Περπατώ στο δρόμο, κοιτώ γύρω μου και δεν καταλαβαίνω πως βρεθήκαμε όλοι μας σε αυτήν την κατάντια, όταν το ανθρώπινο πνεύμα είναι τόσο υπέροχο και θεϊκό και έχει καταφέρει τόσους πολλούς πνευματικούς θριάμβους. Πώς την πατήσαμε έτσι, χωρίς να το καταλάβουμε; Πώς βρεθήκαμε αδιαμαρτύρητα σε αυτήν την καθημερινή μιζέρια, σε αυτήν την απογοητευτική και αποθαρρυντική και απαράδεκτη καθημερινή πραγματικότητα;
Πώς, αντί να υλοποιηθούν τα ευγενή όνειρα και οράματα της ανθρωπότητας, και να ζούμε μέσα σε αυτό που τώρα ονομάζουμε Ουτοπία (ο ου-τόπος, ο μη-τόπος, ο τόπος που δεν υπάρχει), βρεθήκαμε φυλακισμένοι στη Μαύρη Σιδερένια Φυλακή (όπως γνωστικά αποκαλεί τον κόσμο ο Philip K. Dick), σε αυτήν την ασχήμια, στο καθημερινό αδιέξοδο, στην ομηρία, στην υλοποιημένη και παγιωμένη προσβολή εναντίον του ανθρώπινου πνεύματος, αποκαρδιωμένοι και αυτοματικοί, παραδομένοι και απελπισμένοι;
Γιατί δεν κάνουμε μια γενναία προσωπική επανάσταση ενάντια σε αυτό το σιχαμένο πράγμα που έχει κατασκευαστεί τεχνητά γύρω μας και μέσα μας, και που μας δεσμεύει με τόσο άπειρους τρόπους στις μεγαλύτερες ανοησίες και βιασμούς της ψυχής μας;
Γιατί δεν αποζητούμε με όλους τους τρόπους την ελευθερία μας, την αληθινή προσωπική και ατομική ελευθερία μας, τη δικαίωση των ονείρων μας, την υλοποίηση των βαθύτερων και ανομολόγητων αγνών επιθυμιών μας, τα δημιουργικά οράματά μας, τη δικαίωση του έρωτά μας για την αληθινή ζωή μαζί με αληθινούς ανθρώπους και όχι με ανθρωπάρια που σέρνονται ετοιμοθάνατα από ‘δω κι από ‘κει νομίζοντας ό,τι ζουν;
Γιατί δεν δραπετεύουμε άμεσα από αυτή τη συνωμοσία, στην οποία δεν συμμετείχαμε ποτέ, που μας οδήγησε με συνοπτικές διαδικασίες σε μια φυλακή του πνεύματος και του σώματος και των δυνατοτήτων και πιθανοτήτων, που μας κλείδωσε στην κατάσταση του να μη ξέρουμε τι μας γίνεται, του να αγωνιζόμαστε για σαχλαμάρες που θα αντικαταστήσουν την αίσθησή μας για τη ζωή;
Που μας οδήγησε καταναγκαστικά σε ανύπαρκτες και αφύσικες υποχρεώσεις, σε άχρηστα ή ευνόητα δικαιώματα, σε τεχνητές ευθύνες, σε απαράδεκτα περιβάλλοντα, σε αναγκαστικό συγχρωτισμό με τους χειρότερους ανθρώπους, σε καταρράκωση του ανθρώπινου νου, σε ευνουχισμό και στείρωση των μοναδικών ιδιαίτερων ανθρώπινων δυνατοτήτων: της φαντασίας, της έμπνευσης, της ελπίδας, της διανόησης, της δημιουργίας, του έρωτα, του πόθου, της περιπέτειας, της εξερεύνησης, της κατανόησης, της υπέρβασης.
Γιατί δεν επαναστατούμε άμεσα με όλες μας τις δυνάμεις, φανερά ή κρυφά,
ενάντια στην προσωπική φυλακή μας;
Αλλιώς, γιατί να ζούμε; Απλά για να επιβιώσουμε; Τι να επιβιώσει; Το σιχαμένο πράγμα στο οποίο έχουμε μεταμορφωθεί που είναι για λύπηση; Ποιοι είμαστε στ’ αλήθεια; Τι έχουμε να πούμε; Τι έχουμε να κάνουμε στ’ αλήθεια; Που θα μας βγάλουν όλα αυτά; Ποια κληρονομιά θα αφήσουμε για το μέλλον; Τι θα απαντήσουμε στα παιδιά μας όταν θα μας ρωτήσουν; Τι θα σκεφτόμαστε στο νεκροκρέβατό μας όταν θα έχουν τελειώσει τα ψέματα; Τι κάναμε στη ζωή μας;
Γιατί ζήσαμε; Γιατί τελικά δεν κάναμε αυτά που ονειρευόμασταν; Τι φοβόμασταν; Τι σημαντικό κάναμε; Τι θα απαντήσουμε στον Δημιουργό μας; Τι θα πούμε στις επόμενες γενιές; Θα τους αφήσουμε τη δειλία μας, τους τρόμους μας, τα λάθη μας και την ανοησία μας, την άγνοιά μας, την απελπισία μας και το αδιέξοδό μας;
Ή μήπως θα τους πούμε να είναι ευχαριστημένοι που τους αφήνουμε την αλαζονεία μας, την τεχνολογία μας, τα λεφτά μας, τα ήθη και τους νόμους και το κύρος και το Κατεστημένο μας;
Γιατί δεν γινόμαστε καλύτεροι; Γιατί δεν επαναστατήσαμε; Γιατί δεν πολεμήσαμε; Γιατί δεν δραπετεύσαμε από το άδικο συμβόλαιο που υπογράψαμε χωρίς να γνωρίζουμε τους όρους του; Γιατί δεν αντισταθήκαμε; Γιατί δεν αναρωτηθήκαμε; Γιατί, όταν εμείς το καταλάβαμε, όσοι το καταλάβαμε, δεν ενημερώσαμε και τους άλλους ανθρώπους για το τι συμβαίνει;
Γιατί δεν κάναμε άμεσα και δυναμικά κάτι γι’ αυτό, για τον εαυτό μας; Γιατί φοβηθήκαμε;
Τι φοβηθήκαμε;
Τι χειρότερο θα μπορούσε να μας συμβεί πέρα από αυτήν την κόλαση στην οποία ζούμε;
Θα μου πείτε, τουλάχιστον ζούμε. Κουτσά-στραβά, επιβιώνουμε. Θα μπορούσαμε να είμαστε πεθαμένοι ή άρρωστοι, θα μου πείτε. Μα, είμαστε! Ζούμε τη ζωή του πλήθους, δεμένοι χειροπόδαρα, σαν νεκροί ή σαν άρρωστοι, αποδεχόμενοι αυτήν την εχθρική πραγματικότητα, και έχουμε περιορίσει τον αληθινό μας εαυτό στις φαντασιώσεις. Κι έπειτα δεν μπορούμε ούτε κι αυτές να τις φαντασιωθούμε γιατί ούτε κι αυτό επιτρέπεται, και ούτε να μιλήσουμε γι’ αυτές μπορούμε. Και πρόκειται να πεθάνουμε. Η ζωή περνάει και φεύγει και δεν γυρίζει πίσω. Το ρολόι μετράει τα λεπτά αμείλικτα, το κάνει κι όταν εσύ δεν προσέχεις τι κάνει. Χάνουμε πολύτιμο χρόνο. Θα πεθάνουμε, αργά ή γρήγορα.
