Περπατώ στο δρόμο, κοιτώ γύρω μου και δεν καταλαβαίνω πως βρεθήκαμε όλοι μας σε αυτήν την κατάντια, όταν το ανθρώπινο πνεύμα είναι τόσο υπέροχο και θεϊκό και έχει καταφέρει τόσους πολλούς πνευματικούς θριάμβους. Πώς την πατήσαμε έτσι, χωρίς να το καταλάβουμε; Πώς βρεθήκαμε αδιαμαρτύρητα σε αυτήν την καθημερινή μιζέρια, σε αυτήν την απογοητευτική και αποθαρρυντική και απαράδεκτη καθημερινή πραγματικότητα;
Πώς, αντί να υλοποιηθούν τα ευγενή όνειρα και οράματα της ανθρωπότητας, και να ζούμε μέσα σε αυτό που τώρα ονομάζουμε Ουτοπία (ο ου-τόπος, ο μη-τόπος, ο τόπος που δεν υπάρχει), βρεθήκαμεφυλακισμένοι στη Μαύρη Σιδερένια Φυλακή (όπως γνωστικά αποκαλεί τον κόσμο ο Philip K. Dick), σε αυτήν την ασχήμια, στο καθημερινό αδιέξοδο, στην ομηρία, στην υλοποιημένη και παγιωμένη προσβολή εναντίον του ανθρώπινου πνεύματος, αποκαρδιωμένοι και αυτοματικοί, παραδομένοι και απελπισμένοι;
Γιατί δεν κάνουμε μια γενναία προσωπική επανάσταση ενάντια σε αυτό το σιχαμένο πράγμα που έχει κατασκευαστεί τεχνητά γύρω μας και μέσα μας, και που μας δεσμεύει με τόσο άπειρους τρόπους στις μεγαλύτερες ανοησίες και βιασμούς της ψυχής μας;
Γιατί δεν αποζητούμε με όλους τους τρόπους την ελευθερία μας, την αληθινή προσωπική και ατομική ελευθερία μας, τη δικαίωση των ονείρων μας, την υλοποίηση των βαθύτερων και ανομολόγητων αγνών επιθυμιών μας, τα δημιουργικά οράματά μας, τη δικαίωση του έρωτά μας για την αληθινή ζωή μαζί με αληθινούς ανθρώπους και όχι με ανθρωπάρια που σέρνονται ετοιμοθάνατα από ‘δω κι από ‘κει νομίζοντας ό,τι ζουν;
Γιατί δεν δραπετεύουμε άμεσα από αυτή τη συνωμοσία, στην οποία δεν συμμετείχαμε ποτέ, που μας οδήγησε με συνοπτικές διαδικασίες σε μια φυλακή του πνεύματος και του σώματος και των δυνατοτήτων και πιθανοτήτων, που μας κλείδωσε στην κατάσταση του να μη ξέρουμε τι μας γίνεται, του να αγωνιζόμαστε για σαχλαμάρες που θα αντικαταστήσουν την αίσθησή μας για τη ζωή;
Που μας οδήγησε καταναγκαστικά σε ανύπαρκτες και αφύσικες υποχρεώσεις, σε άχρηστα ή ευνόητα δικαιώματα, σε τεχνητές ευθύνες, σε απαράδεκτα περιβάλλοντα, σε αναγκαστικό συγχρωτισμό με τους χειρότερους ανθρώπους, σε καταρράκωση του ανθρώπινου νου, σε ευνουχισμό και στείρωση των μοναδικών ιδιαίτερων ανθρώπινων δυνατοτήτων: της φαντασίας, της έμπνευσης, της ελπίδας, της διανόησης, της δημιουργίας, του έρωτα, του πόθου, της περιπέτειας, της εξερεύνησης, της κατανόησης, της υπέρβασης.
