Ο ρόλος της Wall Street στην Οκτωβριανή Επανάσταση.
Antony C. Sutton. «Wall Street and the Bolshevik Revolution» (1974).
Ο μύθος της διχοτομίας μεταξύ Wall Street και Μπολσεβίκων.
«Αγαπητέ κύριε πρόεδρε: Σε ένδειξη συμπαράστασης στη Σοβιετική μορφή διακυβέρνησης ως της καταλληλότερης μορφής διακυβέρνησης για ρωσικό λαό…» Επιστολή στον πρόεδρο Woodrow Wilson (17 Οκτωβρίου 1918) από τον William Lawrence Saunders, πρόεδρο της Ingersoll-Rand Corp. διευθυντή της American International Corp. και αναπληρωτή προέδρου της Federal Reserve Bank of New York.
Η προμετωπίδα του βιβλίου αυτού συντάχθηκε από τον σκιτσογράφο Robert Minor το 1911 για το St. Louis Post-Dispatch. Ο Minor ήταν ένας ταλαντούχος καλλιτέχνης και συγγραφέας, που αποδείχτηκε ότι έπαιξε διπλό ρόλο ως μπολσεβίκος επαναστάτης, που συνελήφθη στη Ρωσία το 1915 για υποτιθέμενη ανατρεπτική δράση και αργότερα αναδείχτηκε ως χρηματοδοτούμενος από επιφανείς οικονομικούς ταγούς της Wall Street. Τα σκίτσα του Minor απεικονίζουν έναν γενειοφόρο, ακτινοβόλο Karl Marx να στέκεται στη Wall Street με το Σοσιαλισμό κάτω από το βραχίονά του και να δέχεται συγχαρητήρια από τις αυθεντίες J.P. Morgan, τον συνεργάτη του Morgan, George W. Perkins, έναν αυτάρεσκο John D. Rockefeller, τον John D. Ryan της National City Bank και τον Teddy Roosevelt –που βρίσκεται σε περίοπτη θέση και αναγνωρίζεται από τα περίφημα δόντια του– στο παρασκήνιο. Η Wall Street είναι διακοσμημένη με κόκκινες σημαίες. Οι επευφημίες του πλήθους και τα καπέλα που πετιούνται στον αέρα δείχνουν ότι ο Karl Marx πρέπει να ήταν αρκετά δημοφιλής στους συνεργάτες του από την περιοχή αυτή της Νέας Υόρκης.
Ο Robert Minor ονειρευόταν; Αντίθετα, ο Minor πατούσε σε σταθερό έδαφος, όταν απεικόνιζε μια ενθουσιώδη συμμαχία της Wall Street και του μαρξιστικού σοσιαλισμού. Οι χαρακτήρες κινουμένων σχεδίων του Minor –ο Karl Marx (που συμβόλιζε τους μελλοντικούς “επαναστάτες” Lenin και Trotsky), ο J.P. Morgan, o John D. Rockefeller – και ο ίδιος ο Minor είναι επίσης πρωταγωνιστές σε αυτό το βιβλίο. (εικ. κάτω)
Οι αντιφάσεις που δείχνει το σκίτσο του Minor σκουπίστηκαν κάτω από το χαλί της ιστορίας, επειδή δεν ταιριάζουν με το αποδεκτό εννοιολογικό φάσμα της πολιτικής αριστεράς και των πολιτικών δικαιωμάτων. Οι μπολσεβίκοι βρίσκονται στο αριστερό άκρο του πολιτικού φάσματος και οι χρηματοδότες της Wall Street στο δεξί. Ως εκ τούτου, εμμέσως υποστηρίζουμε ότι οι δύο ομάδες δεν έχουν τίποτε κοινό κι οποιαδήποτε συμμαχία μεταξύ τους θα ήταν παράλογη. Οι παράγοντες που έρχονται σε αντίθεση με αυτή την τακτοποιημένη εννοιολογική ρύθμιση συνήθως απορρίπτονται ως παράξενες παρατηρήσεις ή ατυχή λάθη. Η σύγχρονη ιστορία έχει ενσωματώσει αυτού του είδους τη δυαδικότητα και σίγουρα αν πάρα πολλά δυσάρεστα γεγονότα απορρίφθηκαν και σκουπίστηκαν κάτω από το χαλί, αυτό είναι μια ανακριβής ιστορία.
