Ο επισκέπτης στο κοιμητήριο του Αβόν, στη μικρή πόλη Φοντενεμπλό, κάπου 60 χιλιόμετρα νότια από το Παρίσι, δεν θα δυσκολευτεί καθόλου να αναγνωρίσει τον τάφο του Γεωργίου Ιβάνοβιτς Γκουρτζίεφ. Από μακριά ένας μεγάλιθος, μία όρθια μακρόστενη πέτρα στο ύψος ενός συνηθισμένου ανθρώπου, ξεχωρίζει από όλα τα άλλα μνημεία του μικρού κοιμητηρίου, σημαδεύοντας την τελευταία κατοικία, μιας από τις πιο αξιοσημείωτες μορφές του 20ου αιώνα. Στον παράξενο αυτό τάφο δεν υπάρχει πουθενά κανένα όνομα γραμμένο, και ούτε χρειάζεται… Και όπως φαίνεται, για την περίπτωσή του, τίποτε πιο κατάλληλο δεν θα μπορούσε να είχε επιλεγεί.
Ο Γεώργιος Γκουρτζίεφ, ήταν από κάθε άποψη, ένας αξιοσημείωτος άνθρωπος, που όμως μέχρι σήμερα παραμένει ένα μυστήριο. Αν και με την παρουσία και το έργο του επηρέασε, και συνεχίζει μέχρι σήμερα, πενήντα ακριβώς χρόνια από το θάνατό του, να επηρεάζει ορισμένα από τα πιο φωτεινά μυαλά της παγκόσμιας διανόησης, της επιστήμης και της τέχνης, αλλά και πολλούς “ανώνυμους” καθημερινούς ανθρώπους, εντούτοις κανείς, ακόμη και οι πιο στενοί μαθητές του, δεν μπορεί να ισχυριστεί με βεβαιότητα πως “γνώρισε” τον Γκουρτζίεφ.
Ποιος ήταν λοιπόν αυτός ο άνθρωπος που εμφανίστηκε ξαφνικά στη Δύση, στις αρχές του 20ου αιώνα, παρουσιάζοντας ένα νέο δρόμο για την “αρμονική” εσωτερική ανάπτυξη του ανθρώπου; Ποιος ήταν αυτός που με περισσό θράσος έγραφε στην εισαγωγή του πρώτου του βιβλίου ότι σκοπός του αρχικά ήταν “να ξεριζώσει από τη σκέψη και το συναίσθημα του αναγνώστη, αλύπητα και χωρίς τον παραμικρό συμβιβασμό, τις δοξασίες και τις γνώμες που είναι ριζωμένες μέσα του από τα βάθη των αιώνων για όλα όσα υπάρχουν στον κόσμο” και στη συνέχεια “να ευνοήσει την εκκόλαψη, στη σκέψη και το συναίσθημά του, μιας αληθινής αναπαράστασης του κόσμου, όχι του κόσμου των ψευδαισθήσεων που αντιλαμβάνεται τώρα, αλλά του κόσμου που υπάρχει στην πραγματικότητα”;
Από που είχε έρθει αυτός ο άνθρωπος και στο όνομα τίνος, ποιας αρχής, πήρε το δικαίωμα να διακόψει τον ύπνο των ανθρώπων και να προσπαθήσει να τους αφυπνίσει; Από που είχε αυτή τη μεγάλη, υπερφυσική δύναμη, που παραδέχονται όλοι όσοι τον γνώρισαν, να ανάψει μια τέτοια φωτιά στον πλανήτη, που καίει μέχρι σήμερα; Ποιος ήταν ο σκοπός του;
Τι είναι αυτό που έφερε μαζί του, ώστε η διεθνής βιβλιογραφία γύρω από τον ίδιο και το έργο του να ξεπερνάει σήμερα τους 2000 τίτλους και το αντίστοιχο site στο Internet συνεχώς να διογκώνεται;
Τι σημαντικό βρήκαν στη διδασκαλία του και έγιναν μαθητές του, τον μελέτησαν ή ασχολήθηκαν με όψεις του έργου του προσωπικότητες όπως ο Πήτερ Μπρουκ, ο Γιέρζι Γκροτόφσκι, ο Πήτερ Ουσπένσκι, ο Άλφρεντ Οράζ, ο Τζων Μπένετ, ο Τόμας ντε Χάρτμαν, η Κάθρην Μάνσφηλντ, ο Μωρίς Νικόλ, ο Άλντους Χάξλεϋ, ο Τσαρλς Τάρτ, ο Όσκαρ Ισάζο, ο Κλαούντιο Ναράνιο, ο Ρόμπερτ ντε Ροπ, ο Ίντρις Σαχ, ο Όσσο, ο Π.Λ. Τράβερς, ο Κόλιν Γουίλσον, ο Τζαίηκομπ Νήντλμαν, ο Ράλφ Μέτζνερ, ο Ρενέ Ντυμάλ, ο Ζακ Λακαριέρ, ο Λουί Πάουελς, ο Ραβί Ραβίντρα, ο Ρόμπιν Σκίννερ, ο Φρανκ Λόιντ Ράιτ, ο Τζην Τούμερ, ο Τζων Γουάτσον;
Στην εισαγωγή του βιβλίου του THE HARMONIOUS CIRCLE (1980), την πρώτη απόπειρα να παρουσιαστεί μια βιογραφία του Γκουρτζίεφ, ο συγγραφέας Τζέημς Γουέμπ αναφέρει χαρακτηριστικά πως όταν εκμυστηρεύτηκε την πρόθεσή του για ένα τέτοιο βιβλίο σε έναν πολύ γνωστό συγγραφέα, που είχε γνωρίσει τον Γκουρτζίεφ, εκείνος του είπε: “Αναλαμβάνεις ένα μεγάλο έργο. Ερευνώντας για τον Γκουρτζίεφ ιστορικά, είναι σα να ψάχνεις για τον Μωυσή, ως ιστορικό πρόσωπο…”
