Toυ Άρη Χατζηστεφάνου
Στρατιωτικά ελικόπτερα πετούν σε χαμηλό ύψος πάνω από κατοικημένες περιοχές μιας αμερικανικής μεγαλούπολης. Τεθωρακισμένα οχήματα με πυροβόλα όπλα περιπολούν σε έρημους κεντρικούς δρόμους, καθώς έχει επιβληθεί ολοκληρωτική απαγόρευση κυκλοφορίας. Αστυνομικοί, συνεπικουρούμενοι από στρατιώτες με προτεταμένα τα όπλα, πραγματοποιούν ελέγχους σε όποιο σπίτι επιθυμούν χωρίς ένταλμα έρευνας, ενώ προσάγουν άτομα τα οποία στερούνται βασικά δικαιώματα νομικής εκπροσώπησης. Όταν κριθεί απαραίτητο, πράκτορες του FBI πυροβολούν και σκοτώνουν υπόπτους.
Δεκάδες συγγραφείς επιστημονικής φαντασίας έχουν περιγράψει εδώ και χρόνια ανάλογο σκηνικό μιας μελλοντικής δυστοπικής κοινωνίας, ενώ αρκετοί σκηνοθέτες του Χόλιγουντ έχουν μεταφέρει αυτό το εφιαλτικό σενάριο στη μεγάλη οθόνη. Η εικόνα που περιγράφουμε όμως είναι πέρα για πέρα αληθινή και επικράτησε για ορισμένα εικοσιτετράωρα στη Βοστόνη, αμέσως μετά την τρομοκρατική επίθεση στο μαραθώνιο της πόλης, η οποία άφησε πίσω της τρεις νεκρούς και πάνω από διακόσιους τραυματίες.
Σχεδόν ένα χρόνο μετά, καθώς ολοκληρώνονται οι έρευνες που είχαν διαταχθεί σχετικά με τις συνθήκες της επίθεσης αλλά και την αντίδραση των Αρχών ασφαλείας, φαίνεται ότι όσοι είχαν χαρακτηρίσει την επιχείρηση του Στρατού σαν μια «εικόνα από το μέλλον» και σαν «πρόβα στρατιωτικού νόμου» επιβεβαιώνονται με το χειρότερο τρόπο. Ορισμένα από τα μεγαλύτερα αμερικανικά πανεπιστήμια, μάλιστα, καλούνται να προσφέρουν και το θεωρητικό υπόβαθρο που θα δικαιολογεί τέτοιου είδους «πραξικοπηματικές» επιχειρήσεις και στο μέλλον. Την ίδια στιγμή, μερικές από τις πιο αυταρχικές κυβερνήσεις που έχει γνωρίσει η Ευρώπη τις τελευταίες δεκαετίες παρακολουθούν με ενδιαφέρον τα τεκταινόμενα στην απέναντι πλευρά του Ατλαντικού, θέλοντας να επιβάλουν ανάλογο καθεστώς και στη Γηραιά Ήπειρο.
Τι προηγήθηκε
Τα πραγματικά γεγονότα που προηγήθηκαν της βομβιστικής επίθεσης στη Βοστόνη εξακολουθούν να καλύπτονται ακόμη και σήμερα από πέπλο μυστηρίου, παρά το γεγονός ότι τις τελευταίες μέρες δημοσιοποιήθηκαν τα πορίσματα και των τελευταίων ερευνών που διατάχθηκαν μετά την επίθεση. Είναι πλέον βέβαιο ότι ενώ οι αμερικανικές Αρχές, και συγκεκριμένα το FBI και η CIA, είχαν λάβει σαφείς προειδοποιήσεις από ρωσικές υπηρεσίες για τις διασυνδέσεις των τρομοκρατών με εξτρεμιστικά δίκτυα που δρουν στην Τσετσενία όχι μόνο τις αγνόησαν, αλλά σχεδόν «συνέδραμαν» στο έργο των βομβιστών. Είναι χαρακτηριστικό ότι ένας από τους φερόμενους ως δράστες, ο Ταμερλάν Τσαρνάγιεφ, βρισκόταν ήδη σε λίστα υπόπτων για τρομοκρατία, ενώ οι ρωσικές Αρχές είχαν ζητήσει ρητά από τις ΗΠΑ να μην του επιτραπεί η έξοδος από τη χώρα. To FBI όμως, ενώ είχε ήδη προσεγγίσει τον Τσαρνάγιεφ και την οικογένειά του από το 2011 για να διερευνήσει τις καταγγελίες, του επέτρεψε να ταξιδέψει στη ρωσική επαρχία του Νταγκεστάν στο Βόρειο Καύκασο, όπου ήρθε σε επαφή με γνωστές ομάδες ενόπλων που χαρακτηρίζονται ως τρομοκρατικές όχι μόνο από τη Ρωσία, αλλά και από τις ΗΠΑ. Τη στιγμή, μάλιστα, που οι αμερικανικές Αρχές έχουν κατηγορηθεί στο παρελθόν ότι απαγορεύουν την είσοδο στις ΗΠΑ -ή υποβάλλουν σε εξευτελιστικές διαδικασίες ελέγχου- ακόμη και σε ακαδημαϊκούς ξένων χωρών που έχουν ασκήσει κριτική στην αμερικανική πολιτική, ο Τσαρνάγιεφ επέστρεψε ανενόχλητος στη χώρα χωρίς καν τον τυπικό έλεγχο στο αεροδρόμιο.
