Ἰωάννης Μηλιώνης:
“Απειλές της “Νέας Εποχής” στην ευαίσθητη ψυχή των παιδιών μας”
τοῦ κ. Ἰωάννου Μηλιώνη, μέλους τῆς Π.Ε.Γ.
Τό παιχνίδι ἦταν πάντα ἀναπόσπαστα συνδεδεμένο μέ τό παιδί· συχνά καί μέ τούς ἐνήλικες. Δέ νοεῖται ἀνθρώπινη δραστηριότητα πού νά μήν ἔχει ἀνάγκη τῆς ψυχαγωγίας· προσοχή ὅμως, ὄχι τῆς διασκέδασης, ἀλλά τῆς ψυχαγωγίας, τῆς ἀγωγῆς τῆς ψυχῆς.
Διασκέδαση εἶναι ἡ δραστηριότητα[1] πού δίνει τόν μηχανισμό στούς ἀνθρώπους νά ἁπαλύνονται ἀπό τίς στρεσογόνες καταστάσεις τῆς καθημερινότητας καί νά χαλαρώνουν. Εἶναι, ὅπως λέγεται, πολύ σημαντική διαδικασία στή ζωή τοῦ ἀνθρώπου, πού τόν βοηθᾶ νά ἐκτονώνεται, νά δραπετεύει ἀπό τήν ρουτίνα τῆς καθημερινότητας καί ἔτσι ἔχει, δῆθεν, εὐεργετική ἐπίδραση, καθώς ἡ πραγματικότητα τῆς ζωῆς κουράζει σωματικά καί ψυχικά τόν ἄνθρωπο, πού ἀνταποκρίνεται στίς εὐθύνες της. Διαφέρει σημαντικά ἀπό τήν ψυχαγωγία καθώς ἐκδηλώνεται ὄχι μέ τόν στοχασμό καί τήν σκέψη πού ἀπαντᾶται κατά τήν παρακολούθηση π.χ. μιᾶς θεατρικῆς παράστασης, ἀλλά μέ θορυβώδη γέλια, χαμόγελα καί ἐμφανῆ συμμετοχή τοῦ σώματος κατά τή διαδικασία αὐτή.
Ἄν ἐξετάσουμε ἐτυμολογικά τή λέξη διαπιστώνουμε ὅτι ἀποτελεῖται ἀπό τά «διά» καί «σκεδάζω» σημαίνοντας «διά-σκορπίζω» (ἀπό τό ἀρχαῖο διασκεδάννυμι, τό ὁποῖο σημαίνει καί διαλύω, ἐξανεμίζω ἤ, ἐναλλακτικά, «σχίζω»). Σημαίνει κομματιάζω κυριολεκτικά καί πετῶ μακριά τά θρύμματα τοῦ ἄγχους, τῆς στεναχώριας, τῆς ἀνίας κ.λπ.
Τά παιδιά, λοιπόν, ἀπό ἀρχαιοτάτων χρόνων ἀλλά καί οἱ ἐνήλικες προσπαθοῦσαν νά «διασκεδάσουν» δηλαδή νά ξεφύγουν ἀπό τίς δυσκολίες τους, ἀλλά κάποτε καί νά «ψυχαγωγηθοῦν».
Παιδικά παιχνίδια (ἀντικείμενα) ἦλθαν στό φῶς ἀπό τήν ἀρχαιολογική σκαπάνη σέ πολλές περιπτώσεις καί σέ ὅλα τα μήκη καί πλάτη τοῦ πλανήτη. Ἀξίζει νά ἀναφερθεῖ τό πήλινο πλοιάριο μέ τίς ρόδες -γιά νά κυλάει-, τό πρῶτο καί μοναδικό μέχρι στιγμῆς δεῖγμα παιδικοῦ παιχνιδιοῦ στή Μυκηναϊκή Ἑλλάδα, πού βρέθηκε στή θέση Ρούστιανα, βορειοδυτικά τοῦ σημερινοῦ οἰκισμοῦ τῶν Λιβανατῶν, τή γνωστή παραλιακή κωμόπολη τῆς Φθιώτιδας[2], ἀλλά καί οἱ δεκάδες πλαγγόνες, οἱ κοῦκλες τῆς ἀρχαιότητος μέ τά ὁποῖα ἔπαιζαν τά παιδιά μας.
Ἀλλά, ἄς προχωρήσουμε στά σύγχρονα μέσα παιδικῆς διασκέδασης ἤ ψυχαγωγίας ἀφήνοντας τούς ἀκροατές νά βγάλουν τό τελικό συμπέρασμα γιά ποιά ἀπό τίς δύο περιπτώσεις πρόκειται· διασκέδαση ἤ ψυχαγωγία;
Τό παιδικό βιβλίο.
Πολλά λέγονται στίς μέρες μας γιά τήν ἀκατάλληλη ἕως βλαπτική γιά τά παιδιά μας «παιδική» μυθιστοριογραφία, πού μέ ἐπικεφαλῆς τή γνωστή J. K. Rowling -συγγραφέα τῶν βιβλίων τοῦ νεαροῦ μάγου Χάρι Πότερ-, ἀλλά καί ὅσων ἄλλων ἀκολούθησαν τήν «ἐκπληκτική συνταγή ἐπιτυχίας» της, δείχνει νά ἐξελίσσεται σέ μορφή ἐπιδημική.
Ἤδη ἀπό τόν 19 αἰώνα, μέ τήν ἀνάπτυξη τῆς «Θεοσοφικῆς Ἑταιρίας», πολλοί χρησιμοποίησαν τό παιδικό βιβλίο γιά νά περάσουν τά θεοσοφικά μηνύματα τῆς Μπλαβάτσκυ στό εὐρύ κοινό καί εἰδικά νά «ψυχαγωγήσουν» τά παιδιά στά δόγματα τοῦ ἀποκρυφισμοῦ.
Μέ τή διαπίστωση αὐτή ὑπ’ ὄψιν καί μέ τό προηγούμενο τῆς κλασικῆς πλέον ἐρώτησης: «Μά καί στά παραμύθια τῆς ἐποχῆς μας δέν ὑπῆρχαν μάγοι καί μαγικά;», πού οἱ γονεῖς συνήθως σήμερα ὑποβάλλουν ὅταν γίνεται ἀναφορά στήν καταστροφική παρουσία τῆς μαγείας στό παιδικό θέαμα καί ἀνάγνωσμα, προχωρήσαμε στήν ἔρευνα σχετικά μέ τό παιδικό μυθιστόρημα καί τούς συγγραφεῖς του, τόν περασμένο καί προπερασμένο αἰώνα. Ἀπό τήν ἔρευνά μας αὐτή, μεταφέρουμε ἕνα μικρό, ἀλλά ἀντιπροσωπευτικό δεῖγμα τῆς ζωῆς καί τῆς πολιτείας κάποιων ἀπό τούς θεωρούμενους «κλασσικούς» συγγραφεῖς παιδικῆς λογοτεχνίας, πού τά ἔργα τους εἶδαν ἐξαιρετική ἐπιτυχία, ἀλλεπάλληλες ἐκδόσεις καί, στίς μέρες μας, μεταφορά στόν κινηματογράφο καί στήν τηλεόραση. Ἀπό τό δεῖγμα αὐτό προκύπτει ὅτι ἡ μαγεία καί ὁ ἀποκρυφισμός ἐπηρέασαν βαθύτατα τούς συγγραφείς κι ἐκείνης τῆς ἐποχῆς.
Ἀναφέρουμε ἐπιλεκτικά μέ χρονολογική σειρά τούς: Λούϊς Κάρολ, Ἴντιθ Νέσμπιτ, Λείμαν Φράνκ Μπάουμ καί Ρόαλντ Ντάλ, συγγραφεῖς πού «ψυχαγώγησαν» τούς παπποῦδες μας, τούς γονεῖς μας καί ἐμᾶς καί σήμερα «ψυχαγωγοῦν» τά παιδιά μας[3].
