Διαφημίσεις

Δεν ξέρω, άνδρες
Αθηναίοι, αν οι κατήγοροί μου σας επηρέασαν. Γιατί κι εμένα, λίγο ακόμα
και θα με έκαναν να ξεχάσω ποιος είμαι. Τόσο πειστικά μιλούσαν. Αν και,
εδώ που τα λέμε, δεν είπαν τίποτα το αληθινό. Πιο μεγάλη εντύπωση όμως
από όλα τα ψέματα που είπαν μου έκανε αυτό: που έλεγαν ότι πρέπει να με
προσέχετε, για να μην σας εξαπατήσω επειδή είμαι τάχα δεινός ρήτορας.
Αυτό μου φάνηκε το πιο αδιάντροπο ψέμα, γιατί είναι βέβαιο ότι θα
διαψευσθούν ευθύς αμέσως έμπρακτα, καθώς θα αποδειχθεί ότι δεν είμαι
τρομερός στο να μιλάω, εκτός αν αυτοί λένε δεινό ρήτορα όποιον λέει την
αλήθεια. Αν λοιπόν θέλουν να πουν αυτό θα συμφωνούσα πως είμαι ρήτορας,
αλλά όχι με τον τρόπο το δικό τους. Έτσι λοιπόν σας λέω, αυτοί είπαν,
ελάχιστα ή και καθόλου, την αλήθεια, εσείς όμως από εμένα θα την
ακούσετε ολόκληρη. Όχι, μα το Δία, άνδρες Αθηναίοι με δημηγορίες σαν τις
δικές τους, ούτε καλλωπισμένα λόγια με κομψές φράσεις και λέξεις.
Αλλά θα ακούσετε τα σωστά λόγια, όπως μου έρθουν στο μυαλό, γιατί
πιστεύω ότι είναι δίκαια όσα λέγω. Και κανείς σας να μην περιμένει
τίποτε άλλο. Γιατί δεν είναι σωστό, άνδρες, σε αυτήν την ηλικία που
βρίσκομαι, να έρθω σε σας πλάθοντας όμορφα λόγια σαν να ήμουν νεαρός.
Και πρέπει να σας ζητήσω, άνδρες Αθηναίοι, μια χάρη από εσάς. Αν με
ακούσετε να μιλάω με τα ίδια λόγια που έχω συνηθίσει να μιλάω και στην
αγορά και στα τραπέζια, να μην απορήσετε και να μην θορυβηθείτε.
Γιατί συμβαίνει αυτό: Αν και είμαι εβδομήντα χρονών για πρώτη φορά
ανεβαίνω σε βήμα δικαστηρίου. Δεν ξέρω λοιπόν την τέχνη της γλώσσας που
χρησιμοποιείτε εδώ. Έτσι λοιπόν, όπως εάν πραγματικά ήμουν ξένος θα μου
συγχωρούσατε το ότι θα μίλαγα με τη γλώσσα και με τον τρόπο που θα είχα
ανατραφεί, έτσι και τώρα αυτό ακριβώς σας ζητώ, γιατί αυτό είναι δίκαιο,
να με αφήσετε να εκφραστώ με τον τρόπο που θέλω, ίσως ωραία, ίσως
άσχημα, όμως εσείς τούτο να προσέχετε και να έχετε στο νου σας, αν μιλάω
δίκαια ή όχι. Γιατί αυτή είναι του δικαστή η αρετή, του ρήτορα δε είναι
να λέγει τα αληθινά. Πρώτα λοιπόν είναι σωστό να απολογηθώ, άνδρες
Αθηναίοι, για τις παλιότερες κατηγορίες που είπαν για μένα άδικα οι
πρώτοι μου κατήγοροι, και μετά για τις επόμενες και τους επόμενους
κατηγόρους. Γιατί πολλοί κατήγοροί μου ήρθαν σε σας και στα
περασμένα χρόνια, χωρίς να λένε τίποτα το αληθινό, και τους οποίους εγώ
φοβάμαι περισσότερο παρά αυτούς που βρίσκονται τώρα γύρω από τον Άνυτο,
αν και αυτοί εδώ είναι αρκετά επικίνδυνοι με τον τρόπο τους. Αλλά
εκείνοι, οι παλιοί, είναι φοβερότεροι, άνδρες, οι οποίοι αφού παρέλαβαν
πολλούς από εσάς από παιδιά ακόμη, σας έπειθαν και με κατηγορούσαν χωρίς
να λένε καμιά αλήθεια, ότι τάχα υπάρχει κάποιος Σωκράτης, σοφός άνδρας,
που ασχολείται με τα ουράνια φαινόμενα και έχει ψάξει όλα όσα
βρίσκονται κάτω από τη γη, και κάνει τα άδικα λόγια να φαίνονται δίκαια.
Αυτοί, άνδρες Αθηναίοι, που έχουν διαδώσει αυτή τη φήμη, αυτοί είναι οι
πιο φοβεροί μου κατήγοροι. Γιατί όσοι τους ακούνε νομίζουν ότι αυτοί
που αναζητούν αυτά τα πράγματα δεν πιστεύουν ότι υπάρχουν θεοί. Έπειτα
αυτοί οι κατήγοροι είναι πολλοί και με κατηγορούν επί πολλά χρόνια, και
ακόμη αυτά τα έλεγαν σε σας όταν ήσασταν σε μια ηλικία που εύκολα τους
πιστεύατε, επειδή πολλοί από εσάς ήσασταν παιδιά, και μάλιστα μερικοί
μωρά. Και κατηγορούσαν έναν απόντα που δεν μπορούσε να απολογηθεί για
καμιά κατηγορία. Το πιο παράλογο από όλα είναι ότι ούτε τα ονόματά τους
δεν γνωρίζω να πω εκτός από κάποιον ποιητή κωμωδιών. Όσοι δε με έχουν
διαβάλλει από φθόνο και σας έπειθαν, και όσοι έχοντας οι ίδιοι πεισθεί
μετά έπειθαν κι άλλους, αυτοί είναι πολύ δύσκολο να αντιμετωπισθούν.
Γιατί δεν μπορώ ούτε να φέρω εδώ κανέναν από αυτούς ούτε να τον ελέγξω
αλλά πρέπει να απολογούμαι σαν να παλεύω με σκιές και να κάνω ερωτήσεις
χωρίς να παίρνω απάντηση. Θεωρήστε λοιπόν κι εσείς, σαν δεδομενο, αυτό
που λέω κι εγώ, ότι οι κατήγοροί μου είναι δυο ειδών, αυτοί που με
κατηγόρησαν τώρα τελευταία, κι εκείνοι που με κατηγορούν από παλιά, για
τους οποίους σας μίλησα πριν λίγο. Και να καταλάβετε ότι για
εκείνους πρώτα πρέπει να απολογηθώ, γιατί κι εσείς εκείνους είχατε
ακούσει πρώτα να με κατηγορούν, και μάλιστα για πολύ περισσότερο καιρό,
απ’ ότι αυτοί εδώ οι πρόσφατοι. Ας είναι. Πρέπει λοιπόν, άνδρες
Αθηναίοι, να απολογηθώ και να επιχειρήσω να εξαφανίσω την ψεύτικη
κατηγορία που τόσο πολύ χρόνο ακούγατε για μένα, μέσα σε τόσο λίγο χρόνο
που έχω στη διάθεσή μου. Θα ήθελα λοιπόν να γίνει έτσι, αν το
θεωρείτε σωστό και για σας και για μένα, και να απολογηθώ με επιτυχία.
Ξέρω όμως ότι είναι δύσκολο και βλέπω αρκετά καλά γιατί. Ας γίνει όμως
όπως θέλει ο θεός. Εγώ πρέπει να υπακούσω στο νόμο και να απολογηθώ. Ας
εξετάσουμε λοιπόν από την αρχή ποια είναι η κατηγορία από την οποία
ξεκίνησε η διαβολή εναντίον μου, στην οποία πιστεύοντας ο Μέλητος έκανε
αυτή την καταγγελία. Ας δούμε τι έλεγαν οι κατήγοροί μου εκείνοι. Πρέπει
λοιπόν, σαν να ήταν αληθινοί κατήγοροι, να σας διαβάσω το κατηγορητήριό
τους. “Ο Σωκράτης είναι ένοχος και ερευνά ψάχνοντας αυτά που
βρίσκονται κάτω από τη γη και στον ουρανό, επίσης κάνει τον άδικο λόγο
να φαίνεται δίκαιος, και αυτά τα διδάσκει και σε άλλους”.