Θα μας θυμάται κανείς; Θα έχει καμιά σημασία το ότι υπήρξαμε κάποτε κι εμείς εδώ; Θα έχει άραγε σημασία πώς νιώθαμε, γιατί δεν κάναμε όσα δεν κάναμε, ποιος είχε δίκιο και ποιος είχε άδικο, ποιες ήταν οι αδυναμίες μας και οι δικαιολογίες μας; Μήπως δεν θα είμαστε παρά αμελητέα συμβάντα, μέχρι και για τον ίδιο μας τον εαυτό; Μήπως δεν θα είμαστε σκουπίδια που κάποιος θα παραπετάξει μέσα σε μια τρύπα; Μήπως δεν θα θαφτούμε έτσι κι αλλιώς για πάντα;
Μήπως είμαστε από τώρα ξεγραμμένοι και θαμμένοι; Είμαστε στ’ αλήθεια; Όσο έχουμε χρόνο ακόμη για να αντιδράσουμε, δεν είμαστε στ’ αλήθεια ξεγραμμένοι. Αλλά ο χρόνος δεν θα μας περιμένει. Και μετά θα είμαστε στ’ αλήθεια πεθαμένοι. Πεταμένοι και θαμμένοι και αληθινά ανήμποροι.
Πολλοί ονειρεύονται την «άλλη ζωή» στην «άλλη πλευρά». Ποια «άλλη ζωή»; Νομίζετε ότι αξίζετε μια άλλη ζωή; Εσείς ποιοι; Οι πειθήνιοι υπηρέτες του δεινόσαυρου που καταβροχθίζει τις ζωές σαν να είναι φιστίκια; Εσείς ποιοι; Οι σιχαμένοι φοβητσιάρηδες μισαλλόδοξοι υποκριτές άψυχα ανθρώπινα ανδρείκελα; Εσείς; Ποιοι;
Οι καταπιεσμένοι κρυφοί μικροί εαυτοί σας που ποτέ δεν εκδηλώθηκαν και δεν υπήρξαν ποτέ στ’ αλήθεια; Ή μήπως εσείς οι σοφοί που παρ’ όλα αυτά ελπίζετε σε μια «άλλη ζωή», υπονοώντας ότι κάποιος θα σας λυπηθεί και θα σας τη δώσει, παραδεχόμενοι ότι είστε απλώς για λύπηση; Κύριε Ελέησον, Κύριε Ελέησον, και όλα καλά –θα γίνουν όλα στην άλλη ζωή.
Ποιος είναι ο Κύριος σας; Ο εδώ ή ο «εκεί»; Και γιατί να σας ελεήσει; Η «άλλη ζωή» δεν είναι παρά αυτή που βαθιά θέλετε –και πρέπει– να ζήσετε αλλά δεν τη ζείτε. Δεν κάνετε τίποτε για να τη ζήσετε. Την έχετε ξεχάσει κιόλας… Και γι’ αυτό δεν σας αξίζει μια «άλλη ζωή». Καλά λένε οι άθεοι υλιστές ότι είναι εξουσιαστική επινόηση. Τουλάχιστον, ακόμη και αν κάνουν λάθος, λένε κάτι τολμηρό ενάντια στην εξουσία του κόσμου.
Ποιος πρόδωσε όλα τα ευγενή πρότυπα του Ανθρώπου και μας δέσμευσε σε αυτήν την κατάντια; Ποιος είναι;;; Εσύ! Εσύ που διαβάζεις αυτές τις γραμμές. Εγώ που τις γράφω. Είμαστε –ως τώρα– προδότες του ανθρώπινου πνεύματος, προδότες των αληθινών ανθρώπων, προδότες των θεών, προδότες της φύσης και του σύμπαντος, προδότες των άστρων, προδότες των ελπίδων και των ονείρων, προδότες των ευγενών πνευματικών πατέρων και μητέρων μας, προδότες της αληθινής ζωής.
Αν δεν αποφασίσουμε να ζήσουμε στ’ αλήθεια και να υπερβούμε τον μικρό δειλό εαυτό μας, αν δεν πολεμήσουμε τον κόσμο και την κατάντια μας και τους δεσμοφύλακές μας, αν δεν αναζητήσουμε το Θαυμαστό, την Ουτοπία, αν δεν εκφράσουμε και δεν υλοποιήσουμε το Όνειρο.
Αυτή τη στιγμή, τώρα, όσο έχουμε καιρό ακόμη, πρέπει να επαναστατήσουμε προσωπικά, να αποτινάξουμε τον ζυγό από μέσα μας, να φωτιστούμε στο σκοτάδι μας, να ζήσουμε στ’ αλήθεια, όπως ζουν οι άνθρωποι πλέον μόνο στα μυθιστορήματα, πρέπει να επιλέξουμε να ζούμε μαζί με τους αληθινούς ομοίους μας, να συνωμοτήσουμε μεταξύ μας αν χρειαστεί ενάντια στη δεδομένη πραγματικότητα για να το καταφέρουμε.
Να πολεμήσουμε ακόμη και κρυφά κι αντιστασιακά, να κάνουμε όλα όσα ονειρευόμαστε, τώρα, να τα υλοποιήσουμε κι έτσι να δώσουμε χώρο στον νου να ονειρευτεί περισσότερα, και να τα υλοποιήσουμε κι εκείνα, να προχωρήσουμε δυναμικά και συνειδητά επιτέλους στη μεγάλη περιπέτεια της ζωής, τη μεγάλη περιπέτεια του Ανθρώπου, που δεν βρέθηκε εδώ στον κόσμο από σύμπτωση όπως λένε κάποιοι, χωρίς να ξέρουν ότι αυτό που λένε σημαίνει ότι η σύμπτωση κατανοεί τη σύμπτωση, κι άρα είναι μια σύμπτωση με νόημα, και άρα δεν είναι σύμπτωση.
Ίσως δεν θα υπάρξει άλλη ευκαιρία, η ευκαιρία είναι τώρα! Τη νέα χρονιά που έρχεται. Το 2012! Τη χρονιά της Αποκάλυψης. Της δικής μας Αποκάλυψης. Τη χρονιά που θα αφυπνίσουμε τον αληθινό εαυτό μας και θα τον αποκαλύψουμε και θα τον αφήσουμε επιτέλους να ζήσει, τη χρονιά που θα αρχίσει να αλλάζει ο κόσμος μας, μέσα από εμάς.
Τόλμησέ το!
Τώρα!
Ξύπνα!
Αναγεννήσου!
Κάνε το όνειρο αληθινό!
Ποτέ δεν είναι αργά…
© Pantelis Giannoulakis αποκλειστικά στο miastala
© εικόνες miastala
η αντιγραφή επιτρέπεται με σύνδεσμο στο άρθρο.
