτε συγγενικό μέ τήν βοήθεια καί τήν αγάπη, τήν πίστη καί τήν αφοσίωση, τήν θύμιση τής ασημαντότητας σού καί τήν σπουδαιότητα Τού Θεού. Ενεργοποιείται πλήρως η αυτοπεποίθηση σού καί αυτόν σημαίνει άμεση καί έμμεση απόρριψη Τού Θεού καί τής ανάγκης επικοινωνίας καί σωτηρίας Τού Θεού. Ποίος δισεκατομμυριούχος έχει ανάγκη από Τόν Θεόν; Αφού οί επιτυχημμένες σκέψεις που τόν έκαναν δισεκατομμυριούχο ήταν σέ αντίθεση μέ Τόν Θεόν, τότε γιατί μετά νά πιστέψει σ’ αυτόν που απότυχε γιά νά γίνει δισεκατομμυριούχος; Δέν ταιριάζει μέ τήν λογική τού καί δέν θά τό αποδεχθεί ποτέ. Όσον περισσότερο απομακρύνεσαι από Τόν Θεόν τόσον περισσότερο επιτυχημμένος γίνεσαι».
Τί εννοείς καί ποίος είσαι;
«Γιά νά δείς Τόν Θεό πρέπει νά φύγεις από τήν αυτοπεποίθηση. Γιά νά συναντήσεις Τόν Θεόν πρέπει νά απογοητευτείς μέ τήν αυτοπεποίθηση σού. Γιά νά θυμηθείς Τόν Θεόν πρέπει νά αποτύχεις στά δισεκατομμύρια, τά εκατομμύρια, τίς χιλιάδες ακόμη καί τίς εκαντοντάδες, ώστε νά μήν έχεις τίποτε άλλο νά ζητήσεις, καμμία άλλη ελπίδα από τό νά κοιττάξεις πρός τά πάνω καί νά πείς Θεέ μού τί έφταιξα κλαίγωντας! Είδες κανένα δισεκατομμυριούχο νά κλαίγει ταπεινά ερωτώντας τί έφταιξε; Πρέπει νά τά χάσει όλα γιά νά πεί κάτι τέτοιον ή νά χάσει αυτό που θεωρεί όλα τά παιδιά τού. Τότε καί μόνον καταλάβει πώς άν τά είχε όλα δέν θά είχε νά χάσει τίποτε καί πώς ότι όλα είχε ήταν μάταια, προσωρινά καί κάλπικα».
Εννοείς ότι έπρεπε νά τά χάσω όλα γιά νά σέ δώ;
«Ναί, διότι μέ είδες καί μ’ έβλεπες αλλά μέ παράβλεπες βάζοντας πλώρη στά άγνωστα μέρη τών ονείρων σού». Είπε η Φωνή.
Καί τί έπρεπε νά κάνω νά μήν προσπαθώ, νά μήν δημιουργώ;
«Θυμίσου ότι μού ζήτησες νά μήν σ’ αφήσω νά χαθείς, νά σώσω τήν ψυχή σού. Από τήν στιγμή που τό δέχθηκα δέν μπορούσα νά σ’ αφήσω ελεύθερο στήν κάθε πράξη σού, δύναμη σού, ευφυία σού, δυνατότητα σού, ευελιξία σού, επιτυχία σού που σέ οδηγούσε ταυτόχρονα στήν επιτυχία σού καί στήν αποτυχία σού». Είπε η Φωνή.