Κάπως έτσι είναι. Γιατί αυτά βλέπετε και σεις οι ίδιοι στην κωμωδία του
Αριστοφάνη, δηλαδή κάποιον Σωκράτη να περιφέρεται εκεί, να συζητά, να
αεροβατεί και να φλυαρεί, πράγματα για τα οποία εγώ δεν έχω την
παραμικρή ιδέα. Και δεν τα λέω αυτά για να υποτιμήσω την επιστήμη αυτή,
αν κάποιος είναι σοφός σε τέτοια ζητήματα – ούτε βέβαια για να αποφύγω
αυτές τις κατηγορίες του Μελήτου – αλλά επειδή εγώ, άνδρες Αθηναίοι, δεν
έχω καμιά σχέση με αυτά. Έχω για μάρτυρες τους περισσότερους από
εσάς, και σας παρακαλώ να πληροφορήσετε ο ένας τον άλλον και να
μιλήσουν όσοι με άκουσαν ποτέ να συζητάω. Και υπάρχουν πολλοί ανάμεσά
σας τέτοιοι. Πείτε λοιπόν μεταξύ σας, αν κανείς από σας με άκουσε να
συζητάω ποτέ, έστω και για λίγο, γι’ αυτά τα θέματα. Και απ’ αυτό θα
καταλάβετε ότι τέτοιου είδους είναι και τα άλλα που λέει για μένα ο
κόσμος. Τίποτα όμως από αυτά δεν είναι αλήθεια ούτε και αυτό αν το
ακούσατε είναι αληθινό, ότι δηλαδή εγώ εκπαιδεύω ανθρώπους και παίρνω
χρήματα γι’ αυτή τη δουλειά. Παρόλο που και αυτό μου φαίνεται ότι
είναι καλό, αν δηλαδή κάποιος είναι ικανός να εκπαιδεύσει ανθρώπους,
όπως ο Γοργίας, ο Λεοντίνος και ο Πρόδικος ο Κείος και ο Ιππίας ο
Ηλείος. Γιατί ο καθένας από αυτούς άνδρες Αθηναίοι, μπορεί, πηγαίνοντας
από πόλη σε πόλη, να πείθει τους νέους – οι οποίοι έχουν την δυνατότητα,
χωρίς να πληρώσουν τίποτα να συναναστρέφονται οποιονδήποτε θέλουν από
τους συμπολίτες τους – να αφήνουν τις παρέες τους για να
συναναστρέφονται αυτούς, πληρώνοντας χρήματα, και να τους χρωστούν από
πάνω και ευγνωμοσύνη. Επίσης υπάρχει κι ένας άλλος άνδρας σοφός
εδώ, από την Πάρο καταγόμενος, που έμαθα ότι βρίσκεται στην πόλη μας.
Έτυχε κάποτε να συναντήσω κάποιον άνθρωπο που έχει πληρώσει στους
σοφιστές πολύ περισσότερα χρήματα από όσα όλοι οι άλλοι μαζί, τον Καλλία
του Ιππονίκου. Τον ρώτησα λοιπόν – επειδή έχει και δυο γιους – :
“Καλλία, αν αντί για τους δυο γιους σου είχες δυο πουλάρια ή δυο
μοσχαράκια, δεν θα ήταν δύσκολο να βρούμε σε ποιον να τα εμπιστευτούμε
και ποιον να μισθώσουμε για να μεγαλώσουν με τον καλύτερο δυνατό τρόπο.
Θα ήταν κάποιος εκπαιδευτής αλόγων ή κάποιος κτηματίας. Τώρα όμως που
πρόκειται για ανθρώπους, σε ποιον πρόκειται να τους εμπιστευτείς; Ποιος
είναι γνώστης αυτής της αρετής, που ταιριάζει στον άνθρωπο και στον
πολίτη; Φαντάζομαι ότι θα έχεις σκεφτεί, αφού έχεις παιδιά. Υπάρχει
κάποιος κατάλληλος ή όχι;- Και βέβαια, μου είπε.- Ποιος
είναι, του είπα. Από πού κατάγεται; Και με πόσα χρήματα διδάσκει;-
Ο Εύηνος, απάντησε, Σωκράτη, από την Πάρο, με πέντε μνες. Κι εγώ
μακάρισα τον Εύηνο, αν όντως κατέχει αυτήν την τέχνη και διδάσκει τόσο
καλά. Εγώ ο ίδιος θα υπερηφανευόμουν πολύ αν είχα δεξιότητες και γνώσεις
τέτοιου είδους. Αλλά δεν έχω, άνδρες Αθηναίοι. Θα με ρωτούσε ίσως
κάποιος από σας: “Μα Σωκράτη, εσύ με τι ασχολείσαι; Πως γεννήθηκαν αυτές
οι κατηγορίες εναντίον σου; Γιατί βέβαια αν δεν σε απασχολούσαν
πράγματα που δεν απασχολούν άλλους δεν θα δημιουργούσες τόση φήμη, ούτε
θα γινόταν τόσος λόγος για σένα, αν δεν έκανες πράγματα που οι πολλοί
δεν τα κάνουν. Πες μας λοιπόν τι είναι αυτό, για να μην υποθέτουμε εμείς
διάφορα πράγματα για σένα”. Μου φαίνεται ότι σωστά θα μιλούσε
όποιος έλεγε αυτά, και θα προσπαθήσω κι εγώ να βρω τι είναι αυτό που
δημιούργησε τη φήμη μου και τις εναντίον μου κατηγορίες. Ακούτε λοιπόν
προσεκτικά. Ίσως φανεί σε μερικούς από εσάς ότι αστειεύομαι. Να ξέρετε
καλά όμως ότι θα σας πω όλη την αλήθεια. Εγώ λοιπόν, άνδρες
Αθηναίοι, απέκτησα αυτό το όνομα απ’ τη σοφία μου και μόνο. Και ποια
είναι αυτή η σοφία; Αυτή που είναι, νομίζω, η ανθρώπινη σοφία. Πράγματι
ίσως να την κατέχω αυτή τη σοφία. Ενώ αυτοί, για τους οποίους μιλούσα
πριν λίγο, είναι σοφοί με μια σοφία ανώτερη από την ανθρώπινη, αλλιώς
δεν ξέρω τι να πω. Γιατί εγώ δεν τη γνωρίζω αυτή
τη σοφία, τη δική τους, και όποιος ισχυρίζεται το αντίθετο λέει ψέματα
και το κάνει για να με διαβάλει. Και μην διαμαρτυρηθείτε με φωνές,
άνδρες Αθηναίοι, αν σας φανεί ότι σας λέω κάτι υπερβολικό. Γιατί δεν
είναι δικά μου τα λόγια που θα πω αλλά κάποιου πολύ αξιόπιστου. Γιατί
της δικής μου σοφίας, αν έχω κάποια σοφία, όποια κι αν είναι, θα
παρουσιάσω για μάρτυρα τον θεό των Δελφών. Γνωρίζετε βέβαια τον Χαιρεφώντα.
