«Αν στ’ αλήθεια ο άνθρωπος είναι, ανίκανος να δημιουργήσει, ζωντανά όντα από την ανόργανη ύλη, να υπνωτίσει, τα ζώα του δάσους, για να υπακούν στη θέλησή του, να πετά από δέντρο σε δέντρο μαζί με τους πιθήκους της αφρικανικής ζούγκλας, να επαναφέρει τη ζωή στα μουμιοποιημένα πτώματα των Φαραώ και των Ίνκας ή να εξερευνήσει την ατμόσφαιρα της Αφροδίτης και τις ερήμους του Άρη, επιτρέψτε μας, τουλάχιστον, μέσα στη φαντασία μας να γίνουμε αυτόπτες μάρτυρες αυτών των θαυμάτων και να ικανοποιήσουμε αυτή την ακατάσχετη επιθυμία για το Άγνωστο, το Παράξενο και το Αδύνατο, η οποία υπάρχει μέσα σε κάθε δραστήριο ανθρώπινο εγκέφαλο…» X. Φ. Λάβκραφτ
«Κι έτσι, ο Ράντολφ Κάρτερ συνέχισε το ταξίδι του μέσα στο σκοτάδι…» X. Φ. Λάβκραφτ. Η Ονειρική Αναζήτηση της Άγνωστης Καντάθ
«Ο Άνθρωπος της Αλήθειας είναι πέρα από το Καλό και το Κακό. Ο Άνθρωπος της Αλήθειας ξέρει ότι όλα είναι Ένα. Ο Άνθρωπος της Αλήθειας ξέρει ότι η Φαντασία είναι η Αλήθεια, ότι η Ψευδαίσθηση είναι η Πραγματικότητα και ότι η Ουσία είναι η Μεγάλη Απάτη» είπε με έμφαση η φωνή που δεν ήταν φωνή. Χ. Φ. Λάβκραφτ «Πέρα από τις Πύλες του Ασημένιου Κλειδιού»
«Ο άνθρωπος δεν είναι παρά μια καλαμιά, η πιο αδύναμη της φύσης, αλλά είναι μια σκεπτόμενη καλαμιά. Δε χρειάζεται να αρματωθεί ολάκερο το Σύμπαν για να τον συντρίψει, φτάνει λίγος ατμός η μια σταγόνα νερό για να τον εξολοθρεύσει. Αλλά κι αν το Σύμπαν τον έλιωνε, ο άνθρωπος θα παρέμενε πιο φίνος απ ’ αυτό που τον σκοτώνει, γιατί έχει γνώση ότι πεθαίνει και, συνάμα, γνωρίζει ότι το Σύμπαν βρίσκεται σε πλεονεκτική θέση απέναντι του. Το Σύμπαν όμως δεν έχει ιδέα για όλα αυτά. Έτσι, όλη μας η αξιοπρέπεια είναι συγκεντρωμένη στη σκέψη. Απ’ εδώ πρέπει ν’ αντλούμε κι όχι από το Χώρο ή τη Διάρκεια, που δεν μπορούμε να γεμίσουμε. Ας δουλεύουμε λοιπόν με στόχο να σκεφτόμαστε σωστά και ελεύθερα: να ποια είναι η αρχή της ηθικής…» Μπλέηζ Πασκάλ
«Αν ακούσεις τους ανθρώπους που ασχολούνται με τη ζωολογία να μιλούν για τα πουλιά πάνω στα δέντρα, θα πρέπει να παραδεχτείς πως άκουσες τα ίδια τα πουλιά να μιλούν…» Τσαρλς Φορτ
Χάουαρντ Φίλιπς Λάβκραφτ (Howard Phillips Lovecraft)
Γεννήθηκε στις 20 Αυγούστου 1890 στο Πρόβιντενς του Ροντ Αιλαντ των Η.Π.Α. και πέθανε στις 15 Μαρτίου 1937…
Όσο ζούσε, ήταν ένας άσημος συγγραφέας, στοχαστής και επιστολογράφος, αλλά και ένας πολύ σεμνός άνθρωπος. Δε γνωρίζουμε στ’ αλήθεια τίποτε άλλο γι’ αυτόν… Το ίδιο ισχύει και για όλους τους ανθρώπους που έχουν φύγει από αυτόν τον κόσμο: δεν ξέρουμε στ’ αλήθεια τίποτε γι’ αυτούς. Είμαστε όλοι καταδικασμένοι η μόνη αληθινή καταγραφή της ιστορίας της ζωής μας να περιοριστεί σε μια λακωνική επιγραφή πάνω σ’ έναν τάφο. Τα νεκροταφεία μας δεν είναι παρά ατέλειωτες πέτρινες βιβλιοθήκες, και πάνω στις λιγοστές σειρές που είναι γραμμένες στην κάθε πέτρα, μπορείς να διαβάσεις τη μικροσκοπική ιστορία κάθε ανθρώπου που δεν υπάρχει πια. Όλοι φεύγουν παίρνοντας το μυστικό τους μαζί τους, κι αφήνουν πίσω τους μια ψυχρή περίληψη, που είναι σχεδόν ίδια από μάρμαρο σε μάρμαρο. Μερικές φορές, σαν φαντάσματα ενός έρημου σπιτιού, μένουν και κάποια μηνύματα που άφησε πίσω του κάποιος άνθρωπος, για να δώσει μια απόμακρη μαρτυρία για κάποια από τα πράγματα που είδε και για κάποια από τα πράγματα που ένιωσε. Είναι, συνήθως, μηνύματα που ο κάθε αποδέκτης τα μεταφράζει όπως θέλει.
Η επιρροή του έργου του Λάβκραφτ άρχισε να γίνεται ορατή στα ‘60s και τα ‘70s, μέσα από τις ταινίες τρόμου της εποχής. Σταδιακά κέρδιζε ένα ολοένα και ευρύτερο κοινό, μέχρι που τελικά έγινε συστατικό κομμάτι της σύγχρονης κουλτούρας. Ο Στίβεν Κινγκ έχει αποκαλέσει τον Λαβκραφτ τον μεγαλύτερο δημιουργό της κλασικής ιστορίας τρόμου στον 20ο αιώνα. Ο Τζον Κάρπεντερ δημιούργησε τη δική του ωδή στον συγγραφέα μέσα από τις ταινίες «Η απειλή» και «Στο στόμα της τρέλας». Ο Γκιγιέρμο ντελ Τόρο έχει ενσωματώσει στα έργα του ένα σωρό λαβκραφτιανές αναφορές, από τις ταινίες «Hellboy» μέχρι τη σειρά «The strain».