α) Ὁ Λούϊς Κάρολ (Lewis Carroll, 1832 – 1898), φιλολογικό ψευδώνυμο τοῦ Charles Lutwidge Dodgson, ὑπῆρξε Ἄγγλος μαθηματικός, κληρικός (Ἀγγλικανός), φωτογράφος, ἐπιστήμων τῆς λογικῆς, μυστικιστής, θεοσοφιστής, ὀπαδός τοῦ πνευματισμοῦ καί συγγραφέας, ἰδιαίτερα γνωστός ἀπό τό κλασικό παιδικό ἀνάγνωσμα: «Ἡ Ἀλίκη στή Χώρα τῶν Θαυμάτων» (Alice’s Adventures in Wonderland) καί τή λιγότερο γνωστή συνέχειά του: «Τί βρῆκε ἡ Ἀλίκη μέσα στόν καθρέφτη» (Through the Looking-Glass And What Alice Found There).
Παρόλο πού οἱ πληροφορίες ἀπό μέρους τοῦ Dodgson εἶναι ἀνεπαρκεῖς, γιατί ἀπό τά 13 ἡμερολόγιά του ἔχουν ἀφαιρεθεῖ οἱ σελίδες γιά τήν περίοδο 1858-1862. Εἶναι σαφές ὅτι ἡ φιλία του μέ τήν οἰκογένεια τῆς Alice Liddell ἦταν ἕνα σημαντικό μέρος τῆς ζωῆς του.
Ὁ Dodgson ἀνέπτυξε ἰδιαίτερη φιλία μέ τήν 10χρονη Ἀλίκη στήν ὁποία ἀφιέρωσε τίς φανταστικές –γεμάτες ὅμως μέ θεοσοφικούς καί ροδοσταυρικούς συμβολισμούς- διηγήσεις του. Ἔτσι, γεννήθηκε τό βιβλίο του, τό 1864, «Οἱ περιπέτειες τῆς Ἀλίκης κάτω ἀπό τή γῆ» (Alice’s Adventures Under Ground).
Ὁ Dodgson διέθετε ὧρες ὁλόκληρες καθημερινά σέ βόλτες, σέ διηγήσεις φανταστικῶν ἱστοριῶν καί καταγραφή τῶν ἱστοριῶν αὐτῶν καί εἰκονογράφησή τους κι ἀκόμη, φωτογραφίζοντας, ὅπως μαρτυρεῖται, τό κοριτσάκι αὐτό σέ διάφορες πόζες, κάποιες μάλιστα ἡμίγυμνες, ντυμένο μέ κουρέλια. Σήμερα -ὅπως καί μέ μέρος τοῦ ἡμερολογίου του- τό 60% τοῦ φωτογραφικοῦ του ἀρχείου ἔχει μυστηριωδῶς ἐξαφανιστεῖ.
Γενικά, οἱ παράξενες φιλίες τοῦ Dodgson, συγχρόνως μέ τήν ἔλλειψη ἐνδιαφέροντος γιά αἰσθηματικές σχέσεις μέ ἐνήλικες γυναῖκες, ἀλλά καί ἡ ἔρευνα τοῦ ἔργου του ἀπό ψυχιατρικῆς πλευρᾶς -εἰδικά οἱ φωτογραφίες του μέ γυμνά ἤ ἡμίγυμνα κο-ρίτσια-, ἔχουν ὁδηγήσει πολλούς βιογράφους του σέ εἰκασίες περί παιδοφιλίας, ἴσως καταπιεσμένης καί ἀνεκδήλωτης.
β) Ἡ Ἴντιθ Νέσμπιτ (Edith Nesbit, 1858 – 1924). Ἀγγλίδα συγγραφέας καί ποιήτρια, πολιτική ἀκτιβίστρια καί συνιδρύτρια τῆς Fabian Society[4], στενή φίλη τῆς θεοσοφίστριας Annie Besant (μέλος κι αὐτή τῆς Fabian Society) γιά τήν ὁποία μάλιστα ἡ Νέσμπιτ κάνει ἀναφορές στό γνωστό παιδικό μυθιστόρημά της «Τό Μαγικό Φυλαχτό» (The Story of the Amulet). Τό πιό σημαντικό ὅμως γιά μᾶς, στή ζωή τῆς Νέσμπιτ, εἶναι τό γεγονός ὅτι ὑπῆρξε μέλος τοῦ «Ἑρμητικοῦ Τάγματος τῆς Χρυσῆς Αὐγῆς»[5].
Ἡ ζωή τῆς Nesbit μπορεῖ νά χαρακτηριστεῖ «μυθιστορηματι-κή» γιά τό κοινωνικό πλαίσιο τῆς ἐποχῆς της. Τό 1877, 19 ἐτῶν, γνωρίζει τόν τραπεζικό ὑπάλληλο Hubert Bland τόν ὁποῖο καί παντρεύεται ὄντας ἤδη 7 μηνῶν ἔγκυος, πρᾶγμα σκανδαλῶδες γιά τίς τότε ἀντιλήψεις. Ὅμως, ὑπάρχει καί συνέχεια: τό νέο ζευγάρι δέν συγκατοικεῖ. Ὁ Bland συνέχισε νά ζεῖ μέ τή μητέρα του, ἀφοῦ ἔχουν ἀποφασίσει νά ἔχουν «ἀνοικτό γάμο», ὅπου ὁ καθένας διατηρεῖ τό «δικαίωμα» γιά ἐξωσυζυγικές σχέσεις. Ὁ Bland μάλιστα συνέχισε τή σχέση του μέ μιά ἄλλη γυναίκα.
Ἡ Nesbit ἔγραψε -ἤ συνεργάστηκε στό γράψιμο μέ ἄλλους- περισσότερα ἀπό 60 βιβλία φαντασίας γιά παιδιά, πολλά ἀπό τά ὁποῖα σήμερα ἔχουν «ἀνακτηθεῖ» -ἐν ὄψει τῆς ἀποκρυφιστικῆς λαίλαπας στό παιδικό μυθιστόρημα- καί προσαρμοστεῖ γιά τόν κινηματογράφο καί τήν τηλεόραση.
Ἔργα της μεταφρασμένα στή χώρα μας εἶναι: «Τό Μαγικό Φυλακτό» (The Story of the Amulet), «Τά παιδιά πού ἔβλεπαν τά τρένα νά περνοῦν» (The Railway Children) καί τό «Δύο παιδιά καθαρίζουν τήν πόλη τους» (Die Retter des Landes). Κυκλοφοροῦν ἀκόμη τά: «Five Children and It» (Πέντε παιδιά κι Ἐκεῖνο) καί «The Story of the Treasure Seekers» (Ἡ Ἱστορία τῶν Θησαυροκυνηγῶν) -μέ τίς συνέχειές του-, «The Phoenix and the Carpet» (Ὁ Φοίνικας καί τό χαλί), «The Would be goods» (Αὐτοί πού θά ἤθελαν νά γίνουν καλοί), «Book of Dragons» (Ἡ Βίβλος τῶν Δράκων), «Magic World» (Ὁ Μαγικός Κόσμος), «Wet Magic» (Θαλασσινή Μαγεία), «Jack and the Beanstalk» (Ὁ Τζάκ καί ἡ Φασολιά), «Magic City» (Ἡ Μαγική Πολιτεία), «House of Arden» (Ὁ Οἶκος τῶν Ἄρντεν), «The Enchanted Castle» (Τό Μαγεμένο Κάστρο) κ. ἄ. Κάποια ἀπό αὐτά χρησιμοποιοῦνται στό πρωτό-τυπο σάν βοηθήματα γιά τήν ἐκμάθυνση τῆς ἀγγλικῆς καί σέ ἑλληνικά φροντιστήρια, ἐνῶ «Τό Μαγικό Φυλακτό» (The Story of the Amulet) εἶδε τό φῶς τῆς δημοσιότητας στή δεκαετία τοῦ ’40, σέ ἑβδομαδιαῖες συνέχειες στή «Διάπλαση τῶν Παίδων» τοῦ Γρηγόριου Ξενόπουλου.