Από την άλλη, μπορεί να παρατηρηθεί ότι τόσο η άκρα δεξιά όσο κι η άκρα αριστερά του συμβατικού πολιτικού φάσματος είναι απολύτως κολλεκτιβίστικη. Οι εθνικοσοσιαλιστές (για παράδειγμα, οι φασίστες) κι οι διεθνιστές σοσιαλιστές (για παράδειγμα, οι κομμουνιστές) πρότειναν κι οι δυο ολοκληρωτικά πολιτικό-οικονομικά συστήματα, βασισμένα στη γυμνή, απεριόριστη πολιτική εξουσία και τον ατομικό εξαναγκασμό. Και τα δύο συστήματα απαιτούν μονοπώλιο στον έλεγχο της κοινωνίας. Ενώ το μονοπώλιο του ελέγχου των βιομηχανιών ήταν κάποτε ο στόχος των J. P. Morgan και J. D. Rockefeller, από τα τέλη του 19ου αι. τα εσωτερικά ιερά της Wall Street κατανόησαν ότι ο πιο αποτελεσματικός τρόπος για να κερδίσουν ένα αδιαμφισβήτητο μονοπώλιο ήταν να «βαδίσουν πολιτικά» και να κάνουν την κοινωνία να πάει να εργαστεί για τα μονοπώλια – στο όνομα του κοινού καλού και του δημόσιου συμφέροντος.
Αυτή η στρατηγική περιγράφεται λεπτομερώς το 1906 από τον Frederick C. Howe στις «Εξομολογήσεις ενός Μονοπωλιακού» [Confessions of a Monopolist].
«Αυτοί είναι οι κανόνες του μεγάλου κεφαλαίου. Έχουν αντικαταστήσει τις διδασκαλίες των γονέων μας και μπορούν να αναχθούν σε ένα απλό αξίωμα: αποκτήστε ένα μονοπώλιο, αφήστε την κοινωνία να δουλεύει για σας. Και να θυμάστε ότι η καλύτερη από όλες τις επιχειρήσεις είναι η πολιτική, γιατί μια νομοθετική επιχορήγηση, ένα προνόμιο, μια επιδότηση ή μια φορολογική απαλλαγή αξίζει περισσότερο από ένα κοίτασμα στο Kimberly και στο Comstock καθώς δεν απαιτεί καμιά εργασία, πνευματική ή σωματική, αλλά έχει πολλά για αξιοποίηση» Chicago: Public Publishing, 1906
Ο Howe, επί τη ευκαιρία, είναι επίσης μια ακόμη μορφή της μπολσεβίκικης επανάστασης. Ως εκ τούτου, ένα εναλλακτικό εννοιολογικό σύνολο των πολιτικών ιδεών και των πολιτικοοικονομικών συστημάτων θα είναι εκείνο της κατάταξης του βαθμού ατομικής ελευθερίας σε σχέση με το βαθμό του κεντρικού πολιτικού ελέγχου. Κάτω από τέτοιες επιταγές, ένα εταιρικό κράτος πρόνοιας και ο σοσιαλισμός αποτελούν το ίδιο άκρο του φάσματος. Επομένως, βλέπουμε ότι απόπειρες μονοπωλιακού ελέγχου της κοινωνίας μπορούν να έχουν διαφορετικές ετικέτες, ενώ έχουν κοινά χαρακτηριστικά.
Κατά συνέπεια, ένα εμπόδιο για την ωρίμανση της κατανόησης της πρόσφατης ιστορίας είναι η αντίληψη ότι όλοι οι καπιταλιστές είναι οι πικροί κι απαρέγκλιτοι εχθροί όλων των μαρξιστών και των σοσιαλιστών. Αυτή η λανθασμένη ιδέα ξεκίνησε με τον Karl Marx και ήταν αναμφίβολα χρήσιμη για τους σκοπούς της. Στην πραγματικότητα η ιδέα δεν είναι ανόητη. Υπήρχε μια συνεχής, αν και κρυμμένη, συμμαχία μεταξύ των διεθνών πολιτικών καπιταλιστών και των διεθνιστών επαναστατών σοσιαλιστών – προς αμοιβαίο όφελος. Η συμμαχία αυτή πέρασε απαρατήρητη σε μεγάλο βαθμό, επειδή οι ιστορικοί –με μερικές αξιοσημείωτες εξαιρέσεις– έχουν μια ασυνείδητη μαρξιστική προκατάληψη και ως εκ τούτου είναι εγκλωβισμένοι μέσα στην αδυναμία οποιασδήποτε τέτοιας υπάρχουσας συμμαχίας.