Την ίδια πάνω-κάτω απορία διατύπωνε λίγα χρόνια νωρίτερα (1977) και ο σκηνοθέτης Ρενέ Ζυμπέρ (που γνώρισε τον Γκουρτζίεφ στο Παρίσι την περίοδο της γερμανικής κατοχής και έγινε μαθητής του) με το βιβλίο του Qui etes-vous Monsieur Gurdjieff ? (Ποιος είσαι Κύριε Γκουρτζίεφ;). Ο τίτλος του βιβλίου ήταν όντως η ερώτηση που κάποια στιγμή είχε απευθύνει στον Γκουρτζίεφ ο συγγραφέας, για να εισπράξει κατάματα την απάντηση: “Και συ, ποιος είσαι εσύ;” Και είναι ακριβώς η ίδια απορία που κάνει την Π.Λ. Τράβερς (δημιουργό του πασίγνωστου Μαίρη Πόπινς και μαθήτριας του Γκουρτζίεφ) να αναρωτηθεί: “Ποιος είσαι συ, Αρθούρε, Ιερέα Ιωάννη, Νασρεντίν Χότζα, Άγιε Γεώργιε, Αλ Κίντρ, όλες εσείς οι άχρονες μορφές που υφαίνεται το δρόμο σας διαμέσου του χρόνου, της παράδοσης και του μύθου;”
Στην πραγματικότητα η Τράβερς, όπως και πολλοί άλλοι με παραπλήσια λόγια, καταθέτει τον προσωπικό της προβληματισμό, το προσωπικό της ερώτημα για τον Γκουρτζίεφ, που ασφαλώς δεν έχει να κάνει με τη συνηθισμένη περιέργεια που όλοι έχουμε για κάποιον όταν δεν ξέρουμε από πού κρατάει η σκούφια του. Στην περίπτωση του Γκουρτζίεφ, ο προβληματισμός αυτός υπάρχει όχι μόνο σε εκείνους που τον γνώρισαν προσωπικά, αλλά και σε όλους που συνδέθηκαν και εξακολουθούν μέχρι σήμερα να σχετίζονται σοβαρά με την Εργασία του, όπως επικράτησε διεθνώς να αποκαλείται η διδασκαλία του. Κι αυτό γιατί ο Γκουρτζίεφ είναι η Εργασία του. Έτσι το ερώτημα, παραμένει διαχρονικό, και στην ουσία απευθύνεται, κατά ένα αμείλικτο τρόπο, σ’ αυτόν που ρωτάει: “κι εγώ, ποιος είμαι εγώ;”
Και ο Γκουρτζίεφ φρόντισε, όπως φαίνεται, τόσο με τη φυσική του παρουσία όσο ζούσε, όσο και με τα βιβλία του που άφησε παρακαταθήκη, αλλά και με τη συνέχιση της Εργασίας του μετά το θάνατό του, που ανέλαβαν να φέρουν σε πέρας οι στενοί μαθητές του, να κρατήσει ζωντανό το ερώτημα αυτό μέχρι σήμερα. “Γιατί ο Γκουρτζίεφ”, όπως σημειώνει ένας μαθητής του, “δεν ήταν, και δεν μπορούσε να είναι, ένας απλός συγγραφέας. Ο σκοπός του ήταν διαφορετικός. Ο Γκουρτζίεφ ήταν Δάσκαλος. Σύμφωνα με την παραδοσιακή αντίληψη, ο σκοπός ενός Δασκάλου δεν περιορίζεται στη διδασκαλία δογμάτων, αλλά προϋποθέτει την ουσιαστική ενσάρκωση της γνώσης, χάρη στην οποία μπορεί να αφυπνίσει άλλους ανθρώπους και να τους βοηθήσει στην αναζήτησή τους, απλώς με την παρουσία του. Βρίσκεται εκεί για να δημιουργήσει συνθήκες για μια εμπειρία μέσω της οποίας η γνώση μπορεί να βιωθεί όσο πιο ολοκληρωτικά γίνεται”. Και όπως φαίνεται, αυτό ήταν το κύριο μέλημα της ζωής του.
Από τη στιγμή που εμφανίστηκε στη Δύση, εργάστηκε ασταμάτητα για να μεταδώσει αυτή τη διαφορετική ποιότητα που έφερνε μαζί του, συγκεντρώνοντας γύρω του μια ομάδα ανθρώπων που ήθελαν και ήταν έτοιμοι να μοιραστούν μαζί του μια ζωή ολοκληρωτικά προσανατολισμένη προς την ανάπτυξη της συνείδησης. Με διάφορους τρόπους, ξεδίπλωσε τις ιδέες του και εγκαθίδρυσε ένα νέο δρόμο, μια νέα οπτική όσον αφορά την εσωτερική ανάπτυξη του ανθρώπου, σύμφωνα με την οποία η ολοκλήρωση προϋποθέτει όλες τις απόψεις του ανθρώπινου όντος.
Παράλληλα η συνάντηση μαζί του (όπως επίσης και με τις ομάδες που συνεχίζουν μέχρι σήμερα την Εργασία του) ήταν πάντα μια δοκιμασία. Συχνά δημιουργούσε όλων των ειδών τις δυσκολίες σε κάποιον που ήθελε να τον γνωρίσει, αλλά το ίδιο “σκληρά” μεταχειριζόταν σε πολλές περιπτώσεις και τους μαθητές του. Ταυτόχρονα η γενναιοδωρία και η βαθιά καλοσύνη που εξέπεμπε ορισμένες στιγμές, σύμφωνα με τις μαρτυρίες πολλών που τον γνώρισαν, είχαν μια ανεπανάληπτη ποιότητα: “Ήταν ικανός τη μια στιγμή να σε ρίξει στο Σηκουάνα, έχοντάς σε ‘απαλλάξει’ πριν από το ρολόι και το πορτοφόλι σου, και αμέσως μετά να σου δώσει το χέρι και να σε τραβήξει έξω. Και συ, κατά ένα παράξενο τρόπο, να νιώθεις την ανάγκη να τον ευχαριστήσεις… Απέπνεε ένα τέτοιο κύρος και μία απίθανη αίσθηση ήρεμης δύναμης που ακόμα και τα ζώα την αισθάνονταν. Ενώ βάδιζε στο δρόμο, συχνά γάτες και σκυλιά γύριζαν και τον ακολουθούσαν…” (Ρενέ Ζυμπέρ).