Ο Νιλ Γκέιμαν, ο Κλάιβ Μπάρκερ και ο Άλαν Μουρ έχουν αναγνωρίσει δημοσίως ότι χρωστούν στο έργο του συγγραφέα από το Πρόβιντενς. Μέχρι το 2015, το αγαλματίδιο του World Fantasy Awards (των βραβείων που αποδίδονται ετησίως στους συγγραφείς και καλλιτέχνες που διαπρέπουν στον χώρο του fantasy), ήταν μία προτομή του Χάουαρντ. Αχά … όχι πλέον. Κατηγόρησε τον Λάβκραφτ για ρατσιστή !!! η σπορά των Αβυσσαίων και απαίτησε να αλλάξει το βραβείο από την προτομή του, σε κάτι πιο Κθούλιο (πλοκάμια που αγκαλιάζουν το Φωτεινό Κίτρινο Σύμπαν) για να ταιριάζει στην μιαρή γενεαλογική βιολογία τους. Η αλήθεια είναι ότι θα έτριζαν τα κόκαλα του σεμνού συγγραφέα στον τάφο του, να βλέπει να πιάνουν την προτομή του, τα βέβηλα και μολυσμένα χέρια των φρικαλέων υπηρετών του Σουμπ-Νιγκουράθ.
«Θα έδινα ευχαρίστως τη ζωή που μου απομένει, αν μπορούσα έστω και για λίγη ώρα να εκφράσω έστω και τα μισά από τα πράγματα που σκέφτομαι» Εντγκαρ Αλλαν Πόε
ΠΟΙΟΙ ΕΙΝΑΙ ΟΙ ΜΕΓΑΛΟΙ ΠΑΛΑΙΟΙ
X. Φ. ΛΑΒΚΡΑΦΤ – Ω. ΝΤΕΡΛΕΘ
«Ναι», απάντησε εκείνη αμέσως. «Τ’ ακούω να κοάζουν συνέχεια και ξέρω ότι φωνάζουν σ’ Εκείνους από Έξω». «Και, βέβαια, ξέρεις πολύ καλά τι σημαίνει αυτό, κυρία Μπίσοπ». «Ναι, όπως ξέρει και η αφεντιά σου, αν δε με γελούν τα λόγια σου. Κατάλαβα ότι θα ’ρχόταν όταν έμαθα ότι το σπίτι άνοιξε πάλι. Ο Αφέντης περίμενε, ναι, περίμενε πολύ καιρό. Τώρα ξαναγύρισε, και μαζί του γύρισαν κι Εκείνα, να σκίσουν, να κατασπαράξουν ή κι εγώ δεν ξέρω τι. Είμαι γριά, και δε μου μένει πολλή ζωή, αλλά δε θα ’θελα να πεθάνω μ’ αυτό τον τρόπο. Ποιος είσαι ελόγου σου, Ξένε, που έρχεσαι και μου κάνεις τέτοιες ερωτήσεις; Είσαι κανένας από Εκείνους;» «Βλέπεις να έχω τα σημάδια;» αντιρώτησα. «Όχι, δεν τα ’χεις. Αλλά μπορούν να πάρουν οποιαδήποτε μορφή. Τους αρέσει αυτό, ξέρεις». Η φωνή της, που είχε αρχίσει να γίνεται κακαριστό γέλιο, πνίγηκε απότομα. «Ήρθες με το ίδιο αμάξι που ήρθε και ο Αφέντης — έρχεσαι από Εκείνον». «Έρχομαι από τον Αφέντη, αλλά όχι και για τον Αφέντη», βιάστηκα να την καθησυχάσω. Η γριά φάνηκε να διστάζει. «Δεν έκανα τίποτα κακό. Δεν έγραψα εγώ εκείνο το γράμμα. Ήταν ο Λεμ Γουέητλυ, που κρυφάκουγε σε κουβέντες που δεν ήταν για τ’ αυτιά του». «Πότε άκουσες τη φωνή του Τζέησον Όσμπορν;» «Ήταν δέκα νύχτες μετά από τότε που τον πήραν. Ύστερα την ξανάκουσα μετά από δώδεκα νύχτες. Η τελευταία φορά ήταν τέσσερις νύχτες μετά από τη μέρα που τον βρήκαν, όπως και τους άλλους πριν από την εποχή μου, και όπως εκείνους που θα βρουν στο μέλλον. Τον άκουσα καθαρά, σαν να στεκόταν εκεί που ’σαι τώρα, ξένε. Και δεν έχω ζήσει μια ζωή με τον Όσμπορν γείτονα στην ίδια κοιλάδα δίχως να ξεχωρίζω τη φωνή του με το πρώτο που θα την ακούσω». «Τι έλεγε;» «Την πρώτη φορά τραγουδούσε — λέξεις που τις άκουγα για πρώτη φορά, λέξεις παράξενες. Την τελευταία φορά ήταν σαν προσευχή. Τη μεσαία φορά ήταν γρήγορες κουβέντες στη γλώσσα Εκείνων — που δεν είναι για τ’ αυτιά των θνητών», «Και πού ήταν εκείνη τη στιγμή;» «Ήταν Έξω. Έξω μαζί μ’ Εκείνους. Περίμεναν τη στιγμή που θα ήταν έτοιμοι να τον φάνε». «Όμως δεν τον έφαγαν, κυρία Μπίσοπ. Το πτώμα του βρέθηκε». «Ναι, σωστά!» χαχάνισε εκείνη. «Δεν είναι πάντοτε η σάρκα εκείνο που λιμπίζονται — αλλά σίγουρα θέλουν πάντα το πνεύμα ή ό,τι άλλο είναι εκείνο που κάνει τον άνθρωπο να σκέφτεται, να μιλά και να πράττει». «Τη ζωική ενέργεια;» «Πεσ’ το όπως θες, ξένε. Πάντως αυτό γυρεύουν, εκείνοι οι διάβολοι! Ναι, ο Τζέησον Όσμπορν βρέθηκε — τσακισμένος και κατασπαραγμένος, λένε — αλλά ήταν πεθαμένος, έτσι δεν είναι; Ήταν νεκρός, και Εκείνοι είχαν ρουφήξει ό,τι ήθελαν από δαύτον —Εκείνοι που τον είχαν πάρει φεύγοντας μαζί τους». «Μαζί τους, πού, κυρία Μπίσοπ;» «Εδώ, εκεί και παραπέρα, ξένε. Ελόγου τους βρίσκονται συνέχεια ολόγυρά μας, αλλά κανένας δεν μπορεί να τους δει. Μπορεί να μας ακούνε και τώρα που μιλάμε. Περιμένουν στην πόρτα τον Αφέντη να τους καλέσει, όπως τους καλούσε και παλιά. Ναι, ξαναγύρισε- ξαναγύρισε ύστερα από διακόσια χρόνια και παραπάνω, όπως έλεγε ο παππούς μου ότι θα το ’κάνε. Και αμόλησε πάλι Εκείνα στον κόσμο, και τώρα πετάνε και σέρνονται και κολυμπάνε και βρίσκονται δίπλα μας και περιμένουν να βγουν πάλι για να ξαναρχίσουν απ’ την αρχή. Ξέρουν πού βρίσκονται οι πόρτες, και γνωρίζουν τη φωνή του Αφέντη — αλλ’ ακόμη και αυτός δεν είναι ασφαλής από Εκείνα αν δεν ξέρει όλα τα σημάδια και τα μαγικά και τα προστατευτικά. Αλλά τα ξέρει, ναι, ο Αφέντης τα ξέρει πολύ καλά. Τα ήξερε από παλιά, όπως μας λέει η παράδοση». «Εννοείς τον Αλάιτζα;» «Τον Αλάιτζα;» Η γριά χαχάνισε, γεμίζοντας το δωμάτιο με το πρόστυχο γέλιο της. «Ο Αλάιτζα ήξερε περισσότερα από κάθε θνητό- ήξερε κάτι που δεν το ξέρει κανένας. Μπορούσε να τό καλέσει και να μιλήσει μαζί Του και Εκείνο ποτέ δεν κατάφερε να τον αρπάξει. Ο Αλάιτζα το φυλάκισε, και μετά έφυγε. Ναι, ο Αλάιτζα όχι μόνο φυλάκισε Εκείνο, αλλά και τον ίδιο τον Αφέντη, εκεί Έξω. Και το ’κάνε πάνω που ο Αφέντης ήταν έτοιμος να ξαναγυρίσει ύστερα από πολλά, πολλά χρόνια. Δεν είναι πολλοί που το ξέρουν αυτό, και ο Μισκουαμάκους είναι ένας από τους λίγους.
