GEWKWN: Όταν η πίστη μετατρέπεται σε φανατισμό
GEWKWN: Όταν η πίστη μετατρέπεται σε φανατισμό, τα άτομα δεν περιορίζονται στην εσωτερική τους πίστη, αλλά την επιβάλλουν με βία και μίσος στους άλλους. Η αλήθεια και η δύναμη του Χριστιανισμού δεν προβάλλονται μέσα από τις φωνές και την σύγκρουση, αλλά μέσα από τη ζωή του πιστού. Στην πραγματικότητα, η πιο ισχυρή υπεράσπιση του Χριστιανισμού είναι η πράξη και ο τρόπος ζωής των πιστών του, που πρέπει να είναι σύμφωνα με τις διδασκαλίες του Χριστού. Όπως αναφέρει ο Χριστός, το να ακολουθείς τη διδασκαλία του σημαίνει να ζεις με αγάπη, ταπεινότητα και ανεκτικότητα και όχι με μίσος και επιβολή.
Η αποδοχή της πίστης και η άσκηση των θρησκευτικών πρακτικών δεν απαιτούν επιθετικότητα και εχθρότητα προς τους άλλους, αλλά ενσυναίσθηση και κατανόηση. Ο φανατισμός, από την άλλη, είναι σύμπτωμα εσωτερικών ΨΥΧΟΛΟΓΙΚΩΝ ΑΝΑΤΑΡΑΧΩΝ που οδηγούν τους ανθρώπους να αναζητούν εχθρούς, να προβάλλουν τα δικά τους εσωτερικά προβλήματα στους άλλους και να ερμηνεύουν κάθε αντίθεση ως απειλή. Ο φανατικός άνθρωπος βλέπει τον κόσμο μέσα από μια στενή, προκατειλημμένη οπτική και δεν αναγνωρίζει την αξία του διαλόγου και της άποψης.
Ο Χριστιανισμός ως θρησκεία της αγάπης και της ειρήνης ενδυναμώνει την έννοια της ελευθερίας της σκέψης, Ο Χριστός ενθαρρύνει την σχέση μας με τον Θεό και τους άλλους ανθρώπους μέσω του σεβασμού και της καλοσύνης, και όχι μέσω της επιβολής και του φανατισμού. Στην αιώνια ζωή, η κρίση δεν θα βασίζεται σε εξωτερικές πράξεις και σε επιφανειακές πεποιθήσεις, αλλά στη βαθύτερη αλήθεια του καθενός μας, γνωστή μόνο από τον Θεό.
Η σύγχρονη εκδοχή του θρησκευτικού φανατισμού έχει καταστρεπτικές συνέπειες, καθώς μπορεί να παραμορφώσει την αληθινή Ορθοδοξία και να την κάνει εργαλείο εξουσίας και καταπίεσης. Ο φανατισμός μπορεί να εκδηλωθεί με αυστηρότητα, καταδίκη και αποκλεισμό αυτών που έχουν διαφορετική άποψη για τα θρησκευτικά θέματα. Αυτού του είδους ο φανατισμός καταλήγει να είναι μια διαστρεβλωμένη αντίληψη του Χριστιανισμού, που απομακρύνεται από την αληθινή του αποστολή να προσφέρει ειρήνη, αγάπη και κατανόηση προς όλους τους ανθρώπους, ανεξαρτήτως της πίστης τους.
Οι φανατικοί άνθρωποι πιστεύουν ότι οι δικές τους αντιλήψεις είναι η απόλυτη και αδιαμφισβήτητη αλήθεια. Αυτή η πεποίθηση τους οδηγεί να αντιμετωπίζουν τους άλλους με περιφρόνηση ή μίσος, θεωρώντας τους ως εχθρούς, απλώς και μόνο επειδή έχουν κάποια άποψη.