Γιατί δεν επαναστατούμε άμεσα με όλες μας τις δυνάμεις, φανερά ή κρυφά,
ενάντια στην προσωπική φυλακή μας;
Αλλιώς, γιατί να ζούμε; Απλά για να επιβιώσουμε; Τι να επιβιώσει; Το σιχαμένο πράγμα στο οποίο έχουμε μεταμορφωθεί που είναι για λύπηση; Ποιοι είμαστε στ’ αλήθεια; Τι έχουμε να πούμε; Τι έχουμε να κάνουμε στ’ αλήθεια; Που θα μας βγάλουν όλα αυτά; Ποια κληρονομιά θα αφήσουμε για το μέλλον; Τι θα απαντήσουμε στα παιδιά μας όταν θα μας ρωτήσουν; Τι θα σκεφτόμαστε στο νεκροκρέβατό μας όταν θα έχουν τελειώσει τα ψέματα; Τι κάναμε στη ζωή μας;
Γιατί ζήσαμε; Γιατί τελικά δεν κάναμε αυτά που ονειρευόμασταν; Τι φοβόμασταν; Τι σημαντικό κάναμε; Τι θα απαντήσουμε στον Δημιουργό μας; Τι θα πούμε στις επόμενες γενιές; Θα τους αφήσουμε τη δειλία μας, τους τρόμους μας, τα λάθη μας και την ανοησία μας, την άγνοιά μας, την απελπισία μας και το αδιέξοδό μας;
Ή μήπως θα τους πούμε να είναι ευχαριστημένοι που τους αφήνουμε την αλαζονεία μας, την τεχνολογία μας, τα λεφτά μας, τα ήθη και τους νόμους και το κύρος και το Κατεστημένο μας;
Γιατί δεν γινόμαστε καλύτεροι; Γιατί δεν επαναστατήσαμε; Γιατί δεν πολεμήσαμε; Γιατί δεν δραπετεύσαμε από το άδικο συμβόλαιο που υπογράψαμε χωρίς να γνωρίζουμε τους όρους του; Γιατί δεν αντισταθήκαμε; Γιατί δεν αναρωτηθήκαμε; Γιατί, όταν εμείς το καταλάβαμε, όσοι το καταλάβαμε, δεν ενημερώσαμε και τους άλλους ανθρώπους για το τι συμβαίνει;
Γιατί δεν κάναμε άμεσα και δυναμικά κάτι γι’ αυτό, για τον εαυτό μας; Γιατί φοβηθήκαμε;
Τι φοβηθήκαμε;
Τι χειρότερο θα μπορούσε να μας συμβεί πέρα από αυτήν την κόλαση στην οποία ζούμε;
Θα μου πείτε, τουλάχιστον ζούμε. Κουτσά-στραβά, επιβιώνουμε. Θα μπορούσαμε να είμαστε πεθαμένοι ή άρρωστοι, θα μου πείτε. Μα, είμαστε! Ζούμε τη ζωή του πλήθους, δεμένοι χειροπόδαρα, σαν νεκροί ή σαν άρρωστοι, αποδεχόμενοι αυτήν την εχθρική πραγματικότητα, και έχουμε περιορίσει τον αληθινό μας εαυτό στις φαντασιώσεις. Κι έπειτα δεν μπορούμε ούτε κι αυτές να τις φαντασιωθούμε γιατί ούτε κι αυτό επιτρέπεται, και ούτε να μιλήσουμε γι’ αυτές μπορούμε. Και πρόκειται να πεθάνουμε. Η ζωή περνάει και φεύγει και δεν γυρίζει πίσω. Το ρολόι μετράει τα λεπτά αμείλικτα, το κάνει κι όταν εσύ δεν προσέχεις τι κάνει. Χάνουμε πολύτιμο χρόνο. Θα πεθάνουμε, αργά ή γρήγορα.