»0 Αφέντης βάδιζε στη γη και κάποιος που τον έβλεπε δεν ήξερε ποιος είναι, γιατί έχει πολλά πρόσωπα. Ναι, πολλά! Φορούσε το πρόσωπο ενός Γουέητλυ ή ενός Ντότεν, φορούσε το πρόσωπο ενός Τζάιλς ή ενός Κόρυ. Καθόταν ανάμεσα στους Γουέητλυ, τους Ντότεν, τους Τζάιλς ή τους Κόρυ και κανένας τους δεν ήξερε ότι ήταν ο Αφέντης. Αντίθετα, νόμιζαν ότι ήταν δικός τους. Έτρωγε μαζί τους και κοιμόταν μαζί τους, βάδιζε μαζί τους και μιλούσε μαζί τους, και κανένας δεν καταλάβαινε ποιος ήταν. Αλλά ήταν τόσο αβάσταχτος στην Ξενικότητά του που, όποιου το σώμα κατείχε ο Αφέντης, σύντομα αυτός αδυνάτιζε και πέθαινε, μην μπορώντας να τον χωρέσει μέσα του».
Το φρικαλέο γέλιο της αντήχησε πάλι και μετά έσβησε. «Το ξέρω, ξένε», συνέχισε η γριά. «Το ξέρω. Δεν τους είμαι χρήσιμη σε τίποτα, αλλά τους ακούω που μιλάνε Εκεί Έξω. Ακούω τι λένε και, ακόμη κι αν δεν καταλαβαίνω γρι από τα λόγια τους, ξέρω τι λένε. Βλέπεις γεννήθηκα με το χάρισμα, και μπορώ να τους ακούσω Εκεί Έξω». Ήδη είχα αρχίσει να συμμερίζομαι τις παρατηρήσεις του εξαδέλφου μου. Διαισθανόμουν κι εγώ, με ακαθόριστη ανησυχία, ότι τούτη η γριά κατείχε κάποιο είδος μυστικής γνώσης, και είχα παρατηρήσει το σχεδόν περιφρονητικά αγέρωχο ύφος της που είχε προσέξει και ο ‘Αμπροουζ. Ήμουν σίγουρος ότι κατείχε ένα απέραντο απόθεμα κρυφών και απαγορευμένων γνώσεων. Ταυτόχρονα, όπως και πριν, με πλημμύρισε πάλι εκείνο το συναίσθημα της αδυναμίας να βγάλω σαφές νόημα. Ένιωθα ότι μου έλειπε το βασικό κλειδί για να κατανοήσω τις πληροφορίες που μου προσφέρονταν.
«Περιμένουν να ξαναγυρίσουν», συνέχισε η γριά, «και ν’ απλωθούν πάλι σ’ ολάκερη τη γη. Δεν περιμένουν μονάχα εδώ, αλλά παντού -βαθιά στα έγκατα της γης, και κάτω απ’ τα νερά, και Έξω και παντού. Και ο Αφέντης τους βοηθάει να ξανάρθουν». «Τον έχεις δει τον Αφέντη;» δεν κρατήθηκα να μη ρωτήσω. «Ούτε που τον αντίκρισαν ποτέ τα μάτια μου. Αλλά έχω δει τη μορφή που πήρε. Δεν υπάρχει ούτε ένας από μας που να μην πήρε χαμπάρι ότι ξαναγύρισε. Ξέρουμε τα σημάδια. Πήραν τον Τζέησον Όσμπορν, δεν τον πήραν; Αυτό τα λέει όλα. Ξαναγυρίζουν!» πρόσθεσε με σκοτεινό ύφος. «Κυρία Μπίσοπ, ποιος ήταν ο Τζόναθαν Μπίσοπ;» Η γριά κακάρισε πάλι, πικρόχολα, με κάτι σαν σκούξιμο νυχτερίδας στη φωνή της. «Καλά κάνεις και το ρωτάς. Ήταν ο παππούς μου. Ελόγου του είχε ανακαλύψει μερικά από τα μυστικά και νόμιζε ότι τα ’ξερε όλα. Έτσι ρίχτηκε με τα μούτρα να τα κάνει πράξη. Άρχισε να καλεί Εκείνο, και μετά το ξαπόστειλε ενάντια σ’ όσους τον κατασκόπευαν. Αλλά δεν είχε την τέχνη του Αφέντη, και κάτι τον άρπαξε όπως άρπαξε και τους άλλους. Και ο Αφέντης, λένε, ούτε που σήκωσε το δαχτυλάκι του να τον βοηθήσει. Είπε ότι δεν είχε τη δύναμη να το κάνει, ότι δεν είχε το δικαίωμα να ικετέψει τις πέτρες, ούτε να καλέσει στους λόφους. Είπε ότι δεν μπορούσε να ξαμολύσει εκείνα τα Πλάσματα της κόλασης πάνω μας, και να κάνει το μίσος να φουντώσει στο Ντάνγουιτς. Αλλά, έτσι όπως ήρθαν τα πράγματα, τώρα δεν υπάρχει ούτε ένας Κόρυ ή ένας Τυντλ που να μη μισεί τους Μπίσοπ».