Ο φανατικός δεν αναγνωρίζει την αξία του διαλόγου, της αμφισβήτησης και της εξέλιξης των απόψεών του. Αντιθέτως, πορεύεται στη ζωή με την πεποίθηση ότι έχει ήδη βρει την απόλυτη αλήθεια και δεν χρειάζεται να σκεφτεί ξανά. Κάθε επιχείρημα και κάθε αντίθετη άποψη θεωρείται περιττό και κακόβουλο, και η ανάγκη για συζήτηση και αλλαγή είναι ανύπαρκτη.
Αυτός ο φανατικός τρόπος σκέψης περιορίζει τον πνευματικό διάλογο. Έτσι, οι φανατικοί συχνά απομονώνονται από τον υπόλοιπο κόσμο, και η συνύπαρξή τους με άλλους γίνεται επικίνδυνη για τις πνευματικές τους σχέσεις. Ο φανατισμός μπορεί να οδηγήσει σε ακραίες ενέργειες και στάσεις, καταλύοντας την ειρηνική και δημιουργική συνεργασία των ανθρώπων.
Οι Γέροντες της Ορθόδοξης Εκκλησίας έχουν αναφερθεί συχνά στην διαφορά μεταξύ πίστης και φανατισμού. Ο Άγιος Παΐσιος, για παράδειγμα, συχνά τόνιζε την ανάγκη να ζούμε την πίστη μας με πραότητα και διάκριση. Έλεγε ότι η αληθινή πίστη δεν απαιτεί βία ούτε υπερβολική επιβολή των πεποιθήσεων στους άλλους. Αντίθετα, η πίστη εκφράζεται με τον προσωπικό βίο, την ταπεινότητα και την καλοσύνη. Ο φανατισμός, σύμφωνα με τον Άγιο Παΐσιο, είναι αποτέλεσμα υπερηφάνειας και απόρριψης του άλλου, ενώ η αληθινή πίστη δεν αποδέχεται καμία μορφή μίσους.
Ο Γέροντας Ιωσήφ ο Ησυχαστής, επίσης, προειδοποιούσε για τους κινδύνους του φανατισμού, επισημαίνοντας ότι η αληθινή χριστιανική ζωή είναι γεμάτη με ειρήνη και αγάπη για όλους τους ανθρώπους, ανεξάρτητα από διαφορές. Η φράση του “Ο φανατισμός είναι ψεύτικη πίστη” αποκαλύπτει τη σαφή διάκριση που έκανε μεταξύ του να πιστεύεις αληθινά και να αναπαράγεις στερεότυπα και προκαταλήψεις με βάση την πίστη σου.
Ο Γέροντας Σωφρόνιος του Έσσεξ, επίσης, μιλούσε για την ανάγκη να προσεγγίζουμε τους άλλους με ταπεινότητα και σεβασμό…….. Ο φανατισμός, έλεγε, είναι αντίθετος προς την αληθινή ελευθερία του πνεύματος και την ειρηνική συνύπαρξη των ανθρώπων. Η αληθινή πίστη είναι ανοιχτή στον διάλογο και στην αγάπη προς τον πλησίον.
Η ανοχή στον φανατισμό και η σιωπή απέναντι σε αυτό, μπορεί να θεωρηθεί ως συνενοχή στην προώθηση της μισαλλοδοξίας και του μίσους. Όπως υπογραμμίζει το Ευαγγέλιο, το να “επιτρέπουμε το κακό” και να μην αντιδρούμε σε αυτό αποτελεί απόσταση από την αληθινή χριστιανική στάση. Η πίστη μας πρέπει να εκφράζεται με ταπεινότητα, αγάπη και συγχώρεση. Όταν ανεχόμαστε τον φανατισμό, δεν ασκούμε διάκριση και υπερβαίνουμε τα όρια της αληθινής πίστης.