Η απροκατάληπτη ανάγνωση θα πρέπει να μας φέρνει δύο στοιχεία στο μυαλό: το μονοπώλιο των καπιταλιστών είναι οι χειρότεροι εχθροί των επιχειρηματιών του laissez-faire. Και με δεδομένες τις αδυναμίες του σοσιαλιστικού κεντρικού σχεδιασμού, το ολοκληρωτικό σοσιαλιστικό κράτος είναι μια τέλεια δεσμευμένη αγορά για το καπιταλιστικό μονοπώλιο, αν μπορεί να γίνει μια συμμαχία με τους σοσιαλιστές μεσίτες της εξουσίας. Ας υποθέσουμε –και είναι μόνο μια υπόθεση σε αυτό το σημείο– ότι το καπιταλιστικό αμερικάνικο μονοπώλιο ήταν σε θέση να μειώσει έναν σοσιαλιστικό σχεδιασμό στη Ρωσία με την ιδιότητα μιας αιχμάλωτης τεχνικής αποικίας. Δεν θα ήταν αυτή μια λογική διεθνιστικής επέκτασης του 20ου αι. του μονοπωλίου που κατείχε ο Morgan στους σιδηροδρόμους και του trust πετρελαίου του Rockefeller από τα τέλη του 19ου αι.;
Εκτός από τους Gabriel Kolko, Murray Rothbard και τους ρεβιζιονιστές, οι ιστορικοί δεν ήταν έτοιμοι για έναν τέτοιο συνδυασμό γεγονότων. Οι ιστορικές αναφορές, με σπάνιες εξαιρέσεις, είχαν αναγκαστεί σε μια διχοτομία μεταξύ καπιταλιστών έναντι σοσιαλιστών. Η αξιομνημόνευτη και ευανάγνωστη μελέτη του George Kennan για την Ρωσική Επανάσταση διατηρεί σταθερά αυτό το μύθο μιας διχοτομίας μεταξύ Wall Street και των Μπολσεβίκων.
Το “Η Ρωσία αφήνει τον πόλεμο” [Russia Leaves the War] έχει μόνο μια αναφορά, παρεμπιπτόντως, στην εταιρεία της J.P. Morgan και μια μόνο αναφορά στην Guaranty Trust Company. Ωστόσο, οι δύο οργανισμοί που αναφέρονται σε περίοπτη θέση στα αρχεία του State Department, στα οποία επίσης γίνεται συχνά αναφορά στο παρόν βιβλίο, είναι και τα δύο μέρος του πυρήνα των στοιχείων που παρουσιάζονται εδώ. Ούτε o Olof Aschberg, που αποδέχεται για τον εαυτό του τον τίτλο «Τραπεζίτης των Μπολσεβίκων» ούτε ο Nya Banken στην Στοκχόλμη αναφέρεται στον Kennan, παρ’ όλο που και οι δυο ήταν οι κεντρικοί χρηματοδότες των μπολσεβίκων. Επιπλέον, σε μικρές, αλλά κρίσιμες περιστάσεις, τουλάχιστον ζωτικής σημασίας για τα επιχειρήματά μας, ο Kennan έκανε εκ των πραγμάτων λάθος. Για παράδειγμα, ο Kennan αναφέρει τον διευθυντή της Federal Reserve Bank, William Boyce Thompson, καθώς άφηνε την Ρωσία στις 27 Νοεμβρίου 1917.
Η ημερομηνία αναχώρησής του θα καθιστούσε πρακτικά αδύνατο για τον Thompson να είναι στην Πετρούπολη στις 2 Δεκεμβρίου 1917, για να μεταδώσει ένα αίτημα για ένα εκατομμύριο δολάρια στον Morgan, που βρισκόταν στην Νέα Υόρκη. Τότε πάλι ο Kennan αναφέρει ότι στις 30 Νοεμβρίου 1917, ο Trotsky εκφώνησε ομιλία ενώπιον του Σοβιέτ της Πετρούπολης, στην οποία παρατήρησε ότι «σήμερα, είχα εδώ στο Ινστιτούτο Smolny δύο Αμερικανούς, που συνδέονται στενά με τα αμερικάνικα καπιταλιστικά στοιχεία». Σύμφωνα με τον Kennan, είναι «δύσκολο να φανταστούμε ποιοι θα μπορούσαν να είναι αυτοί οι δυο Αμερικανοί, αν όχι οι Robins και Gumberg». Αλλά στην πραγματικότητα ο Alexander Gumberg ήταν Ρώσος, όχι Αμερικανός. Επιπλέον, όσο ο Thompson ήταν ακόμη στη Ρωσία στις 30 Νοεμβρίου 1917, ήταν κάτι περισσότερο από πιθανό οι δύο Αμερικάνοι που επισκέφτηκαν τον Trotsky να ήταν ο Raymond Robins, ένας προαγωγέας μεταλλευτικών, που στράφηκε στις «φιλανθρωπίες» και ο Thompson της Federal Reserve Bank της Νέας Υόρκης.