Αυτός ήταν παιδικός μου φίλος και ήταν και δικός σας φίλος, του λαού,
και είχε εξοριστεί τότε μαζί σας, και ξαναγύρισε μαζί σας εδώ. Και
ξέρετε βέβαια τι χαρακτήρα είχε ο Χαιρεφώντας, πόσο υπερβολικός ήταν σε
ό,τι έκανε. Κάποτε λοιπόν που πήγε στους Δελφούς, τόλμησε να
ρωτήσει το μαντείο το εξής: – γι’ αυτό που θα πω μην
βάλετε τις φωνές, άνδρες – ρώτησε λοιπόν αν υπάρχει κάποιος
σοφότερος από μένα. Απάντησε τότε η Πυθία ότι κανένας δεν είναι
σοφότερος. Και γι’ αυτά τα πράγματα είναι μάρτυρας αυτός εδώ, ο
αδελφός του, γιατί εκείνος έχει πεθάνει. Προσέξτε τώρα γιατί σας
τα λέω αυτά. Γιατί πρόκειται να σας εξηγήσω πως γεννήθηκε η ψεύτικη
κατηγορία εναντίον μου. Όταν τα άκουσα λοιπόν αυτά, σκέφτηκα έτσι:
“Τι είναι αυτά που λέει ο θεός και τι να εννοεί; Γιατί εγώ ξέρω πως δεν
είμαι καθόλου σοφός. Τι λέει λοιπόν πως είμαι πιο σοφός απ’ όλους; Δεν
μπορεί βέβαια να λέει ψέματα. Δεν είναι δυνατόν αυτό”. Και για πολύν
καιρό απορούσα τι ήθελε να πει. Πολύ αργότερα άρχισα να εξετάζω το
ζήτημα με τον τρόπο που θα σας πω. Πήγα σε κάποιον απ’ αυτούς που
θεωρούνται σοφοί, γιατί ίσως εκεί θα μπορούσα να ελέγξω το μαντείο και
να πω στον χρησμό: “Αυτός εδώ είναι σοφότερος από μένα, ενώ εσύ είπες
ότι εγώ είμαι”. Εξετάζοντάς τον λοιπόν σε βάθος αυτόν – δεν χρειάζεται
να πω το όνομά του, – ήταν κάποιος από τους πολιτικούς – εξετάζοντάς τον
λοιπόν και συζητώντας μαζί του, έπαθα το εξής, άνδρες Αθηναίοι: μου
φάνηκε ότι αυτός ο άνδρας φαινόταν σοφός και σε πολλούς άλλους ανθρώπους
και προπαντός στον εαυτό του, ενώ δεν ήταν. Και έπειτα προσπαθούσα να
του αποδείξω ότι νόμιζε πως ήταν σοφός, ενώ δεν ήταν. Μ’ αυτόν τον τρόπο
όμως με αντιπάθησε και αυτός και πολλοί από τους παρόντες.
Εγώ λοιπόν καθώς έφευγα σκεφτόμουν ότι: “Απ’ αυτόν τον άνθρωπο εγώ
είμαι σοφότερος. Γιατί, όπως φαίνεται, κανένας από τους δύο μας δεν
γνωρίζει τίποτα σπουδαίο. Όμως αυτός νομίζει ότι γνωρίζει ενώ δεν
γνωρίζει. Ενώ εγώ δεν γνωρίζω βέβαια τίποτα, αλλά ούτε και νομίζω ότι
γνωρίζω. Φαίνεται ότι από εκείνον, γι’ αυτόν ακριβώς το λόγο, είμαι λίγο
σοφότερος, γιατί εκείνα που δεν γνωρίζω δεν νομίζω ότι τα γνωρίζω. Μετά
πήγα σε κάποιον άλλον, από εκείνους που θεωρούνται σοφότεροι απ’ αυτόν,
και κατάλαβα ότι συμβαίνει και μ’ αυτόν ακριβώς το ίδιο. Έτσι με
αντιπάθησε κι εκείνος και πολλοί άλλοι. Μετά απ’ αυτά συνέχισα να
πηγαίνω και σε άλλους, παρ’ όλο που ένιωθα – και λυπόμουν και φοβόμουν –
πως γινόμουν μισητός, ωστόσο μου φαινόταν ότι ήταν αναγκαίο να
προτιμήσω να ερευνήσω τα λόγια του θεού. Έπρεπε λοιπόν να πάω,
εξετάζοντας τι θέλει να πει ο χρησμός, σε όλους που θεωρούνταν ότι
γνωρίζουν κάτι. Και μα τον κύνα, άνδρες Αθηναίοι, – γιατί πρέπει
να σας πω την αλήθεια – να τι μου συνέβη: Οι πιο φημισμένοι μου φάνηκαν
να ξέρουν σχεδόν τα λιγότερα, όταν τους εξέταζα σύμφωνα με τα λόγια του
θεού, ενώ άλλοι, που φαίνονταν κατώτεροι, ήταν πιο συνετοί άνδρες.
Πρέπει λοιπόν αυτή την περιπλάνησή μου να σας τη διηγηθώ, σαν άθλους που
κατόρθωσα να πραγματοποιήσω, για να μην αφήσω ανεπιβεβαίωτο το χρησμό.
Μετά λοιπόν από τους πολιτικούς, πήγα στους ποιητές, κι εκείνους των
τραγωδιών κι εκείνους των διθυράμβων και τους άλλους, με σκοπό να πιάσω
εδώ τον εαυτό μου να είμαι αμαθέστερος απ’ αυτούς. Φέρνοντας λοιπόν μαζί
μου εκείνα από τα ποιήματά τους που μου φαινόταν ότι τα έχουν δουλέψει
περισσότερο, τους ζητούσα να μου εξηγήσουν τι λένε, για να μάθω
ταυτόχρονα και κάτι απ’ αυτούς. Ντρέπομαι λοιπόν να σας πω, άνδρες, την
αλήθεια. Πρέπει όμως να σας την πω. Με λίγα λόγια, σχεδόν όλοι όσοι
είναι παρόντες θα μπορούσαν να μιλήσουν καλύτερα για τα έργα τους απ’
αυτούς τους ίδιους. Δεν άργησα να αντιληφθώ ότι και για τους ποιητές
ισχύει αυτό εδώ, ότι δηλαδή δεν δημιουργούν με τη σοφία, αλλά με κάποιο
φυσικό χάρισμα, με κάποια έμπνευση ανάλογη μ’ εκείνη των μάντεων και των
χρησμωδών. Γιατί πράγματι αυτοί λένε πολλά και καλά, αλλά δεν
γνωρίζουν τίποτα γι’ αυτά που λένε. Αυτό μου φαίνεται ότι έχουν πάθει
και οι ποιητές. Και ταυτόχρονα κατάλαβα ότι εξαιτίας του ποιητικού τους
ταλέντου νομίζουν ότι και στα άλλα είναι οι πιο σοφοί από τους
ανθρώπους, ενώ δεν είναι. Έφυγα λοιπόν και από εκεί με τη σκέψη ότι έχω
το ίδιο πλεονέκτημα απέναντί τους, όπως και με τους πολιτικούς. Στο
τέλος πήγα στους χειροτέχνες. Γιατί ήξερα ότι εγώ δεν γνωρίζω τίποτα,
ήξερα όμως ότι αυτούς θα τους εύρισκα να γνωρίζουν πολλά και καλά. Και
σ’ αυτό δεν διαψεύστηκα, γιατί γνώριζαν αυτά που εγώ δεν γνώριζα και ως
προς αυτά ήταν σοφότεροι από εμένα. Αλλά, άνδρες Αθηναίοι, μου φάνηκαν
να έχουν το ίδιο ελάττωμα με τους ποιητές και οι καλοί καλλιτέχνες.
