Είναι πάνω από 25 τα χρόνια που πέρασαν… Όμως ακόμη θυμάμαι εκείνες τις μέρες… Τότε που έκλειναν τα σχολεία και εγώ γύριζα στο σπίτι με το «ενδεικτικό» της αποφοίτησής μου από την τάξη…
Θυμάμαι να περπατάω γρήγορα και ίσα που ακουμπούσα τις πατούσες μου στο δρόμο από τη χαρά μου… Ήταν λες και είχα αφήσει ένα πολύ πολύ μεγάλο βάρος πίσω μου… Εκεί… Πίσω από την βαριά πόρτα του σχολείου που θα έκλεινε για πολύ πολύ καιρό… Βλέπεις οι τρείς μήνες μου φάνταζαν κάτι από αιωνιότητα, σαν ήμουνα παιδί…
Μπροστά μου απλωνόταν ένα ολόκληρο καλοκαίρι!!! Τρείς ολόκληροι μήνες ξεγνοιασιάς! Τρείς μήνες θάλασσας, καθημερινού μπάνιου, παιχνιδιού, ήλιου και ανεμελιάς… Οι γονείς μου βέβαια πάντα φρόντιζαν να με προμηθεύσουν με τις «χαρούμενες διακοπές» για τις επαναλήψεις της ύλης της περασμένης χρονιάς… Ζήτημα είναι όμως αν τελείωνα τις ασκήσεις των δέκα πρώτων σελίδων… Μόλις λοιπόν που θα ξεκινούσαν τρείς μήνες όπου ΤΙΠΟΤΑ δεν θα με άγγιζε… Μα τίποτα!!!
Θυμάμαι βουτιές και παιχνίδια στη θάλασσα… Σαμπρέλες, φουσκωτές βάρκες και φανταστικές βαρκάδες με τα αδέρφια μου στον δικό μας ωκεανό όπου πρόβαλαν καρχαρίες και φάλαινες και μας άδειαζαν από τη βάρκα μέσα στον βυθό… και πόσα γέλια κάναμε Θεέ μου!!
Θυμάμαι να βγαίνω από τη θάλασσα με ρυτιδιασμένα χέρια, μωβ χείλη και τρέμουλο σε ολάκερο το σώμα και να τρώω τυλιγμένη μέσα σε μια πετσέτα, ψωμί με τομάτα και κεφτέ της γιαγιάς… και ήταν ίσως το πιο νόστιμο φαγητό της ζωής μου όλης και ολόκληρου του κόσμου…
θυμάμαι να σκάβω για να βρω κρυμμένους θησαυρούς και να μην απογοητεύομαι όταν δεν έβρισκα τίποτα, μα απλά προχωρούσα παρακάτω και έσκαβα ξανά με το ίδιο σθένος και το ίδιο πείσμα ότι ο θησαυρός ήταν κάπου εκεί!!… Θυμάμαι μέσα στις δέκα πρώτες μερες, είχα ήδη γίνει τόσο μαύρη που με φώναζαν οι δικοί μου «τσιγγανόπουλο» και πόσο με ενοχλούσε!!!