Τέλος, μποροῦμε νά θεωρήσουμε ἀνεπιφύλακτα τή Nesbit ὡς ἐκείνη πού ἄσκησε ἄμεση ἤ ἔμμεση ἐπιρροή σέ πολλούς μεταγενέστερους συγγραφεῖς παιδικῆς λογοτεχνίας, συμπεριλαμβανομένων τῶν: P. L. Travers (συγγραφέα τῆς Mary Poppins), Edward Eager, Diana Wynne Jones καί J. K. Rowling (Χάρι Πότερ). Θεωρεῖται ὅτι ἀκόμη κι ὁ C. S. Lewis ἔγραψε τό ἑπτάτομο ἔργο του, «Τό Χρονικό τῆς Νάρνια» (The Chronicles of Narnia), ὑπό τήν ἐπιρροή τῆς ἐργασίας τῆς Edith Nesbit.
γ) Ὁ Λύμαν Φράνκ Μπάουμ (Lyman Frank Baum, 1856 – 1919).
Ἀμερικανός συγγραφέας παιδικῶν βιβλίων, περισσότερο γνωστός γιά τό βιβλίο του «Ὁ Θαυμαστός Μάγος τοῦ Ὄζ» (Wonderful Wizard of Oz). Ὁ Baum ἔγραψε συνολικά δεκατρεῖς συνέχειες στό παραπάνω μυθιστόρημα, ἐννέα ἄλλα μυθιστο-ρήματα φαντασίας, καθώς καί πληθώρα ἄλλων ἔργων, ἐνῶ κατέβαλε μεγάλη προσπάθεια νά ἀνεβάσει τά ἔργα του στή σκηνή καί στήν ὀθόνη.
Ἡ βασική ἱστορία στό πρῶτο βιβλίο, «Ὁ Θαυμαστός Μάγος τοῦ Ὄζ», ἀφορᾶ σέ ἕνα ὀρφανό κορίτσι, τήν Ντόροθι Γκέϊλ (Dorothy Gale), πού περνᾶ ζωή μονότονη στή φάρμα τῶν θείων της. Ἡ εὐχή της νά γνωρίσει τόν κόσμο καί τήν περιπέτεια πραγματοποιεῖται ὅταν ἕνας δυνατός ἄνεμος τή μεταφέρει, μαζί μ’ ὁλόκληρο τό σπίτι της, στή «μαγική χώρα τοῦ Ὄζ». Ἐκεῖ ἔρχεται σέ σύγκρουση μέ τήν «Κακιά Μάγισσα τῆς Δύσης» καί μετά ἀπό τίς συμβουλές τῆς «καλῆς μάγισσας», ἡ Ντόροθι κατευθύνεται πρός τήν Σμαραγδένια Πολιτεία ὅπου ζεῖ ὁ πανί-σχυρος Μάγος τοῦ Ὄζ, ὁ μοναδικός πού μπορεῖ νά τή βοηθήσει νά ἐπιστρέψει στή φάρμα τῶν θείων της. Στή διάρκεια τοῦ ταξιδιοῦ της, ἡ Ντόροθι γνωρίζεται μέ τό Σκιάχτρο, τόν Τενεκεδένιο Ἄνθρωπο καί τό Δειλό Λιοντάρι.
Γιά τό βιβλίο γράφτηκαν πολλές κριτικές, κάποιες στήν προ-σπάθεια νά ταυτίσουν τίς ἀλληγορίες καί τούς ἥρωές του μέ πρόσωπα καί καταστάσεις στήν πολιτική σκηνή τῆς ἐποχῆς.
Τό 1939, ἡ Metro Goldwyn Mayer γύρισε τό μυθιστόρημα τοῦ Baum στήν κλασική ταινία «Ὁ Μάγος τοῦ Ὄζ», μέ πρωταγωνί-στρια τή Τζούντι Γκάρλαντ (Judy Garland) στό ρόλο τῆς Dorothy καί πολλά ἀγαπημένα τραγούδια, ὅπως τό «Πέρα ἀπό τό Οὐράνιο τόξο» (Over the Rainbow).
Κάποιοι ἀπό τούς βιογράφους του θεωροῦν ὅτι ὁ Baum ἀνανέωσε τό παιδικό παραμύθι καί τό ἐξυγίανε ἀπό «τή βία καί τά ἔκδηλα διδάγματα ἠθικῆς τοῦ παρελθόντος». Οἱ κριτικοί αὐτοί προφανῶς ἀγνοοῦν τίς ὑπαρξιακές θέσεις τοῦ συγγραφέα καί τήν ἐνσωμάτωση τῶν συμβολισμῶν τῆς «θεοσοφικῆς ἠθικῆς» στό ἔργο του. Εἶναι ἡ εἰσαγωγή –μεταξύ πολλῶν ἄλλων συμβολισμῶν- τῆς διδασκαλίας περί «καλῆς» καί «κακῆς» μαγείας, πού οἱ ὀπαδοί τῆς Θεοσοφικῆς Ἑταιρίας τῆς Ἕ. Π. Μπλαβάτσκυ φρόντιζαν ἀπό τότε νά ἐθίζουν τό εὐρύ κοινό. Ἀκόμη, ἡ παντελής ἔλλειψη τοῦ Θεοῦ καί ἡ ὑποκατάστασή του ἀπό τό «μάγο τοῦ Ὄζ», πού ἐκτός τῶν ἄλλων, ἀποδεικνύεται στό τέλος τοῦ ἔργου «τυχοδιώκτης, ταχυδακτυλουργός καί τσαρλατάνος», ὁδηγεῖ στίς γνωστές διδασκαλίες τοῦ ἀποκρυφισμοῦ γιά «τή δύναμη πού ὅλοι ἔχουμε μέσα μας» καί πού ἀρκεῖ «νά τήν ἀνακαλύψουμε» ἔχοντας τούς «κατάλληλους ὁδηγούς», τίς «καλές» μάγισσες καί τά ξωτικά.
δ) Ὁ Ρόαλντ Ντάλ (Roald Dahl, 1916 – 1990). Οἱ ἄσχημες, τραυματικές παιδικές ἐμπειρίες τοῦ Dahl ἀντικατοπτρίζονται στό συγγραφικό του ἔργο, ἀλλά καί στήν έπαγγελματική του σταδιοδρομία ἡ ὁποία ὑπῆρξε ταραχώδης. Μέ τήν ἔκρηξη τοῦ Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου ὁ Dahl τοποθετείται στήν «Βρετανική Ὑπηρεσία Συντονισμοῦ Ἀσφαλείας» (British Security Coordination), ὑπηρεσία τῆς γνωστῆς MI6[6], συντάσσοντας προπαγανδιστικό ὑλικό ὑπέρ τῆς Ἀγγλο-Ἀμερικανικῆς συμμαχίας, κυρίως γιά Ἀμερικανική κατανάλωση. Ἡ ἐργασία αὐτή ὑπῆρξε ἡ εἰσαγωγή τοῦ Dahl στόν κόσμο τῆς κατασκοπείας καί ἡ συνεργασία του μέ τόν Καναδό ἀρχικατάσκοπο William Stephenson καί ἄλλους διεθνῶς γνωστούς σήμερα πράκτορες ὅπως οἱ Ian Fleming καί David Ogilvy.
Ἡ οἰκογενειακή ζωή του ὑπῆρξε κι αὐτή περιπετειώδης.
Ὁ Roald Dahl ἐγραψε μυθιστορήματα, ἱστορίες γιά παιδιά, ποιήματα, κινηματογραφικά σενάρια…
Τό πρῶτο «παιδικό» βιβλίο του, τό 1942 ἦταν «Τά Γκρέμλινς» (The Gremlins) μέ τρομακτικό καί «χιουμοριστικό» περιεχόμενο. Τό βιβλίο ἔκανε ταινία, τό 1984, ὁ Steven Spielberg· ἕνα ἀπαράδεκτο κράμα ἀκραίου τρόμου καί ἀμφίβολου χιοῦμορ, πού ἄν καί μετριότητα προωθήθηκε μέ ὅλα τά μέσα.