Κόσμος, Δεν Είναι Η Γειτονιά Σου
Αν η κοντινή σας αλήθεια (της γειτονιάς σας) σας φαίνεται τόσο αληθινή ώστε να μοιάζουν εξωπραγματικές οι μακρινές σας αλήθειες, (γεγονός που καθιστά το ανθρώπινο Φανταστικό τόσο ακραία εξωπραγματικό), φανταστείτε –αν μπορείτε– πόσο εξωπραγματικές είναι για σας οι αλήθειες που βρίσκονται πολύ πιο πέρα από την ανθρώπινη φαντασία. Διαλογιστείτε λίγο πάνω σ’ αυτό, ίσως εμπνευστείτε για το πόσο μικροσκοπικές είναι οι «αλήθειες» μας. Όχι, δεν είναι ψεύτικες, (τίποτε δεν είναι ψεύτικο σε ένα σύμπαν άπειρων πιθανοτήτων), είναι απλά ασήμαντες. Έξω από τα στενά τους πλαίσια (όπου κι αν είναι αυτά) κανείς δεν δίνει δεκάρα γι’ αυτές, ενώ εσείς έχετε ολόκληρα «διπλώματα» στη χρήση τους. Κατά πόσο μπορεί ένας οποιοσδήποτε άνθρωπος να δεχτεί αδιαμαρτύρητα το ότι είναι απίστευτα ασήμαντος; Δεν θα το δεχτεί ποτέ, και καλά θα κάνει. Μπορείτε όμως να φανταστείτε τι πράγματα θα σκαρφιστεί για να μην το δεχτεί; Τον βλέπετε πόσο σοβαρός φαίνεται (και νιώθει) καθώς επιχειρηματολογεί;
Ο κόσμος που βλέπουμε γύρω μας δεν είναι στ’ αλήθεια γύρω μας, αλλά μέσα στο μυαλό μας. Η απαγορευτική πινακίδα που βλέπω στη γωνία του δρόμου της πόλης, δεν είναι στ’ αλήθεια στη γωνία του δρόμου, είναι μέσα στο μυαλό μου. Οι άνθρωποι που βλέπω, δεν ζουν γύρω μου, ζουν μέσα στο μυαλό μου (και δεν ξέρω ποιοι είναι στ’ αλήθεια, εγώ ξέρω μόνο εμένα, κι αυτά που ξέρω γι’ αυτούς δεν είναι παρά πράγματα που ξέρω για μένα, μεταμφιεσμένα)…
Δεν βλέπουν τα μάτια μας τον κόσμο. Το μυαλό μας είναι που τον βλέπει.
© Pantelis Giannoulakis αποκλειστικά στο miastala
εκδότης και διευθυντής του περιοδικού Strange
η αντιγραφή επιτρέπεται με σύνδεσμο στο άρθρο.
«Η γοητεία της σκοποβολής σαν σπορ, εξαρτάται σχεδόν απόλυτα από το αν βρίσκεσαι από τη σωστή ή από τη λάθος άκρη του όπλου…» (P. G. Woodhouse)
Η πρώτη μεγάλη προβολή κινηματογραφικής ταινίας στην Ιστορία, ήταν ένα φιλμάκι λίγων λεπτών, που λεγόταν ‘’Η Άφιξη του Τραίνου’’, και έδειχνε απλά ένα τραίνο να μπαίνει στο σταθμό. Τι απλό. Κι όμως, ο ευφυής σκηνοθέτης της έκανε το εξής συγκλονιστικό: σε κάποια φάση τοποθέτησε την κάμερα πάνω στις γραμμές, κινηματογραφώντας το τραίνο να έρχεται κατά πάνω στο φακό. Μόλις αυτό το πράγμα προβλήθηκε στην πρώτη κινηματογραφική αίθουσα, ξαφνικά έγινε πανικός, όλοι ανεξαιρέτως μέσα στον χώρο προβολής άρχισαν να τρέχουν για να σωθούν, θεωρώντας ότι το τραίνο έρχεται καταπάνω τους!
..και πραγματικά, το τραίνο ερχόταν καταπάνω τους, δεν το νόμισαν, αλήθεια έτσι ήταν. Σήμερα αυτό ακούγεται τελείως τρελό, αλλά αυτό από μόνο του άραγε δεν σημαίνει ότι πριν από μερικές δεκαετίες οι άνθρωποι ζούσαν σε μια άλλη πραγματικότητα; Ένα παράξενο τραίνο από αλλού, βγήκε τότε από την οθόνη της σκοτεινής μυητικής αίθουσας, και από τότε περιπλανιέται στον κόσμο…
Όταν ήμουν μικρός, μου άρεσε πολύ να παίζω μόνος μου ένα παράξενο παιχνίδι. Έβγαινα στους δρόμους της πόλης, συνήθως στο κέντρο της πόλης, και περπατούσα. Περπατούσα ανάμεσα στο πλήθος που πλημμύριζε τα πεζοδρόμια. Δεν έκανα τίποτε διαφορετικό από τους αμέτρητους διαβάτες που κυκλοφορούσαν γύρω μου. Εκτός από ένα πράγμα. Περπατούσα πάνω σε μία νοητή ευθεία γραμμή, αποφασισμένος να μην ξεστρατίσω από αυτήν για κανένα λόγο, ούτε για ένα βήμα. Περπατούσα κανονικά, ούτε αργά, ούτε γρήγορα.
Όταν ερχόταν κάποιος καταπάνω μου, εγώ δεν παραμέριζα, έπρεπε να παραμερίσει αυτός.
Έτσι, έκανα μία μεγάλη ανακάλυψη:
Οι άνθρωποι δεν έβλεπαν μπροστά τους όταν περπατούσαν!
Βάδιζαν τελείως μηχανικά, βρισκόντουσαν σε μία κατάσταση σιωπηλού συντονισμού με τους υπόλοιπους διαβάτες γύρω τους, ο οποίος λειτουργούσε αυτόματα. Ο διαβάτης δεν περπατούσε ο ίδιος. Το πλήθος ήταν που περπατούσε. Ήταν όλοι τους ένα σώμα, χωρίς να το ξέρουν, ένα σώμα συντονισμένο, συνεννοημένο, που ελισσόταν, έκανε μανούβρες, τυλιγόταν και ξετυλιγόταν, κοιτούσε γύρω του θολά, δεν πρόσεχε παρά μόνο ό,τι τραβούσε έντονα την προσοχή του, ήταν χαμένο στις σκέψεις του, σχεδόν μπορούσες να το ακούσεις να σκέφτεται.
..και εγώ, που περπατούσα με τον τρόπο αυτό, ήμουν ένα ξένο σώμα! Ήμουν σαν ένα χαλίκι που είχε πέσει μέσα σε μία μηχανή. Περπατούσα σε μία νοητή ευθεία και δεν παραμέριζα για κανέναν. Απλά περπατούσα, αφήνοντας τους άλλους να με αποφύγουν, να μη διασταυρώσουν την πορεία τους με τη δική μου.
Έτσι έκανα αυτήν τη μεγάλη, για μένα, ανακάλυψη:
Σχεδόν όλοι οι άνθρωποι, έπεφταν επάνω μου!