Για πολλούς η συνδιαλλαγή μαζί του ήταν μια αμείλικτη εμπειρία που δεν μπορούσαν να την υποφέρουν, ενώ για άλλους η παρουσία του και η σχέση μαζί του ήταν ό,τι πιο σημαντικό τους είχε τύχει στη ζωή τους. Έτσι, οι διαφορετικές αυτές εμπειρίες των ανθρώπων που τον γνώρισαν έχουν δημιουργήσει όλα αυτά τα χρόνια μία τελείως αντιφατική εικόνα για το πρόσωπο του Γκουρτζίεφ. Συχνά η αντίφαση αυτή υπήρξε η αιτία για τις πιο φανταστικές ιστορίες. Ο ίδιος ο Γκουρτζίεφ έβρισκε τις ιστορίες αυτές διασκεδαστικές και μάλιστα ορισμένες φορές έφτανε στο σημείο να τις προκαλεί μόνο και μόνο για να απαλλαγεί από τους περίεργους που δεν ήταν σε θέση να κατανοήσουν το νόημα της Εργασίας του.
Για ορισμένους, λοιπόν, ήταν ένας τσαρλατάνος που εκμεταλλευόταν τις ικανότητές του για το προσωπικό του όφελος, ενώ για άλλους “η πιο άμεση, η πιο σημαντική και η περισσότερο ολοκληρωτικά αντιπροσωπευτική μορφή του καιρού μας” (Π. Μπρούκ). Ο ίδιος, όσο ζούσε, δεν έκανε το παραμικρό για την υστεροφημία του ή για να δικαιώσει τον εαυτό του και τη δράση του στα μάτια των τρίτων, μάλλον το αντίθετο. Γι΄ αυτό και είναι εξαιρετικά δύσκολο για το σύγχρονο δυτικό ερευνητή να κατατάξει σε κάποια κατηγορία μια μορφή όπως αυτή του Γκουρτζίεφ, που μοιάζει να μη χωράει σε καμία φόρμουλα…
Αναζητώντας την Πραγματικότητα
Σε ένα από τα βιβλία του, ο Σ. Νοτ (C. S. Nott), συγγραφέας και μαθητής του Γκουρτζίεφ, αναφέρει ένα απόσπασμα από ένα αδημοσίευτο κείμενο του Γκουρτζίεφ:”Το σημείο αναγνώρισης ενός ολοκληρωμένου ανθρώπου είναι πως λειτουργεί στην καθημερινή ζωή κατά ένα ιδιαίτερο τρόπο, σε σχέση με οτιδήποτε συμβαίνει εξωτερικά: είναι ικανός και μπορεί σε κάθε δραστηριότητα να αντιδρά κατά ένα τέλειο και άψογο τρόπο, που να ανταποκρίνεται στη δεδομένη κατάσταση. Όμως την ίδια στιγμή, εσωτερικά δεν μπλέκεται ούτε συμφωνεί με αυτό που γίνεται εξωτερικά. Στα νιάτα μου, κι εγώ ο ίδιος εργάστηκα για να αποκτήσω αυτή την ευλογία και τελικά έφτασα σε ένα τέτοιο σημείο που κανένα εξωτερικό συμβάν δεν μπορούσε να με αγγίξει εσωτερικά… Έφερα τον εαυτό μου σε ένα τέτοιο σημείο τελείωσης που ούτε καν μπορούσαν να ονειρευτούν ακόμη και οι μεγαλύτεροι σοφοί της αρχαίας Βαβυλώνας”. Ποιος ήταν λοιπόν ο άνθρωπος που εκστόμιζε αυτά τα λόγια και πού είχε μαθητεύσει φτάνοντας σε ένα τέτοιο σημείο τελείωσης;
Τα μόνα στοιχεία που υπάρχουν για τα πρώτα 38 έως 40 χρόνια της ζωής του Γκουρτζίεφ, προέρχονται από το αυτοβιογραφικό του βιβλίο Συναντήσεις με Αξιοσημείωτους Ανθρώπους. Σύμφωνα λοιπόν με τα στοιχεία που δίνει ο ίδιος για τον εαυτό του και όλες τις πληροφορίες που έχουν διασταυρωθεί, ο Γεώργιος Ιβάνοβιτς Γκουρτζίεφ γεννήθηκε το 1866 στην Αλεξανδρούπολη της Αρμενίας. Ο πατέρας του ήταν Έλληνας, γόνος παλιάς οικογένειας από το Βυζάντιο, και η μητέρα του Αρμένισσα. Το πατρικό του όνομα ήταν Γεωργιάδης, που στα ρωσικά έγινε Γκουρτζίεφ. Ο πατέρας του, Ιωάννης Γεωργιάδης, ήταν ένας πολύ γνωστός άσοκ (βάρδος), δηλαδή ένας από αυτούς τους αξιοσημείωτους ανθρώπους που με τραγούδια και αφηγήσεις διηγούνταν και μετέφεραν από γενιά σε γενιά τους θρύλους, τους μύθους και τις παραδόσεις της ανθρωπότητας.
Ο Γκουρτζίεφ μεγάλωσε σε ένα τέτοιο περιβάλλον, ακούγοντας ιστορίες του Νασρεντίν Χότζα και απαγγελίες από τα μεγάλα έπη της Ανατολής, που άφησε βαθιά τα σημάδια του για όλη του ζωή. Από μικρή ηλικία είχε την τύχη να μαθητέψει κοντά σε σπουδαίους δασκάλους, τόσο στην Ορθόδοξη Εκκλησία όσο και στο σχολείο της πόλης του και έτσι να πάρει μια σπάνια μόρφωση για την εποχή του. Ανήσυχο πνεύμα, δεν υπήρχε τομέας της τότε επιστήμης, όπως ο ίδιος γράφει, που να μη τον απασχολήσει σοβαρά, φτάνοντας στο σημείο στα 17 του χρόνια, να έχει μελετήσει σχεδόν τα πάντα. Ωστόσο, τίποτε από αυτά δεν μπορούσε να δώσει απαντήσεις στα μεγάλα ερωτήματα της ζωής που τον βασάνιζαν.