Τά περισσότερα ἀπό τά βιβλία τοῦ Dahl κυκλοφοροῦν καί στή χώρα μας, μεταφρασμένα στά ἑλληνικά. Μερικά ἀπό αὐτά εἶναι τά: «Ματίλντα» (Matilda), «Ὁ Τσάρλι καί τό ἐργοστάσιο σοκολάτας» (Charlie and the chocolate factory), «Ὁ Τσάρλι καί ὁ μεγάλος γυάλινος ἀνελκυστήρας» (Charlie and the great glass elevator), «Οἱ μάγισσες» (The Witches), «Ὁ Πέλης, ἡ Πάρδαλη κι ἐγώ» (The Giraffe and the Pelly and Me), «Ἄνω Λέχ» (Esio Trot), «Ὁ ΜΦΓ, ὁ μεγάλος φιλικός γίγαντας» (The BFG), «Ὁ Τζίμης καί τό γιγαντοροδάκινο» (James and the giant peach), «Τά παλιοτέρατα» (Dirty beasts), «Ὁ θεῖος Ὄσβαλντ» (My uncle Oswald), «Τά παραμύθια ἀνάποδα» (Revolting rhymes), «Οἱ βλακέντιοι» – «Τό θαυματουργό φάρμακο» (The twits – George’s Marvellous Medicine), «Ἀπροσδόκητες ἱστορίες» (Tales of the unexpected), «Ντάνι, ὁ πρωταθλητής τοῦ κόσμου» (Danny the champion of the world), «Ἡ ὑπέροχη ἱστορία τοῦ Χένρι Σούγκαρ» (The wonderful story of Henry Sugar and six more) καί «Ὁ ἀπίθανος κος Φόξ» – «Τό μαγικό δάχτυλο» (Fantastic Mr. Fox – The Magic Finger)[7].
Ἄν καί ὁ Dahl θεωρεῖται παγκόσμια ἀναγνωρισμένος συγ-γραφέας παιδικῶν βιβλίων, στό ἐξωτερικό καί εἰδικά στίς ΗΠΑ καταβάλλονται προσπάθειες ἀπό ἐπίσημους φορεῖς καί πρό-σωπα γιά τόν ἀποκλεισμό τῶν ἔργων του ἀπό τίς σχολικές βιβλιοθῆκες. Συχνά σύλλογοι γονέων καταλόγισαν στά βιβλία του χυδαιότητα καί σκληρότητα. Τέτοια κριτική προέρχεται ἐξ ἴσου ἀπό Δεξιούς καί Ἀριστερούς πολιτικούς χώρους, ἀλλά καί ἀπό ποικίλες ἰδεολογικές ὁμάδες. Ὁ ὀργανωμένος φεμινισμός π.χ. κατήγγειλε τό βιβλίο του «Οἱ Μάγισσες» (The Witches) γιά τή δυσμενῆ παρουσίαση τῆς γυναίκας, ἐνῶ Χριστιανικοί κύκλοι καταδίκασαν τό βιβλίο γιατί εἰσάγει τά παιδιά στόν ἀποκρυφισμό.
Στά ἄλλα ἐπίσημα ἀπαγορευμένα βιβλία τοῦ Dahl περιλαμβάνονται: «Τό θαυματουργό φάρμακο» (George’s Marvellous Medicine) -ὅπου ἕνα ἀγόρι δολοφονεῖ τή γιαγιά του- καί «Ὁ Τζίμης καί τό γιγαντοροδάκινο» (James and the Giant Peach), τό ὁποῖο στοχοποιεῖται γιά τήν ἀνορθόδοξη χρήση τῆς γλώσσας, τή χρήση σεξουαλικῶν προτύπων καί τήν προβολή καταστάσεων μέ διεφθαρμένο, μακάβριο καί τρομακτικό περιεχόμενο.
Συχνά ἐκδότες στίς ΗΠΑ ἔχουν λογοκρίνει αὐστηρά βιβλία τοῦ Dahl, ἀφαιρώντας ὁλόκληρα ἐπιλήψιμα τμήματα. Οἱ ἀντιρρήσεις τοῦ Dahl στό θέμα αὐτό ἦταν ὅτι τά βιβλία του ἐνοχλοῦσαν περισσότερο τούς ἐνήλικες ἀπ’ ὅ,τι τά παιδιά, γιά τά ὁποῖα ἰσχυριζόταν ὅτι εἶναι πιό βάρβαρα ἀπό τούς μεγάλους. Βέβαια, σ’ αὐτό θά μπορούσαμε νά ἀντιτείνουμε: α) ὅτι τά παιδιά εἶναι πιό εἰλικρινῆ στίς ἀντιδράσεις τους, καθώς δέν ἔμαθαν ἀκόμη νά κρύβουν τά συναισθήματά τους κι ἔτσι ἐκφράζονται πιό αὐθόρμητα ἀπ’ ὅ,τι οἱ μεγάλοι καί β) ὅτι στό θέμα τῆς βίας, τά παιδιά διαμορφώνονται ἀνάλογα μέ τήν ἐκπαίδευσή τους. Ἀκόμη, γ) ὅτι συχνά δέν κατανοοῦν τά ὑπονοούμενα τοῦ συγγραφέα καί τείνουν νά θεωροῦν ἀστεῖο ὅ,τι τά κάνει νά ξεφεύγουν ἀπό τά πλαίσια –σωστά ἤ λανθασμένα- πού οἱ ἐνήλικοι, συχνά ἄκριτα, τούς ἐπιβάλλουμε.
Συλλογικά, τό ἔργο τοῦ Dahl διαπνέεται ἀπό τό παράδοξο, τό μυστηριῶδες, τό τρομακτικό, τό μαγικό-ἀποκρυφιστικό –στηριζόμενο συχνά στή μοντέρνα (τότε) θεωρία τῆς «παραψυχολογίας»- καί τά ἀντιπαιδαγωγικά μηνύματα, διανθισμένα μέ «βρετανικό χιοῦμορ» καί πυκνές ἀναφορές στή… σοκολάτα, πού ὑπῆρξε ἡ ἀγαπημένη του λιχουδιά.
Κυρίαρχο ἐπικρατεῖ στά βιβλία του εἰδικά τό μήνυμα ὅτι «ἐπιτρέπεται στά παιδιά νά τιμωροῦν τούς μεγάλους ὅταν οἱ μεγάλοι δέν φέρονται σωστά», μιά βραδυφλεγής βόμβα στά σπλάχνα τῆς οἰκογένειας καί τῆς κοινωνίας μας ἐκ μέρους ἑνός ἀνθρώπου, πού ποτέ δέ βίωσε τό ἐκκλησιαστικό φρόνημα τοῦ «ἀγαπᾶτε τούς ἐχθρούς ὑμῶν…», ἀλλά παρέμεινε, στήν καλύτερη περίπτωση, στό ἐπίπεδο τοῦ «ὀφθαλμόν ἀντί ὀφθαλμοῦ…».
Μέ βάση αὐτό τό ἱστορικό μποροῦμε εὔκολα νά ἀντιληφθοῦμε ὅτι ὁ Roald Dahl σέ ὅλη του τή ζωή ὑπῆρξε ἕνα «μεγάλο παιδί» -ὄχι πάντα μέ τήν καλή ἔννοια τοῦ ὅρου- πού μετέφερε στά μυθιστορήματά του –εἰδικά στά παιδικά- τά προσωπικά του βιώματα καί ἀδιέξοδα. Χρησιμοποιεῖ τό χιοῦμορ, πρᾶγμα πού καθιστᾶ τά βιβλία του εὐχάριστα μέν καί διασκεδαστικά στό παιδί, ἀλλά καί στόν ἐνήλικο, γεγονός, πού κάνει τό περιεχόμενό τους ἀκόμη πιό ἐπικίνδυνο, καθώς ἔτσι ἰσχυροποιεῖ καί ἐμπεδώνει τίς λανθασμένες συμπεριφορές, ἀναμασώντας ξανά καί ξανά –σ’ ὅλα του σχεδόν τά παιδικά βιβλία- τήν τιμωρία τῶν «κακῶν ἐνηλίκων» -τούς ὁποίους περιγράφει ἐφιαλτικά κακούς- ἀπό τά πρώην θύματά τους τά «βασανισμένα παιδιά».