Θυμάμαι τα γεμιστά, το «τουρλού», τα κολοκυθάκια και τις μελιτζάνες από τον κήπο της γιαγιάς, τις ντομάτες που μύριζαν από την κουζίνα μέχρι το δωμάτιό μου σαν κοβοόντουσαν…
Θυμάμαι το καρπούζι, το πεπόνι, τα ζουμερά ροδάκινα που γέμιζα με ζουμιά τον τόπο όλο γύρω μου και εμένα μαζί…
Θυμάμαι να μετράω παγωτά και να προσθέτω και άλλα πέντε ψέματα, μπας και βγω νικήτρια στο παιδικό μας ρεπορτάζ του δρόμου «εσύ πόσα παγωτά;»… Θυμάμαι το παγωτό «πατούσα», το «γκρίλο», το «καραμπόλα» με το δωράκι που ποτέ δεν με ενθουσίαζε, όμως πάντα επέμενα να το αγοράζω…
Θυμάμαι να παίζω τα απογεύματα στη γειτονιά λάστιχο, κρυφτό, αγαλματάκια ακούνητα και καμάρα… Θυμάμαι να καβαλάω το ποδήλατο και να πηγαίνω κρυφά σε άλλες γειτονιές, κάθε μέρα και πιο μακριά μέχρι να φτάσω στην άκρη της πόλης, που για εμένα τότε ήταν η εξερεύνηση του άκρου του κόσμου…
θυμάμαι να παίζω με το λάστιχο από την πιλοτή, μπουγέλο, και να μας κυνηγάει ο κύριος Στάθης γιατί του βρέξαμε το αυτοκίνητο κι εμάς να τρέμει το φυλλοκάρδι μας μη και πει τίποτα στη μαμά όταν τη δει…
Θυμάμαι να σκαρφαλώνω στη γαζία της γειτονιάς για να μπορέσω να πιάσω ένα της μόνο ροζ μυρωδάτο ανθάκι, ώστε να το πάω τρέχοντας στη μαμά μου και να τη δω να μου χαμογελά ευτυχισμένα…
Θυμάμαι τις καλοκαιρινές «φιλίες» που χώριζαν για τους χειμώνες αφού ήταν μακριά… και πόσο μας πονούσε εκείνος ο χωρισμός… Μέχρι που ξανά το επόμενο καλοκαίρι όλα θα είναι ξανά σαν ούτε μια μέρα να μην έχει περάσει και όλα να σμίξουν ξανά σαν παζλ που ταίριαξε απόλυτα.
Θυμάμαι τα απογεύματα στης γιαγιάς… Μετά τον γλυκό εκείνον ύπνο και το ξυπόλυτο τρέξιμο στην αυλή, για να μας κεράσει βανίλια υποβρύχιο … Και μετά τις βόλτες στη γειτονιά και το μέτρημα των αστεριών…
΄Θυμάμαι τη μυρωδιά του «ιππότη» της αυλής της που στόλιζε την καγκελόπορτα και χάριζε την ευωδιά του σε όλον εκείνο τον μικρόκοσμο που είχε τη μυρωδιά του παραδείσου και μέσα μου χάραξε διαμαντένιες θύμισες… Θυμάμαι τις βραδινές τις βόλτες και το ψιθύρισμα στην επιστροφή, γιατί «ήταν αργά και ο κόσμος κοιμάται»…
Θυμάμαι τις τόσο γοητευτικές μα συνάμα τόσο τρομακτικές ιστορίες με τις νεράιδες με τα μαντήλια και τις πηγές που αν έβρισκες το μαντήλι τους θα σε άφηναν να τις δεις, μα σε αντάλλαγμα θα σου έπαιρναν τη λαλιά για να μην τις μαρτυρήσεις… Κι εγώ σκεφτόμουν «αφού ξέρω να γράφω.. γιατί να μπουν στον κόπο και να με κάνουν μουγκή;;;» και να αναρωτιέμαι «γιατί οι μεγάλοι κάνουν τη ζωή τους τόσο δύσκολη; Είναι τόσο απλό!!»
Θυμάμαι τα όνειρα που έκανα και μια φαντασία που οργίαζε… Όνειρα με νεράιδες… Με φτερά… Με ξωτικά… Όνειρα ευτυχισμένα… παιδικά… Ανέμελα… Όνειρα που πραγμάτωσα, που πρόδωσα, που άφησα εκεί πίσω να με κοιτούν και να μου θυμίζουν ότι έχω υπάρξει και χαρούμενο παιδί… Όνειρα που μου έδειχναν τον δρόμο…
Όνειρα… καλοκαιρινά…!!
Καλό καλοκαίρι στα παιδιά μας, με μιαν Ευχή από ψυχής …
Να φτιάξουν κι εκείνα τέτοιες μνήμες….
