Όμως ο Θεός παρουσιάζεται ευμενής προς τους Αργείους όταν συναντά την Δαναΐδα Αμυμώνη, η οποία ήταν μια από τις τέσσερις κόρες που είχε αποκτήσει με την Ευρώπη που ήταν βασίλισσα, όπως αναφέρει ο Απολλόδωρος. Ήταν τότε που ο Δαναός έστειλε τις κόρες του προς ανεύρεση νερού. Η Αμυμώνη φθάνοντας στην περιοχή της Λέρνης συναντά έναν Σάτυρο που κοιμόταν κάτω από ένα δένδρο. Αυτός προσπάθησε να βιάσει την Δαναΐδα που με τις κραυγές απελπισίας της έβγαλε από το θαλάσσιο βασίλειό του, τον Ποσειδώνα. Η τρίαινα του θεού που θέλησε να βρει τον σάτυρο, αστόχησε και στο σημείο όπου έπεσε ανέβλυσε άφθονο νερό. Η Πηγή αυτή πήρε το όνομα της Αμυμώνης από τις κυριότερες πηγές της Αλκυονίας ( της λίμνης που θεωρούνταν απύθμενη και κατά την παράδοση λέγεται πως ο Θεός Διόνυσος από αυτήν κατέβηκε στον Άδη να φέρει πίσω στην ζωή, την μητέρα του Σεμέλη), στους πρόποδες του όρους Ποντίνου.
Ο Ποσειδώνας ερωτεύεται την Αμυμώνη την οποία παίρνει μαζί του στην θάλασσα. Να δούμε τον ακριβή διάλογο μεταξύ της Δαναϊδας και του Θεού της Θαλάσσης, όπως ο Λουκιανός τον περιγράφει στο έργο του «Ενάλιοι Διάλογοι», 2. 6.
:« που άγει συναρπάσας αυτήν και εις την θάλασσα καθέλκει;»,
Ποσειδών: « θάρρει, ουδέν δεινόν μη πάθης, αλλά και πηγήν επώνυμόν σοι αναδοθήναι εάσω ενταύθα πατάξας τη τριαίνη την πέτραν πλησίον του κλύσματος και συ ευδαίμων έσει και μόνη των αδελφών ουχ υδροφορήσεις αποθανούσα».
Έτσι λοιπόν από αυτήν την ένωση γεννήθηκε ο Ναύπλιος, ο ιδρυτής της πόλης του Ναυπλίου και μέγας θαλασσοπόρος, όπως λέγεται. Μάλιστα η γέννησή του συντελέσθηκε ενώ η Αμυμώνη βρισκόταν στην Εύβοια, όπου την είχε οδηγήσει το κύμα.
” Ἀμυμώνη δὲ ἐκ Ποσειδῶνος ἐγέννησε Ναύπλιον. οὗτος μακρόβιος γενόμενος, πλέων τὴν θάλασσαν, τοῖς ἐμπίπτουσιν ἐπὶ θανάτῳ ἐπυρσοφόρει. συνέβη οὖν καὶ αὐτὸν τελευτῆσαι ἐκείνῳ τῷ θανάτῳ. πρὶν δὲ τελευτῆσαι ἔγημε ὡς μὲν οἱ τραγικοὶ λέγουσι, Κλυμένην τὴν Κατρέως, ὡς δὲ ὁ τοὺς νόστους γράψας, Φιλύραν, ὡς δὲ Κέρκωψ, Ἡσιόνην, καὶ ἐγέννησε Παλαμήδην Οἴακα Ναυσιμέδοντα.” γράφει ο Απολλόδωρος στην Βιβλιοθήκη του,( βιβλίο Β΄ κεφ. 1, παρ.5)
Και στον Παυσανία στα «Κορινθιακά» διαβάζουμε στο κεφ. 38, παργρ. 2 :
” Τημενίου δὲ ἀπέχει Ναυπλία πεντήκοντα ἐμοὶ δοκεῖν σταδίους, τὰ μὲν ἐφ’ ἡμῶν ἔρημος, οἰκιστὴς δὲ ἐγένετο αὐτῆς Ναύπλιος Ποσειδῶνος λεγόμενος καὶ Ἀμυμώνης εἶναι. λείπεται δὲ καὶ τειχῶν ἔτι ἐρείπια, καὶ Ποσειδῶνος ἱερὸν καὶ λιμένες εἰσὶν ἐν Ναυπλίᾳ καὶ πηγὴ Κάναθος καλουμένη: ἐνταῦθα τὴν Ἥραν φασὶν Ἀργεῖοι κατὰ ἔτος λουμένην παρθένον γίνεσθαι.”
Αυτός όταν μεγάλωσε και έγινε έμπειρος θαλασσοπόρος όπως είπαμε, από την Εύβοια ήρθε στον Αργολικό κόλπο και αποβιβάσθηκε στους Αποβάθμους, μια παραλιακή θέση που βρισκόταν ανάμεσα στην Τίρυνθα και το Ναύπλιο όπου λέγεται πως και ο Δαναός εκεί αποβιβάσθηκε με τις κόρες του. Εύκολα βρήκε την πηγή που είχε ανοίξει με την τρίαινά του ο Ποσειδώνας προς χάριν της μητέρας του Αμυμώνης.
Εκεί στα πατρικά χώματα, ο Ναύπλιος αποφάσισε να κτίσει μια πόλη και συγκεκριμένα πάνω στην βραχώδη χερσόνησο η οποία θα αποτελούσε και φυσικό οχυρό. Αλλά και για το από κάθε άποψη καλό λιμάνι της περιοχής επιλέγει ο τόπος από τον Ναύπλιο που χτίζει την επώνυμη πόλη.