Ήταν σαν να ήμουν αόρατος μέσα στο κέντρο της πόλης! Δεν υπήρχα για το πλήθος! (Ίσως ήθελε να με ποδοπατήσει επειδή δεν συνεργαζόμουν…) Οι άνθρωποι δεν έβλεπαν μπροστά τους. Συνήθως, αν δεν τους απέφευγες εσύ, αυτοί δεν σε απέφευγαν, έπεφταν επάνω σου, πολλές φορές τελείως άγαρμπα, ακόμη και επικίνδυνα. Θα μπορούσε κάλλιστα όλο αυτό να ήταν ζήτημα ζωής και θανάτου, θα μπορούσα να κρατώ κάτι αιχμηρό, ή θα μπορούσαμε να τρακάρουμε άσχημα τα κεφάλια μας, ή να πέσουμε και να χτυπήσουμε.
Κανείς άνθρωπος,δεν νοιαζόταν,
κανείς δεν πρόσεχε τον εαυτό του.
Κανείς δεν πρόσεχε καν γύρω του.
Οι περισσότεροι άνθρωποι περπατούν με σκυμμένο το κεφάλι, σαν υπνωτισμένοι, ή απλά κοιτούν το κενό, ρίχνοντας κατά καιρούς μία ματιά γύρω τους για να δουν αν όλα πάνε καλά. Έτσι, ανακάλυψα ότι οι περισσότεροι άνθρωποι στο δρόμο είναι υπνωτισμένοι, λειτουργούν σαν υπνωτισμένα ανδρείκελα!… Μπορείτε να φανταστείτε μία τέτοια εικόνα; Ένας άνθρωπος περπατά στο δρόμο και όλοι πέφτουν επάνω του, χωρίς αυτός να κάνει τίποτα. Απλώς βαδίζει κανονικά και απερίσπαστα σε μία ευθεία γραμμή…
Αν με αυτόν τον τρόπο κίνησης –πηγαίνοντας συνειδητά «αντίθετα στο ρεύμα»– διαχώρισα για λίγο τον εαυτό μου από το «πλήθος», συνειδητοποιώντας ότι το πλήθος λειτουργεί σαν υπνωτισμένο, αυτό δεν σημαίνει ότι δεν συμμετείχα καθοριστικά και εγώ στην εικόνα του πλήθους, ότι δεν ήμουν κι εγώ ένας ακόμη από το «πλήθος».
Όλοι μας είμαστε «το πλήθος», αυτό που κατοικεί στην πόλη, η «μεγαβιακή» συλλογική οντότητα που αποτελείται από «μικρόβια» που ενοικούν στον ξενιστή που αποτελεί το σώμα της πόλης. (Εμείς είμαστε αυτά τα «μικρόβια». Το «πλήθος» –η συλλογική μας οντότητα– είναι το «μεγάβιο»). …και, δεν είμαστε παρά αμελητέοι εαυτοί που ζουν μέσα στο Matrix.
Πρέπει να μπορώ να διαχωρίσω τον εαυτό μου από το Matrix της κοινής πραγματικότητας, για να μπορώ να πω ότι υπάρχω ως ελεύθερο άτομο, ως ανεξάρτητη μοναδιαία οντότητα.
Πρέπει να έχω τον ανεξάντλητο πόθο να γνωρίσω ποιος στ’ αλήθεια είμαι, να αποκλείσω τα πράγματα που δεν είμαι, να επιχειρήσω να αφαιρέσω τον εαυτό μου από αυτό που με περικλείει.
Πρέπει να περάσω από το συμβατικό στο εναλλακτικό, από το κοινό στο προσωπικό, να περάσω από το παραδεκτό στο απαράδεκτο, από το κεντρικό στο εκκεντρικό.
Παραθέτω μερικές από τις σκέψεις ενός από τους πατέρες του σύγχρονου εναλλακτικού στοχασμού, κάποια αποσπάσματα που τα θεωρώ σημαντικά, από τα γραπτά του Τσαρλς Φορτ (1874-1932):
«Είναι η άποψή μας, ότι τίποτε δεν μπορεί να επιχειρήσει να υπάρξει, εκτός αν επιχειρήσει να αποκλείσει κάτι άλλο: ότι αυτό που κοινώς ονομάζεται Οντότητα, είναι μια κατάσταση που έχει κατασκευαστεί λίγο-πολύ συμμετρικά με την εμφάνιση της θετικής διαφοράς ανάμεσα σ’ αυτό που περικλείεται και σ’ αυτό που αποκλείεται.
‘’Όμως, είναι η άποψή μας, ότι δεν υπάρχουν θετικές διαφορές: ότι όλα τα πράγματα είναι σαν ένα ποντίκι και ένα έντομο που έχουν εισχωρήσει τρώγοντας, μέσα στην καρδιά ενός κεφαλιού τυρί. Ένα ποντίκι κι ένα έντομο: δυο πράγματα δεν θα μπορούσε να φαίνονται πιο διαφορετικά. Είναι εκεί μέσα, μια βδομάδα, μέσα στο τυρί, και τρώνε, ή θα μείνουν εκεί μέσα ένα μήνα: τότε, και τα δύο, είναι μονάχα μεταβολές, μεταποιήσεις, μεταλλάξεις του τυριού. Το τυρί μεταμορφωμένο σε κάτι άλλο, μέσα στον εαυτό του. Πιστεύω ότι είμαστε όλοι ποντίκια κι έντομα, και δεν είμαστε παρά οι διαφορετικές εκφράσεις ενός τυριού που περικλείει τα πάντα…’’
‘’Λευκά κοραλλένια νησιά σε μια σκοτεινή μπλε θάλασσα. Η φαινομενική ευκρίνειά τους, η φαινομενική ατομικότητά τους, οι διαφορές μεταξύ τους. Όμως, όλα τους δεν είναι παρά προβολές από το ίδιο τέρμα του βυθού της θάλασσας. Η διαφορά μεταξύ θάλασσας και στεριάς, δεν είναι θετική. Σε όλο το νερό υπάρχει ξηρά: σε όλη τη στεριά υπάρχει νερό.’’
‘’Τότε, όλα τα φαινομενικά πράγματα, δεν είναι καν πράγματα, αν όλα είναι συνεχή, περισσότερο απ’ ότι αν το πόδι ενός τραπεζιού είναι ένα πράγμα από μόνο του, είναι μονάχα μια προβολή από κάτι άλλο. Ούτε ένας από εμάς δεν είναι ένα αληθινό πρόσωπο, αν είμαστε βέβαια η συνέχεια του περιβάλλοντος… αν, φυσικά, δεν υπάρχει τίποτε σε μας παρά μόνο εκφράσεις της σχέσης με το περιβάλλον. ‘’
‘’Όλα τα πράγματα που φαίνονται να έχουν μια ταυτότητα δική τους, είναι μονάχα νησιά που είναι προβολές ή προεκτάσεις από κάτι που υπάρχει από κάτω, και δεν έχουν αληθινά περιγράμματα από μόνα τους. Η κορυφή του παγόβουνου. Όμως, όλα τα πράγματα, αν και μονάχα προβολές, αγωνίζονται να αποδράσουν, να ξεφύγουν από τον δυνάστη τους, από αυτό που βρίσκεται από κάτω, το οποίο τους αρνείται να έχουν τη δική τους ταυτότητα. ‘’
‘’Συνέλαβα ένα υπερ-συνεχές πλέγμα, ένα δίκτυο, που σ’ αυτό και απ’ αυτό όλα τα φαινομενικά πράγματα είναι πολλές και διαφορετικές εκφράσεις του, αλλά στο οποίο όλα τα πράγματα εκεί μέσα είναι οι διαφορετικοί προσδιορισμοί μιας προσπάθειας τους να αποδράσουν και να γίνουν αληθινά πράγματα, ή να ιδρύσουν οντότητα, ή θετική διαφορά, ή τελική οριοθέτηση, ή ακαθόριστη ανεξαρτησία, ή προσωπικότητα ή ψυχή –όπως την αποκαλούμε στα ανθρώπινα φαινόμενα. Αν δεν δράσουν έτσι, δεν μπορεί να φανεί ότι υπάρχει…’’
Οι περισσότεροι σύγχρονοι στοχαστές κατά βάθος πιστεύουν ότι όλα τα πράγματα που μπορεί να σκεφτεί κανείς, συμπεριλαμβανομένου και του μοναδιαίου εαυτού μας, ξεπηδούν από την ανθρώπινη συνείδηση κάποια συγκεκριμένη στιγμή, γεννιούνται από τη συνείδηση.