Λέγεται ὅτι ὁ Dahl ἔφερε ἐπανάσταση στό παιδικό βιβλίο, ὅμως -θά συμπληρώσουμε ἐμεῖς- πόσοι γνωρίζουν –καί εἰδικά οἱ γονεῖς- τί εἴδους εἶναι ἡ «ἐπανάσταση», πού ὁ Roald Dahl ἔφερε καί πόσο βλαπτική ἦταν καί εἶναι στή διαμόρφωση τῆς εὐαίσθητης παιδικῆς προσωπικότητας;
Αὐτά, σχετικά μέ συγγραφεῖς πού δέ ζοῦν σήμερα, ἀλλά πού συνεχίζουν μέ τό ἔργο τους νά ἐπηρεάζουν τίς παιδικές ψυχές. Ὅμως στίς μέρες μας τό κακό ἔχει λάβει τεράστιες διαστάσεις.
Θά ἀναφερθοῦμε σέ δύο μόνο συγγραφεῖς τήν J. K. Rowling, συγγραφέα τῆς γνωστῆς σειρᾶς τοῦ μάγου «Χάρι Πότερ» καί τόν Philip Pullman περισσότερο γνωστό ἀπό τό βλάσφημο ἔργο τοῦ «Τριλογία τοῦ Κόσμου» (His Dark Materials), πού περιλαμβάνει τά βιβλία: «Τό ἀστέρι τοῦ βορρᾶ» (Northern Lights), «Ὁ ἄρχοντας τῶν δυό κόσμων» (The Subtle Knife) καί «Τό κεχριμπαρένιο τηλεσκόπιο» (The Amber Spyglass).
Ἀλλά ἄς ξεκινήσουμε μέ τήν J. K. Rowling γιά τήν ὁποία ἔχουμε γράψει πολλά καί στό περιοδικό τῆς Π.Ε.Γ. «Διάλογος», ἀλλά καί στό «ἐγκόλπιο αὐτοπροστασίας»: «Ναί ἤ ΟΧΙ στό Χάρι Πότερ»;
Ἔχει συχνά τεθεῖ τό ἐρώτημα: «Τί εἶναι αὐτό πού ἕλκει τά παιδιά στίς περιπέτειες τοῦ Χάρι Πότερ»;
Πέραν ἀπό τήν πρωτοφανή διάδοση τοῦ ἔργου τῆς Ρόουλινγκ ἀπό τό διεθνές κύκλωμα τῆς Μασονίας καί τῆς «Νέας Ἐποχῆς», τί εἶναι αὐτό πού κάνει τήν Ρόουλινγκ ἀγαπητή στά παιδιά;
Ἡ ἀπάντηση εἶναι μία καί μοναδική: Τά παιδιά ἕλκονται ἀπό τά γραπτά της Ρόουλινγκ, γιατί σ’ ὅλο της τό ἔργο ὑπάρχει διάχυτη ἡ θέση: «Οἱ γονεῖς σας δέν σᾶς καταλαβαίνουν. Ἐγώ, εἶμαι μαζί σας»!
Βεβαίως, πουθενά δέν ὑπάρχει αὐτή ἡ διατύπωση ἔτσι ἀκριβῶς. Ὅμως, ἀφήνεται ἡ τοποθέτηση αὐτή νά αἰωρεῖται σέ κάθε κεφάλαιο, νά ὑποφώσκει σέ κάθε παράγραφο. Γιατί, τί ἄλλο ἀπ’ αὐτό εἶναι ἡ ἀποδοχή τῆς κακῆς συμπεριφορᾶς τῶν «ἡρώων» ἀπό τό περιβάλλον τῶν μάγων, σέ ἀντίθεση μέ τήν ἀπόρριψή τους ἀπό τόν κόσμο τῶν muggles (τῶν ἀνθρώπων πού ἀπορρίπτουν τή μαγεία);
Τά παιδιά τῆς ἡλικίας τῶν 10 ἐτῶν καί πάνω, μέχρι καί τήν ἐνηλικίωσή τους βρίσκονται σχεδόν συνεχῶς σέ μία «ἀντιπαράθεση» μέ τούς γονεῖς τους περισσότερο ἤ λιγότερο ἔντονη ἐξαρτώμενη ἀπό πολλούς παράγοντες, ἀλλά κυρίως ἀπό τήν ἀδυναμία τῶν γονέων νά ἀντιληφθοῦν τήν ἀνάγκη τοῦ παιδιοῦ νά ἀναγνωριστεῖ σάν ξεχωριστή προσωπικότητα καί νά σταθεῖ στά πόδια του χωρίς τά δεκανίκια τῆς ὑπερπροστασίας τά ὁποῖα πολλοί γονεῖς ἐπιμένουν νά προσφέρουν συστηματικά καί μετά τήν ἐνηλικίωση τῶν βλαστῶν τους. Ὁπότε, ὁ νέος μέσα στήν ἀντίδρασή του, εἶναι δεκτικός γιά κάθε φωνή πού δείχνει νά συμπαρίσταται στόν «πόνο» του καί στούς προβληματισμούς του.
Ἔτσι, εὔκολα γίνονται ἥρωες τῶν παιδιῶν μας τά μέλη π.χ. τῶν μουσικῶν συγκροτημάτων, πού προβάλλουν μιά ἀνταρσία -τήν ὁποία ἐκμεταλλεύονται τά συστήματα προώθησης τῶν πωλήσεων- καί κάθε μορφή ἀνατρεπτικῆς συμπεριφορᾶς, πού συχνά φτάνει μέχρι καί τό σατανισμό.
Ἀντίστοιχα, ὁ Χάρι Πότερ προσφέρει στά παιδιά, ἀλλά καί σέ ἐνήλικες, πού «ἔχουν παραμείνει παιδιά», τήν ταυτότητα τοῦ ἐπαναστάτη, πού ἀνθίσταται στό γονικό καί κατ’ ἐπέκταση στό κοινωνικό κατεστημένο –δέν ἔχει σημασία, πού τό ρόλο τῶν γονιῶν τόν παίζουν οἱ θεῖοι του- καί παρ’ ὅλα αὐτά, ἐπιβιώνει δυναμικά, κερδίζοντας δόξα, φήμη καί χρῆμα· τό κλασσικό μοτίβο τῆς Σταχτοπούτας, ἰδωμένο ὅμως μέσα ἀπό τό πρίσμα τῆς ἀνταρσίας κατά τῶν γονιῶν, τῶν θεσμῶν καί τῆς κοινωνίας.
Ἡ Ρόουλινγκ, ἡ ἴδια κορίτσι μέ ἀνατρεπτικές ἀρχές, πού σίγουρα δοκιμάστηκε καί δοκιμάζεται στή ζωή της –δύσκολα παιδικά χρόνια, διαζύγιο, φτώχια, κατάθλιψη- καί καλλιέργησε τήν ἐμπάθεια μέσα της, πρός μιά ψυχρή καί ἀδιάφορη κοινωνία, πού ἔνοιωθε ὅτι δέν τῆς συμπαραστάθηκε στίς δυσκολίες της, ἔρχεται τώρα νά διδάξει ἰσοπέδωση καί ἀπόρριψη τῶν πάντων -ἀρχῆς γενομένης ἀπό τήν τρυφερή ἡλικία τῶν παιδιῶν μας- καί πρόσληψη ἑνός περιθωριακοῦ συστήματος ἀξιῶν –τήν μαγεία καί τούς μάγους- μέ τό ὁποῖο ἀντικαθιστᾶ τό ὑπάρχον σύστημα ἀξιῶν, ἀντιστρέφοντας ὅλες τίς ἀποδεδειγμένες ἀξίες.