Έχοντας πειστεί ότι υπάρχει μια Γνώση διαχρονική, που υπερβαίνει τη συνηθισμένη ακαδημαϊκή πληροφόρηση, και ότι αυτή η Γνώση θα πρέπει κάπου να παραμένει ζωντανή και καλά προφυλαγμένη, συστήνει με μερικούς φίλους του, που είχαν τα ίδια ενδιαφέροντα, μια ομάδα έρευνας με το όνομα “Αναζητητές της Αλήθειας”. Για 20 περίπου χρόνια ταξιδεύει, άλλοτε μόνος και άλλοτε με τους συντρόφους του, σε πολλά μέρη της Ασίας και της Αφρικής, αναζητώντας να βρει στοιχεία και το νήμα που θα τον συνδέσει με αυτή την Ανώτερη Γνώση.
Το κεφάλαιο αυτό της ζωής του παραμένει το πιο μυστηριώδες, αν και τα γεγονότα που παρουσιάζει ο ίδιος στο βιβλίο του Συναντήσεις με Αξιοσημείωτους Ανθρώπους σχετικά με αυτήν την περίοδο της ζωής του, αναφέρονται σε μια σειρά από ταξίδια και επαφές του με σχολές και μοναστήρια από όλες σχεδόν τις μεγάλες παραδόσεις του κόσμου.
Τελικά, οι κόποι ετών ανταμείβονται, και σε κάποια ταξίδι του στην Κεντρική Ασία βρίσκει τα ίχνη μιας σπουδαίας σχολής εσωτερικής γνώσης, με το όνομα Αδελφότητα Σαρμούνγκ, που φέρεται να ιδρύθηκε το 2500 π.Χ. στη Βαβυλώνα, και στην οποία γίνεται δεκτός και μαθητεύει εκεί για κάποια χρόνια. Βέβαια, το κατά πόσο η αδελφότητα αυτή υπήρξε στ’ αλήθεια δεν έχει μέχρι σήμερα βρεθεί, ούτε έχουν υπάρξει κάποια άλλα στοιχεία, εκτός από αυτά που αναφέρει ο ίδιος, όσον αφορά τα ταξίδια του, αλλά και τα πρόσωπα των συντρόφων του στις πολύχρονες αναζητήσεις του.
Ο Γκουρτζίεφ έκανε τα πάντα για καλύψει τα ίχνη του για την περίοδο αυτή της ζωής του, και μάλλον τα κατάφερε καλά. Ωστόσο, αν διαβάσει κανείς προσεκτικά το βιβλίο του Συναντήσεις με Αξιοσημείωτους Ανθρώπους, μπορεί να δει ότι σκοπός του Γκουρτζίεφ πιθανόν να ήταν να τραβήξει την προσοχή του αναγνώστη στο θέμα της αναζήτησης αυτής καθεαυτής και ότι αυτό που ήθελε να φέρει στη Δύση δεν ήταν μόνο μία εικόνα της “αρχαίας πρωταρχικής παράδοσης”, αλλά η γνώση του πώς ο σύγχρονος άνθρωπος θα μπορούσε να συνθέσει την προσωπική του αναζήτηση μέσα στις συνθήκες της ζωής του 20ου αιώνα. Γιατί για τον Γκουρτζίεφ, η αναζήτηση, όταν συντεθεί σωστά, αναδύεται ως η κύρια και πιο ουσιαστική πνευματική δύναμη στη ζωή ενός ανθρώπου και γίνεται παράγοντας της εσωτερικής μεταμόρφωσης, παρά μία αναζήτηση για την εσωτερική μεταμόρφωση.
Ο Τέταρτος Δρόμος
Το 1913 ο Γκουρτζίεφ εμφανίζεται στη Μόσχα φέρνοντας μαζί του ένα ολοκληρωμένο σύστημα εσωτερικής γνώσης και πρακτικής, και δημιουργεί τον πρώτο κύκλο μαθητών του, κυρίως από το χώρο της διανόησης, και αρχίζει να παρουσιάζει και να κάνει γνωστές κάποιες όψεις της διδασκαλίας του. Από το σημείο αυτό και μετά η ζωή του, σύμφωνα πλέον με καταγραφές τρίτων, μας είναι περισσότερο γνωστή.
Το 1914 συναντιέται με το φιλόσοφο και μαθηματικό Πήτερ Ουσπένσκι και το 1917 με τον πολύ γνωστό συνθέτη Τόμας ντε Χάρτμαν. Ο Ουσπένσκι έμελλε να γίνει ο πιο διάσημος μαθητής του Γκουρτζίεφ. Χάρη στη δράση του τα επόμενα χρόνια και στο πολύ γνωστό βιβλίο του Αναζητώντας τον Κόσμο του Θαυμαστού (χωρίς αμφιβολία η καλύτερη μέχρι σήμερα καταγραφή της διδασκαλίας του Γκουρτζίεφ που έχει κυκλοφορήσει σε γραπτή μορφή), στο οποίο περιγράφει την προσωπική του εμπειρία από τη σχέση του με τον Γκουρτζίεφ κατά την περίοδο 1914-1920, η Εργασία έγινε γνωστή σε ένα μεγάλο αριθμό ανθρώπων, σε σημείο πολλοί, λανθασμένα, να θεωρούν ότι πρόκειται για το σύστημα Ουσπένσκι – Γκουρτζίεφ.
Ο Τόμας ντε Χάρτμαν ήταν επίσης ένας πολύ σημαντικός μαθητής του Γκουρτζίεφ. Συνθέτοντας κάτω από την καθοδήγηση του δασκάλου του κατάφερε να δημιουργήσει ένα καταπληκτικό έργο που έχει μείνει γνωστό ως “Μουσική Γκουρτζίεφ / ντε Χάρτμαν”. Ένα μέρος της μουσικής αυτής χρησιμοποιείται στην εκτέλεση των Ιερών Χορών και των Κινήσεων, που συνιστούν ένα πολύ ουσιαστικό τμήμα της διδασκαλίας του Γκουρτζίεφ.
Η καταγραφή του Ουσπένσκι και μια συλλογή κειμένων από ομιλίες του Γκουρτζίεφ που συγκέντρωσαν κάποιοι άλλοι μαθητές, που εκδόθηκε το 1973 με τον τίτλο Απόψεις από τον Κόσμο του Πραγματικού (Ο Γκουρτζίεφ μιλά στους μαθητές του), δείχνουν ότι κατά την περίοδο εκείνη, πριν την επανάσταση των Μπολσεβίκων και τη φυγή από τη Ρωσία, ο Γκουρτζίεφ ξεδίπλωσε στους μαθητές του ένα μεγάλο μέρος της διδασκαλίας του, σχετικά με τον άνθρωπο και τον κόσμο.