Για παράδειγμα, αν σκέφτεσαι την πόλη, ή στοχάζεσαι πάνω στο τι ακριβώς είναι μια πόλη, κάπου μέσα στις σκέψεις σου υπάρχει κρυφά εκείνη η πρώτη σκέψη που έκανες για την πόλη όταν έμαθες για πρώτη φορά στη ζωή σου τι είναι μια πόλη. Από τότε συνέβη μια αλυσιδωτή αντίδραση σκέψεων και πληροφοριών, που οδήγησε σε οτιδήποτε ξέρεις και οτιδήποτε σκέφτεσαι για την πόλη στη συνείδησή σου της πόλης. Δηλαδή, η πόλη για σένα είναι κάτι που ξεπήδησε αποκλειστικά από τη συνείδηση –και ουσιαστικά συνεχίζει να υπάρχει μονάχα μέσα στη συνείδηση.
Αν υπνωτίσουμε έναν άνθρωπο, τον βγάλουμε δηλαδή έξω από τη συνείδησή του, τότε εκείνο που πραγματικά βρίσκουμε είναι η λευκή οθόνη του εσωτερικού μας σινεμά, όχι η πραγματικότητα όπως την ξέρουμε (δηλαδή η ταινία που προβάλλεται σε αυτήν την οθόνη). Εκείνο που πρέπει να κάνουμε, κατά τη γνώμη μου, είναι να γυρίσουμε και να κοιτάξουμε στην αντίθετη κατεύθυνση. Εκεί υπάρχει μια μικρή φωτεινή τρύπα στον τοίχο. Εκεί ακριβώς είναι που πρέπει να πάμε για να καταλάβουμε τι συμβαίνει γύρω μας και μέσα μας.
Να κλέψουμε το κλειδί που ανοίγει το θάλαμο προβολής και να τον διαρρήξουμε. Εκεί λοιπόν, πίσω από το «σύστημα», βρίσκει κανείς ένα «Μετασύστημα», ένα σύστημα τροχών που παράγει οτιδήποτε θελήσεις. Αυτό πρέπει να είναι το επόμενο σχέδιό μας στην περιπέτεια της κατανόησης του εαυτού και του κόσμου: να παίξουμε με τη μηχανή αυτή. Σε κάθε σύστημα ελέγχου υπάρχει κι ένας μηχανισμός ανάδρασης και μόλις τον βρεις μπορείς να παίξεις χιλιάδες παιχνίδια μαζί του…
Ένα «Μετασύστημα», λοιπόν. Δηλαδή ένα σύστημα που παράγει συστήματα.
Μπορούμε άραγε να ατενίσουμε αυτό το Μετασύστημα με βλέμμα απαλλαγμένο από τις αρχαίες και σύγχρονες προκαταλήψεις μας, έξω από κάθε είδους δόγματα, αλλά και με χιούμορ, έμπνευση και ευρύ νου; Κατά τη γνώμη μου μια τέτοια ενατένιση πάνω σε οτιδήποτε, είναι το πιο δύσκολο πράγμα του κόσμου.
Αυτό ισχύει γιατί μια τέτοια προσπάθεια θα αμφισβητούσε τη φύση της πραγματικότητας όπως μας την έμαθαν στο σχολείο (όπως μας ρύθμισαν οι γονείς μας, η κοινωνία, οι φοβίες και τα κόμπλεξ μας), κι αυτό θα πυροδοτούσε μέσα μας εκείνον τον πανίσχυρο μηχανισμό ασφαλείας, που χτυπάει τον συναγερμό και λέει:
«Δεν τρέχει τίποτε, πάρε μια βαθιά ανάσα ανακούφισης, γύρνα στο κρεβάτι σου και κοιμήσου αγκαλιά με το μεγάλο σου μαξιλάρι, ο κόσμος συνεχίζει να είναι αυτό που έχεις συνηθίσει…»
Είμαστε φοβισμένα όντα, πλάσματα της συνήθειας, συνειδησιακά αυτόματα, και η φωνή αυτή είναι η πιο πειστική φωνή του κόσμου. Για την ακρίβεια, είναι ο κόσμος. Τίποτε δεν θα υπήρχε όπως το ξέρουμε, αν δεν υπήρχε αυτή.
Ο μέσος άνθρωπος (χωρίς να βγάζω απ’ έξω τον μέσο λόγιο στοχαστή, ερευνητή, καλλιτέχνη, ή επιστήμονα) θεωρεί ότι ο κόσμος είναι η γειτονιά του. Οτιδήποτε δεν το έχει δει στη «γειτονιά» του, είναι εξωγήινο! Η γειτονιά τους είναι ένας ολόκληρος πλανήτης γι’ αυτούς, κι οτιδήποτε έρχεται «από έξω» (ή ήταν ήδη μέσα αλλά δεν το πρόσεξε), είναι έξω από τη Γη: Εξω-γήινο. (Το ίδιο συμβαίνει και με τη φύση: θεωρούν ότι η γειτονιά τους είναι «η φύση» και οτιδήποτε έρχεται από έξω από τη γειτονιά τους είναι «μετα-φυσικό»).
Έχετε δει ποτέ σας (προσωπικά, όχι σε ταινία) έναν Εσκιμώο; Λοιπόν, η συνάντηση με έναν Εσκιμώο είναι συνάντηση με έναν εξωγήινο. Έχετε πάει ποτέ στον Αμαζόνιο; Τόσο μακριά από τη μικρή προβλέψιμη πόλη σας; Ε, λοιπόν, αν πάτε, θα βρείτε τον εαυτό σας σε έναν «άλλο πλανήτη» (κυριολεκτικά, θα είστε σε έναν άλλον «κόσμο»).
Έχετε παρακολουθήσει από κοντά, σε μια μακρινή εξωτική χώρα σε μια άλλη εξωτική πόλη πολύ μακριά από εδώ, την καθημερινότητα των ανθρώπων; Για εσάς θα πρόκειται για δραστηριότητες εξωγήινων, που οι ίδιοι δεν τις αντιλαμβάνονται ως τέτοιες γιατί είναι η καθημερινότητα τους, που όμως δεν θα έχει καμία απολύτως σχέση με τη δική σας: θα είναι ακατανόητη. Γι’ αυτούς θα είστε ένα «παράξενο όν από αλλού», ενώ ταυτόχρονα αυτοί θα είναι για σας «παράξενα όντα από αλλού».
Όποιος έχει ταξιδέψει πολύ στη ζωή του, ξέρει πολύ καλά για ποιο πράγμα μιλώ. Όποιος ταξιδεύει στον κόσμο, στις άπειρες πόλεις του και στα άπειρα μέρη του, είναι «επισκέπτης άλλων κόσμων», συνειδητοποιεί για πρώτη φορά ότι αυτό που ονομάζουμε Κόσμος, είναι στην πραγματικότητα πολλοί κόσμοι: ένα Μετασύστημα κόσμων που παράγει συστήματα κόσμων που παράγουν κόσμους. Αυτή είναι η μόνη και εκπληκτική αλήθεια για τον κόσμο μας.
Έπειτα, όταν ο ταξιδιώτης επιστρέφει πίσω στον κόσμο του, στην “πατρίδα” (στη “γειτονιά” του, π.χ. σε ένα απομονωμένο συνοικισμό της Αθήνας, όπου ζούσε και δεν είχε πάει ούτε στο Λυκαβηττό, κι όμως ήταν έτοιμος να ορκιστεί ότι δεν υπάρχουν εξωγήινοι ή παρανοητικές οντότητες στο Λυκαβηττό), τότε βλέπει τα πράγματα γύρω του με άλλο μάτι, με «αληθινό μάτι», τα βλέπει περίπου όπως στ’ αλήθεια είναι –σχεδόν απαλλαγμένα από τον κοντόφθαλμο και ξεροκέφαλο δαίμονα της συνήθειας– αλλά δυστυχώς, για όλους τους άλλους «συμπατριώτες» του αυτό θα είναι ένα «φανταστικό μάτι».
Θα είναι απλά ένας «φαντασιόπληκτος», ένα «ψώνιο» (ο παράξενος, στα μάγκικα) ή –στην καλύτερη ποιητική περίπτωση– ένας ταξιδεμένος «ονειροπόλος». Να το πω όσο πιο απλοϊκά μπορώ:
θα είναι ένας άνθρωπος που θα έχει «έμπνευση».
Εκείνη την ικανότητα του ανθρώπου η οποία τον ξεχωρίζει από τα ζώα.
Είχα έναν φίλο που ήταν πολύ τυχοδιώκτης (στη γειτονιά του) και πολύ τολμηρός άνθρωπος. Ένα πρωί μου ανακοίνωσε ότι αποφάσισε να μεταναστεύσει στην Αμερική, και αυτό με άφησε έκπληκτο (ή μάλλον με γέμισε τρόμο για λογαριασμό του) γιατί δεν ήξερε ούτε λέξη αγγλικά, ήξερε μόνο έναν άνθρωπο εκεί, και δεν είχε ταξιδέψει ποτέ του έξω από την Ελλάδα, (νομίζω δεν είχε ξαναμπεί και σε αεροπλάνο). Τελικά, έφυγε στη Νέα Υόρκη. Στη μεγαλύτερη μεγάπολη του κόσμου.
Τις πρώτες μέρες του εκεί, μου έστειλε μία κάρτα με το άγαλμα της ελευθερίας, και η κάρτα έγραφε: «Παντελή, βρίσκομαι σε έναν άλλον πλανήτη. Εδώ, μέχρι και τα πλακάκια του πεζοδρομίου είναι διαφορετικά…»
Έμεινε κάποια χρόνια εκεί, (μπλέχτηκε μέχρι και με τη Μαφία, που μέχρι τότε την ήξερε μόνο από τις ταινίες), ώσπου κάποτε επέστρεψε στην πατρίδα. Τον πρώτο καιρό ήταν πολύ ανήσυχος, σχεδόν κλειστοφοβικός, κοιτούσε γύρω του με ένα ύφος πανικού. Προσπάθησα να ανιχνεύσω τι του συνέβαινε. Με δυο λόγια, μου είπε:
«Στην Αμερική όλα τα πράγματα είναι πολύ μεγάλα: τα κτίρια, οι πλατείες, τα αυτοκίνητα, τα διαμερίσματα, τα μαγαζιά. Μέχρι και τα κασετόφωνα είναι πιο μεγάλα, οι τηλεοράσεις, οι κινηματογράφοι, οι τοστιέρες, οι νύχτες, η θάλασσα, τα χωράφια, τα σύννεφα, το φεγγάρι. Η ίδια η χώρα είναι μια ολόκληρη ήπειρος, οι ευκαιρίες το ίδιο μεγάλες, οι κίνδυνοι επίσης. Παντού ανοιχτοί ορίζοντες, ελευθερία μακρινής κίνησης, πολυπλοκότητα.
Εδώ όλα τα πράγματα είναι πολύ απλά, μικρά και στενάχωρα. Ζούμε σε μια μικροσκοπική χώρα, σαν νάνοι, όλα μας τα πράγματα και τα σπίτια και όλα, είναι μικροσκοπικά. Νιώθω σαν την Αλίκη στη Χώρα των Θαυμάτων που ήπιε το χάπι και μεγάλωσε και όλα της φαίνονταν λιλιπούτεια.
Έπειτα, οι άνθρωποι εδώ είναι πολύ αργοί, όλα είναι σε slow motion, ο ίδιος ο χρόνος μοιάζει να είναι σταματημένος. Ζείτε πίσω στον χρόνο, όλα αυτά που νομίζετε επιστημονική φαντασία, εκεί είναι σχεδόν καθημερινότητα. Εδώ όλοι προβληματίζονται καθημερινά για τα πιο ανόητα πράγματα, το ίδιο βέβαια συμβαίνει και στην Αμερική, μόνο που προβληματίζονται για τελείως διαφορετικά ανόητα πράγματα, σχεδόν εξωγήινα για εδώ.
Όντως, εκεί είναι ένας άλλος πλανήτης, οι περισσότεροι άνθρωποι ούτε που έχουν ακούσει ποτέ για την ύπαρξη της Ελλάδας, της Αθήνας, της Ακρόπολης, της Θεσσαλονίκης, του Λευκού Πύργου. Και δεν είναι καθόλου περίεργο όταν ξέρουμε τόσους ανθρώπους που ζουν στην Αθήνα ως σοβαροί και καλοί άνθρωποι, αλλά δεν έχουν πάει ποτέ τους στη Θεσσαλονίκη ή στα Ιωάννινα, δεν έχουν ακούσει ποτέ για την ύπαρξη του Αγχίαλου, του Αγρίνιου ή της Αριδαίας.
Σηκώνω το τηλέφωνο και αντιλαμβάνομαι ότι είναι μια συσκευή εξωδιαστημικής επικοινωνίας, μιλώ με εξωγήινους στον πλανήτη που λέγεται Αμερική, καθισμένος στο σαλόνι του σπιτιού μου, στο ακουστικό ακούω τον θόρυβο από τους δρόμους της Νέας Υόρκης. Ζούμε σε έναν μυστικό κόσμο. Όλοι μας, είμαστε παράξενα όντα από αλλού, αλλά δεν το καταλαβαίνουμε γιατί είμαστε λίγο χαζοί…»
Ο άνθρωπος αυτός, πηγαίνοντας στην Αμερική, κάνοντας ένα παράτολμο γι’ αυτόν ταξίδι, είχε περάσει τις μυστικές πύλες. Απέκτησε καινούργια μάτια (αυτό φυσικά δεν συμβαίνει σε όλους, απλά ήταν ο κατάλληλος άνθρωπος, στην κατάλληλη στιγμή, στην κατάλληλη κατάσταση). Όταν επέστρεψε, ολοκλήρωσε την κίνηση μιας προσωπικής του φώτισης.