Είναι άπειρες οι φορές που θα γίνουν το δικό τους «ασφαλές» καταφύγιο, σε δύσκολες στιγμές…
Αύρα Φούκου για το babyradio
http://yiorgosthalassis.blogspot.com
Επιλεξτε να γινετε οι πρωτοι που θα εχετε προσβαση στην Πληροφορια του Stranger Voice
ειναι καλο να ξεφευγεις απο την πραγματικοτητα και να βρισκεις καταφυγιο στις παιδικες μνημες .Στα ανεμελα χρονια που ολα ήταν σαν παραμύθι.Βεβαια ειναι δυσκολο να αοοδεχτουμε οτι ποτε δεν θα γυρισουν.Το ακομα δυσκολοτερο να κοιτας γυρω σου και να βλεπεις τον κοσμο σου να γκρεμίζεται .Να καταλαβαίνεις οτι εβαλες τι χερακι σου για αυτη την καταστροφή .. Διοτι οσο μεγάλωνες τοσο ξεπουλαγες … τις μνημες σου και .την κληρονομια σου ..ΜΠΟΡΕΙ ΝΑ ΠΙΣΤΕΥΕΙΣ ΟΤΙ ΕΙΜΑΙ ΣΚΛΗΡΟΣ ΚΑΙ ΔΕΝ ΈΠΙΑΣΑ ΤΟ ΝΟΗΜΑ ΑΥΤΩΝ ΠΟΥ ΕΓΡΑΨΕΣ …..ΚΑΝΕΙΣ ΠΟΛΥ ΛΑΘΟΣ ΤΟ ΕΠΙΑΣΑ ..ΤΟ ΝΟΗΜΑ ΤΟΥ ΑΘΡΟΥ ΣΟΥ ….ΕΛΠΙΖΩ ΝΑ ΕΠΙΑΣΕΣ ΚΑΙ ΕΣΥ ΤΟ ΝΟΗΜΑ ΣΤΟ ΣΧΟΛΙΟ ΜΟΥ
ΤΑ ΕΙΠΕΣ ΟΛΑ ΑΓΑΠΗΤΗ ΜΟΥ, ΓΛΥΚΙΕΣ ΝΟΣΤΑΛΓΙΕΣ ΓΛΥΚΕΣ ΑΝΑΜΝΗΣΕΙΣ, ΑΥΤΗ ΗΤΑΝ Η ΕΛΛΑΔΑ ΠΟΥ ΑΓΑΠΗΣΑΜΕ ΚΑΙ ΜΕΓΑΛΩΣΑΜΕ. ΗΤΑΝ, ΓΙΑΤΙ ΤΩΡΑ ΔΕΝ ΕΙΝΑΙ ΑΥΤΗ Η ΕΛΛΑΔΑ ΠΟΥ ΞΕΡΑΜΕ ΚΑΙ Η ΕΛΛΑΔΑ ΠΟΥ ΜΕΓΑΛΩΝΟΥΝ ΤΑ ΕΛΛΗΝΟΠΟΥΛΑ ΜΑΣ ΔΥΣΤΥΧΩΣ.