Όταν ανεχόμαστε και επιτρέπουμε τον φανατισμό, γινόμαστε συνυπεύθυνοι για τις συνέπειες που προκαλεί αυτός. Ο φανατισμός συχνά οδηγεί σε μίσος, βία και η αδράνεια από πλευράς μας συντελεί στην εξάπλωσή του. Στην χριστιανική διδασκαλία, η ανοχή στο κακό και η σιωπή απέναντι στη βία και την μισαλλοδοξία συνήθως θεωρούνται αμαρτία, καθώς αυτό σημαίνει ότι επιλέγουμε να μην ενεργήσουμε για να σταματήσουμε την αδικία και το μίσος. Ο Χριστός, όπως υπογραμμίζεται στις παραβολές του, μάς καλεί να ενεργούμε με αγάπη και δικαιοσύνη, να αντιστεκόμαστε στο κακό και να προστατεύουμε τους αδύναμους. Η αδράνεια απέναντι στον φανατισμό, λοιπόν, μπορεί να θεωρηθεί ως μια μορφή συμμετοχής στο κακό, ακόμα και αν δεν εκδηλώνεται με άμεσο και ενεργό τρόπο.
Όταν αποδεχόμαστε και κλείνουμε τα μάτια στον φανατισμό, χάνουμε την ευκαιρία να επιδείξουμε την πραγματική αγάπη και συγχώρεση που ο Χριστός διδάσκει. Η έλλειψη δράσης ενάντια στον φανατισμό μπορεί να οδηγήσει σε μια απομόνωση από τη θεία δικαιοσύνη και την σωστή καθοδήγηση που προσφέρει ο Χριστός.
Επομένως, όταν επιτρέπουμε και όταν ανεχόμαστε τον φανατισμό, γινόμαστε εν μέρει συνυπεύθυνοι για τις αρνητικές συνέπειες του. Είναι καθήκον μας να απορρίπτουμε τέτοιες στάσεις και να προάγουμε την αγάπη, την αλληλεγγύη και την κατανόηση στην κοινωνία και την ζωή μας.
Στο τέλος, η τελική κρίση θα ανήκει στον Θεό, ο οποίος είναι ο μόνος που γνωρίζει πλήρως τις καρδιές και τις ψυχές των ανθρώπων. Όπως αναφέρεται στην Αγία Γραφή, ο Θεός έχει την απόλυτη γνώση για τις προθέσεις και τα κίνητρα κάθε ανθρώπου, και μόνο Αυτός μπορεί να κρίνει δίκαια και με απόλυτη σοφία.
Η δικαιοσύνη του Θεού είναι αλάνθαστη και πέρα από τις ανθρώπινες δυνατότητες αντίληψης. Στηρίζεται στην πλήρη κατανόηση της ψυχής κάθε ατόμου, της προσωπικής του πορείας, των επιδιώξεων και των παραλείψεών του. Αυτό μας διδάσκει ότι, ενώ εμείς ως άνθρωποι μπορούμε να κρίνουμε και να αξιολογούμε τους άλλους με περιορισμένη γνώση, ο Θεός δεν έχει περιορισμούς στην κρίση Του. Μια τέτοια δικαιοσύνη δεν είναι αυστηρή αλλά ούτε και άδικη, αλλά γεμάτη με αγάπη και συγχώρεση για εκείνους που είναι ειλικρινείς στην πίστη τους και στην αναζήτηση του καλού.
Η σκέψη ότι η τελική κρίση ανήκει στον Θεό, μας καλεί να προσπαθήσουμε να ζούμε με αρετές, να αγαπάμε και να συγχωρούμε, και να μην παρασυρόμαστε από την επιθυμία να κρίνουμε αυστηρά τους άλλους. Αντίθετα, να επιδιώκουμε την ειρηνική συνύπαρξη και την κατανόηση, ενώ αφήνουμε την τελική κρίση στο Θεό, ο οποίος ξέρει καλύτερα από όλους μας.
Με αυτόν τον τρόπο, η σκέψη της τελικής κρίσης του Θεού μάς ενθαρρύνει να ζούμε με ταπεινότητα, να κατανοούμε την αδυναμία μας και να εστιάζουμε στην εσωτερική μας πορεία, αντί να σπαταλάμε ενέργεια στην καταδίκη των άλλων.
GEWKWN 18/02/2025
Επιλεξτε να γινετε οι πρωτοι που θα εχετε προσβαση στην Πληροφορια του Stranger Voice