Ήταν πλέον ένας άνθρωπος ελαφρά εξωγήινος. Ξέρετε, υπάρχουν και άλλοι άνθρωποι που είναι «βαριά» εξωγήινοι. Μπορεί να είναι τόσο «βαριά» που να μην τους βλέπετε, κι όμως να περνούν από δίπλα σας, ακόμη και μέσα στο ίδιο σας το σπίτι.
Αν η Αμερική, ο Αμαζόνιος ή η Μαλαισία είναι άλλοι πλανήτες, φανταστείτε πως είναι οι άλλοι πλανήτες! Αν το μυαλό ενός άλλου ανθρώπου είναι μια άλλη διάσταση, φανταστείτε πως είναι οι άλλες διαστάσεις! Τι λέω, «φανταστείτε»… Λάθος. Οτιδήποτε μπορείτε να φανταστείτε είναι, με τον ένα ή τον άλλο τρόπο, παράγωγα αυτού του κόσμου (ό,τι κι αν είναι αυτό που θεωρείτε κόσμο). Αυτά τα πράγματα ανήκουν σε σφαίρες πέρα από την δυνατότητα της ανθρώπινης φαντασίας.
Αν η κοντινή σας αλήθεια (της γειτονιάς σας) σας φαίνεται τόσο αληθινή ώστε να μοιάζουν εξωπραγματικές οι μακρινές σας αλήθειες, (γεγονός που καθιστά το ανθρώπινο Φανταστικό τόσο ακραία εξωπραγματικό), φανταστείτε –αν μπορείτε– πόσο εξωπραγματικές είναι για σας οι αλήθειες που βρίσκονται πολύ πιο πέρα από την ανθρώπινη φαντασία. Διαλογιστείτε λίγο πάνω σ’ αυτό, ίσως εμπνευστείτε για το πόσο μικροσκοπικές είναι οι «αλήθειες» μας.
Όχι, δεν είναι ψεύτικες, (τίποτε δεν είναι ψεύτικο σε ένα σύμπαν άπειρων πιθανοτήτων), είναι απλά ασήμαντες. Έξω από τα στενά τους πλαίσια (όπου κι αν είναι αυτά) κανείς δεν δίνει δεκάρα γι’ αυτές, ενώ εσείς έχετε ολόκληρα «διπλώματα» στη χρήση τους. Κατά πόσο μπορεί ένας οποιοσδήποτε άνθρωπος να δεχτεί αδιαμαρτύρητα το ότι είναι απίστευτα ασήμαντος; Δεν θα το δεχτεί ποτέ, και καλά θα κάνει. Μπορείτε όμως να φανταστείτε τι πράγματα θα σκαρφιστεί για να μην το δεχτεί; Τον βλέπετε πόσο σοβαρός φαίνεται (και νιώθει) καθώς επιχειρηματολογεί;
Με σκέψεις, προβληματισμούς και εμπνεύσεις σαν και αυτές, η συλλογική απάτη καταρρέει γύρω μου για λίγο, κάνω ένα μικρό βήμα έξω από το Matrix της κοινής πραγματικότητας, κρυφοκοιτάζω τι συμβαίνει στ’ αλήθεια, μου αποκαλύπτεται η παραίσθηση στην οποία βρίσκομαι, συνέρχομαι για λίγο από τη μαζική ύπνωση.
Ο κόσμος που βλέπουμε γύρω μας δεν είναι στ’ αλήθεια γύρω μας, αλλά μέσα στο μυαλό μας. Η απαγορευτική πινακίδα που βλέπω στη γωνία του δρόμου της πόλης, δεν είναι στ’ αλήθεια στη γωνία του δρόμου, είναι μέσα στο μυαλό μου. Οι άνθρωποι που βλέπω, δεν ζουν γύρω μου, ζουν μέσα στο μυαλό μου (και δεν ξέρω ποιοι είναι στ’ αλήθεια, εγώ ξέρω μόνο εμένα, κι αυτά που ξέρω γι’ αυτούς δεν είναι παρά πράγματα που ξέρω για μένα, μεταμφιεσμένα).
Δεν βλέπουν τα μάτια μας τον κόσμο. Το μυαλό μας είναι που τον βλέπει.
Και δεν τον βλέπει έτσι απλά, τον επεξεργάζεται κι έπειτα μας δίνει την εικόνα. Τον επεξεργάζεται σύμφωνα με τις τράπεζες των δεδομένων που ήδη έχει, τράπεζες που στην πλειοψηφία τους φιλοξενούν δεδομένα που κατατέθηκαν από την παραισθητική κοινωνική πραγματικότητα, η οποία είναι κατασκευασμένη, είναι τεχνητή, δεν είναι η φυσική πραγματικότητα. Δεν είναι η αληθινή πραγματικότητα. Δεν βλέπουμε τον κόσμο. Βλέπουμε μία εικόνα συνδυασμένη με ό,τι άλλο έχουμε μέσα στο κεφάλι μας, πλήρως επεξεργασμένη, η οποία τελικά συνθέτει ΕΝΑΝ κόσμο, και όχι ΤΟΝ κόσμο. ΜΙΑ πόλη, όχι ΤΗΝ πόλη.
Η επιβαλλόμενη πεποίθηση ότι υπάρχει ένας «κοινός» και «αντικειμενικός» κόσμος για «όλους μας», είναι το μεγαλύτερο παραμύθι που φτιάχτηκε ποτέ. Σ’ αυτό στηρίζονται τα πάντα, με αυτό δουλεύουν τα πάντα, αυτό είναι το θεμέλιο του Matrix μέσα στο οποίο είμαστε παγιδευμένοι.
Υπάρχει ένας προσωπικός και υποκειμενικός κόσμος, μόνο για μένα, μέσα μου, και υπάρχει και ένα αχανές μυστήριο εκεί έξω.
Κανείς δεν μπορεί να «βγει» έξω από τον εαυτό του και να αντικρίσει κάτι «αντικειμενικά» (αυτή η λέξη είναι μία φάρσα), για να επικρίνει το «υποκειμενικό» σου: αυτό που στ’ αλήθεια κάνουν είναι ότι προσπαθούν να επιβάλλουν το δικό τους υποκειμενικό εις βάρος του δικού σου, δηλαδή να υιοθετήσεις το δικό τους υποκειμενικό ως «αντικειμενικό».
Και, ακόμη και όταν υπάρχει ένα κοινώς συμφωνημένο υποκειμενικό, αυτό λέγεται «σύμβαση» δεν λέγεται «αντικειμενικό». Έτσι, το σωστό είναι να λέμε ότι κάποιος είναι συμβατός με την κοινώς συμφωνημένη (ή επιβαλλόμενη) πραγματικότητα, και όχι ότι κάποιος είναι «αντικειμενικός».
Αυτό δεν είναι απλά η άποψή μου. Είναι η αλήθεια.