ΟΙ ΑΦΕΝΤΕΣ ΤΗΣ ΓΗΣ
»Θα ήταν μεγάλο λάθος να πιστεύει κανείς ότι ο άνθρωπος ήταν ο πρώτος ή θα είναι ο τελευταίος από τους Αφέντες της Γης. Όχι, ούτε και η ζωή και η ύλη που ξέρουμε είναι οι μοναδικές μορφές τους. Οι Παλιοί υπήρχαν, οι Παλιοί υπάρχουν, οι Παλιοί θα υπάρχουν. Βαδίζουν ήρεμοι και αρχέγονοι, δίχως διαστάσεις και αθέατοι για τα μάτια μας, όχι στους χώρους που γνωρίζουμε, αλλ’ ανάμεσα τους.
»Ο Γιογκ-Σοθόθ γνωρίζει την πύλη, γιατί ο Γιογκ-Σοθόθ Είναι η Πύλη. Ο Γιογκ-Σοθόθ είναι το κλειδί και ο φρουρός της πύλης. Παρελθόν, παρόν και μέλλον ό,τι υπήρξε, ό,τι υπάρχει και ό,τι θα υπάρξει είναι ένα και το αυτό για τον Γιογκ-Σοθόθ. Αυτός γνωρίζει από πού πέρασαν οι Παλιοί στο παρελθόν, και από πού θα ξαναπεράσουν πάλι στο μέλλον, όταν ο Κύκλος ολοκληρωθεί. Γνωρίζει και το γιατί κανείς δεν μπορεί να Τους δει εκεί όπου περπατούν.
»Μερικές φορές οι άνθρωποι καταλαβαίνουν ότι Εκείνοι βρίσκονται κοντά από την οσμή Τους, που είναι παράξενη για τα ρουθούνια και θυμίζει σαπισμένα πλάσματα. Όμως τη μορφή Τους κανένας άνθρωπος δεν μπορεί ν’ αντικρίσει ποτέ, αλλά μπορεί πολύ σπάνια να τη δει έμμεσα στα χαρακτηριστικά των τέκνων Τους που αποκτήθηκαν ύστερα από ανίερα ζευγαρώματα με ανθρώπους. Και είναι φοβερά στη θέα τα τέκνα Τους αυτά, αλλά τρις φοβερότερες είναι οι μορφές των γεννητόρων τους.
»Υπάρχουν διάφορα είδη από τα Τέκνα Τους αυτά, και στην όψη τους διαφέρουν εξαιρετικά από τη γνήσια μορφή του ανθρώπου. Ωστόσο αποτελούν την πλησιέστερη εικόνα και ομοίωση Εκείνων, των άυλων και αθέατων, που υπήρξαν οι γεννήτορές τους.
»Εκείνοι βαδίζουν αόρατοι. Βαδίζουν αποκρουστικοί σε ερημικούς τόπους, εκεί όπου ειπώθηκαν τα Λόγια και τελέστηκαν ηχηρά οι Τελετουργίες στην εποχή Τους. Και οι εποχές αυτές βρίσκονται στο αίμα και διαφέρουν από εκείνες που γνωρίζει ο άνθρωπος. Ο άνεμος ουρλιάζει άναρθρα με τις φωνές Τους· η Γη ψιθυρίζει με τις συνειδήσεις Τους. Αυτοί κάνουν τα δέντρα να λυγίζουν. Αυτοί σηκώνουν τα κύματα και αυτοί συντρίβουν τις πόλεις. Και, ωστόσο, ούτε το δάσος ούτε τα κύματα ούτε η πόλη μπορούν να δουν το χέρι που τα χτυπά.
»Το Καντάθ στις παγωμένες ερημιές τους γνωρίζει, αλλά ποιος άνθρωπος γνωρίζει το Καντάθ; Στην έρημο των πάγων του Νότου και στα βυθισμένα νησιά του ωκεανού υπάρχουν πέτρες με χαραγμένη πάνω τη σφραγίδα Τους, αλλά ποιος έχει δει την υπόγεια πόλη των πάγων ή το σφραγισμένο πύργο που από αιώνες τώρα τον στεφανώνουν φύκια και όστρακα; Ο μέγας Κθούλου είναι εξάδελφός Τους, αλλά ακόμη κι αυτός δεν μπορεί να τους δει παρά μονάχα αμυδρά.
»Η ράτσα των ανθρώπων τους γνωρίζει σαν κάτι το αποτρόπαιο. Τα χέρια Τους βρίσκονται για πάντα γύρω από το λαιμό του ανθρώπου, από την αρχή του χρόνου ως το τέλος της γνωστής αρχαιότητας. Αλλα κανείς δεν τους θωρεί και η κατοικία Τους συνυπάρχει με το φυλαγμένο κατώφλι σας. Ο Γιογκ-Σοθόθ είναι το κλειδί της πύλης εκεί όπου οι σφαίρες ανταμώνουν.
»Ο άνθρωπος εξουσιάζει τώρα εκεί όπου κάποτε εξούσιαζαν Εκείνοι- σύντομα Εκείνοι θα εξουσιάζουν πάλι εκεί όπου τώρα εξουσιάζει ο άνθρωπος. Μετά το καλοκαίρι έρχεται ο χειμώνας, και μετά το χειμώνα το καλοκαίρι. Περιμένουν, υπομονετικοί και δυνατοί, γιατί εδώ θα κυβερνήσουν πάλι. Και μετά τον ερχομό Τους κανείς δεν θα τους αμφισβητήσει την εξουσία, και όλοι θα υποταχθούν σ’ αυτή. Και εκείνοι που γνωρίζουν τις πύλες θα υποχρεωθούν να τους ανοίξουν το δρόμο, και θα τους υπηρετούν όπως Εκείνοι το επιθυμούν. Αλλά σ’ εκείνους που θα τους ανοίξουν το δρόμο άθελά τους, ο χρόνος τους μετά θα είναι λιγοστός.
ΠΡΕΣΒΥΤΕΡΟΙ ΘΕΟΙ
»Έγινε τότε όπως τον είχαν προειδοποιήσει από παλιά. Τον πήραν οι Πρεσβύτεροι Θεοί που Εκείνος είχε αψηφήσει και τον καταπόντισαν στα αβυσσαλέα βάθη της θάλασσας. Εκεί τον έκλεισαν στον οστρακόντυτο πύργο που λέγεται ότι ορθώνεται ανάμεσα στα μεγάλα ερείπια της βυθισμένης πόλης (Ρ’λυέ), και τον φυλάκισαν εκεί, σφραγίζοντάς Τον με το Πρεσβύτερο Σημάδι. Και επειδή συνέχισε να λυσσομανά ενάντια σ’ Εκείνους που τον φυλάκισαν, αυτό προκάλεσε και πάλι την οργή Τους. Και έτσι οι Πρεσβύτεροι Θεοί στράφηκαν πάλι εναντίον Του για δεύτερη φορά, και τον πάγωσαν σε μια κατάσταση παρόμοια με το θάνατο, αλλά του επέτρεψαν να ονειρεύεται σ’ εκείνο τον τόπο κάτω από τα μεγάλα νερά.