Ο ίδιος ονόμαζε το σύστημά του “Τέταρτο Δρόμο”, σε αντιδιαστολή με τους τρεις ήδη υπάρχοντες γνωστούς παραδοσιακούς δρόμους προς την πνευματική ολοκλήρωση, του φακίρη, του μοναχού και του γιόγκι. Σύμφωνα με το διαχωρισμό αυτό, ο δρόμος του φακίρη είναι ο δρόμος της πάλης με το υλικό σώμα. Ο άνθρωπος που εργάζεται με αυτόν τον τρόπο προσπαθεί να αναπτύξει τη θέλησή του υποχρεώνοντας το σώμα του σε φοβερές ταλαιπωρίες, όμως οι άλλες δυο λειτουργίες του, το συναίσθημα και η σκέψη, παραμένουν υποανάπτυκτες.
Ο δεύτερος δρόμος του μοναχού, είναι ο δρόμος της πίστης, του θρησκευτικού συναισθήματος και της θυσίας. Ο μοναχός επικεντρώνει την εργασία του στο συναίσθημα. Προσπαθεί, παλεύοντας σκληρά και για χρόνια με τον εαυτό του, να υποτάξει όλα του τα συναισθήματα σε ένα, στην πίστη, και έτσι να αναπτύξει μέσα του την πολυπόθητη ενότητα. Όμως και στην περίπτωση αυτή, οι δυο άλλες λειτουργίες, το σώμα και η σκέψη, δεν αναπτύσσονται.
Ο τρίτος δρόμος είναι του γιόγκι. Είναι ο δρόμος της γνώσης, του νου. Ο άνθρωπος που βαδίζει αυτό το δρόμο αναπτύσσει το νου του στοχεύοντας στην πνευματική τελείωση, όμως το σώμα και τα συναισθήματά του δεν αναπτύσσονται. Μπορεί να φτάσει στο σημείο να ξέρει τα πάντα, όμως δεν μπορεί να κάνει τίποτε. Για να αρχίσει να πράττει θα πρέπει να κυριαρχήσει πάνω στο σώμα και στα συναισθήματά του, και αυτό απαιτεί μια επιπλέον μακροχρόνια εργασία που είναι αμφίβολο αν θα προλάβει να φέρει σε πέρας. Το ίδιο κατ’ αντιστοιχία ισχύει και στους δυο προηγούμενους δρόμους. Πέρα από τις δυσκολίες αυτές και οι τρεις αυτοί δρόμοι απαιτούν για να τους ακολουθήσει κανείς, να αποσυρθεί από τη ζωή και να απαρνηθεί τα εγκόσμια. Ταυτόχρονα όμως, “οι δρόμοι είναι οι μόνες μέθοδοι που υπάρχουν για την ανάπτυξη των κρυμμένων δυνατοτήτων του ανθρώπου, και αυτό με τη σειρά του δείχνει πόσο δύσκολη και σπάνια είναι αυτή η ανάπτυξη”.
Μπροστά στην κατάσταση αυτή ο Γκουρτζίεφ επισημαίνει ότι η θέση του ανθρώπου που ζει στη σύγχρονη κοινωνία και που αναζητάει τη Γνώση, δεν θέλει όμως να απαρνηθεί τα εγκόσμια και βέβαια δεν μπορεί να περιμένει τίποτε από τις διάφορες “αποκρυφιστικές και μυστικιστικές σχολές” του συρμού, θα ήταν πραγματικά απελπιστική αν δεν υπήρχε η δυνατότητα ενός Τέταρτου Δρόμου.
Ο Τέταρτος Δρόμος ή “ο δρόμος του πονηρού ανθρώπου”, λέει ο Γκουρτζίεφ, δεν απαιτεί να αποσυρθεί ο άνθρωπος από τη συνηθισμένη του ζωή. Αρχίζει πολύ πιο πέρα από το δρόμο του γιόγκι και αυτό σημαίνει ότι ο άνθρωπος πρέπει να είναι προετοιμασμένος σοβαρά και πολύπλευρα μέσα από την ίδια τη ζωή. Το πρόβλημα είναι ότι σε αντιδιαστολή με τους τρεις παραδοσιακούς δρόμους, ο Τέταρτος Δρόμος δεν έχει καθορισμένη μορφή και πρώτα απ’ όλα θα πρέπει να τον ανακαλύψει κανείς. Συνδυάζει την εργασία ταυτόχρονα και στο σώμα και στο συναίσθημα και στο νου, συν κάτι ακόμα. Αυτό το κάτι είναι κάποιο μυστικό που γνωρίζει ο “πονηρός άνθρωπος” και με τη βοήθειά του ξεπερνάει το φακίρη, το μοναχό και το γιόγκι.
Στόχος του ανθρώπου που βαδίζει τον Τέταρτο Δρόμο είναι η ανάπτυξη της συνείδησης. Με τον όρο συνείδηση ο Γκουρτζίεφ εννοούσε κάτι τελείως διαφορετικό από τη διανοητική λειτουργία και επίγνωση. Σύμφωνα με τον ίδιο, η ικανότητα για συνείδηση απαιτεί μία αρμονική συγχώνευση και λειτουργία των ξεχωριστών ενεργειών της σκέψης, του συναισθήματος και του σώματος. Από την άποψη αυτή ο άνθρωπος, όπως είναι, είναι ένα ανολοκλήρωτο ον, που ασυνείδητα άγεται και φέρεται από τις αυτοματοποιημένες αντιδράσεις του, που εγείρονται ανάλογα κάθε φορά με τα υπάρχοντα εξωτερικά ερεθίσματα και καταστάσεις.
Παρόλα αυτά, όπως ο Γκουρτζίεφ υποστηρίζει και μέσα από μια μεγάλη ποικιλία μεθόδων και ασκήσεων έδειξε στους μαθητές του, η κατάσταση αυτή είναι δυνατόν να αλλάξει. Με σοβαρή και έντονη εργασία στον εαυτό του ο άνθρωπος έχει τη δυνατότητα να μεταμορφωθεί εσωτερικά και να γίνει ένα ολοκληρωμένο ον, να αποκτήσει εσωτερική ενότητα, θέληση, ατομικότητα, αντικειμενική γνώση, και την ικανότητα να πράττει με την αληθινή σημασία του όρου.