Όχι διότι υπάρχει μία μοναδική αλήθεια, αλλά διότι κάθε άποψη είναι η αλήθεια, αφού αλήθεια δεν είναι παρά η εκάστοτε άποψη για την αλήθεια. Η αλήθεια δεν είναι ζήτημα δημοκρατίας ή πλειοψηφίας. Το να έχουν πάρα πολλοί άνθρωποι μία κοινή άποψη για την αλήθεια, δεν είναι η αλήθεια, αλλά η κοινή άποψη των πολλών για την αλήθεια.
Μπορείς να ξέρεις την αλήθεια και να είσαι μόνος σου, η μοναξιά σου δεν είναι απόδειξη ότι η αλήθεια σου είναι ψέματα.
Πάντα μόνος σου είσαι απέναντι στην αλήθεια. (Μάλιστα, όσο περισσότεροι άνθρωποι πιστεύουν στην ίδια αλήθεια, τόσο λιγότερο αλήθεια είναι. Και, επιπλέον, αυτό που πιστεύουν δεν είναι αλήθεια, είναι πραγματικότητα, κι αυτές είναι δύο τελείως διαφορετικές έννοιες. Οι περισσότεροι άνθρωποι μιλούν για την αλήθεια, εννοώντας την πραγματικότητα, αγνοώντας ότι η πραγματικότητα κατασκευάζεται. Είναι ανίδεοι ακόμη και για το ότι η αλήθεια δεν έχει να κάνει με τον κόσμο αλλά με το πνεύμα).
Ο κόσμος που βλέπουμε γύρω μας δεν είναι στ’ αλήθεια γύρω μας, αλλά μέσα στο μυαλό μας. Δεν βλέπουν τα μάτια μας τον κόσμο. Το μυαλό μας είναι που τον βλέπει. Λέμε ότι κάτι «το είδα με τα μάτια μου», ενώ πρέπει να λέμε ότι «τα μάτια μου το είδαν» και έπειτα «εγώ το συνειδητοποίησα (ποίησα συν είδηση), διότι εγώ είμαι το μυαλό μου, και τα μάτια μου στέλνουν το σήμα στο μυαλό μου, το μυαλό μου επεξεργάζεται την εικόνα και τελικά τη «βλέπω» (δηλαδή κοιτώ μέσα στο σινεμά του μυαλού μου).
Βλέπω τον κόσμο με τα μάτια του νου μου και όχι με τα εξωτερικά μου μάτια, ο οφθαλμός είναι απλώς ένα μέσο που συμμετέχει στην όλη διαδικασία. Το ίδιο ισχύει και για τις άλλες αισθήσεις μου. Ό,τι βλέπω και αισθάνομαι είναι μέσα στο κεφάλι μου.
Βλέπουμε με καθυστέρηση, διότι ανάμεσα στην ακτίνα της πραγματικότητας που λαμβάνει το μάτι μας και στην αστραπιαία επεξεργασία που κάνει ο εγκέφαλός μας στο σήμα που έρχεται σε αυτόν από το μάτι, μεσολαβεί ένα χρονικό διάστημα.
Ο Αριστοτέλης, χωρίς να γνωρίζει τους σύγχρονους νόμους της οπτικής, κατανοούσε αυτή τη γενική αρχή αρκετά καλά ώστε να δηλώσει ότι η λέξη «βλέπω» είναι μία λανθασμένη έκφραση, και ότι η σωστή είναι «είδα». Διότι υπάρχει αυτό που συμβαίνει ενδιάμεσα. Σ’ αυτό το ενδιάμεσο χρονικό διάστημα, ο εγκέφαλος επιβάλλει σχήμα, μορφή, χρώμα, νόημα, και πάρα πολλά άλλα, στο σήμα.
Όταν λαμβάνουμε πληροφορίες από το περιβάλλον μας, δεν είναι ούτε καλές ούτε κακές, ούτε χρήσιμες ούτε άχρηστες, ούτε σωστές ούτε λανθασμένες, ούτε αληθινές ούτε ψεύτικες, μέχρι να ξεκαθαρίσουμε τη στενή σχέση μας με αυτές. Ο εγκέφαλος έχει γνώμη για τα πάντα, αλλά δεν μας ενημερώνει για αυτήν, μας την παρουσιάζει συνδυασμένη με τις εικόνες. Η γνώμη του είναι η πραγματικότητά μας, και αυτό, αν δεν το ξέρετε, λέγεται «εικονική πραγματικότητα», virtual reality. Μέσα σε αυτό ζούμε…
Η ερώτησή μου είναι: Μπορούμε να «σταματήσουμε τον κόσμο» και να παρακολουθήσουμε τον εγκέφαλο να κατασκευάζει την εικονική μας πραγματικότητα; Με ποιο μέσο μπορούμε να το κάνουμε; Μπορεί ο νους να παρατηρήσει τις διεργασίες του νου; Ο εγκέφαλος να παρατηρήσει τον εγκέφαλο; Μπορούμε άραγε να αποδεσμεύσουμε ένα μέρος του νου μας από το Matrix, και να το βάλουμε να παρακολουθήσει και να μας αποκαλύψει τους τρόπους σύνδεσης του υπόλοιπου νου μας με το Matrix της πραγματικότητας; Μπορούμε να είμαστε σε δύο μέρη ταυτόχρονα;
Για να δούμε στ’ αλήθεια την πόλη και τη συλλογική οντότητα που ζει μέσα στην πόλη, πρέπει να βγούμε έξω από την πόλη και έξω από το πλήθος.
Εννοώ, «να βγούμε», μέσα μας…
Τι παράξενο. Το έξω είναι μέσα μας…
Οι εικόνες είναι όλες, τραβηγμένες από την miastala, ξέρετε πόσοι άνθρωποι δεν είχαν, και δεν θα έχουν, αυτή την οπτική του κόσμου, που βλέπεις στις εικόνες;
Δεν υπάρχει στον Νου τους άρα δεν υπάρχει; !
Ευκαιρία τώρα που τρέχεις στις παραλίες και απολαμβάνεις (θεωρώ) το Καλοκαίρι, να ανακαλύψεις έναν κόσμο που πριν Δεν υπήρχε για σένα. Έτσι θα κατανοήσεις καλύτερα αυτά που λέει ο Παντελής στο εξαίρετο άρθρο του.
Δεν υπάρχει ότι δεν μπορείς να δεις, αλλά, αυτό που δεν μπορείς να δεις, πως ξέρεις ότι δεν υπάρχει; !!!
http://miastala.com
Φιλε μου ο σημερινός εχθρός σου είναι η παραπληροφόρηση των μεγάλων καναλιών. Αν είδες κάτι που σε άγγιξε , κάτι που το θεωρείς σωστό, ΜΟΙΡΆΣΟΥ ΤΟ ΤΩΡΑ με ανθρώπους που πιστεύεις οτι θα το αξιολογήσουν και θα επωφεληθούν απο αυτό! Μην μένεις απαθής. Πρώτα θα νικήσουμε την ύπνωση και μετά ΟΛΟΙ ΜΑΖΙ τα υπόλοιπα.
Επιλεξτε να γινετε οι πρωτοι που θα εχετε προσβαση στην Πληροφορια του Stranger Voice