Κάθε τύπος αντίδρασης για το άγχος έχει κατ’ επέκταση και τα σχετικά συμπτώματα: μια αντίδραση φυγής οδηγεί σε αυξημένους καρδιακούς παλμούς, μια αντίδραση παγώματος οδηγεί σε κρύο ιδρώτα, κλπ. Μερικά συμπτώματα μπορούν να συνδεθούν με περισσότερες από μία αντιδράσεις – η διαστολή των κορών του οφθαλμού συνδέεται τόσο με την πάλη όσο και με τη φυγή.
Εδώ βλέπουμε τον τρίτο τρόπο με τον οποίο το άγχος αποτελεί επιλογή: αν αποφασίσουμε ότι η κατάσταση είναι όντως στρεσογόνα (πρώτη επιλογή), και ότι θέλουμε να αντιδράσουμε με έναν συγκεκριμένο τρόπο (δεύτερη επιλογή), μπορούμε να ασκηθούμε και να βάλουμε τον εαυτό μας σε όποια συμπτώματα θέλουμε. Αυτό το τελευταίο μπορούμε να το πετύχουμε μέσω συγκεκριμένης εξάσκησης, για παράδειγμα η συμμετοχή σε έναν όμιλο συζητήσεων ή σε έναν σύλλογο πολεμικών τεχνών, μπορεί να βοηθήσει κάποιους να εξασκήσουν τη συγκεκριμένη αντίδραση της ‘πάλης’ που επιθυμούν να έχουν.
Έτσι, αν όντως η κατάσταση είναι τέτοια που απαιτείται επιπλέον προσπάθεια εκ μέρους μας, το άγχος είναι ένας εξελικτικός μηχανισμός που μας βοηθά να αποδώσουμε καλύτερα από το μέσο όρο: μπορούμε να τρέξουμε πιο γρήγορα και μεγαλύτερη απόσταση, να είμαστε πιο ενεργητικοί ή ακόμη και να παγώσουμε εντελώς. Με αυτό τον τρόπο, το άγχος είναι ένας φυσικός ‘επιταχυντής’ για τα σώματά μας. Αλλά πόσο άγχος μας χρειάζεται;
Μεγάλο μέρος της έρευνας βασίζεται στον Νόμο Yerkes-Dodson ή στην Υπόθεση του Αντεστραμμένου U (Inverted U Hypothesis). Με απλά λόγια, αυτός ο νόμος λέει ότι το γράφημα άγχος εναντίον απόδοσης έχει το σχήμα της καμπύλης του Gauss:
Όταν το άγχος είναι ελάχιστο δεν έχουμε καμιά διάθεση να κάνουμε τίποτε
Καθώς όμως αυξάνεται το άγχος, η φυσική μας διέγερση μας επιτρέπει να αποδώσουμε, μέχρι κάποιοι άλλοι παράγοντες να επιβάλουν περιορισμούς. Όταν το άγχος φθάσει στο μέγιστο σημείο, οποιοδήποτε επιπλέον άγχος είναι όντως αντιπαραγωγικό, είμαστε δηλαδή σε υπερδιέγερση και δεν είμαστε σε θέση να αποδώσουμε πλέον. Αυτή η κατάσταση συμπεριλαμβάνει όλες τις πιθανές αντιδράσεις.
Είναι ενδιαφέρον να τονίσουμε ότι, δεν πρέπει να στοχεύουμε το ανώτατο σημείο αλλά το σημείο που βρίσκεται αμέσως προηγουμένως: δηλαδή το άριστα επίπεδα άγχους δεν είναι αυτά που μας προσδίδουν τη μέγιστη δυνατή απόδοση, αλλά αυτά που βρίσκονται αμέσως πριν. Έτσι, εξακολουθούμε να έχουμε κάποια ελευθερία κινήσεων ως προς το άγχος εναντίον απόδοσης, πριν βρεθούμε σε υπερδιέγερση, για να αντιμετωπίσουμε πιθανές κρίσεις. Αλλιώς, μόλις απαιτείται επιπλέον προσπάθεια, θα αποδίδουμε χειρότερα από πριν!
Αυτό μπορεί επίσης να γίνει κατανοητό με τους όρους Καλό Άγχος ή Ευάγχος (‘Eustress’), πράγμα που μας βοηθά να αποδώσουμε, και Κακό Άγχος ή Δυσάγχος (‘Distress’), που αναστέλλει την επιτυχία μας.