Επειδή ασκούσε καλά την τέχνη του ο καθένας απ’ αυτούς, νόμιζε ότι και
στα άλλα είναι πάρα πολύ σοφός, και αυτό το σφάλμα τους σκίαζε κι εκείνη
τη σοφία που πράγματι κατείχαν. Έτσι λοιπόν κατέληξα να
αναρωτιέμαι – για να δικαιώσω το χρησμό – τι από τα δύο θα προτιμούσα,
να είμαι όπως είμαι, δηλαδή να μην είμαι ούτε σοφός με τη δικιά τους
σοφία αλλά ούτε και αμαθής με τη δικιά τους αμάθεια, ή να είμαι και
σοφός και αμαθής όπως εκείνοι. Απαντούσα λοιπόν και στον εαυτό μου και
στον χρησμό ότι είναι καλύτερα να είμαι όπως είμαι. Από αυτήν τη
συνήθεια, άνδρες Αθηναίοι, γεννήθηκαν πολλές έχθρες εναντίον μου και
μάλιστα τόσο δυσάρεστες και βαριές, ώστε να γεννηθούν απ’ αυτές πολλές
συκοφαντίες και να μου βγει η φήμη ότι είμαι σοφός. Γιατί κάθε φορά που
αποδεικνύω την άγνοια κάποιου, νομίζουν οι παρόντες ότι είμαι σοφός σ’
αυτά που εκείνος δεν γνωρίζει. Όπως φαίνεται όμως, άνδρες, ο θεός μόνο
είναι πράγματι σοφός και μ’ αυτόν το χρησμό αυτό λέει, ότι η ανθρώπινη
σοφία έχει μικρή αξία, ίσως και καμία. Και πιθανόν να υποδεικνύει τον
Σωκράτη, και να χρησιμοποιεί το όνομά μου φέροντάς με για παράδειγμα, σα
να ήθελε να πει: “Εκείνος από σας είναι, άνθρωποι, ο σοφότερος που, σαν
το Σωκράτη, γνωρίζει ότι στην πραγματικότητα δεν μπορεί να είναι διόλου
σοφός”. Όλα αυτά λοιπόν εγώ ακόμα και τώρα τα στριφογυρίζω στο μυαλό
μου, τα εξετάζω και τα ερευνώ, ακολουθώντας τα λόγια του θεού, κάθε φορά
που νομίσω ότι κάποιος είναι σοφός, είτε συμπολίτης μας είτε ξένος. Και
όταν έχω την αίσθηση ότι δεν είναι σοφός, βοηθώ τον θεό αποδεικνύοντάς
το. Έτσι, όντας απασχολημένος μ’ αυτό το έργο δεν ευκαιρώ ούτε για την
πόλη να κάνω τίποτα αξιόλογο ούτε για την οικογένειά μου, αλλά βρίσκομαι
σε φοβερή φτώχεια υπηρετώντας το θεό. Εκτός από αυτά όμως οι
νέοι που με ακολουθούν με τη θέλησή τους – και είναι εκείνοι που έχουν
τον περισσότερο χρόνο διαθέσιμο, οι πιο πλούσιοι – ευχαριστιούνται να με
ακούνε να εξετάζω τους ανθρώπους και πολλές φορές με μιμούνται κι
αυτοί. Προσπαθούν έπειτα, να εξετάσουν και οι ίδιοι, άλλους. Και
βρίσκουν, όπως φαίνεται, μεγάλη αφθονία από ανθρώπους που νομίζουν ότι
γνωρίζουν κάτι, ενώ λίγα πράγματα μόνο γνωρίζουν ή ακόμα και τίποτα.
Τότε όσοι εξετάζονται εξοργίζονται με εμένα αλλά όχι μ’ εκείνους. Λένε
μάλιστα ότι υπάρχει κάποιος άθλιος Σωκράτης που διαφθείρει τους νέους.
Και όταν τους ρωτάει κανείς τι κάνει και τι διδάσκει για να πετυχαίνει
κάτι τέτοιο, δεν έχουν τι να απαντήσουν γιατί δεν το ξέρουν. Για να μη
φανεί όμως ότι δεν έχουν τι να πουν, λένε ό,τι έχουν πρόχειρο εναντίον
των φιλοσόφων γενικώς, “πως ερευνά ό,τι συμβαίνει στον ουρανό και κάτω
από τη γη”, “ότι δεν πιστεύει σους θεούς” και “ότι κάνει αυτό που είναι
λάθος να φαίνεται για σωστό”. Γιατί την αλήθεια νομίζω, δεν θα ήθελαν να
πουν, ότι δηλαδή προσποιούνται ότι γνωρίζουν, ενώ τίποτα δεν γνωρίζουν.
Καθώς είναι λοιπόν φιλόδοξοι και φανατικοί και πολλοί, και μιλάνε όλοι
μαζί και πειστικά για μένα, έχουν γεμίσει τα αυτιά σας και από παλιά και
τώρα συκοφαντώντας με άγρια. Απ’ αυτούς είναι και ο Μέλητος και ο
Άνυτος και ο Λύκων που μου επιτέθηκαν, ο Μέλητος οργιζόμενος για
λογαριασμό των ποιητών, ο Άνυτος υπερασπιζόμενος τους πολιτικούς και ο
Λύκων τους ρήτορες. Ώστε, όπως έλεγα στην αρχή, θα απορούσα αν
κατόρθωνα να βγάλω από το μυαλό σας σε τόσο λίγο χρόνο αυτές τις
συκοφαντίες που έχουν συσσωρευτεί. Αυτή είναι, άνδρες Αθηναίοι, η
αλήθεια, και σας τη λέω χωρίς να σας κρύψω τίποτα απολύτως και χωρίς να
παραποιήσω τίποτα. Παρ’ όλο που ξέρω ότι για τον ίδιο λόγο σας γίνομαι
μισητός. Αυτό άλλωστε είναι απόδειξη ότι λέω την αλήθεια και ότι από εδώ
ξεκινούν οι συκοφαντίες και ότι αυτές είναι οι αιτίες τους. Και
είτε τώρα είτε άλλοτε να εξετάσετε αυτά, θα βρείτε ότι έτσι είναι. Για
όσα λοιπόν με κατηγορούσαν οι πρώτοι μου κατήγοροι, αρκεί για σας αυτή
μου η απολογία. Στον Μέλητο τώρα, τον καλό και αφοσιωμένο στην
πόλη, όπως λένε, και στους πρόσφατους κατηγόρους μου, θα προσπαθήσω να
απολογηθώ. Πάλι λοιπόν, επειδή πρόκειται για διαφορετικούς κατηγόρους,
ας ακούσουμε το κατηγορητήριό τους. Λέει λοιπόν περίπου τα εξής: Λένε
ότι ο Σωκράτης είναι ένοχος επειδή διαφθείρει τους νέους και δεν
πιστεύει στους θεούς της πόλης, αλλά σε άλλες καινούργιες θεότητες.
Αυτή λοιπόν είναι η κατηγορία. Ας την εξετάσουμε λεπτομερώς. Λέει
λοιπόν ότι είμαι ένοχος επειδή διαφθείρω τους νέους. Εγώ όμως, λέω,
άνδρες Αθηναίοι, ότι είναι ένοχος ο Μέλητος, επειδή αστειεύεται σοβαρά,
σέρνοντας με μεγάλη επιπολαιότητα ανθρώπους στα δικαστήρια,
προσποιούμενος ότι ενδιαφέρεται και φροντίζει για πράγματα για τα οποία
ποτέ δε νοιάστηκε. Και θα προσπαθήσω να σας αποδείξω ότι πράγματι έτσι
είναι. Έλα λοιπόν, Μέλητε, και πες μας: Υπάρχει τίποτα άλλο που να σε
ενδιαφέρει πιο πολύ από τη βελτίωση των νέων;- Όχι βέβαια. Έλα
λοιπόν, πες σ’ αυτούς εδώ, ποιος τους κάνει καλύτερους; Γιατί είναι
φανερό ότι το ξέρεις, αφού ενδιαφέρεσαι. Έχοντας βρει εκείνον που τους
διαφθείρει, όπως λες, με φέρνεις εδώ ενώπιον των δικαστών και με
κατηγορείς. Έλα, πες μας τώρα, ποιος τους κάνει καλύτερους. Φανέρωσέ τον
σ’ όσους μας ακούν. Βλέπεις, Μέλητε, ότι σιωπάς, ότι δεν έχεις
τι να πεις; Δεν νομίζεις ότι η σιωπή σου είναι ντροπή, ότι αποτελεί
αρκετή απόδειξη για τον ισχυρισμό μου, ότι δε νοιάζεσαι καθόλου γι’ αυτό
το ζήτημα; Αλλά πες μας, φίλε μου, ποιος κάνει τους νέους καλύτερους;-
Οι νόμοι.- Μα δεν ρωτάω αυτό, αγαπητέ μου, αλλά ποιος άνθρωπος, ο
οποίος βέβαια θα έχει πρώτα μάθει και τους νόμους.- Αυτοί,
Σωκράτη, οι δικαστές.- Τι λες, Μέλητε; Αυτοί εδώ είναι ικανοί να
μορφώνουν τους νέους και να τους κάνουν καλύτερους;- Ασφαλώς.-
Όλοι γενικά ή μόνο μερικοί απ’ αυτούς;- Όλοι γενικά.-
Καλά τα λες, μα την Ήρα. Μεγάλη έχουμε αφθονία από ωφέλιμους ανθρώπους.