Ο μπολσεβικισμός της Wall Street ήταν γνωστός στους καλά πληροφορημένους κύκλους ήδη από το 1919. Ο οικονομικός δημοσιογράφος Barron κατέγραψε μια συνομιλία με έναν μεγιστάνα του πετρελαίου, τον E.H. Doheny το 1919 και συγκεκριμένα κατονόμασε τρεις επιφανείς χρηματοδότες, τον William Boyce Thompson, τον Thomas Lamont και τον Charles R. Cane.
Πλοίο S.S. Aquitania, βράδυ της Παρασκευής 1η Φεβρουαρίου 1919.
«Πέρασα το βράδυ με τους Dohenys στη σουίτα τους. Ο κύριος Doheny είπε: αν πιστεύεις στην δημοκρατία, δεν μπορείς να πιστεύεις στο Σοσιαλισμό. Ο Σοσιαλισμός είναι το δηλητήριο που καταστρέφει την Δημοκρατία. Η Δημοκρατία σημαίνει ευκαιρίες για όλους. Ο σοσιαλισμός συντηρεί την ελπίδα ότι ένας άνθρωπος μπορεί εγκαταλείποντας την εργασία του να βρεθεί σε καλύτερη θέση. Ο μπολσεβικισμός είναι ο αληθινός καρπός του σοσιαλισμού και, αν διαβάσετε την ενδιαφέρουσα μαρτυρία ενώπιον της Επιτροπής Γερουσίας γύρω στα μέσα Ιανουαρίου, που εμφανίστηκαν όλοι αυτοί οι πασιφιστές και ειρηνοποιοί είναι συμπαθούντες των Γερμανών, σοσιαλιστές και μπολσεβίκοι, θα δείτε ότι η πλειοψηφία του σώματος των καθηγητών πανεπιστημίου στις Ηνωμένες Πολιτείες διδάσκει σοσιαλισμό και μπολσεβικισμό κι ότι 52 καθηγητές κολεγίων ήταν στη λεγόμενη επιτροπή ειρήνης το 1914. Ο πρόεδρος Eliot του Harvard διδάσκει τον μπολσεβικισμό. Οι χειρότεροι Μπολσεβίκοι στις Ηνωμένες Πολιτείες δεν είναι μόνο οι καθηγητές κολεγίων, εκ των οποίων ένας είναι ο πρόεδρος Wilson, αλλά κι οι καπιταλιστές κι οι σύζυγοί τους και κανείς δε φαίνεται να ξέρει για τι μιλάμε. Ο William Boyce Thompson διδάσκει τον μπολσεβικισμό και μπορεί να μεταστρέψει ακόμη και τον Lamonta της J.P. Morgan. Ο Vanderlip είναι μπολσεβίκος, το ίδιο κι ο Charles R. Crane. Πολλές γυναίκες προσχωρούν στο κίνημα κι ούτε και αυτές ούτε οι σύζυγοί τους ξέρουν τι είναι ή που οδηγεί. Ο Henry Ford είναι ένας άλλος και το ίδιο κι οι περισσότεροι από τους εκατό ιστορικούς που ο Wilson πήρε μαζί του στο εξωτερικό με την ανόητη ιδέα ότι η ιστορία μπορεί να διδάξει τη νεολαία σωστά όρια των φυλών και των εθνών γεωγραφικά.»
Εν συντομία, αυτή είναι η ιστορία της μπολσεβίκικης επανάστασης και τα επακόλουθά της, αλλά μια ιστορία που αποκλίνει από την συνήθη εννοιολογική προσέγγιση που περιορίζεται στην δήθεν αντιπαλότητα μεταξύ καπιταλιστών και κομμουνιστών. Η δική μας ιστορία μας προβάλλει ως αξίωμα την συνεργασία μεταξύ του διεθνιστικού μονοπωλιακού καπιταλισμού και του διεθνούς επαναστατικού σοσιαλισμού, προς αμοιβαίο όφελος. Το τελικό ανθρώπινο κόστος αυτής της συμμαχίας έχει πέσει στους ώμους κάθε Ρώσου και κάθε Αμερικάνου.