Όλα και τα Πάντα
Το 1917 η τσαρική Ρωσία συγκλονίζεται από τις ταραχές που ξεσπούν από την επανάσταση των Μπολσεβίκων. Σύντομα επικρατεί χάος και ο εμφύλιος πόλεμος φουντώνει βυθίζοντας τη χώρα στη βία και στην αβεβαιότητα. Μπροστά στην κατάσταση αυτή, που έθετε σε κίνδυνο την αποστολή του, ο Γκουρτζίεφ αποφασίζει να εγκαταλείψει τη χώρα. Με μια ομάδα μαθητών του, ύστερα από ένα περιπετειώδες ταξίδι, που αφηγούνται καταπληκτικά η Όλγα και ο Τόμας ντε Χάρτμαν στο βιβλίο τους Η Ζωή μας με τον Κύριο Γκουρτζίεφ, περνάει τον Καύκασο και καταλήγει προσωρινά στην Τιφλίδα. Εκεί γνωρίζεται με τον Αλεξάντερ Σάλτσμαν, γνωστό θεατρικό σκηνογράφο, και τη σύζυγό του Ζαν, δασκάλα κλασικού χορού με τη μέθοδο Νταλκρόζ, που γίνονται μαθητές του και στη συνέχεια θα παίξουν ένα ιδιαίτερα σημαντικό ρόλο στην εδραίωση και διάδοση της Εργασίας.
Όμως η επανάσταση φτάνει στην Τιφλίδα και ο Γκουρτζίεφ με τη μικρή ομάδα των μαθητών του και τους Σάλτσμαν, αναγκάζεται να εγκαταλείψει οριστικά τη Ρωσία. Ύστερα από κάποιες αποτυχημένες προσπάθειες να εδραιώσει την Εργασία του στην Κωνσταντινούπολη, στο Βερολίνο και στο Λονδίνο, έρχεται τελικά στη Γαλλία, όπου το 1922 ιδρύει στο Φοντενεμπλό, στο Πριερέ (ένα οίκημα με ένα μεγάλο κήπο που κάποτε ήταν μοναστήρι), το Ινστιτούτο για την Αρμονική Ανάπτυξη του Ανθρώπου.
Το Πριερέ λειτούργησε έως το 1933 και στο διάστημα αυτό πολλοί άνθρωποι, ανάμεσά τους γνωστές προσωπικότητες της εποχής, κυρίως από την Ευρώπη και την Αμερική ήρθαν για να μείνουν εκεί και να συμμετάσχουν στις καθημερινές δραστηριότητες που λάμβαναν χώρα κάτω από την καθοδήγηση του Γκουρτζίεφ. Για τη ζωή στο Πριερέ έχουν γραφτεί και ειπωθεί πολλά. Αναμφίβολα ήταν ένα πείραμα του Γκουρτζίεφ, κατά τη διάρκεια του οποίου ανέπτυξε ακόμη περισσότερο πολλές από τις μεθόδους και τις πρακτικές του.
Στο Πριερέ ο Γκουρτζίεφ δημιούργησε τις συνθήκες για μία κοινοβιακή ζωή των ανθρώπων που συμμετείχαν μένοντας για ένα διάστημα μόνιμα εκεί, με σκοπό την αναζήτηση της αλήθειας. Η διαδικασία αυτή αφορούσε την εμπλοκή όλων των όψεων της ανθρώπινης φύσης, απαιτώντας σκληρή σωματική εργασία στους κήπους, στους στάβλους και στα οικήματα, έντονες συναισθηματικές διαντιδράσεις, και τη μελέτη ενός μεγάλου φάσματος ιδεών για την ανθρωπότητα και το σύμπαν.
Το να βάλει κανείς σε λέξεις τι ένιωθε ένας μαθητής όταν πήγαινε να μείνει στο Πριερέ, είναι δύσκολο. Σύμφωνα με μαρτυρίες ορισμένων που συμμετείχαν, υπήρχε νόημα στο καθετί, ιδιαίτερα στις προσωπικές αντιδράσεις σε ασυνήθιστες καταστάσεις. Οι συνθήκες ήταν έτσι διαμορφωμένες ώστε ο κάθε μαθητής να ένιωθε έντονα την τριβή που δημιουργούνταν εξαιτίας της μηχανικής συμπεριφοράς του. Για παράδειγμα στο Μωρίς Νικόλ, γνωστό ψυχίατρο και συνεργάτη του Γιούγκ, είχε απαγορευτεί να διαβάζει, στον Α. Οράζ, εκδότη του πιο έγκυρου λογοτεχνικού περιοδικού στην Αγγλία, του είχε δοθεί να σκάψει ένα μεγάλο λάκκο, όντας ένα άτομο που δεν είχε καμία σχέση με χειρονακτική εργασία. Σε έναν άλλο μαθητή που δεν μπορούσε να αντέξει την ιδέα του αίματος, του είχε ανατεθεί το καθήκον να σφάζει τα πουλερικά για την κουζίνα. Ο καθένας ερχόταν αντιμέτωπος με τις προσωπικές του αντιφάσεις, τα θέλω και δεν-θέλω του, και τέτοιες απλές δουλειές ή καθήκοντα προμήθευαν τον κάθε μαθητή με το απαραίτητα υλικό για την “εργασία στον εαυτό του”.
Ο Γκουρτζίεφ παρουσίαζε τις ιδέες του στους μαθητές του πάντοτε κατά ένα τρόπο που απαιτούσε από την πλευρά τους μια προσπάθεια ώστε να σπάσει το κέλυφος της συνηθισμένης συναισθηματικής και διανοητικής στάσης μέσα στο οποίο ζει κανείς, μη έχοντας έτσι επαφή με την αδύναμη φωνή της συνείδησης που υπάρχει μέσα του. Οι τρόποι που χρησιμοποιούσε για να προκαλεί το σπάσιμο αυτής της κρούστας πολλές φορές δημιουργούσαν σοκ σε όποιον είχε την τύχη να τους εμπειριωθεί, και συχνά υπήρξαν οι αιτίες για αρνητικά σχόλια, από εκείνους που έβλεπαν μόνο το εξωτερικό νόημα, όσον αφορά τη συμπεριφορά του Γκουρτζίεφ σε ορισμένους μαθητές. Όπως έλεγε χαρακτηριστικά ο ίδιος “εδώ εμείς δημιουργούμε τις συνθήκες για την εκκόλαψη των αυγών. Αυξάνουμε τη θερμοκρασία. Το ‘κοτόπουλο’ από μέσα πρέπει να σπάσει το κέλυφος και τότε θα μπορέσει να του δοθεί βοήθεια και προσωπική διδασκαλία”.