Θα μας θυμάται κανείς; Θα έχει καμιά σημασία το ότι υπήρξαμε κάποτε κι εμείς εδώ; Θα έχει άραγε σημασία πώς νιώθαμε, γιατί δεν κάναμε όσα δεν κάναμε, ποιος είχε δίκιο και ποιος είχε άδικο, ποιες ήταν οι αδυναμίες μας και οι δικαιολογίες μας; Μήπως δεν θα είμαστε παρά αμελητέα συμβάντα, μέχρι και για τον ίδιο μας τον εαυτό; Μήπως δεν θα είμαστε σκουπίδια που κάποιος θα παραπετάξει μέσα σε μια τρύπα; Μήπως δεν θα θαφτούμε έτσι κι αλλιώς για πάντα;
Μήπως είμαστε από τώρα ξεγραμμένοι και θαμμένοι; Είμαστε στ’ αλήθεια; Όσο έχουμε χρόνο ακόμη για να αντιδράσουμε, δεν είμαστε στ’ αλήθεια ξεγραμμένοι. Αλλά ο χρόνος δεν θα μας περιμένει. Και μετά θα είμαστε στ’ αλήθεια πεθαμένοι. Πεταμένοι και θαμμένοι και αληθινά ανήμποροι.
Πολλοί ονειρεύονται την «άλλη ζωή» στην «άλλη πλευρά». Ποια «άλλη ζωή»; Νομίζετε ότι αξίζετε μια άλλη ζωή; Εσείς ποιοι; Οι πειθήνιοι υπηρέτες του δεινόσαυρου που καταβροχθίζει τις ζωές σαν να είναι φιστίκια; Εσείς ποιοι; Οι σιχαμένοι φοβητσιάρηδες μισαλλόδοξοι υποκριτές άψυχα ανθρώπινα ανδρείκελα; Εσείς; Ποιοι;
Οι καταπιεσμένοι κρυφοί μικροί εαυτοί σας που ποτέ δεν εκδηλώθηκαν και δεν υπήρξαν ποτέ στ’ αλήθεια; Ή μήπως εσείς οι σοφοί που παρ’ όλα αυτά ελπίζετε σε μια «άλλη ζωή», υπονοώντας ότι κάποιος θα σας λυπηθεί και θα σας τη δώσει, παραδεχόμενοι ότι είστε απλώς για λύπηση; Κύριε Ελέησον, Κύριε Ελέησον, και όλα καλά –θα γίνουν όλα στην άλλη ζωή.
Ποιος είναι ο Κύριος σας; Ο εδώ ή ο «εκεί»; Και γιατί να σας ελεήσει; Η «άλλη ζωή» δεν είναι παρά αυτή που βαθιά θέλετε –και πρέπει– να ζήσετε αλλά δεν τη ζείτε. Δεν κάνετε τίποτε για να τη ζήσετε. Την έχετε ξεχάσει κιόλας… Και γι’ αυτό δεν σας αξίζει μια «άλλη ζωή». Καλά λένε οι άθεοι υλιστές ότι είναι εξουσιαστική επινόηση. Τουλάχιστον, ακόμη και αν κάνουν λάθος, λένε κάτι τολμηρό ενάντια στην εξουσία του κόσμου.
Ποιος πρόδωσε όλα τα ευγενή πρότυπα του Ανθρώπου και μας δέσμευσε σε αυτήν την κατάντια; Ποιος είναι;;; Εσύ! Εσύ που διαβάζεις αυτές τις γραμμές. Εγώ που τις γράφω. Είμαστε –ως τώρα– προδότες του ανθρώπινου πνεύματος, προδότες των αληθινών ανθρώπων, προδότες των θεών, προδότες της φύσης και του σύμπαντος, προδότες των άστρων, προδότες των ελπίδων και των ονείρων, προδότες των ευγενών πνευματικών πατέρων και μητέρων μας, προδότες της αληθινής ζωής.
Αν δεν αποφασίσουμε να ζήσουμε στ’ αλήθεια και να υπερβούμε τον μικρό δειλό εαυτό μας, αν δεν πολεμήσουμε τον κόσμο και την κατάντια μας και τους δεσμοφύλακές μας, αν δεν αναζητήσουμε το Θαυμαστό, την Ουτοπία, αν δεν εκφράσουμε και δεν υλοποιήσουμε το Όνειρο.