Ἡ Ρόουλινγκ ἐπιβεβαίωσε μέ τήν ζωή της αὐτό τόν κανόνα. Εἶναι ἡ κλασσική τοποθέτηση τοῦ κάθε περιθωριακοῦ προσώπου, νά προσπαθεῖ νά ἐπιβάλει τίς θέσεις του μέ κάθε μέσον καί κερδίζοντας ὀπαδούς, νά καταφέρει νά ἀντιστρέψει τούς ὅρους τοῦ παιχνιδιοῦ. Νά γίνει, δηλαδή, αὐτός τό «κατεστημένο» καί νά ἐκδιώξει στό περιθώριο αὐτούς πού «ἐξέβαλε τῆς ἀρχῆς των». Τό ὅτι, ὀφείλουμε νά διαπιστώνουμε κατά πόσον βιώνεται σωστά ἕνα σύστημα ἀξιῶν κι ἔτσι μόνον νά ἀξιολογοῦμε τήν βιωσιμότητά του, δέν φαίνεται νά τήν ἀγγίζει. Ἀφοῦ κατά τήν γνώμη της δέν λειτούργησε γι’ αὐτήν, τό χριστιανικό μοντέλο τῆς Δύσης –καί πῶς ἐξ ἄλλου νά λειτουργήσει…;- ὀφείλει νά καταργηθεῖ γιά ὅλους καί τήν θέση του νά λάβει αὐτό, πού πιστεύει ὅτι λειτουργεῖ γι’ αὐτήν, δηλαδή, τό σύστημα τοῦ ἀποκρυφισμοῦ καί τῆς μαγείας. Χωρίς πρόσβαση στήν πραγματική φιλευσπλαχνία, τήν ὑγιή ἀλληλεγγύη καί τήν εἰλικρινή ἀγάπη, πού μόνον στήν Ἐκκλησία θά μποροῦσε νά βιώσει, ἀφέθηκε στήν ἀπόρριψη τῶν πάντων καί στήν ἀνταρσία στήν ὁποία, ὅμως, ὁδηγεῖ σήμερα τά παιδιά μας.
Ἀπό τό ἄλλο μέρος, στά ἔργα του, ὁ Πούλμαν[8] παρουσιάζει τό Θεό ἀπατεώνα, τήν Ἐκκλησία νά ἀπαγάγει, νά βασανίζει καί νά δολοφονεῖ γιά νά ἐπιτύχει τούς στόχους της, πού εἶναι -μεταξύ ἄλλων- καί «ἡ κλοπή παιδικῶν ψυχῶν». Ὁ κάθε ἄνθρωπος ἔχει, κατά τόν Πούλμαν, ἀπό τή γέννησή του, τό προσωπικό του δαιμόνιο, μέ τό ὁποῖο ἔχει στενότατο δεσμό. Ὁ Θεός δέν ὑπῆρξε ποτέ ὁ πανάγαθος Δημιουργός, ἀλλά εἶναι ψεύτης, κακός καί σκληρός. Οἱ καλοί, στό ἔργο τοῦ Πούλμαν, εἶναι οἱ ἐκπεσόντες ἄγγελοι -βασικό δόγμα τοῦ Νεο-Γνωστικισμοῦ-, ἐνῶ οἱ «Ἐκκλησίες σέ ὅλους τούς κόσμους εἶναι διεφθαρμένες καί ἀνήθικες». Ὅλοι, μά ὅλοι, οἱ ἐκπρόσωποι τῆς Ἐκκλησίας εἶναι κακοί, σκληροί, μέθυσοι, δολοφόνοι πού «θυσιάζουν παιδιά στό σκληρό Θεό τους». Σύμφωνα μέ τήν τριλογία τοῦ Πούλμαν, «αὐτό κάνει ἡ Ἐκκλησία καί ὅλες οἱ Ἐκκλησίες εἶναι ἴδιες: ἐλέγχουν, καταστρέφουν, ἐξαλείφουν κάθε καλό συναίσθημα. Ἔτσι, ἄν ξεσπάσει πόλεμος καί ἡ Ἐκκλησία εἶναι στή μία πλευρά, ἐμεῖς, τά παιδιά, θά πρέπει νά εἴμαστε στήν ἄλλη».
Αὐτά διδάσκονται τά παιδιά μέσα ἀπό μία ἱστορία δῆθεν φαντασίας.
Καί συνεχίζει ἡ «κατήχηση» στά ἀντιχριστιανικά πιστεύω: «Οἱ Ἐκκλησίες λένε στούς πιστούς τους ὅτι θά ζήσουν στόν οὐρανό, ἀλλά αὐτό εἶναι ψέμα». Τά ἴδια τά παιδιά, οἱ ἥρωες τοῦ Φίλιπ Πούλμαν, ἐπισκέπτονται τή «χώρα τῶν νεκρῶν» ὅπου συναντοῦν ἕναν μάρτυρα, πού εἶχε ζήσει ὅλη τή ζωή του προσευχόμενος καί στό τέλος πέθανε μαρτυρικά. Αὐτός καταθέτει στά παιδιά τήν πίκρα του· ἔχασε -λέει- τίς χαρές τῆς ζωῆς, καί Παράδεισο δέν βρῆκε, ἀλλά κατέληξε νά μαραζώνει μαζί μέ τούς κακούς σέ ἕναν «τόπο τοῦ τίποτα». Καί ἡ πρώην καλόγρια διαβεβαιώνει τά παιδιά ὅτι «ἡ χριστιανική θρησκεία εἶναι ἕνα πανίσχυρο καί ἰδιαίτερα πειστικό λάθος». Ἀπό τήν ἄλλη, «οἱ ἐξεγερθέντες ἄγγελοι, οἱ ὀπαδοί τῆς σοφίας, προσπαθοῦσαν πάντα νά διευρύνουν τό πνεῦμα, ἐνῶ ὁ Ὑπέρτατος -ἐννοεῖται ὁ Θεός- καί οἱ Ἐκκλησίες του προσπαθοῦσαν νά τό περιορίσουν».
Ἀπό αὐτά τά ἐνδεικτικά παραδείγματα καταλαβαίνει κανείς ὅτι δέν πρόκειται ἁπλά γιά ἕναν πόλεμο ἐναντίον τῶν λαθῶν τῶν εὐρωπαϊκοῦ Χριστιανισμοῦ, ἀλλά γιά ἕναν πόλεμο ἐναντίον τοῦ ἴδιου του Χριστιανισμοῦ, ἐναντίον κάθε μορφῆς ὀργανωμένης θρησκείας, ἐναντίον τῶν ὁποιονδήποτε θρησκευτικῶν ἀξιῶν, καί βέβαια, γιά ἕναν πόλεμο ἐναντίον τοῦ Θεοῦ. Στό τέλος τῆς τριλογίας οἱ μικροί, «καλοί» ἥρωες τοῦ Πούλμαν, φτάνουν στό βασίλειο τῶν οὐρανῶν, ὅπου πολεμοῦν καί σκοτώνουν τό Θεό. Τά παιδιά δηλαδή διασκεδάζουν σκοτώνοντας τό Θεό. Καί αὐτό εἶναι κάτι μέ τό ὁποῖο δέν συμφωνοῦν οὔτε ψυχίατροι, οὔτε παιδαγωγοί, οὔτε καί ἄθεοι γονεῖς. Τί σημαίνει γιά ἕνα παιδί νά ζεῖ χωρίς Θεό; Τί σημαίνει γιά ἕνα παιδί νά πεθαίνει ὁ Θεός; Τί σημαίνει γιά ἕνα παιδί νά σκοτώνει τό ἴδιο, τόν Θεό;
Ἡ Λύρα, ἡ 11χρονη ἡρωίδα τῆς τριλογίας, κινεῖται σέ ἕνα ἀρρωστημένο περιβάλλον, γεμάτο μάγισσες, μαγικά φίλτρα, ξόρκια, τελετουργικά, φαντάσματα, νεκροζώντανους, βαμπίρ πού τρέφονται μέ αἷμα. Ἀπό τόν κόσμο της δέν λείπουν οὔτε οἱ σαμάνοι, οἱ «μυημένοι στή λατρεία τῶν κρανίων», οὔτε οἱ ὁμοφυλόφιλοι ἄγγελοι. Ἡ Λύρα ἀτίθαση, σκανταλιάρα καί «ἐξασκημένη ψεύτρα» διδάσκεται -μαζί μέ τά παιδιά μας- νά βλέπει τό κακό ὡς καλό καί τό καλό ὡς κακό, νά μισεῖ τό Θεό, νά ἀποστρέφεται τήν Ἐκκλησία, νά ἐκτελεῖ τεχνικές μαντείας (Ι Τσίνγκ), νά διαλογίζεται καί νά πέφτει σέ ἔκσταση, χρησιμοποιώντας τό «ἀληθειόμετρό της», τήν πυξίδα της «πού προβλέπει τό μέλλον». Στά 12 τῆς μόλις χρόνια ἀποκτᾶ «ἐραστή» μέ τόν ὁποῖο ἔχει τήν πρώτη της σεξουαλική ἐπαφή.