Ύστερα οι Πρεσβύτεροι Θεοί επέστρεψαν στον τόπο από τον οποίο είχαν έρθει, στον Γκλύου-Βο, που βρίσκεται ανάμεσα στ’ αστέρια. Αλλά από καιρού σε καιρό κοιτάζουν κάτω στη Γη, τότε που τα φύλλα αρχίζουν να πέφτουν, την εποχή που ο γεωργός ξαναγυρίζει να θερίσει τους αγρούς του.
Και τώρα Εκείνος κείται και ονειρεύεται αιώνια, στον Οίκο Του στη Ρ’λυέ. Και γύρω Του μαζεύτηκαν όλοι οι υπηρέτες Του, παλεύοντας ενάντια σε κάθε εμπόδιο, και στάθηκαν εκεί να περιμένουν το ξύπνημά Του, ανήμποροι ν’ αγγίξουν το Πρεσβύτερο Σημάδι, φοβούμενοι τη μεγάλη του Δύναμη. Ήξεραν ότι ο Τροχός θα γύριζε ξανά, και Εκείνος θα ξυπνούσε για ν’ αγκαλιάσει πάλι τη Γη και να την κάνει βασίλειό του, αψηφώντας ξανά τους Πρεσβύτερους Θεούς.
Και τ’ αδέλφια του είχαν επίσης την ίδια τύχη. Τους πήραν Εκείνοι τους οποίους είχαν αψηφήσει και τους εξόρισαν μακριά. “Εκείνος Που Δεν Επιτρέπεται Να Ονομαστεί” εξορίστηκε στο απώτατο διάστημα πέρα από τ’ αστέρια, και ανάλογη αντιμετώπιση είχαν και οι άλλοι, ώσπου η Γη λευτερώθηκε από Αυτούς. Και Εκείνοι που έρχονταν με τη μορφή πύργων φωτιάς επέστρεψαν εκεί απ’ όπου είχαν έρθει και δεν τους ξαναείδε κανείς. Και σε όλη τη Γη επικράτησε ειρήνη. Αλλά οι υπηρέτες των Παλιών ποτέ δεν έπαψαν ν’ αναζητούν μέσα και τρόπους για να τους απελευθερώσουν. Περίμεναν, μέχρι που έφτασαν οι άνθρωποι και άρχισαν να ψάχνουν και αυτοί σε μυστικούς και απαγορευμένους τόπους, επιδιώκοντας να ανοίξουν την πύλη».
ΚΑΙ ΑΛΛΟΥ
»Οι Μεγάλοι Παλιοί είχαν αντιστοιχίες με τα λεγάμενα στοιχεία της φύσης – τη γη, το νερό, τον αέρα και τη φωτιά- ίσως γιατί αυτά ήταν το μέσο της εκδήλωσής τους. Αυτό, πέρα και ανεξάρτητα από τη μεταξύ τους αλληλεξάρτηση και τις εξωγήινες ιδιότητες που τους καθιστούσαν άτρωτους στις επιδράσεις τους χώρου και του χρόνου. Όπως και να ’χει, γεγονός είναι ότι οι Μεγάλοι Παλιοί αποτελούν μόνιμη απειλή όχι μονάχα γιο την ανθρωπότητα αλλά και για όλα τα πλάσματα της Γης. Στις αδιάκοπες προσπάθειές τους να ξαναγυρίσουν στη Γη τους βοηθούν οι πρωτόγονοι πιστοί και λάτρες τους, που κυρίως αποτελούνται από σωματικά και πνευματικά εκφυλισμένα άτομα. Σε μερικές περιπτώσεις, όπως είδαμε με τους, ιθαγενείς της Ποναπέ, οι πιστοί τους αυτοί παρουσιάζουν πραγματικές βιολογικές μεταλλάξεις.
»Ολοι αυτοί προσπαθούν να δημιουργήσουν ορισμένα ανοίγματα, μέσα από τα οποία θα μπορέσουν να περάσουν οι Μεγάλοι Παλιοί και οι εξωγήινοι υπηρέτες τους. Επίσης, προσπαθούν να τους καλέσουν από κει που βρίσκονται -όπου κι αν είναι αυτό- με ορισμένες τελετουργίες. Μερικές απ’ αυτές έχουν καταγραφεί, αποσπασματικά τουλάχιστον, από τον Άραβα Αμπντούλ Αλχαζρέντ. Πρόσθετα στοιχεία αναφέρουν και διάφοροι δευτερεύοντες συγγραφείς που ακολούθησαν, αφήνοντας κατά κάποιο τρόπο μια δική τους παράλληλη παράδοση.
Η πηγή όλων είναι κοινή, αλλά οι γνώσεις επαυξάνονται από διάφορα στοιχεία που ήρθαν στο φως μετά την εποχή του Άραβα. Λοιπόν, αυτοί οι Μεγάλοι Παλιοί, είναι γνωστοί με διάφορα ονόματα. Υπήρχαν ορισμένοι κατώτεροι στις τάξεις τους, που είναι και οι περισσότεροι. Αυτοί δεν είναι τόσο ελεύθεροι όσο οι υπόλοιποι λίγοι και αρκετοί από δαύτους υπόκεινται σε πολλούς από τους ίδιους, νόμους που εξουσιάζουν και την ανθρωπότητα.
Πρώτος ανάμεσά τους είναι ο Κθούλου, που υποτίθεται ότι είναι “νεκρός, αλλά ονειρεύεται” στην άγνωστη βυθισμένη πόλη της Ρ’ λυέ. Για την πόλη αυτή μερικοί έχουν γράψει ότι βρίσκεται στην Ατλαντίδα, άλλοι την τοποθετούν στη Μου και ορισμένοι στη θάλασσα στ’ ανοιχτά της Μασσαχουσέτης.
Στη συνέχεια έχουμε τον Χαστούρ, που συνήθως αποκαλείται “Εκείνος Που Δεν Επιτρέπεται Να Ονομαστεί” ή Χαστούρ ο Ακατονόμαστος. Γι’ αυτόν λέγεται ότι κατοικεί στη Μίλι, στον αστερισμό των Υάδων. Κατόπιν είναι ο Σουμπ Νιγκουράθ, μια φρικαλέα καρικατούρα θεού, ή θεάς, της γονιμότητας.