Στις αρχές του 1924 ο Γκουρτζίεφ πραγματοποίησε το πρώτο του ταξίδι στις Η.Π.Α. με μία μεγάλη ομάδα μαθητών του και παρουσίασε στη Ν. Υόρκη και σε άλλες μεγάλες πόλεις τους Ιερούς Χορούς. Σκοπός του ήταν να δείξει ορισμένες από τις όψεις μιας λησμονημένης αρχαίας Γνώσης, που πλέον μπορούσε να γίνει προσιτή σε όσους ένιωθαν την ανάγκη για κάτι τέτοιο, στην πορεία της προσωπικής τους πνευματικής αναζήτησης. Πολλοί ανταποκρίθηκαν στο κάλεσμά του και έτσι σταδιακά σχηματίστηκαν ομάδες Εργασίας στη Ν. Υόρκη και σε άλλες πόλεις. Ο Γκουρτζίεφ επισκέφτηκε τις Η.Π.Α. άλλες τρεις φορές, το 1929, το 1933 και το 1948, δίνοντας διαλέξεις και εμψυχώνοντας την Εργασία στις ομάδες, που αρχικά καθοδηγούνταν από τον Οράζ και στη συνέχεια από άλλους παλαιότερους μαθητές.
Το 1933 λόγω οικονομικών προβλημάτων κλείνει οριστικά το Πριερέ και ο Γκουρτζίεφ μετακομίζει πλέον μόνιμα σε ένα διαμέρισμα στο Παρίσι. Εκεί, τα επόμενα χρόνια, ακόμη και κατά τη διάρκεια της γερμανικής κατοχής, οι μαθητές του μαζεύονται καθημερινά στο διαμέρισμά του και δέχονται τη διδασκαλία του. Το ίδιο διάστημα ο Γκουρτζίεφ ολοκληρώνει το κύριο έργο της συγγραφικής του δουλειάς, με τον τίτλο ΟΛΑ ΚΑΙ ΤΑ ΠΑΝΤΑ – Ιστορίες του Βεελζεβούλ στον Εγγονό του, διασώζοντας έτσι σε γραπτή μορφή και κατά ένα ιδιαίτερο τρόπο όλες τις ιδέες του, που συνιστούν “μια αντικειμενικά αμερόληπτη κριτική της ζωής του ανθρώπου”, όπως γράφει ο ίδιος στην εισαγωγή του ογκώδους (1300 σελίδες περίπου) αυτού έργου του.
Μέχρι τις τελευταίες μέρες της ζωής του εξακολουθεί να βλέπει τους μαθητές του και να δίνει οδηγίες για την εργασία τους. Τον Οκτώβριο του 1949 η ήδη βαριά κατάσταση της υγείας του επιδεινώνεται ακόμη περισσότερο και στις 26 Οκτωβρίου μεταφέρεται στο αμερικανικό νοσοκομείο του Νεϊγύ. Δίνει τις τελευταίες του οδηγίες στην πιο στενή του μαθήτρια Ζαν ντε Σάλτσμαν, η οποία στη συνέχεια θα σηκώσει το βάρος μαζί με τους πιο στενούς μαθητές του για τη συνέχιση της Εργασίας, και αφήνει την τελευταία του πνοή το πρωί, στις 29 Οκτωβρίου 1949.
Η Εργασία ζει
Το να προσπαθήσει κανείς να παρουσιάσει και να αποτιμήσει τη ζωή, το έργο και κυρίως τη διδασκαλία του Γκουρτζίεφ μέσα σε λίγες σελίδες, αναμφίβολα αγγίζει τα όρια του ανέφικτου. Το βέβαιο είναι πως το σύστημα εσωτερικής ανάπτυξης του ανθρώπου, που ο ίδιος εγκαθίδρυσε στη Δύση πριν 80 περίπου χρόνια, εξακολουθεί να παραμένει ζωντανό.
Το βάρος της ευθύνης για τη συνέχιση της Εργασίας παγκόσμια μετά το θάνατο του Γκουρτζίεφ ανέλαβαν οι πιο στενοί μαθητές του, με επικεφαλή την Ζαν ντε Σάλτσμαν, η οποία πέθανε το 1990 σε ηλικία 101 ετών. Με την καθοδήγησή της οργανώθηκαν και λειτούργησαν ομάδες σε πολλά μέρη του κόσμου, εκδόθηκαν τα βιβλία του Γκουρτζίεφ και καταγράφηκαν και διασώθηκαν η μουσική των Γκουρτζίεφ / ντε Χάρτμαν, οι Κινήσεις και οι Ιεροί Χοροί.
Η Εργασία σήμερα συνεχίζεται μέσα από ομάδες σε ολόκληρο σχεδόν το δυτικό κόσμο, όπως επίσης και στην Ελλάδα. Αν και στους ανθρώπους των ομάδων υπάρχει γενικά η πεποίθηση ότι η Εργασία δεν πρέπει να διαφημίζεται ή να προβάλλεται έντονα προς τα έξω, εντούτοις κατά περιόδους γίνονται κάποια ανοίγματα στο κοινό υπό μορφή διαλέξεων ή άλλων εκδηλώσεων.
Μία από τις πιο σημαντικές πρωτοβουλίες προς την κατεύθυνση αυτή, με στόχο το έργο και οι ιδέες του Γκουρτζίεφ να γίνουν γνωστές στο ευρύ κοινό, αναμφίβολα ήταν η δημιουργία της κινηματογραφικής ταινίας Συναντήσεις με Αξιοσημείωτους Ανθρώπους (1979). Βασισμένη στο ομώνυμο αυτοβιογραφικό βιβλίο του Γκουρτζίεφ, η ταινία έγινε κάτω από την καθοδήγηση της Ζαν ντε Σάλτσμαν, σε σκηνοθεσία Πήτερ Μπρούκ, και περιέχει τις μόνες διαθέσιμες εικόνες δημόσια από τους Ιερούς Χορούς του Γκουρτζίεφ. Μέχρι σήμερα συνεχίζει να προβάλλεται κατά περιόδους σε διάφορα μέρη του κόσμου, συχνά και στην Ελλάδα, και μάλιστα το 1984 τιμήθηκε με το βραβείο Ωνάση για την καλλιτεχνική της αξία και τη συμβολή της στη διάσωση της παγκόσμιας πολιτιστικής κληρονομιάς.