Και αυτοί εδώ οι ακροατές τους κάνουν καλύτερους ή όχι;- Και
αυτοί.- Και οι βουλευτές;- Και οι βουλευτές.- Μήπως
τότε, Μέλητε, τα μέλη της εκκλησίας του δήμου, οι εκκλησιαστές,
διαφθείρουν τους νεότερους; Ή κι εκείνοι, όλοι γενικά, τους κάνουν
καλύτερους;- Κι εκείνοι.- Όλοι λοιπόν, όπως φαίνεται, οι
Αθηναίοι τους κάνουν καλούς και άξιους εκτός από μένα, και μόνον εγώ
τους διαφθείρω. Έτσι λες;- Έτσι ακριβώς.- Πόσο
δυστυχισμένο με θεωρείς! Απάντησέ μου όμως: νομίζεις ότι και με τα άλογα
συμβαίνει το ίδιο ; Όλοι οι άνθρωποι μπορούν να τα κάνουν καλύτερα, και
μόνο ένας είναι που τα χαλάει; Ή συμβαίνει εντελώς το αντίθετο,
και μόνο ένας μπορεί να τα κάνει καλύτερα, ή πολύ λίγοι μόνο, οι
ιπποκόμοι; Ενώ οι άλλοι, οι πολλοί, όταν ασχολούνται με άλογα και τα
χρησιμοποιούν, τα χαλάνε; Δεν ισχύει αυτό, Μέλητε, και για τα άλογα και
για όλα τα άλλα ζώα; Ισχύει, είτε το παραδεχτείτε εσύ κι ο Άνυτος είτε
όχι. Θα ήταν λοιπόν πολύ ευτυχισμένοι οι νέοι αν ένας μόνο τους
διέφθειρε και όλοι οι άλλοι τους ωφελούσαν. Αλλά όμως, Μέλητε,
είναι ολοφάνερο πως ποτέ δεν φρόντισες για τους νέους και απέδειξες
καθαρά την αμέλειά σου, ότι ποτέ δεν ενδιαφέρθηκες για τα πράγματα για
τα οποία με κατηγορείς. Πες μας ακόμα, στο όνομα του Δία, Μέλητε, τι
είναι καλύτερο, να ζεις ανάμεσα σε καλούς πολίτες ή σε κακούς; Έλα φίλε
μου, απάντησε. Δεν σε ρωτάω τίποτα δύσκολο. Οι κακοί δεν βλάπτουν
πάντοτε εκείνους που βρίσκονται κοντά τους, και οι καλοί δεν τους
ωφελούν;- Ασφαλώς.- Υπάρχει λοιπόν κανένας που θα ήθελε να
βλάπτεται από τους δικούς του, και όχι να ωφελείται; Απάντησε, αγαπητέ
μου. Ο νόμος προστάζει να απαντήσεις. Υπάρχει κανένας που θα ήθελε να
βλάπτεται;- Όχι βέβαια.- Έλα λοιπόν, πες μας, με
κατηγορείς εδώ ότι διαφθείρω τους νέους και τους κάνω κακούς; Γίνεται
αυτό με τη θέλησή μου ή χωρίς τη θέλησή μου;- Με τη θέλησή σου
βέβαια.- Τι είναι αυτά που λες, Μέλητε; Είσαι τόσο σοφότερος εσύ
από μένα, παρ’ όλο που είσαι τόσο νεότερός μου, ώστε ενώ ξέρεις ότι οι
κακοί βλάπτουν πάντοτε εκείνους που βρίσκονται κοντά τους και οι καλοί
τους ωφελούν, λες ότι εγώ έχω φτάσει σε τέτοιο σημείο αμάθειας που με το
να μην με ενδιαφέρει αν κάνω κάποιον από τους γύρω μου να γίνει κακός,
μπαίνω κι εγώ ο ίδιος στον κίνδυνο να μου κάνει κάτι κακό; Και αυτό το
τόσο μεγάλο κακό το κάνω, όπως λες, με τη θέλησή μου; Δεν με πείθεις γι’
αυτό, Μέλητε, και θαρρώ πως κανέναν άλλον δεν πείθεις. Αλλά ή δεν τους
διαφθείρω, ή, αν τους διαφθείρω, το κάνω χωρίς να το θέλω. Πάντως εσύ
και στις δύο περιπτώσεις λες ψέματα. Αν όμως τους διαφθείρω χωρίς
τη θέλησή μου, για τέτοια αθέλητα σφάλματα ο νόμος δεν ορίζει να με
φέρεις στο δικαστήριο, αλλά να με πάρεις ιδιαιτέρως, και να με
συμβουλεύσεις και να με νουθετήσεις. Γιατί είναι φανερό ότι, αφού το
καταλάβω, θα πάψω να κάνω ό,τι έκανα ακούσια. Εσύ όμως απέφυγες να το
κάνεις αυτό και δεν θέλησες να έρθεις να με βρεις και να με νουθετήσεις.
Και με φέρνεις σ’ αυτό το δικαστήριο, όπου ο νόμος ορίζει να φέρνουν
εκείνους που χρειάζονται τιμωρία και όχι εκείνους που χρειάζονται
νουθεσία. Αλλά, άνδρες Αθηναίοι, είναι πια φανερό εκείνο που ήδη έλεγα,
ότι δηλαδή ο Μέλητος δε νοιάστηκε ποτέ στο ελάχιστο γι’ αυτά. Όμως πες
μας: Με ποιον τρόπο Μέλητε, λες ότι διαφθείρω τους νεότερους; Όπως
φαίνεται και από την καταγγελία σου, διδάσκοντάς τους να μην πιστεύουν
στους θεούς που πιστεύει η πόλη, αλλά σε άλλους καινούργιους δαίμονες;
Δεν λες ότι διδάσκοντας αυτά τους διαφθείρω;- Ακριβώς αυτά λέω.-
Στο όνομα λοιπόν αυτών των θεών για τους οποίους γίνεται τώρα λόγος,
Μέλητε, εξήγησέ μας με μεγαλύτερη σαφήνεια και σε μένα και σ’ αυτούς εδώ
τους άνδρες, γιατί εγώ δεν καταλαβαίνω τι ακριβώς θέλεις να πεις. Λες
ότι διδάσκω να πιστεύουν ότι υπάρχουν μερικοί θεοί – άρα και εγώ πιστεύω
ότι υπάρχουν θεοί και δεν είμαι εντελώς άθεος και δεν μπορώ να
κατηγορηθώ γι’ αυτό – αλλά ότι δεν είναι αυτοί της πόλης, αλλά άλλοι,
και γι’ αυτό ακριβώς με κατηγορείς, επειδή είναι άλλοι; Ή ισχυρίζεσαι
ότι δεν έχω πίστη στους θεούς, πράγμα που διδάσκω και στους άλλους;-
Ακριβώς, λέω ότι δεν πιστεύεις καθόλου στους θεούς.- Καλέ μου
Μέλητε, πως τα λες αυτά; Δεν πιστεύω λοιπόν ούτε για τον ήλιο
ούτε για τη σελήνη ότι είναι θεοί, όπως οι άλλοι άνθρωποι;- Μα
τον Δία, άνδρες δικαστές, για τον ήλιο λεει ότι είναι πέτρα και για τη
σελήνη ότι είναι γη.- Τον Αναξαγόρα νομίζεις ότι κατηγορείς,
αγαπητέ μου Μέλητε. Και τόσο μικρή ιδέα έχεις γι’ αυτούς εδώ, τους
θεωρείς τόσο αγράμματους, ώστε να μη γνωρίζουν ότι τα βιβλία του
Αναξαγόρα του Κλαζομένιου είναι γεμάτα από τέτοια λόγια; Από εμένα θα τα
μάθαιναν αυτά οι νέοι, ενώ θα μπορούσαν, όποτε ήθελαν, να αγοράσουν τα
βιβλία αυτά από την ορχήστρα του θεάτρου με μια δραχμή, και να
κοροϊδεύουν το Σωκράτη, αν υποστηρίζει ότι είναι δικά του, πράγματα
μάλιστα τόσο περίεργα. Αλλά, στο όνομα του Δία, έτσι σου φαίνομαι; Ότι
δεν πιστεύω σε κανένα θεό;- Όχι, μα το Δία, σε κανέναν απολύτως.-
Ούτε τον εαυτό σου, Μέλητε, μου φαίνεται ότι δεν πιστεύεις πια. Αυτός
εδώ μου φαίνεται, άνδρες Αθηναίοι, ότι σας περιφρονεί πολύ και ότι είναι
τελείως αναίσχυντος, και ότι έκανε αυτή την καταγγελία από αλαζονεία
και αναισχυντία και νεανική επιπολαιότητα. Φαίνεται σα να έχει φτιάξει
ένα γρίφο για να με δοκιμάσει: “Θα καταλάβει άραγε ο Σωκράτης ο
σοφός ότι αστειεύομαι και ότι αντιφάσκω ή θα τον εξαπατήσω και αυτόν και
τους άλλους που με ακούνε;” Γιατί νομίζω πως είναι φανερό ότι ο ίδιος
αντιφάσκει στην καταγγελία του και είναι σαν να έλεγε: “Ο Σωκράτης είναι
ένοχος επειδή δεν πιστεύει στους θεούς, πιστεύοντας όμως στους θεούς”.