Κατόπιν ακολουθεί εκείνος που περιγράφεται σαν “Αγγελιοφόρος των Θεών”, ο Νυαρλαθοτέπ. Και τέλος έχουμε την πιο ισχυρή επέκταση των Μεγάλων Παλιών, τον φοβερό Γιογκ-Σοθόθ, που μοιράζεται την επικράτεια του Αζαθόθ, του τυφλού και ηλίθιου Θεού του Χάους στο κέντρο του Απείρου. Ο Νυαρλαθοτέπ συνοδεύεται συχνά από πλάσματα που περιγράφονται σαν “ηλίθιοι αυλιστές”. Οι Μεγάλοι Παλιοί έχουν, ως ένα σημείο, την ικανότητα να εμφανίζονται υπό διάφορες μορφές, αν και πιστεύεται ότι ο καθένας τους έχει κατά βάση τη δική του ταυτότητα και μορφή. Ο Αμπντούλ Αλχαζρέντ τον περιγράφει σαν “απρόσωπο”, ενώ ο Λούντβιχ Πριν στο βιβλίο του Ντε Βέρμις Μυστεριις αναφέρει, ότι ο Νυαρλαθοτέπ είναι το “μάτι που τα βλέπει όλα”. Ο Φον Γιούντστ, εξάλλου, στο Ουναουσπρέχλιχεv Κούλτεν λέει ότι ο Νυαρλαθοτέπ, όπως και ένας άλλος από τους Μεγάλους Παλιούς -υποθέτουμε ο Κθούλου- είναι στολισμένος με πλοκάμια.
ΚΑΙ ΑΛΛΟΥ
»Ήταν περικοπές που υπαινίσσονταν την ύπαρξη αποτρόπαιων εξωγήινων πλασμάτων που παραμόνευαν αδιάκοπα κάπου έξω από τον κόσμο. Ο Άραβας συγγραφέας τα ονόμαζε ‘Έκείνοι που Περιμένουν” και τους έδινε διάφορα ονόματα. Ένα μεγάλο απόσπασμα στο μέσον του πρώτου κομματιού μ’ εντυπώσιασε ιδιαίτερα.
»Ο Ούμπο-Σάθλα είναι η αξέχαστη πηγή από την οποία προήλθαν όλοι εκείνοι που αποτόλμησαν να ξεσηκωθούν ενάντια στους Πρεσβύτερους Θεούς οι οποίοι κυβερνούσαν από τον Μπετελγέζη, οι Μεγάλοι Παλιοί που πολέμησαν ενάντια στους Πρεσβύτερους Θεούς. Και αυτοί οι Μεγάλοι Παλιοί καθοδηγήθηκαν από τον Αζαθόθ, που είναι ο τυφλός και ηλίθιος θεός, και από τον Γιογκ-Σοθόθ, που είναι το Παν στο Ένα και το Ένα στο Παν. Για αυτούς δεν υπάρχουν δεσμά του χρόνου και του χώρου και γήινες όψεις τους είναι ο Ουμρ Ατ-Ταουίλ και οι Αρχαίοι.
»Οι Μεγάλοι Παλιοί ονειρεύονται αιώνια εκείνη τη μελλοντική εποχή, όταν για μιαν ακόμη φορά θα εξουσιάσουν τη Γη και όλο το σύμπαν του οποίου αποτελεί μέρος. Ο Μέγας Κθούλου θα αναδυθεί από την Ρ’λυέ, ο Χαστούρ, που είναι “Εκείνος Που Δεν Επιτρέπεται Να Ονομαστεί”, θα έρθει πάλι από το σκοτεινό άστρο που βρίσκεται κοντά στον Αλντεμπαράν στις Υάδες, ο Νυαρλαθοτέπ θα ουρλιάζει αιώνια στο σκοτάδι όπου κατοικεί, ο Σουμπ-Νιγκουρόθ, που είναι ο Μαύρος Τράγος με τα Χίλια Μικρά, θα γεννά και θα ξαναγεννά, και θα εξουσιάζει όλες τις νύμφες του δάσους, τους σάτυρους, τα εξωτικά και το Μικρό Λαό, ο Λοϊγκόρ, ο Ζαρ και ο Ιθάκουα θα διασχίσουν τους χώρους ανάμεσα στα άστρα και θα εξυψώσουν τους υποτακτικούς τους, που είναι οι Τσο-Τσο, ο Κθούγκα θα ανακτήσει το βασίλειό του από το άστρο Φόμλωτ, ο Τσαθόγκουα θα έρθει από το Ν’κάι …
»Όλοι αυτοί περιμένουν αιώνια στις Πύλες, γιατί η ώρα πλησιάζει, η ώρα φτάνει σύντομα, ενώ οι Πρεσβύτεροι Θεοί κοιμούνται, ονειρεύονται και αγνοούν ότι υπάρχουν εκείνοι που γνωρίζουν τα μαγικά δεσμά που έθεσαν επί των Μεγάλων Παλιών. Αυτοί θα μάθουν πώς να τα σπάσουν, όπως ήδη γνωρίζουν πώς να προστάζουν τους υποτακτικούς τους που περιμένουν Έξω, πέρα από τις πόρτες.
Το δεύτερο κομμάτι ήταν λίγο πιο κάτω, και ήταν εξίσου σημαντικό: «Προστασία από τους μαγγανευτές και τους δαίμονες, από τους Αβυσσαίους, τα Ντολ, τα Βούρμι, τους Τσο-Τσο, τους Αποτρόπαιους Μι-Γκο, τα Σογκόθ, τα Γκαστ, τους Βαλούσιους και όλες τις παρόμοιες ράτσες και τα πλάσματα που υπηρετούν τους Μεγάλους Παλιούς και τη Σπορά τους, προσφέρει το πεντάκτινο αστέρι που είναι σκαλισμένο σε γκρίζα πέτρα από το αρχαίο Μναρ, μόλο που είναι λιγότερο ισχυρό ενάντια στους ίδιους τους Μεγάλους Παλιούς.
»0 κάτοχος αυτής της πέτρας μπορεί να προστάζει όλα τα πλάσματα που έρπουν, κολυμπούν, μπουσουλάνε, περπατούν ή πετούν, ακόμη και ως την πηγή από την οποία δεν υπάρχει γυρισμός. Θα είναι ισχυρό τόσο στη Γιε όσο και στη μεγάλη Ρ’λυέ, τόσο στο Υ’χα-νθλέι όσο και στο Καντάθ, τόσο στον Γιουγκόθ όσο και στη Ζοθίκ, τόσο στο Ν’Κάι όσο και στο Κ’ν-γιάν, τόσο στο Καντάθ στην Παγωμένη Ερημιά όσο και στη λίμνη της Χάλι, τόσο στην Καρκόσα όσο και στην Ιμπ. Και ωστόσο, καθώς τα άστρα θα σβήνουν και θα παγώνουν, καθώς οι ήλιοι και τα διαστήματα ανάμεσα στα άστρα θα μεγαλώνουν, το ίδιο θα σβήνει και η δύναμη των πάντων -τόσο του πεντάκτινου αστεριού όσο και των δεσμών που έθεσαν οι καλοσυνάτοι Πρεσβύτεροι Θεοί στους Μεγάλους Παλιούς. Και θα έρθει μια εποχή, όπως είχε έρθει και άλλοτε, όταν θ’ αποδειχτεί ότι:
Δεν είν’ νεκρό εκείνο που αιώνια μπορεί να περιμένει, Μα με το διάβα των παράξενων αιώνων ως κι ο Θάνατος μπορεί να πεθαίνει.