Αυτή τη στιγμή, τώρα, όσο έχουμε καιρό ακόμη, πρέπει να επαναστατήσουμε προσωπικά, να αποτινάξουμε τον ζυγό από μέσα μας, να φωτιστούμε στο σκοτάδι μας, να ζήσουμε στ’ αλήθεια, όπως ζουν οι άνθρωποι πλέον μόνο στα μυθιστορήματα, πρέπει να επιλέξουμε να ζούμε μαζί με τους αληθινούς ομοίους μας, να συνωμοτήσουμε μεταξύ μας αν χρειαστεί ενάντια στη δεδομένη πραγματικότητα για να το καταφέρουμε.
Να πολεμήσουμε ακόμη και κρυφά κι αντιστασιακά, να κάνουμε όλα όσα ονειρευόμαστε, τώρα, να τα υλοποιήσουμε κι έτσι να δώσουμε χώρο στον νου να ονειρευτεί περισσότερα, και να τα υλοποιήσουμε κι εκείνα, να προχωρήσουμε δυναμικά και συνειδητά επιτέλους στη μεγάλη περιπέτεια της ζωής, τη μεγάλη περιπέτεια του Ανθρώπου, που δεν βρέθηκε εδώ στον κόσμο από σύμπτωση όπως λένε κάποιοι, χωρίς να ξέρουν ότι αυτό που λένε σημαίνει ότι η σύμπτωση κατανοεί τη σύμπτωση, κι άρα είναι μια σύμπτωση με νόημα, και άρα δεν είναι σύμπτωση.
Ίσως δεν θα υπάρξει άλλη ευκαιρία, η ευκαιρία είναι τώρα! Τη νέα χρονιά που έρχεται. Το 2012! Τη χρονιά της Αποκάλυψης. Της δικής μας Αποκάλυψης. Τη χρονιά που θα αφυπνίσουμε τον αληθινό εαυτό μας και θα τον αποκαλύψουμε και θα τον αφήσουμε επιτέλους να ζήσει, τη χρονιά που θα αρχίσει να αλλάζει ο κόσμος μας, μέσα από εμάς.
Τόλμησέ το!
Τώρα!
Ξύπνα!
Αναγεννήσου!
Κάνε το όνειρο αληθινό!
Ποτέ δεν είναι αργά…
© Pantelis Giannoulakis αποκλειστικά στο miastala
© εικόνες miastala
η αντιγραφή επιτρέπεται με σύνδεσμο στο άρθρο.
———————————————————————————————————-
Ο κόσμος που βλέπουμε γύρω μας δεν είναι στ’ αλήθεια γύρω μας, αλλά μέσα στο μυαλό μας. Η απαγορευτική πινακίδα που βλέπω στη γωνία του δρόμου της πόλης, δεν είναι στ’ αλήθεια στη γωνία του δρόμου, είναι μέσα στο μυαλό μου. Οι άνθρωποι που βλέπω, δεν ζουν γύρω μου, ζουν μέσα στο μυαλό μου (και δεν ξέρω ποιοι είναι στ’ αλήθεια, εγώ ξέρω μόνο εμένα, κι αυτά που ξέρω γι’ αυτούς δεν είναι παρά πράγματα που ξέρω για μένα, μεταμφιεσμένα)…
Δεν βλέπουν τα μάτια μας τον κόσμο. Το μυαλό μας είναι που τον βλέπει.
πηγη
Φιλε μου ο σημερινός εχθρός σου είναι η παραπληροφόρηση των μεγάλων καναλιών. Αν είδες κάτι που σε άγγιξε , κάτι που το θεωρείς σωστό, ΜΟΙΡΆΣΟΥ ΤΟ ΤΩΡΑ με ανθρώπους που πιστεύεις οτι θα το αξιολογήσουν και θα επωφεληθούν απο αυτό! Μην μένεις απαθής. Πρώτα θα νικήσουμε την ύπνωση και μετά ΟΛΟΙ ΜΑΖΙ τα υπόλοιπα.