ΚΟΒΑΜΕ ΤΑ ΣΥΚΑ ΑΠΟ ΤΙΣ ΣΥΚΙΕΣ ΚΑΙ ΤΑ ΤΡΩΓΑΜΕ ΜΕ ΤΗΝ ΦΛΟΥΔΑ ΧΩΡΙΣ ΝΑ ΤΑ ΠΛΥΝΟΥΜΕ, ΚΟΒΑΜΕ ΤΟ ΚΑΡΠΟΥΖΙ ΚΑΙ ΤΟ ΤΡΩΓΑΜΕ ΚΑΙ ΕΤΡΕΧΑΝ ΤΑ ΖΟΥΜΙΑ ΠΑΝΩ ΜΑΣ ΚΑΙ ΜΟΣΧΟΒΟΛΟΥΣΕ ΕΝΑ ΟΙΚΟΔΟΜΙΚΟ ΤΕΤΡΑΓΩΝΟ ΑΠΟ ΤΗΝ ΜΥΡΩΔΙΑ ΤΟΥ, ΚΟΒΑΜΕ ΤΑ ΣΤΑΦΥΛΙΑ ΑΠΟ ΤΑ ΑΜΠΕΛΙΑ ΚΑΙ ΤΑ ΤΡΩΓΑΜΕ ΧΩΡΙΣ ΝΑ ΤΑ ΠΛΥΝΟΥΜΕ ΚΙ ΟΜΩΣ ΔΕΝ ΠΑΘΑΜΕ ΠΟΤΕ ΤΙΠΟΤΑ. ΠΕΦΤΑΜΕ ΜΕ ΤΟ ΠΟΔΗΛΑΤΟ ΚΑΙ ΣΚΙΖΑΜΕ ΤΑ ΓΟΝΑΤΑ ΚΑΙ ΑΝΟΙΓΑΝ ΤΑ ΚΕΦΑΛΙΑ ΜΑΣ, ΜΑΤΩΝΑΜΕ ΚΑΙ ΕΜΕΙΣ ΕΚΕΙ, ΜΕ ΠΕΙΣΜΑ ΣΥΝΕΧΙΖΑΜΕ , ΞΥΝΑΜΕ ΤΟΝ ΑΣΒΕΣΤΗ ΑΠΟ ΤΟΥΣ ΤΟΙΧΟΥΣ ΚΑΙ ΤΡΩΓΑΜΕ ΜΙΚΡΑ ΚΟΜΜΑΤΑΚΙΑ, ΠΙΝΑΜΕ ΝΕΡΟ ΑΠΟ ΤΗΝ ΘΑΛΑΣΣΑ, ΚΙ ΟΤΑΝ ΕΙΧΕ ΑΜΠΩΤΗ ΚΥΝΗΓΟΥΣΑΜΕ ΤΑ ΚΑΒΟΥΡΑΚΙΑ ΣΤΟΥΣ ΒΡΑΧΟΥΣ, ΦΤΙΑΧΝΑΜΕ ΞΥΛΙΝΑ ΣΠΙΤΑΚΙΑ ΠΑΝΩ ΣΤΑ ΠΕΥΚΑ ΚΑΙ ΑΝΕΒΑΙΝΑΜΕ ΑΠΟ ΜΙΑ ΞΥΛΙΝΗ ΣΚΑΛΑ ΠΟΥ ΦΤΙΑΧΝΑΜΕ ΣΤΟΝ ΚΟΡΜΟ ΤΟΥ ΠΕΥΚΟΥ, ΠΕΖΑΜΕ ΜΕ ΤΙΣ ΜΠΙΛΙΕΣ ΜΕ ΤΑ ΜΑΡΜΑΡΑ, ΦΤΙΑΧΝΑΜΕ ΞΥΛΙΝΑ ΟΠΛΑ, ΠΑΙΖΑΜΕ ΚΛΕΦΤΕΣ ΚΙ ΑΣΤΥΝΟΜΟΙ, ΠΕΖΑΜΕ ΜΑΚΡΙΑ ΓΑΙΔΟΥΡΑ, ΠΑΙΖΑΜΕ ΜΗΛΑ, ΚΡΥΦΤΟ, ΠΙΝΑΜΕ ΠΑΓΩΜΕΝΟ ΓΑΛΑ ΜΙΛΚΟ ΚΑΙ ΦΡΕΣΚΕΣ ΤΥΡΟΠΙΤΕΣ ΑΠΟ ΤΟΝ ΤΥΡΟΠΙΤΑ ΠΟΥ ΠΕΡΝΟΥΣΕ ΑΠΟ ΤΗΝ ΓΕΙΤΟΝΙΑ ΜΕ ΤΟ ΠΟΔΗΛΑΤΟ ΒΙΤΡΙΝΑ, ΤΡΩΓΑΜΕ ΖΕΣΤΟ ΨΩΜΙ ΜΕ ΕΛΙΕΣ ΝΤΟΜΑΤΑ ΚΑΙ ΦΕΤΑ, ΚΟΥΛΟΥΡΙΑ ΖΕΣΤΑ ΜΕ ΜΟΡΤΑΔΕΛΑ ΚΑΙ ΚΑΣΕΡΙ, ΤΑ ΒΡΑΔΥΑ ΜΑΖΕΥΟΜΑΣΤΑΝ ΣΤΗΝ ΠΑΡΑΛΙΑ ΚΑΙ ΑΝΑΒΑΜΕ ΜΙΑ ΜΙΚΡΗ ΦΩΤΙΑ ΚΑΙ ΤΡΑΓΟΥΔΟΥΣΑΜΕ ΚΑΙ ΟΙ ΠΙΟ ΡΟΜΑΝΤΙΚΟΙ ΜΕΤΡΟΥΣΑΝ ΤΑ ΑΣΤΡΑ ΞΑΠΛΩΜΕΝΟΙ ΣΤΗΝ ΑΜΜΟΥΔΙΑ, ΤΗΝ ΑΝΟΙΞΗ ΦΤΙΑΧΝΑΜΕ ΣΤΕΦΑΝΙΑ ΑΠΟ ΜΑΡΓΑΡΙΤΕΣ ΚΑΙ ΠΑΠΑΡΟΥΝΕΣ, ΤΑ ΒΡΑΔΥΑ ΑΚΟΥΓΑΜΕ ΤΟΝ ΓΚΙΩΝΗ ΠΟΥ ΕΨΑΧΝΕ ΤΟΝ ΑΔΕΡΦΟ ΤΟΥ, ΑΚΟΥΓΑΜΕ ΤΟΝ ΓΛΥΚΟ ΗΧΟ ΑΠΟ ΤΑ ΤΡΙΖΟΝΙΑ – ΓΡΥΛΟΥΣ ΠΟΥ ΜΑΣ ΝΑΝΟΥΡΙΖΑΝ ΜΕΣΑ ΣΤΗΝ ΗΣΥΧΗ ΚΑΛΟΚΑΙΡΙΝΗ ΝΥΧΤΑ, ΑΚΟΥΓΑΜΕ ΤΗ ΝΥΧΤΑ ΤΙΣ ΜΠΡΑΣΚΕΣ ΤΑ ΒΑΤΡΑΧΙΑ. ΤΙ ΝΑ ΠΡΩΤΟΘΥΜΗΘΟΥΜΕ ΑΠΟ ΤΑ ΠΑΙΔΙΚΑ ΜΑΣ ΧΡΟΝΙΑ Σ ΑΥΤΗΝ ΤΗΝ ΟΜΟΡΦΗ ΚΑΙ ΕΥΛΟΓΗΜΕΝΗ ΧΩΡΑ; ΚΑΙ ΠΩΣ ΤΗΝ ΚΑΤΑΝΤΗΣΑΝ ΣΗΜΕΡΑ ΟΙ ΑΛΗΤΕΣ, ΟΜΟΡΦΕΣ ΣΤΙΓΜΕΣ ΠΟΥ ΤΑ ΝΕΑ ΕΛΛΗΝΟΠΟΥΛΑ ΔΕΝ ΘΑ ΖΗΣΟΥΝ ΔΥΣΤΥΧΩΣ.
ΝΑ ΞΕΡΕΣ ΤΙ ΜΟΥ ΘΥΜΙΣΕΣ, ΤΑ ΠΙΟ ΟΜΟΡΦΑ ΑΓΝΑ ΚΑΙ ΑΘΩΑ ΠΑΙΔΙΚΑ ΧΡΟΝΙΑ ΤΗΣ ΖΩΗΣ ΜΟΥ.
ΝΑ ΕΙΣΑΙ ΠΑΝΤΑ ΚΑΛΑ.
ΦΙΛΙΚΑ ΗΛΙΑΣ.
ΠΩ ΠΩ ΚΑΛΑ ΠΡΑΓΜΑΤΙΚΑ ΜΕ ΕΚΑΝΕΣ ΚΑΙ ΔΑΚΡΥΣΑ ΑΠΟ ΝΟΣΤΑΛΓΙΑ..ΤΙ ΩΡΑΙΑ ΧΡΟΝΙΑ ΠΟΥ ΜΠΟΡΕΣΑΜΕ ΚΑΙ ΖΗΣΑΜΕ ΠΡΑΓΜΑΤΙΚΑ ΜΑΚΑΡΙ ΝΑ ΜΠΟΡΟΥΣΑ ΝΑ ΓΥΡΙΣΩ ΤΟΝ ΧΡΟΝΟ ΠΙΣΩ ΝΑ ΖΗΣΩ ΚΑΠΟΙΕΣ ΣΤΙΓΜΕΣ.ΕΥΧΟΜΑΙ ΤΟΥΛΑΧΙΣΤΟΝ ΝΑ ΜΠΟΡΕΣΟΥΜΕ ΝΑ ΠΡΟΣΦΕΡΟΥΜΕ ΣΤΑ ΠΑΙΔΙΑ ΜΑΣ ΤΕΤΟΙΕΣ ΣΤΙΓΜΕΣ ΑΝΕΜΕΛΙΑΣ ΚΑΙ ΧΑΡΑΣ ΝΑ ΕΧΟΥΝ ΝΑ ΘΥΜΟΥΝΤΑΙ!!!!!!
Τα ομορφοτερα χρονια ….ολα αυτα προλαβα να τα ζησω και ειμαι πολυ τυχερη.Ποσες φορες γυριζω εκει για να προστατεψω τον εαυτο μου…πανεμορφα χρονια Θεε μου!!!