Διάβασα κείμενα από τα Πνακοτικά Χειρόγραφα από τα Αποσπάσματα της Κελαινώ, από το Έρευνα στα Μυθικά Πρότυπα των Σύγχρονων Πρωτογόνων με Ειδική Μνεία στο Κείμενο της Ρ’λυέ του καθηγητή Σρούσμπερυ, από το ίδιο το Κείμενο της Ρ’λυέ, από το Κυλτντε Γκουλ του κόμη ντ Έρλέτ, από το Ουναουσπρέχλιχεν Κούλτεν του Φον Γιούντστ, από το Ντε Βέρμις Μιστέριις του Λούντβιχ Πριν, από το Βιβλίο του Τζυάν, από το Ψαλμωδίες των Ντολ και, τέλος, από το Επτά Απόκρυφα Βιβλία του Χσαν. Διάβασα για τρομερές και βλάσφημες λατρείες από αρχαίες και προανθρώπινες εποχές, που είχαν διατηρηθεί σε ορισμένες ακατονόμαστες μορφές ως τις μέρες μας σε απόμακρες γωνιές της γης. Εντρύφησα σε δυσνόητες περιγραφές για ακαθόριστες προανθρώπινες γλώσσες με ονόματα όπως Άκλο, Ναακάλ, Τσαθό-γιο και Τσιάν.
Συνάντησα φρικαλέους υπαινιγμούς για αβυσσαλέα διαβολικές τελετουργίες και “παιχνίδια” όπως τις Μάο και Λοϋάθικ. Βρήκα πάμπολλες αναφορές σε ονόματα τόπων απίστευτης αρχαιότητας -για την Κοιλάδα του Πναθ, την Ούλθαρ, το Ν’γκάι και το Νγκρανέκ- για το Ουθ-Ναργκάι και τη Σαρνάθ την Καταδικασμένη, για το Θροκ και το Ινγκανόκ, για το Κυθαμίλ και τη Λεμουρία, για το Χάθεγκ-Κλα και το Χοραζίν, για την Καρκόσα, το Γιαντίθ, το Λομάρ και το Γιαν-Χο.
Και συνάντησα αναφορές και για άλλα πλάσματα, τα ονόματα των οποίων καταγράφονταν στον όλο εφιάλτη της απίστευτης και ανείπωπτης φρίκης, που γινόταν ακόμη πιο αβάσταχτη από τις συνοδευτικές περιγραφές συμβάντων που μπορούσαν να εξηγηθούν μονάχα στα πλαίσια αυτής της δαιμονικής παράδοσης. Βρήκα γνωστά και άγνωστα ονόματα, τρομακτικές περιγραφές και απλούς υπαινιγμούς για ασύλληπτες μορφές τρόμου σε αφηγήσεις για τον Γιγκ, τον τρομερό θεό-φίδι, για τον Άτλακ-Νάκα με την αραχνίσια μορφή, για τον Γκνοφ-Χεκ, για το «τριχωτό πλάσμα» που είναι γνωστό και σαν Ραν-Τεγκόθ, για τον Τσάουγκαρ Φάουγκν, τη βαμπιρική θεότητα, και για τα δαιμονικά λαγωνικά του Τίνταλος που τριγυρίζουν στις γωνιές του χρόνου.
Και, ξανά και ξανά, είδα ν’ αναφέρεται το όνομα του Γιογκ-Σοθόθ, του «Παν στο Ένα και Ένα στο Παν», η απατηλή μεταμφίεση του οποίου είναι ένα σύνολο από ιριδίζουσες σφαίρες που κρύβουν πίσω τους την αρχέγονη φρίκη του.
Διάβασα για όλα αυτά τα πράγματα που κανένας θνητός δεν θα ’πρεπε να ξέρει, και για καταστάσεις που θα εξανέμιζαν κάθε ίχνος λογικής από έναν ευαίσθητο ανθρώπινο νου. Αυτά τα πράγματα θα ήταν καλύτερα να καταστρέφονται, γιατί η γνώση τους μπορεί να κρύβει απίστευτα σοβαρούς κινδύνους για την ανθρωπότητα. Και φοβερή συνέπεια μπορεί να είναι η επιστροφή και επανακυριαρχία των Μεγάλων Παλιών, που εξορίστηκαν για πάντα από το αστρικό βασίλειο του Μπετελγέζη από τους Πρεσβύτερους Θεούς, την εξουσία των οποίων είχαν αψηφήσει αυτά τα δαιμονικά όντα.
»Σχετικά με τους Μεγάλους Παλιούς, έχει γραφτεί ότι πάντοτε περιμένουν στην Πύλη, και η Πύλη βρίσκεται σε όλους τους τόπους και όλες τις στιγμές, γιατί Εκείνοι δεν γνωρίζουν τι θα πει χρόνος και τόπος. Βρίσκονται σε όλο το χρόνο και σε όλους τους τόπους ταυτόχρονα, δίχως να φαίνεται αυτό. Και ανάμεσά τους υπάρχουν και Εκείνοι που μπορούν να λάβουν διάφορα σχήματα και πρόσωπα, οποιαδήποτε συγκεκριμένη μορφή ή όψη.
»Οι Πύλες γι’ αυτούς βρίσκονται παντού, αλλά πρώτη ήταν εκείνη που άνοιξα εγώ στην Ιρέμ, την Πόλη των Κιόνων, την πόλη κάτω από την άμμο. Αλλά όπου οι άνθρωποι στήσουν τις Πέτρες και επαναλάβουν τρις τα απαγορευμένα Λόγια, εκεί θα ανοίξει μια Πύλη και θα χρησιμοποιείται από Εκείνους που Περνούν. Αυτοί μπορεί να είναι οι Ντολ ή οι φοβεροί Μι-Γκο, οι Τσο-Τσο ή οι Αβυσσαίοι- μπορεί να είναι οι Γκαγκ ή οι Κοκαλιάρηδες της Νύχτας, τα Σογκόθ ή τα Βούρμι ή τα Σαντάκ που φρουρούν το Καντάθ στην Παγωμένη Ερημιά και το Οροπέδιο του Λενγκ.