Μα είναι αστείο. Εξετάστε κι εσείς μαζί μου, άνδρες, πως αντιλαμβάνομαι
αυτά που λέει. Κι εσύ απάντησέ μας, Μέλητε. Όσο για σας, θυμηθείτε αυτό
που σας ζήτησα από την αρχή, και μη διαμαρτύρεσθε όταν μιλάω με το
συνηθισμένο μου τρόπο.Είναι κανένας, Μέλητε, από τους ανθρώπους
που να πιστεύει ότι υπάρχουν ανθρώπινα πράγματα και να μην πιστεύει ότι
υπάρχουν άνθρωποι; Ας μου απαντήσει, άνδρες, και ας μη διαμαρτύρεται
λέγοντας άλλα αντί άλλων. Είναι κανένας που να μην πιστεύει ότι υπάρχουν
άλογα, αλλά να πιστεύει ότι υπάρχει ιππασία; Ή που ενώ δεν πιστεύει ότι
υπάρχουν αυλητές, πιστεύει ότι υπάρχει αυλητική τέχνη; Δεν είναι
δυνατόν αυτό, φίλε μου. Κι αν εσύ δεν θέλεις να απαντήσεις, στο λέω εγώ,
και σ’ εσένα και σ’ αυτούς εδώ. Απάντησέ μου όμως τουλάχιστον σ’ αυτό
που σε ρωτάω τώρα: είναι κανείς που να πιστεύει στη δύναμη των θεοτήτων
και να μην πιστεύει ότι υπάρχουν θεότητες;- Δεν είναι δυνατόν
αυτό.- Με βοηθάς απαντώντας έτσι, έστω και με το ζόρι, επειδή
αναγκάζεσαι απ’ αυτούς εδώ να το κάνεις. Λες λοιπόν ότι και πιστεύω στη
δύναμη των θεοτήτων, και διδάσκω ότι υπάρχουν, είτε πρόκειται για
καινούργιες είτε για παλιες, αλλά πάντως πιστεύω στη δύναμη των
θεοτήτων, σύμφωνα με τα λόγια σου, και μάλιστα αυτό το αναφέρεις και
στην ένορκη καταγγελία σου. Αλλά αν πιστεύω στη δύναμή τους, είναι
απολύτως αναγκαίο να πιστεύω ότι υπάρχουν θεότητες. Δεν είναι έτσι;
Ασφαλώς. Σε βάζω να συμφωνείς μαζί μου, επειδή δεν απαντάς. Τις θεότητες
λοιπόν δεν τις θεωρούμε είτε θεούς είτε παιδιά των θεών; Συμφωνείς ή
όχι;- Βέβαια.- Αν λοιπόν πιστεύω στις θεότητες, όπως λες
εσύ, αν μεν είναι κάποιοι θεοί οι δαίμονες, τότε δεν ισχύει ο ισχυρισμός
μου, ότι μιλάς με γρίφους και μας κοροϊδεύεις; Γιατί λες ότι εγώ δεν
πιστεύω στους θεούς αλλά ταυτόχρονα και ότι πιστεύω, εφόσον πιστεύω στις
θεότητες. Αν πάλι οι θεότητες είναι παιδιά θεών, είτε νόθα είτε από
νύμφες είτε από άλλες μητέρες, όπως λένε, ποιος από τους ανθρώπους θα
πίστευε ότι ενώ υπάρχουν παιδιά των θεών, δεν υπάρχουν θεοί; Το
ίδιο παράλογο θα ήταν να πίστευε κανείς ότι υπάρχουν παιδιά των αλόγων
και των γαϊδουριών, τα μουλάρια, αλλά να μην πίστευε ότι υπάρχουν άλογα
και γαϊδούρια. Όχι, Μέλητε, δεν είναι δυνατόν να τα έγραψες αυτά στην
καταγγελία σου για άλλο λόγο παρά μόνο γιατί δεν έβρισκες κανένα αληθινό
αδίκημα για να με κατηγορήσεις. Αλλά δεν υπάρχει κανένας τρόπος να
πείσεις κάποιον άνθρωπο, ακόμα κι αν έχει ελάχιστη νοημοσύνη, ότι μπορεί
κάποιος που πιστεύει στη δύναμη των θεοτήτων να μην πιστεύει στη δύναμη
των θεών, ή το αντίθετο, ότι μπορεί κάποιος που δεν πιστεύει σε
θεότητες να πιστεύει είτε στους θεούς είτε στους ήρωες. Αλλά,
άνδρες Αθηναίοι, νομίζω ότι δεν χρειάζεται να αποδείξω με περισσότερα
επιχειρήματα ότι δεν ευσταθεί η κατηγορία του Μέλητου. Αρκούν αυτά που
είπα. Εκείνο όμως που έλεγα προηγουμένως, ότι προκάλεσα τη μεγάλη
εχθρότητα πολλών ανθρώπων, είναι απολύτως αληθινό. Και αυτό είναι
που θα με καταστρέψει, αν με καταστρέψει: δεν θα είναι ούτε ο Μέλητος
ούτε ο Άνυτος, αλλά οι συκοφαντίες και ο φθόνος των πολλών. Αυτά
στ’ αλήθεια κατέστρεψαν και νομίζω θα καταστρέψουν στο μέλλον πολλούς
άλλους δίκαιους ανθρώπους. Γιατί δεν πιστεύω ότι θα σταματήσει σ’
εμένα το κακό. Θα μπορούσε όμως να πει κανείς: “Δεν
ντρέπεσαι, Σωκράτη, που έχεις κάνει τέτοια πράγματα ώστε τώρα να
κινδυνεύεις να πεθάνεις;” Κι εγώ τότε θα του έδινα τη σωστή
απάντηση, λέγοντας ότι: “Κάνεις λάθος, άνθρωπε, αν νομίζεις πως ένας
άνδρας που θέλει να ωφελήσει έστω και λίγο τους άλλους πρέπει να
υπολογίζει τον κίνδυνο αν θα ζήσει ή αν θα πεθάνει. Ενώ το μόνο που
πρέπει να σκέφτεται, όταν ενεργεί, είναι αν ενεργεί δίκαια ή άδικα και
αν η συμπεριφορά του είναι καλού ή κακού ανθρώπου. Γιατί τότε
θα ήταν ανάξιοι, σύμφωνα με τα λεγόμενά σου, όσοι από τους ημίθεους
σκοτώθηκαν στην Τροία, και όλοι οι άλλοι, και ο γιος της Θέτιδας. Αυτός
τόσο πολύ περιφρονούσε τον κίνδυνο, μπροστά στο ενδεχόμενο να
ντροπιαστεί, ώστε, όταν του είπε η μητέρα του, που ήταν θεά, τότε που
ήθελε να σκοτώσει τον Έκτορα, τα εξής παρακάτω – αν θυμάμαι καλά –
λόγια: “Παιδί μου, αν εκδικηθείς το φόνο του φίλου σου του Πατρόκλου και
σκοτώσεις τον Έκτορα, θα πεθάνεις κι εσύ. Γιατί αμέσως μετά τον Έκτορα
θα έρθει και το δικό σου τέλος”, εκείνος – ενώ τα άκουσε αυτά –
αδιαφόρησε για τον θάνατο και τον κίνδυνο, και πιο πολύ φοβήθηκε να
ζήσει σαν δειλός που εκδίκηση δεν παίρνει για τους φίλους του.