Ἀξίζει νά ἀναφερθοῦν δηλώσεις τοῦ Πούλμαν στά ΜΜΕ: «Εἶμαι ἀπό τήν πλευρά τοῦ διαβόλου… Εἶμαι ἄθεος». «Ὁ Θεός εἶναι ἤδη πεθαμένος». «Δέν πιστεύω στό Θεό… Πιστεύω σέ ὅ,τι λέει τό βιβλίο». «Προσπαθῶ νά ὑποσκάψω τά θεμέλια της χριστιανικῆς πίστης».
Ὁ Φίλιπ Πούλμαν, ὁ ὁποῖος ἔχει χαρακτηριστεῖ ὡς «ὁ πιό ἐπικίνδυνος συγγραφέας τῆς Βρετανίας», σχεδίασε πρόσφατα, μαζί μέ ἄλλον ἕνα συγγραφέα -ἐπίσης παιδικῶν βιβλίων- σειρά μαθημάτων γιά τά ἀγγλικά σχολεῖα, μέ θέμα τή διδασκαλία τῆς ἀθεΐας. Τά μαθήματα, μέρος τοῦ μαθήματος τῶν θρησκευτικῶν(!) γίνονται μέ τή χρήση εἰδικοῦ DVD πού ἔχει τίτλο «Γιατί ἀθεΐα;» κι αὐτά ἀπευθύνονται σέ 11χρονα παιδιά.
Πιστεύετε ὅτι ἡ χώρα μας ἀπέχει πολύ ἀπ’ αὐτό τό μοντέλο;
Τά «ἔργα» καί τῶν δύο αὐτῶν συγγραφέων, ἀλλά καί τοῦ Ρόαλντ Ντάλ ἀντιπροσωπεύονται στή χώρα μας ἀπό τίς «Ἐκδόσεις Ψυχογιός». Προλογίζει δέ τά 3 βιβλία τοῦ Πούλμαν ὁ συγγραφέας -καί παιδικῶν βιβλίων- Μάνος Κοντολέων, βασικός συνεργάτης τῶν ἐκδόσεων Ψυχογιός, ἐγκωμιάζοντας μέ διθυραμβικό μένος τά γραπτά του Πούλμαν.
Ὁ κινηματογράφος.
Θά ἀναφερθοῦμε συνοπτικά κι ἐπί τροχάδην σέ τρεῖς μόνον ἀντιπροσώπους τῆς κινηματογραφικῆς βιομηχανίας:
α)Τόν George Lucas τῆς Lucasfilm μέ τίς τόσο γνωστές παραγωγές του, «Ὁ Πόλεμος τῶν ἄστρων» (Star Wars), ὅπου, πλήν τῆς περιπέτειας, ἐπικρατεῖ τό ἀποκρυφιστικό στοιχεῖο κι ὅπου τό Θεό ὑποκαθιστᾶ ἡ «Δύναμη» (the Force) κάτι τό ἀπρόσωπο σάν τό Ταό (τῶν Ταοϊστῶν) ἤ τό Ἔϊν Σόφ (τῶν Καμπαλιστῶν).
β) Τόν Steven Spielberg μέ τόν πολύ γνωστό «E.T. τόν ἐξωγήινο» (E.T. the Extra-Terrestrial), πού λάτρεψαν τά παιδία σ’ ὅλο τόν κόσμο, τίς «Στενές ἐπαφές τρίτου τύπου» (Close Encounters of the Third Kind) κ. ἄ. καί τέλος…
γ) Τόν Tim Burton[9], πού μετέφερε τή μακροχρόνια κατάθλιψή του ἐπί τῆς ὀθόνης, παράγοντας ἔργα ὅπως τόν δαίμονα «Beetlejuice», τόν «Ψαλιδοχέρη» (Edward Scissorhands), τή «νύφη – πτῶμα» (Corpse Bride) καί τόν «ἐφιάλτη πρίν τά Χριστούγεννα» (The Nightmare Before Christmas), πού ἔκανε πρεμιέρα στή χώρα μας πρίν λίγα χρόνια, πρίν τά Χριστούγεννα, ὅπως πάντα συνηθίζεται ἀπό τήν κινηματογραφική παραγωγή -ἀντίστοιχα μέ ὅ,τι συνηθίζεται σέ διεθνές ἐπίπεδο νά «ἐμφανίζεται» -δηλαδή ἕνα μεγάλο «θρησκευτικό σκάνδαλο»- πρίν ἀπό τήν ἑορτή τοῦ Πάσχα. Ἡ ταινία προτείνεται ὡς «εὐχάριστη διασκέδαση γιά ὅλη τήν οἰκογένεια» καί ἀποτελεῖ μίγμα «Χριστουγεννιάτικης» ἱστορίας, ὅπου ἀναμειγνύεται ὁ «Ἅγιος Βασίλης» καί ἡ ἀποκρυφιστική γιορτή Halloween. Πρωταγωνιστοῦν μακάβριοι σκελετοί, φρικιαστικά τέρατα, ζόμπι, βρυκόλακες, λυκάνθρωποι καί διάφοροι «ἀπέθαντοι», σέ ἕνα gothic style, πού ταιριάζει «γάντι» στούς ἀποκρυφιστές καί σέ ὅσους διασκεδάζουν μέ ἀρρωστημένο τρόπο. Ὅλα τα παραπάνω, πού ἔχουν σάν ἀποδέκτες τά παιδιά μας, ἔχουν ἕνα βασικό στόχο: νά τά ἐξοικειώσουν μέ δαιμονικές μορφές καί δαιμονικές καταστάσεις τίς ὁποῖες σιγά σιγά θά ἀποδέχονται σάν φυσιολογικές.
Τό «παιδικό» περιοδικό.
Τελείως ἀλλοιωμένο τό περιεχόμενο καί τῶν σημερινῶν παιδικῶν περιοδικῶν. Τά πιό «ἀθῶα» περιλαμβάνουν -ἐκτός ἀπό τίς ἀποκρυφιστικές ἀναφορές- «μοντέρνα» ψυχογραφήματα (βλέπε: περιοδικό «Τά Σαΐνια», μέ τίς comic σειρές: «ἡ Ναταλία ἡ φευγάτη» καί «ἡ οἰκογένεια Σμάλα»), ὅπου περιγράφονται τά χειρότερα οἰκογενειακά πρότυπα μέ χιουμοριστικό τρόπο, ἐνῶ τά πιό «προχωρημένα» βασίζονται σέ καθαρά ἀποκρυφιστικές ἀναφορές ὅπως τό κοριτσίστικο περιοδικό «W.I.T.C.H.» μέ τίς 5 ἔφηβες μάγισσες, ἀπ’ τίς «ἐκδόσεις Τερζόπουλοι» καί μέ κορύφωση τόν ἀποκρυφιστικό οἶκο «Ἐκδόσεις Ἀνούβις» μέ τεραστία ἐκδοτική γκάμα ἀποκρυφιστικοῦ ὑλικοῦ γιά παιδιά καί γιά νέους καί μέ ἐπιστέγασμα τόν «Κόσμο τοῦ Warcraft» (World of Warcraft).
Ἡ τηλεόραση. Τηλεοπτικές «παιδικές» σειρές. Video Games.
Εἶναι ἀπορίας ἄξιο τό «τί παιδιά μεγαλώνουμε» μέ τό Χάρι Πότερ, τά «ὑπερηρωικά» καί ἀποκρυφιστικά καρτούν στήν τηλεόραση, τά «παιχνίδια» στά PC, στά game boy καί στά play station, πού λίγοι γονεῖς ἀντιλαμβάνονται τήν καταστροφικότητά τους.