Εκτός όμως από την Εργασία που γίνεται στις ομάδες, πολλές από τις ιδέες του Γκουρτζίεφ έχουν διαδοθεί και χρησιμοποιούνται σε πολλούς τομείς, όπως στη μουσική, στο χορό, στη φιλοσοφία, στην ψυχολογία, στη λογοτεχνία, αλλά και σε πολλές δράσεις αυτογνωσιακής και πνευματικής κατεύθυνσης. Ενδεικτικά, αξίζει να αναφέρουμε το εννεάγραμμα (που πλέον διδάσκεται ως μέθοδος ανθρώπινης τυπολογίας σε αμερικανικά πανεπιστήμια), τη διάκριση σε ουσία και προσωπικότητα, την πρακτική της ενθύμησης και παρατήρησης του εαυτού, την ιδέα του κύριου ανθρώπινου χαρακτηριστικού και των αντικρουστήρων, την εικόνα του ανθρώπου που αποτελείται από πολλά εγώ, την έννοια της συνείδησης ως μία ποιότητα που μπορεί να αναπτυχθεί, και βέβαια τις κοσμολογικές και ψυχολογικές του ιδέες που μελετώνται από ορισμένους γνωστούς επιστήμονες, όπως ο Μπασαράμπ Νικολέσκου (Nicolescu), του Εθνικού Κέντρου Επιστημονικών Ερευνών της Γαλλίας, ο Ραβί Ραβίντρα (Ravindra), καθηγητής φυσικής στο πανεπιστήμιο του Χάλιφαξ, ο Τραρλς Τάρτ (Tart), καθηγητής ψυχολογίας του πανεπιστημίου της Καλιφόρνιας και ο Τζέηκομπ Νήντλμαν (Needleman), καθηγητής φιλοσοφίας στο πανεπιστήμιο του Σαν Φραντσίσκο.
Πέρα όμως από όλα αυτά, το βέβαιο είναι πως ο Γκουρτζίεφ θα παραμείνει για το δυτικό πολιτισμό ένας δάσκαλος, όχι μόνο ένας “δάσκαλος του χορού” όπως συστήνεται στην εισαγωγή ενός από τα βιβλία του, αλλά ένας πνευματικός δάσκαλος, που με τη δράση του έδωσε μορφή σε μερικές από τις πιο βασικές κατευθύνσεις και σε ορισμένα από τα πιο ουσιαστικά στοιχεία που συναντώνται σήμερα στη σύγχρονη πνευματική αναζήτηση.
Αν προσπαθήσει κανείς να τον μετρήσει με τον πιο μηχανιστικό τρόπο, θα δει έναν άνθρωπο που στη διάρκεια της ζωής του έγραψε τέσσερα βιβλία, ένα μπαλέτο, 300 συνθέσεις για πιάνο και άφησε παρακαταθήκη κάπου 100 Ιερούς Χορούς και “Κινήσεις”.
Σε κάθε περίπτωση όμως, το σίγουρο είναι ότι με την παρουσία του σημάδεψε κατά ένα ανεπανάληπτο τρόπο τις ψυχές αυτών που είχαν την τύχη να τον συναντήσουν, και ακόμη πολλούς που μέσω των άμεσων μαθητών του ήρθαν σε επαφή με τις ιδέες του και συνεχίζουν μέχρι σήμερα να μεταφέρουν στους νεώτερους κάτι από τη δύναμη του ανθρώπου αυτού και της διδασκαλίας του.
ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ
Γ. Ι. Γκουρτζίεφ, Όλα και τα Πάντα, Ιστορίες του Βεελζεβούλ στον Εγγονό του, Πύρινος Κόσμος
Γ. Ι. Γκουρτζίεφ, Συναντήσεις με Αξιοσημείωτους Ανθρώπους, Χατζηνικολή
Γ. Ι. Γκουρτζίεφ, Η ζωή είναι πραγματική μόνον όταν “Είμαι”, Πύρινος Κόσμος
Συλλογή κειμένων, Ο Γκουρτζίεφ μιλά στους μαθητές του, Πύρινος Κόσμος
Τόμας ντε Χάρτμαν, Η ζωή μας με τον Κύριο Γκουρτζίεφ, Δίον
Πήτερ Ουσπένσκι, Αναζητώντας τον Κόσμο του Θαυμαστού, Πύρινος Κόσμος
Μπένετ Τζων, Γκουρτζίεφ: Ένα Πολύ Μεγάλο Αίνιγμα, Ρέμπελ, 2000
Μπένετ Τζ. & Νικόλ Μ., Εργασία στον Εαυτό, Αρχέτυπο 2002
Πάτερσον Γ., Η Πάλη των Μάγων, Αρχέτυπο, 1999
C. S. Nott, Teachings of Gurdjieff, Arkana
James Webb, The Harmonious Circle, Thames and Hudson
James Moore, Gurdjieff, The Anatomy of a Myth, Element
Rene Zuber, Who Are You Monsieur Gurdjieff, Arkana
Φιλε μου ο σημερινός εχθρός σου είναι η παραπληροφόρηση των μεγάλων καναλιών. Αν είδες κάτι που σε άγγιξε , κάτι που το θεωρείς σωστό, ΜΟΙΡΆΣΟΥ ΤΟ ΤΩΡΑ με ανθρώπους που πιστεύεις οτι θα το αξιολογήσουν και θα επωφεληθούν απο αυτό! Μην μένεις απαθής. Πρώτα θα νικήσουμε την ύπνωση και μετά ΟΛΟΙ ΜΑΖΙ τα υπόλοιπα.
Επιλεξτε να γινετε οι πρωτοι που θα εχετε προσβαση στην Πληροφορια του Stranger Voice