“Ας πεθάνω αμέσως, είπε, φτάνει να τιμωρήσω εκείνον που έφταιξε και να
μη μένω πια εδώ ντροπιασμένος, κοντά στα καμπυλόπρυμνα καράβια, βάρος
της γης”. Νομίζεις ότι νοιάστηκε αυτός για τον θάνατο και τον κίνδυνο;
Και πράγματι, άνδρες Αθηναίοι, έτσι είναι. Εκεί που θα ταχθεί κανείς,
είτε από μόνος του, επειδή πιστεύει ότι πράττει το καλύτερο, είτε από
κάποιον άρχοντα, εκεί οφείλει, θαρρώ, να παραμείνει, διακινδυνεύοντας
και χωρίς να λογαριάζει ούτε θάνατο ούτε τίποτα άλλο, μπροστά στην
ατίμωση. Θα είχα λοιπόν κάνει πολύ άσχημα, άνδρες Αθηναίοι, αν όταν με
διέταξαν οι άρχοντες που εσείς εκλέξατε, να πολεμήσω στην Ποτίδαια, στην
Αμφίπολη, στο Δήλιο, έμενα τότε στο καθήκον που μου όριζαν, όπως και οι
άλλοι, και έβαζα σε κίνδυνο τη ζωή μου, και όταν μου όριζε ο θεός –
κατά τη δική μου πάντα αντίληψη – ότι πρέπει να ζω φιλοσοφώντας και
εξετάζοντας τον εαυτό μου και τους άλλους, να φοβόμουν είτε το θάνατο
είτε οτιδήποτε άλλο, και να εγκατέλειπα τη θέση μου Θα ήταν
φοβερό, και πράγματι τότε θα ήταν δίκαιο να με φέρει κανείς στο
δικαστήριο με την κατηγορία ότι δεν πιστεύω στους θεούς και ότι δεν
υπακούω στον χρησμό, και ότι φοβάμαι τον θάνατο και ότι νομίζω πως είμαι
σοφός ενώ δεν είμαι. Γιατί το να φοβάται κανείς τον θάνατο, άνδρες, δεν
είναι τίποτα άλλο από το να νομίζει κανείς ότι είναι σοφός χωρίς να
είναι. Να νομίζει ότι γνωρίζει αυτά που δε γνωρίζει. Γιατί κανείς δεν
γνωρίζει τον θάνατο, ούτε αν συμβαίνει να είναι το μεγαλύτερο αγαθό για
τον άνθρωπο, κι όμως τον φοβούνται σα να ξέρουν καλά ότι είναι το
μεγαλύτερο κακό. Και δεν είναι αμάθεια αυτό επονείδιστη, το να
νομίζει κανείς ότι γνωρίζει εκείνα που δεν γνωρίζει; Εγώ όμως, άνδρες,
σ’ αυτό ακριβώς διαφέρω ίσως από τους περισσότερους και αν λέω ότι είμαι
σε κάτι σοφότερος από κάποιον άλλον είναι σ’ αυτό το σημείο, ότι μη
γνωρίζοντας αρκετά για τον Άδη, παραδέχομαι την άγνοιά μου. Γνωρίζω όμως
ότι είναι κακό και ντροπή να βλάπτει κανείς έναν καλύτερο και να μην
υπακούει σ’ αυτόν, είτε θεός είναι είτε άνθρωπος Έτσι λοιπόν ποτέ δεν θα
φοβηθώ και δεν θα αποφύγω να κάνω κάτι, διαπράττοντας κακές πράξεις που
γνωρίζω ότι είναι κακές, για να επιτύχω άλλες που δεν γνωρίζω αν είναι
πράγματι καλές. Ώστε ακόμα κι αν με αφήνατε τώρα ελεύθερο, μη
πιστεύοντας στον Άνυτο, ο οποίος σας είπε ότι είτε από την αρχή δεν
έπρεπε καθόλου να δικαστώ, ή, αφού δικάζομαι, δεν είναι δυνατόν να μη με
καταδικάσετε σε θάνατο. Γιατί, πρόσθεσε, αν γλιτώσει, οι γιοι σας, που
ήδη κάνουν ό,τι τους διδάσκει ο Σωκράτης, θα καταστραφούν όλοι εντελώς.
Αν λοιπόν, παρ’ όλα αυτά, μου λέγατε: “Σωκράτη, εμείς δεν θα πιστέψουμε
τον Άνυτο και θα σε αφήσουμε ελεύθερο, με τον εξής όμως όρο, ότι δεν θα
περνάς πια την ώρα σου εξετάζοντας έτσι τους ανθρώπους και φιλοσοφώντας.
Κι αν πιαστείς να το κάνεις αυτό το πράγμα, θα πεθάνεις”. Αν λοιπόν,
όπως είπα, μ’ αυτόν τον όρο μ’ αφήνατε ελεύθερο, θα σας έλεγα ότι: “Εγώ,
άνδρες Αθηναίοι, σας εκτιμώ και σας αγαπώ, αλλά θα υπακούσω στον θεό κι
όχι σε σας, και όσο αναπνέω και μπορώ, δεν θα πάψω να φιλοσοφώ και να
σας συμβουλεύω και να νουθετώ οποιονδήποτε από σας τυχαίνει κάθε φορά να
συναντώ, λέγοντάς του αυτά ακριβώς που συνήθιζα να λέω, ότι: “Πως εσύ,
αγαπητέ μου, όντας Αθηναίος πολίτης της πιο μεγάλης και της πιο
φημισμένης για τη σοφία της και τη δύναμή της πόλης, δεν ντρέπεσαι να
φροντίζεις για τα χρήματα, πως θα αποκτήσεις περισσότερα, και για τη
δόξα και τις τιμές, και να μην ενδιαφέρεσαι ούτε να νοιάζεσαι για τη
φρόνηση και την αλήθεια και την ψυχή σου;” Και αν κάποιος από σας
αμφισβητεί τα λόγια μου και πει ότι φροντίζει και γι’ αυτά, δεν θα τον
αφήσω αμέσως ούτε θα φύγω, αλλά θα του υποβάλλω ερωτήσεις και θα τον
εξετάσω και θα τον ελέγξω, και αν μου φανεί ότι δεν κατέχει την αρετή,
παρ’ όλο που ισχυρίζεται το αντίθετο, θα τον επιπλήξω που νοιάζεται τόσο
λίγο για τα πιο σημαντικά και τόσο πολύ για τα πιο ασήμαντα. Αυτά θα τα
κάνω σε όποιον τύχει να συναντήσω, είτε είναι νεότερος είτε
μεγαλύτερος, είτε ξένος είτε συμπολίτης μας, και κυρίως στους συμπολίτες
μας, που είναι πιο δικοί μου. Γιατί αυτά με προστάζει ο θεός καταλάβετέ
το καλά. Και εγώ πιστεύω ότι μέχρι τώρα δεν έχει υπάρξει μεγαλύτερο
αγαθό για σας και για την πόλη από αυτήν την υπηρεσία μου που προσφέρω
στον θεό. Γιατί περιφέρομαι μη κάνοντας τίποτα άλλο από το να πείθω τους
νεότερους και τους πιο ηλικιωμένους ανάμεσά σας να μην φροντίζουν ούτε
για τα σώματά τους ούτε για τα χρήματά τους με τόσο πάθος, παρά μόνο για
την ψυχή τους, πως θα γίνει καλύτερη, λέγοντας τους ότι η αρετή δεν
γίνεται από τα χρήματα, αλλά τα χρήματα και όλα τα άλλα ανθρώπινα αγαθά,
και τα ιδιωτικά και τα δημόσια, από την αρετή. Αν τα λόγια μου αυτά