Ἔχει σκεφθεῖ ποτέ κανείς ἀπό τούς ἐκκλησιαστικούς μας ἀνθρώπους ὅτι ἀκόμη καί τά παιδιά ἐκκλησιαστικῶν οἰκογενειῶν εἶναι βαθιά διαποτισμένα μέ ὅλα τα παραπάνω, συχνά ἐν ἀγνοίᾳ τῶν γονιῶν, πού βέβαια δέν γνωρίζουν τά λεπτά καί ἐξειδικευμένα θέματα τοῦ ἀποκρυφισμοῦ;
Δυστυχῶς, οἱ σύγχρονοι φορεῖς ἐπικοινωνίας (διαφήμιση, κινηματογράφος, μουσική, Μ.Μ.Ε. κ.λπ.) προβάλλουν συνεχῶς τά ἀρνητικά αὐτά τά πρότυπα, «ἐπιβάλλοντας» τίς τάσεις αὐτές στά παιδιά, στή νεολαία, ἀλλά καί στούς ἐνήλικους.
Οἱ σημερινοί νέοι –καί τά παιδιά- ἀρέσκονται νά ἀκοῦν Metal μουσική, νά διαβάζουν manga comics –ὅταν δέν ἀσχολοῦνται μέ τό Necronomicon , τή «Σατανική Βίβλο» τοῦ Lavey ἤ τά γραπτά του Aleister Crowley-, νά βλέπουν στήν τηλεόραση «παιδικά» anime cartoons (Sailor Moon, Dragon Ball, Digimon, Pokemon, Card Captor Sakua, Shaman King, The Teen Titans, Yu-Gi-Oh κ. ἄ.), νά παίζουν Video καί Computer Games καί νά βιώνουν τήν τρομολαγνεία τῶν μεταμεσονύκτιων thriller. Ὅλα αὐτά, τά γεμάτα μέ φρικτό, ἀνατριχιαστικό καί ἀποκρυφιστικό – σατανιστικό περιεχόμενο.
Ὁ Η/Υ. Τά On Line ὁμαδικά παιχνίδια.
Τά παιχνίδια μέσῳ διαδικτύου εἶναι πάμπολλα. Θά ἀναφερθοῦμε σέ ἕνα.
Ξεκινώντας ἀπό τή δεκαετία τοῦ ’90 καί τό γνωστό «παιχνίδι ξύλου» (Fighting game) «Street Fighter» («Πολεμιστές τοῦ δρόμου»)… ἤ ἄς ἀναφερθοῦμε καλύτερα, στό «Mortal Kombat» (Θανάσιμη μάχη) τῆς Midway Games -ὅπου π.χ. ὁ Kano, ἕνας ἀπό τούς μαχητές ξερίζωνε τήν καρδιά τοῦ ἀντιπάλου του, μέ τήν ὀθόνη νά πλημμυρίζει ἀπό τό αἷμα-, φτάνουμε σήμερα στά ὁμαδικά παιχνίδια διαδικτύου μέ κορυφαῖο καί πάλι τό Warcraft, μέ μιά διαφορά. Τό παιχνίδι ἐδῶ εἶναι R.P.G. (Role-playing game), δηλαδή «Παιχνίδι ρόλων». Ὁ παίκτης δημιουργεῖ τόν ἥρωά του μέ ὅ,τι χαρακτηριστικά ἐπιθυμεῖ καί «μπαίνει» στόν «κόσμο τοῦ Warcraft», ὅπου μαζί μέ ἄλλους παῖκτες συνεργάζεται προσπαθώντας νά «νικήσει» τόν Η/Υ.
Ἐδῶ, κάποιος θά μποροῦσε νά μᾶς πεῖ ὅτι καί πρίν 50 ἤ 100 χρόνια ἡ παρέα τῶν παιδιῶν πού ξεχυνόταν στήν ἀλάνα· μέ τό κάθε παιδί σέ διαφορετικό φανταστικό ρόλο, σέ μιά μάχη ἐνάντια στήν ἀπέναντι «συμμορία»… Εἶναι ὅμως τό ἴδιο; Γιατί ἄν ἐξαιρέσουμε τή διαπροσωπική ἐπικοινωνία καί τήν σωματική συμμετοχή τῶν μικρῶν πρωταγωνιστῶν, τότε δέν ὑπῆρχε τό ἐφιαλτικό σκηνικό περιβάλλον, τά ἐφέ καί οἱ φρικτές παραστάσεις, πού περιβάλλουν τούς σημερινούς παῖκτες. Δαίμονες, πράκτορες μυστικῶν ὑπηρεσιῶν, κατώτερες θεότητες -καλές ἤ κακές-, μορφές ἀνθρώπινες, ὑπάνθρωπες ἤ ζωώδεις, Vampire κ.λπ. ἐκπροσωποῦν τόν παίκτη κατά τήν ἐπιλογή του σέ ἕνα ἀληθοφανέστατο, πλουσιότατο εἰκαστικό περιβάλλον μέ πολύ αἷμα καί διαστροφικά ἐφέ.
Ὁ «καλός» ἤ «λευκός μάγος».
Τό εἶδος αὐτό τῆς σύγχρονης παιδικῆς διασκέδασης, πέραν ἀπό τόν δελεαστικό τρόπο παρουσίας του, βασίζεται ἰδιαίτερα στη βία, στο σέξ, στόν ἀποκρυφισμό καί στή μαγεία –ὄχι στή μαγεία τῆς «Χιονάτης καί τῆς «Σταχτοπούτας»-, ἀλλά στή μαγεία, ὅπως αὐτή βιώνεται ἀπό τίς σύγχρονες ἀποκρυφιστικές ὀργανώσεις, μέ διδασκαλία, μυήσεις, τελετουργικά, μαγικές-σατανιστικές «λειτουργίες», ἐπικλήσεις δαιμόνων, κατάρες κ. ἄ.
Λέξεις κλειδιά πού μποροῦν νά εὐαισθητοποιήσουν τούς γονεῖς πέραν τῶν ὅσων ἀναφέραμε, εἶναι: Ὁ «καλός» ἤ «λευκός» μάγος, μιά ἀποκρυφιστική ἀπάτη πού στόχο ἔχει νά παρασύρει τόν ἄνθρωπο στόν ψυχοφθόρο καί καταστροφικό κόσμο τοῦ Ἐχθροῦ.
Μέθοδοι προστασίας. Ἡ Ἐκκλησία.
Στό κατήφορο πού ἔχουν πάρει τά πάντα στή χώρα μας, ἀλλά καί διεθνῶς, μία μόνο σανίδα σωτηρίας μᾶς ἀπομένει, ἡ Ἐκκλησία. Οἱ γονεῖς θά πρέπει νά εὐαισθητοποιηθοῦν, ἀλλά πρώτιστος θά πρέπει νά συμβουλεύονται ἐνημερωμένους Πνευματικούς. Τά βιβλία πού χαρίζονται στά παιδιά καί τά περιοδικά πού διαβάζονται θά πρέπει νά ἐλέγχονται. Ἡ τηλεόραση θά πρέπει νά ἀνοίγει ἐπιλεκτικά, μέ μέτρο κι ἄν εἶναι δυνατόν νά ἀπουσιάζει τελείως ἀπό τόν οἰκιακό ἐξοπλισμό. Ὁ Η/Υ δέν πρέπει νά φιλοξενεῖ παιχνίδια καί τό διαδίκτυο νά ἐλέγχεται.
Χρειάζεται συνεργασία γονιοῦ καί Πνευματικοῦ. Ἀλλά εἰδικά χρειάζεται μυστηριακή ζωή, οἰκογενειακή ἀγάπη καί στοργική ἐν Χριστῷ φροντίδα πρός τά παιδιά.
Σᾶς εὐχαριστῶ.
Επιλεξτε να γινετε οι πρωτοι που θα εχετε προσβαση στην Πληροφορια του Stranger Voice