Αλλά τί συμβαίνει στην περίπτωση του χρόνιου άγχους;
Το άγχος είναι μια κατάσταση υψηλής απόδοσης, πράγμα που σημαίνει ότι όλες οι δυνάμεις χρησιμοποιούνται για να αποδώσουν άμεσα
Το γεγονός αυτό έχει διάφορες λογικές επιπτώσεις: αν κάποιος χρησιμοποιεί ότι έχει για να αποδώσει στο παρόν, ο μακροπρόθεσμος σχεδιασμός ανατρέπεται.
Στην πράξη αυτό σημαίνει ότι η σωστή συντήρηση του σώματος αναστέλλεται: όλες οι σωματικές λειτουργίες βρίσκονται στο καλύτερο σημείο τους βραχυπρόθεσμα και όχι μακροπρόθεσμα. Καθώς το σώμα μας διαρκώς αναπλάθεται, π.χ. τα νεκρά κύτταρα και οι μύες καθαρίζονται και άλλα καινούργια παίρνουν τη θέση τους, το να κάνει κανείς διαρκώς ‘μπαλώματα’ και να εστιάζει σε βραχυπρόθεσμες επισκευές σημαίνει ότι (όπως και με ένα σπίτι) τα προβλήματα είναι πιο πιθανό να εμφανιστούν αργότερα. Σε ένα σπίτι αυτό θα μπορούσε να είναι ρωγμές στη στέγη και υγρασία που συσσωρεύεται σταδιακά μέσα στα χρόνια. Σε ένα σώμα είναι τα άσπρα μαλλιά, οι ρυτίδες, οι πόνοι και δυνάμει κάποιες σοβαρές ασθένειες, όπως ο καρκίνος.
Μια πολύ ενδιαφέρουσα επίπτωση του άγχους βλέπουμε στη μνήμη: Όταν ένα λιοντάρι κυνηγά έναν άνθρωπο (μια όντως στρεσογόνα κατάσταση), δεν είναι κατάλληλη η στιγμή για αυτόν να αναλογιστεί το νόημα της ζωής, ή ακόμη να αρχίσει να αναρωτιέται για τα φρέσκα λουλούδια που εμφανίστηκαν στο κοντινό δέντρο. Πράγματι, είναι καλύτερα να ασχοληθεί με αυτό που ξέρει, να κάνει τα βασικά και να τραπεί σε φυγή για να επιβιώσει.
Αυτή ακριβώς η ίδια λογική εξηγεί όχι μόνο γιατί οι άνθρωποι ξεχνούν πιο εύκολα όταν βρίσκονται σε κατάσταση άγχους, αλλά και γιατί είναι πιο δύσκολο για αυτούς να αφομοιώσουν νέες γνώσεις. Σε περιπτώσεις χρόνιου άγχους μπορούμε να οδηγηθούμε σε προβλήματα μνήμης.
Επιπροσθέτως, στην περίπτωση του χρόνιου άγχους, συχνά καταλήγουμε σε έναν φαύλο κύκλο: για παράδειγμα, κάποιος νιώθει ότι απειλείται στη δουλειά του και αγχώνεται για αυτό. Το γεγονός αυτό δημιουργεί μια αντίδραση που τον κρατάει σε υπερδιέγερση και δεν κοιμάται αρκετά. Έτσι, αισθάνεται αδύναμος και ευάλωτος στη δουλειά του, πράγμα που τον κάνει να νιώθει ακόμη περισσότερο αγχωμένος. Σε αυτές τις περιπτώσεις, το άτομο χρειάζεται να σπάσει τον κύκλο και να νιώσει ότι έχει τον έλεγχο της κατάστασης.
Εφόσον το άγχος είναι μια σωματική αντίδραση, η συνείδησή μας το παρατηρεί σχεδόν εξωτερικά, ενώ αισθάνεται την εσωτερική αλλαγή στάσης. Αυτό μπορούμε να το εξηγήσουμε με όρους συνειδητών/ υποσυνείδητων επιλογών και συμπτωμάτων που είτε τα αντιλαμβανόμαστε συνειδητά είτε όχι:
Από τη στιγμή που θα βρεθούμε σε μια κατάσταση, κάνουμε συνήθως τη υποσυνείδητη επιλογή να αγχωθούμε και να αντιδράσουμε με έναν από τους τέσσερις τρόπους που προαναφέρθηκαν.