διαφθείρουν τους νέους, τότε είναι βλαβερά. Κι αν κάποιος ισχυρίζεται
ότι εγώ άλλα λέω και όχι ό,τι σας είπα, δεν λέει την αλήθεια. Ως προς
αυτά, θα έλεγα, άνδρες Αθηναίοι, ή να ακούσετε τον Άνυτο ή να μην τον
ακούσετε, και ή να μ’ αφήσετε ελεύθερο ή να μη μ’ αφήσετε, γιατί εγώ δεν
πρόκειται να αλλάξω σε ό,τι κάνω, ακόμα κι αν πρόκειται να πεθάνω
πολλές φορές. Μη διαμαρτύρεσθε, άνδρες Αθηναίοι, κάντε ό,τι σας
παρακάλεσα. Μην διαμαρτύρεσθε για ό,τι λέω, αλλά ακούτε. Γιατί πιστεύω
ότι ακούγοντάς με θα ωφεληθείτε. Γι’ αυτά τα άλλα που πρόκειται να σας
πω θα βάλετε ίσως τις φωνές, αλλά να μην το κάνετε. Να ξέρετε καλά όμως,
ότι αν με θανατώσετε, και είμαι πράγματι αυτός που λέω εγώ, δεν θα
βλάψετε τόσο εμένα όσο θα βλάψετε τους εαυτούς σας. Γιατί εμένα σε
τίποτε δεν μπορούν να με βλάψουν ούτε ο Μέλητος ούτε ο Άνυτος. Δεν θα
είχαν τη δυνατότητα, γιατί πιστεύω ότι δεν γίνεται ο χειρότερος άνθρωπος
να βλάψει έναν καλύτερο. Θα μπορούσε βέβαια να με σκοτώσει ίσως ή
να με εξορίσει ή και να μου στερήσει τα πολιτικά μου δικαιώματα. Αυτά
τα πράγματα ίσως αυτός ή κάποιος άλλος να τα θεωρεί μεγάλο κακό. Όχι
όμως εγώ. Θεωρώ πολύ χειρότερο να κάνει κανείς ό,τι κάνει αυτός τώρα,
προσπαθώντας να σκοτώσει άδικα έναν άνθρωπο. Τώρα λοιπόν, άνδρες
Αθηναίοι, δεν απολογούμαι καθόλου για χάρη του εαυτού μου, όπως θα
νόμιζε κανείς, αλλά για χάρη σας, για να μην αμαρτήσετε προς τον θεό,
καταδικάζοντάς με, περιφρονώντας αυτό που σας έδωσε. Γιατί αν με
σκοτώσετε, άλλον σαν κι εμένα δεν θα βρείτε – για να το πω απλά αλλά κι
αστεία – που να τον έχει ορίσει ο θεός να βρίσκεται κοντά στην πόλη, η
οποία λόγω μεγέθους μοιάζει νωθρό μεγάλο άλογο ράτσας και χρειάζεται
αλογόμυγα να την ξυπνάει. Νομίζω ότι σαν τέτοια με έχει βάλει στην πόλη ο
θεός, να μη σταματώ όλη τη μέρα να σας ξυπνώ, να σας πείθω και τον
καθένα χωριστά να επικρίνω τριγυρίζοντας παντού. Δεν θα βρεθεί
λοιπόν εύκολα άλλος τέτοιος για σας, άνδρες, και αν με πιστεύετε, πρέπει
να με αθωώσετε. Ίσως όμως να βαρεθείτε γρήγορα, όπως όσοι ξυπνάνε
νυσταγμένοι, και, έχοντας πειστεί από τον Άνυτο, με ένα χτύπημα να με
σκοτώσετε εύκολα. Και έπειτα θα περάσετε την υπόλοιπη ζωή σας
κοιμώμενοι, αν δεν σας φροντίσει ο θεός και δεν σας στείλει κάποιον
άλλον. Το ότι πράγματι εγώ είμαι εκείνος που έδωσε ο θεός στην πόλη γι’
αυτόν τον σκοπό.

Ελληνα ο σημερινός εχθρός σου είναι η παραπληροφόρηση των μεγάλων καναλιών. Αν είδες κάτι που σε άγγιξε , κάτι που το θεωρείς σωστό, ΜΟΙΡΆΣΟΥ ΤΟ ΤΩΡΑ με ανθρώπους που πιστεύεις οτι θα το αξιολογήσουν και θα επωφεληθούν απο αυτό! Μην μένεις απαθής. Πρώτα θα νικήσουμε την ύπνωση και μετά ΟΛΟΙ ΜΑΖΙ τα υπόλοιπα. Μοιραστείτε αυτή την ανάρτηση



Μην αφησετε την Πληροφορια να σας ξεπερασει

Επιλεξτε να γινετε οι πρωτοι που θα εχετε προσβαση στην Πληροφορια του Stranger Voice

  • 1 Month Subscription
    3 Month Subscription
    6 Month Subscription
    Year Subscription

Από Κατοχικά Νέα

"Το katohika.gr δεν υιοθετεί τις απόψεις των αρθρογράφων, ούτε ταυτίζεται με τα ρεπορτάζ που αναδημοσιεύει από άλλες ενημερωτικές ιστοσελίδες και δεν ευθύνεται για την εγκυρότητα, την αξιοπιστία και το περιεχόμενό τους. Συνεπώς, δε φέρει καμία ευθύνη εκ του νόμου. Το katohika.gr , ασπάζεται βαθιά, τις Δημοκρατικές αρχές της πολυφωνίας και ως εκ τούτου, αναδημοσιεύει κείμενα και ρεπορτάζ, από όλους τους πολιτικούς, κοινωνικούς και επιστημονικούς χώρους." Η συντακτική ομάδα των κατοχικών νέων φέρνει όλη την εναλλακτική είδηση προς ξεσκαρτάρισμα απο τους ερευνητές αναγνώστες της! Ειτε ειναι Ψεμα ειτε ειναι αληθεια !Έχουμε συγκεκριμένη θέση απέναντι στην υπεροντοτητα πληροφορίας και γνωρίζουμε ότι μόνο με την διαδικασία της μη δογματικής αλήθειας μπορείς να ακολουθήσεις τα χνάρια της πραγματικής αλήθειας! Εδώ λοιπόν θα βρειτε ότι θέλει το πεδίο να μας κάνει να ασχοληθούμε ...αλλά θα βρείτε και πολλούς πλέον που κατανόησαν και την πληροφορία του πεδιου την κάνουν κομματάκια! Είμαστε ομάδα έρευνας και αυτό σημαίνει ότι δεν έχουμε μαζί μας καμία ταμπέλα που θα μας απομακρύνει από το φως της αλήθειας ! Το Κατοχικά Νέα λοιπόν δεν είναι μια ειδησεογραφική σελίδα αλλά μια σελίδα έρευνας και κριτικής όλων των στοιχείων της καθημερινότητας ! Το Κατοχικά Νέα είναι ο χώρος όπου οι ελεύθεροι ερευνητές χρησιμοποιούν τον τοίχο αναδημοσιεύσεως σαν αποθήκη στοιχείων σε πολύ μεγαλύτερη έρευνα από ότι το φανερό έτσι ώστε μόνοι τους να καταλήξουν στο τι είναι αλήθεια και τι είναι ψέμα και τι κρυβεται πισω απο καθε πληροφορια που αλλοι δεν μπορουν να δουν! Χωρίς να αναγκαστούν να δεχθούν δογματικές και μασημενες αλήθειες από κανέναν άλλο πάρα μόνο από την προσωπική τους κρίση!

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

elGreek