»Όλα αυτά είναι παιδιά των Πρεσβυτέρων Θεών, αλλά η Μεγάλη Φυλή του Γιθ και οι Μεγάλοι Παλιοί δεν μπόρεσαν να συμφωνήσουν οι μεν με τους δε, ούτε και οι δυο αυτοί με τους Πρεσβύτερους Θεούς. Έτσι διασπάστηκαν και οι Μεγάλοι Παλιοί πήραν τη Γη, ενώ η Μεγάλη Φυλή, επιστρέφοντας από τον Γιθ, διάλεξε για κατοικία της το μέλλον της Γης, που δεν γνωρίζουν ακόμη εκείνοι που ζουν στη Γη σήμέρα. Και εκεί περιμένουν μέχρι να έρθουν πάλι οι άνεμοι και οι Φωνές που τους έδιωξαν παλιά, και Εκείνος που Περπατά στους Ανέμους πάνω από τη Γη και στους χώρους που υπάρχουν αιώνιοι ανάμεσα στα Αστέρια.
Τότε θα επιστρέφουν, και στη μεγάλη αυτή Επιστροφή ο Μέγας Κθούλου θα απελευθερωθεί από τη Ρ’λυέ κάτω από τη θάλασσα. “Εκείνος Που Δεν Επιτρέπεται Να Ονομαστεί” θα έρθει από την πόλη Του, την Καρκόσα, που βρίσκεται κοντά στη λίμνη Χάλι. Ο Σουμπ-Νιγκουράθ θα φανερωθεί και θα γεννοβολήσει στη φρικαλεότητά Του. Και ο Νυαρλαθοτέπ θα μεταφέρει το μήνυμα σε όλους τους Μεγάλους Παλιούς και τους υπηρέτες Τους. Και ο Κθούγκα θα αγγίξει με το χέρι Του και θα σπείρει τον όλεθρο σε όλους εκείνους που του αντιστέκονται. Και ο τυφλός, ηλίθιος και κακόβουλος Αζαθόθ θα σηκωθεί από εκεί που αφρίζει και βλαστημά στο κέντρο όλων των Πραγμάτων, που το λένε Άπειρο. Και ο Γιογκ-Σοθόθ, που είναι τα Πάντα στον Ένα και ο Ένας στα Πάντα θα φέρει τις σφαίρες του. Και ο Ίθακουα θα βαδίσει πάλι. Και ο Τσαθόγκουα θα ξεπροβάλει από τα μαυροφώτιστα σπήλαια της Γης. Και μαζί θα κατακτήσουν τη Γη και όλα τα πλάσματα που ζουν σ’ αυτήν.
»Και όταν ο Κύριος της Μεγάλης Αβύσσου πληροφορηθεί την επιστροφή τους και καταφθάσει με τους Αδελφούς Του για να σκορπίσει το Κακό, θα ετοιμαστούν να δώσουν τη μάχη τους με τους Πρεσβύτερους Θεούς».
ΕΠΙΛΟΓΟΣ
Οποιαδήποτε περίληψη έργου του Λάβκραφτ είναι μια μνημειώδης αποτυχία και πάντοτε καταδικασμένη να αδικεί το αρχικό κείμενο. Ένα έναυσμα δίνω εδώ, στον περίεργο αναγνώστη για να αρχίσει να ξετυλίγει τον μίτο της αρχαίας γνώσης και να βγει (ίσως) από τον λαβύρινθο. Καμία μετάφραση των έργων του, εκτός ελαχίστων, δεν καταφέρνει να αποδώσει αληθινά το ατμοσφαιρικά γοητευτικό Λαβκραφτικό σύμπαν που εξελίσσονται οι ιστορίες του -και είχα την πολυτέλεια να τις μελετήσω από τα αρχικά κείμενα του. Ενα μέρος αυτού του σύμπαντος είναι η ιδιότροπη, περίεργη γραφή του και η παράξενη γλώσσα που χρησιμοποιεί. Αυτό μπορείς να το καταλάβεις μόνος σου αν διαβάσεις τα βιβλία στο πρωτότυπο. Κι εδώ η Δύναμη σου θα σε καθοδηγήσει για να βρεις την σωστή.
Ευτυχώς υπάρχουν εκατοντάδες καλλιτέχνες που μπορούν με την βοήθεια της τεχνολογίας να μας δώσουν εικόνες των Μεγάλων Παλαιών, σύμφωνα με τα γραπτά του Λάβκραφτ και άλλων σημαντικών συγγραφέων φαντασίας και υπερφυσικού τρόμου. Αν δεν μπορείς φίλε αναγνώστη να αντιμετωπίσεις έστω και σαν κείμενο ή εικόνα αυτά τα όντα και τις ενέργειες τους, τι σε κάνει να πιστεύεις ότι είσαι, κάτι, έστω και κατ’ επίφαση σημαντικό ή άξιο να ασχοληθεί μαζί σου κάποιος -όποιος Θεός!! και να σε σώσει !! ( … εδώ γελάνε και οι ρέγγες)
Μπορείς λοιπόν αναγνώστη να αντιληφθείς τι σκοπό εξυπηρετούν οι εκατοντάδες στοές και λαγούμια, οι θρησκείες, η ελίτ και τα δεκάδες απολειφάδια που κυβερνούν. Ποιούς υπηρετούν και για ποιόν σκοπό. Φυσικά όταν λέω κυβερνώντες και θρησκείες δεν αναφέρομαι στις μαριονέτες που δείχνουν στις δυσλειτουργικές μη τηλεπαθητικές μαϊμουδίτσες. Όχι φυσικά, υπάρχει άλλο σύμπαν για τις μαϊμούδες κι άλλο για την ελίτ. Τι νόμισες ίσα κι όμοια η μπριζολίτσα στο ψυγείο με τον Αφέντη!!!
@Ιων Μάγγος
Βιβλιογραφία: “Χ.Β. ΛΑΒΚΡΑΦΤ – ταξίδι στην μοναξιά του χρόνου” Παντελής Γιαννουλάκης
Επιλεξτε να γινετε οι πρωτοι που θα εχετε προσβαση στην Πληροφορια του Stranger Voice
Τον καημενο….τι αρρωστια ειχε?
ΑΝ ΚΡΙΝΩ ΑΠΟ ΤΙΣ ΕΙΚΟΝΕΣ , ΜΑΛΛΟΝ ΕΠΑΣΧΕ ΑΠΟ ΄΄ΣΑΤΑΝΙΑΣΗ ΄΄
Αρρωστημενη φαντασια,προσεξτε τι φερνετε στην πραγματικοτητα μας.Οποιος καταλαβε,καταλαβε.
Χταποδάκι ξυδάτο και καλαμαράκια με πατάτες τηγανητές.
(και μία παγωμένη μπύρα – καυτό μεσημέρι ή τσίπουρο με πάγο – δροσερό βραδάκι).
Αθάνατη Ελλάδα που τρως τους θεούς!!!!
Welcome to the CULT OF CTHULLU and the cult of CHAOS and be carefull what you call
Παιδιά χαλαρώστε λίγο μιλάμε για έναν από τους μεγαλύτερους συγγραφείς του φανταστικού
Όταν δεν ασχολούνται με το αντικείμενο, αλλά έχουν άποψη…