Πώς είναι δυνατόν νά είμαι ταυτόχρονα αποτυχημμένος καί επιτυχημμένος καί τί τό καθορίζει αυτό;
«Μήν κάνεις τόν ανόητο, δέν είσαι καί όσα έλεγαν γιά εσένα καί τήν εξυπνάδα σού αληθεύουν, απλά δέν σ’ αφήσα νά έχει αντίκρυσμα απτής επιτυχίας διότι ήταν σέ αντιδιαστολή μέ τήν επιτυχία σωτηρίας τής ψυχής σού. Ή θά επιτύχαινες σ’ αυτά που μού ζήτησες νά σέ βοηθήσω καί νά σέ προστατεύω νά επιτύχεις ή σ’ αυτά που θά ήταν σ’ αντίθεση μ’ εμένα αλλά σέ συνάρτηση μέ τήν αυτοπεποίθηση μού. Σέ σκλάβωσα στήν προστασία μού γιά νά μήν χαθείς ώς ψυχή. Εάν ήσουν επιτυχημμένος δισεκατομμυριούχος θά ήσουν ένας πάμπτωχος αντιδισεκατομμυριούχος στήν ψυχή. Εσύ όμως μού ζήτησες νά είσαι δισεκατομμυριούχος στόν μισθόν τής ψυχής έτσι δέν είναι; Θυμάσαι;» είπε η Φωνή.
Θυμάμαι είπε ό Γιώργος καί έσκυψε τό κεφάλι μέ ουδέτερη ψυχραιμία.
«Είσαι επιτυχημμένος σ’ αυτό που σώζει τήν ψυχή σού καί αποτυχημμένος σ’ αυτό που τρώει τήν ψυχή σού, αλλά δέν τό άκουες τόσον καιρό, αμφιταλαντευώσουν. Ουσιαστικά όταν μού ζήτησες νά σέ βοηθήσω νά μήν μέ εγκαταλείψεις καί νά μήν χάσεις τήν ψυχή σού ήξερες ότι θά μπείς σέ έναν κόσμο πειρασμών καί από τήν συνετή ταπεινότητα σού μέ σοφία ζήτησες έκ τών προτέρων προστασία, διότι εισαγώμενος στόν κόσμο τών πειρασμών θά γευτείς τόσες απαίσιες καί ασεβείς γλύκες που στό τέλος εάν δέν έχεις ασφαλιστική δικλείδα θά σέ συνεπάρουν καί θά χαθείς. Γνωρίζοντας τόν εαυτόν σού από πολύ μικρός καί προβλέποντας τί έχεις νά αντιμετωπίσεις στόν γνωστό καί άγνωστο κόσμο που σου ανοιγόταν σύν τήν τάση σού καί τήν περιέργεια σού γιά γνώση, σύναψες πολύ επιτυχημμένα μία ασφαλιστική συμφωνία, τήν καλύτερη ασφαλιστική συμφωνία μέ τήν καλύτερη ασφαλιστική εταιρεία, Εμένα, Τόν Έναν καί Τριαδικόν Θεόν. Εάν σού τό έλεγα έντονα σέ άκαιρο χρόνο, όταν δηλαδή ήσουν στά έγκατα τού αναβρασμού τής ωραιοπάθειας σού καί τής αυτοπεποίθησης σού θά μέ ύβριζες περισσότερο απ’ όσον τό έχεις κάνει. Έτσι λοιπόν, σ’ άφησα σιγά σιγά νά σέ οδηγήσουν οί περιστάσεις τής αποτυχίας καί τών ανατροπών ξανά σ’ Εμένα καί μόνον Εμένα. Δέν είχες ώτα νά ακούσεις, δέν ήθελες νά ακούσεις, είχες διάθεση γιά άλλους δρόμους έξω από τήν ασφαλιστική δίκαιη κάλυψη μού. Κάθε αποτυχία σού σ’ έσπρωχνε ανεπαισθήτως σ’ Εμένα άν καί κατά βάθος τό γνώριζες αλλά πάντοτε έκλεινες καί διέγραφες τό ράδιο αυτό. Καί νάμαι τώρα εδώ μαζύν σού, όταν μού ζήτησες πώς σέ αναλαμβάνω άπαξ καί διαιώνιως διαπαντός».
Ό Γιώργος έσκυψε, δάκρυσε καί είπε: «Ευλογείτε Τόν Κύριον έν παντί καιρώ….».
Ό Γιώργος σώθηκε χωρίς νά τό καταλάβει καί σέ μία πορεία δυσφορίας ότι ήταν αποτυχημμένος!
Επιλεξτε να γινετε οι πρωτοι που θα εχετε προσβαση στην Πληροφορια του Stranger Voice