Το γεγονός αυτό πυροδοτεί βιολογικούς μηχανισμούς των οποίων δεν έχουμε συνείδηση (π.χ. την παραγωγή αδρεναλίνης), πράγμα που οδηγεί σε συμπτώματα, τα οποία μπορούμε ή όχι να συνειδητοποιήσουμε –όπως τους γρήγορους καρδιακούς παλμούς ή τις ιδρωμένες παλάμες. Από τη στιγμή που τα συνειδητοποιούμε αυτά, μπορούμε να κάνουμε μια συνειδητή επιλογή είτε να αλλάξουμε την κατάστασή μας, δηλαδή να απαλλαγούμε από το άγχος ή να το χρησιμοποιήσουμε προς όφελός μας. Κάθε συνειδητή επιλογή που κάνουμε οδηγεί σε μια υποσυνείδητη αντίδραση μέσω του κύκλου που μόλις περιγράψαμε. Η συνειδητοποίηση των συμπτωμάτων άγχους που μπορεί να έχουμε είναι κάτι που μπορεί να διδαχθεί και κάτι στο οποίο μπορούμε να ασκηθούμε.
Η συνειδητή επιλογή που αναφέρθηκε προηγουμένως μπορεί να είναι μια ενέργεια νοητική ή σωματική. Μια σωματική ενέργεια για να αλλάξει κανείς την κατάσταση μπορεί απλώς να αποτελεί η μετάβαση σε ένα μη αγχωτικό περιβάλλον, π.χ. σε έναν κήπο· ενώ μια σωματική ενέργεια για να χρησιμοποιήσει κανείς για το άγχος θα μπορούσε να είναι η διοχέτευση ενέργειας σε κάποιο άθλημα.Με τον ίδιο τρόπο, μια νοητική ενέργεια να χρησιμοποιήσει κανείς το άγχος επ’ ωφελεία του θα ήταν να αρχίσει να οργανώνει την καταστολή της κατάστασης, ενώ μια νοητική ενέργεια για να αλλάξει την κατάσταση θα ήταν ο διαλογισμός.
Ενώ διάφορα φάρμακα μπορούν να βελτιώσουν τα συμπτώματα που δεν συνειδητοποιούμε (εμποδίζοντας για παράδειγμα κάποιους νευρομεταφορείς), είναι σαφές ότι μπορούμε επίσης να κάνουμε διάφορες επιλογές για να ελέγξουμε το άγχος μας. Επιπλέον, μέσω νοητικής (π.χ. ύπνωσης, διαλογισμού) και σωματικής άσκησης μπορούμε να βελτιώσουμε το μέρος που συνδέει τη συνειδητή επιλογή που κάνουμε (π.χ. να θέλουμε να χαλαρώσουμε/ να αλλάξουμε κατάσταση) με τις υποσυνείδητες επιπτώσεις που έχει αυτή η επιλογή (πηγαίνετε αμέσως σε ένα ρυθμισμένο, προκαθορισμένο ‘ασφαλές μέρος’ στο νου σας μέσω μιας τεχνικής αναπνοής).
Συνοψίζοντας, το άγχος αποτελεί ισχυρό εργαλείο και, αν επιλέξουμε να το χρησιμοποιήσουμε κατάλληλα, μπορούμε να οδηγηθούμε σε μακρύτερη και καλύτερη απόδοση από ότι συνήθως. Ωστόσο, για να μπορέσουμε να κάνουμε αυτή την επιλογή, πρέπει να θέσουμε τις βάσεις μέσω της άσκησης του νου και ίσως και του σώματος. Γνωρίζοντας και αναλαμβάνοντας την ευθύνη του πότε και πώς να χρησιμοποιούμε το άγχος μας μπορεί να μεταμορφώσει την καθημερινή μας εμπειρία: από το να είμαστε εγκλωβισμένοι σε έναν αγώνα δρόμου χωρίς διάλειμμα στην οδήγηση ενός αγωνιστικού αυτοκινήτου με μεγάλη επιτάχυνση!
______
~ George Economedes
Πηγή: humanadvanced.com
Επιλεξτε να γινετε οι πρωτοι που θα εχετε προσβαση στην Πληροφορια του Stranger Voice