Οι πληροφορίες αυτές φαίνεται να δίνουν μεγαλύτερη βαρύτητα στην καταγγελία των δικηγόρων της οικογένειας Τσαρνάγιεφ ότι το FBI είχε επιχειρήσει να στρατολογήσει το γιο τους σαν πληροφοριοδότη. Τα στοιχεία φαίνεται να αποδεικνύουν ότι οι Αρχές κινούνταν σε δύο επίπεδα: οι υπάλληλοι της CIA και του FBI συνέλεγαν και επεξεργάζονταν, ως όφειλαν, τις πληροφορίες που είχαν στη διάθεση τους, όμως καμία από τις πληροφορίες αυτές δεν μεταφραζόταν σε συγκεκριμένες ενέργειες που θα μπορούσαν να αποτρέψουν την επίθεση.
Η αρμόδια Επιτροπή για Θέματα Εσωτερικής Ασφαλείας της Βουλής των Αντιπροσώπων, αν και καταγράφει τα σχετικά περιστατικά σε έκθεσή της, τα αποδίδει απλώς σε κακό συντονισμό μεταξύ της ομοσπονδιακής αστυνομίας και της CIA με τα τοπικά αστυνομικά τμήματα.
Όποιο κι αν είναι το παρασκήνιο της βομβιστικής επίθεσης, αρκετοί σχολιαστές επικεντρώνουν τώρα το ενδιαφέρον τους στην επόμενη μέρα της επίθεσης, όταν με εντολή της Ουάσιγκτον επιβλήθηκε ένα είδος στρατιωτικού νόμου σε μια από τις μεγαλύτερες πόλεις των ΗΠΑ.
Μελέτη του Χάρβαρντ
Η αντίδραση του στρατού και της αστυνομίας αποτέλεσε το αντικείμενο μελέτης του προγράμματος διαχείρισης κρίσεων στη Σχολή Κένεντι του Πανεπιστημίου του Χάρβαρντ. Οι ερευνητές του γνωστού πανεπιστημίου όχι μόνο δικαιολογούν όλες τις κινήσεις των Αρχών ασφαλείας, παρά το γεγονός ότι αρκετές από αυτές αντιστρατεύονται το πνεύμα αλλά και γράμμα του αμερικανικού Συντάγματος, αλλά παρουσιάζουν την απαγόρευση κυκλοφορίας και την ανάπτυξη στρατιωτικών δυνάμεων σε αστικά κέντρα ως την πλέον ενδεδειγμένη λύση για την αντιμετώπιση ανάλογων καταστάσεων. Οι αστυνομικοί που εισέβαλαν με όπλα στα σπίτια ανυποψίαστων πολιτών παρουσιάζονται στην έρευνα ως «ιδιαίτερα ευγενικοί και επαγγελματίες», ενώ τονίζεται η «οικειοθελής συνεργασία» του τοπικού πληθυσμού με τις Αρχές ασφαλείας. Η έρευνα του Χάρβαρντ δεν αναφέρεται στις καταγγελίες που είχαν πραγματοποιήσει τότε αξιωματούχοι της αστυνομίας της Βοστόνης, ότι το FBI τους κρατούσε σε απόλυτο σκοτάδι σχετικά με το παρελθόν του Τσαρνάγιεφ.
Ίσως, πάντως, το μεγαλύτερο πρόβλημα να είναι ότι αρκετές ευρωπαϊκές χώρες αλλά και μέσα ενημέρωσης φαίνεται να παρακολουθούν και να αντιγράφουν και την πρακτική των ΗΠΑ. Δεν έχει περάσει άλλωστε, ούτε ένας χρόνος από τη στιγμή που και ελληνικά ΜΜΕ, όπως η ιστοσελίδα Protagon του Σταύρου Θεοδωρά υποστήριζαν ότι οι ελληνικές Αρχές όχι μόνο θα πρέπει να έχουν το δικαίωμα να επιβάλλουν απαγορεύσεις κυκλοφορίας στους πολίτες σε ανάλογες περιπτώσεις αλλά και να καταστρατηγούν αυτό που στις Ηνωμένες Πολιτείες αποκαλείται «προειδοποίηση Μιράντα», δηλαδή την υποχρέωση των Αρχών να ενημερώνουν έναν κρατούμενο για τα δικαιώματά του πριν αρχίσουν να τον ανακρίνουν.
Η στάση των αμερικανικών Αρχών, μας εξηγούσε πρόσφατα ο γνωστός συγγραφέας και αναλυτής Ταρίκ Αλί, αποτελεί έκφανση ενός νέου αυταρχισμού που κυριαρχεί σταδιακά όχι μόνο στις HΠΑ αλλά και στην Ευρώπη. «Η επιχείρηση στη Βοστόνη», σημείωνε ο ίδιος, «αποτελούσε απλώς μια μεγάλη πρόβα ώστε να διαπιστώσουν εάν είναι σε θέση να επιβάλουν ανά πάσα στιγμή τέτοιου είδους απαγορεύσεις κυκλοφορίας και καταπάτηση θεμελιωδών δικαιωμάτων των πολιτών. Γνωρίζουν πολύ καλά, ανέφερε στα «Επίκαιρα» ο Ταρίκ Αλί, «ότι η πολιτική τους προκαλεί αντιδράσεις που μπορεί να ξεφύγουν από τον έλεγχο. Θέλουν, λοιπόν να δουν σε πειραματικό επίπεδο πώς θα είναι σε θέση να τσακίσουν αυτές τις αντιδράσεις».
Επιλεξτε να γινετε οι πρωτοι που θα εχετε προσβαση στην Πληροφορια του Stranger Voice