Η επιχειρηματικότητα έχει τεθεί σε ανυποληψία και ο κόσμος προωθείται προς έναν αναποτελεσματικό σοσιαλιστικό σχεδιασμό, ως αποτέλεσμα αυτών των μονοπωλιακών ελιγμών στον κόσμο της πολιτικής και της επανάστασης. Αυτή είναι επίσης μια ιστορία που αντικατοπτρίζει την Ρωσική Επανάσταση. Οι τσάροι και το διεφθαρμένο πολιτικό τους σύστημα εκτινάχθηκαν μόνο για να αντικατασταθούν από τους νέους δυνατούς χρηματιστές του άλλου διεφθαρμένου πολιτικού συστήματος. Εκεί όπου οι Ηνωμένες Πολιτείες θα μπορούσαν να ασκήσουν κυρίαρχη επιρροή, για να επιφέρουν μια ελεύθερη Ρωσία, υποτάχθηκαν στις φιλοδοξίες λίγων χρηματιστών της Wall Street, που για δικούς τους σκοπούς θα μπορούσαν να δεχτούν μια κεντρική τσαρική Ρωσία ή μια κεντρική μαρξιστική Ρωσία, αλλά όχι μια αποκεντρωμένη ελεύθερη Ρωσία. Οι αιτίες αυτών των ισχυρισμών θα εκτυλιχτούν, καθώς θα αναπτύσσουμε την βασική και, μέχρι στιγμής, ανείπωτη ιστορία της Ρωσικής Επανάστασης και των επακόλουθων της.
Κάτω: Σκίτσο που δείχνει το σφραγισμένο τραίνο, που μετέφερε τον Λένιν και την συνοδεία του.
[…]Το αστείο είναι ότι στην πραγματική επανάσταση του Φεβρουαρίου οι μπολσεβίκοι, ως κόμμα, δεν συμμετείχαν. Η ηγεσία τους θεώρησε πως επρόκειτο για τις συνήθεις ταραχές που γίνονταν για ψωμί. Οπως γράφει ο σαφώς επηρεασμένος από κομμουνιστικές αντιλήψεις ιστορικός Κέβιν Μέρφι στο αριστερό περιοδικό Jacobin, «παρόλο που αγωνιστές μπολσεβίκοι έπαιξαν κρίσιμο ρόλο όλες τις μέρες της επανάστασης, συχνά το έκαναν κόντρα στην ηγεσία τους. Οι γυναίκες-μέλη της υφαντουργίας είχαν απεργήσει τον Φλεβάρη παρά τις αντιρρήσεις των κομματικών ηγετών που θεωρούσαν τη στιγμή “ακόμη ανώριμη” για μαχητική δράση… Στις 22 Φλεβάρη, ο μπολσεβίκος Καγιούροφ μίλησε σε μια συγκέντρωση γυναικών του Βίμποργκ, παρακινώντας τες να μην απεργήσουν τη Μέρα της Γυναίκας και να ακούσουν “τις οδηγίες του κόμματος”. Προς απογοήτευση του Καγιούροφ (…) το επόμενο πρωί απέργησαν πέντε υφαντουργεία…» «Η Ιστορία της Φεβρουαριανής Επανάστασης».
Τον Απρίλιο του 1917 και ενώ η αληθινή επανάσταση έχει κυριαρχήσει και αποκαθιστά τα δικαιώματα των Ρώσων, επιστρέφει ο Βλαντίμιρ Ιλίτς Ουλιάνοφ, γνωστός ως Λένιν, από την Ελβετία όπου ήταν εξόριστος. Η μετάβασή του έγινε με σφραγισμένο τρένο που πέρασε μέσα από τη Γερμανία με τις ευλογίες του Κάιζερ. Ο τελευταίος, φυσικά, δεν πίστευε ότι ο Λένιν θα γινόταν ποτέ αρχηγός κράτους και δη κομμουνιστικού. Ηλπιζε ότι με τη δράση του θα δημιουργούσε προβλήματα στην επαναστατική κυβέρνηση, η οποία συνέχιζε τον πόλεμο στα ανατολικά της Γερμανίας. Κι αυτό έκανε.[…] Info: «Η μεγάλη ουτοπία», Ντοκιμαντέρ παραγωγής του 2017. Σκηνοθεσία Φώτος Λαμπρινός.
Τα έργα και τις ημέρες του Τρότσκι στις Η.Π.Α, πριν την μπολσεβίκικη «επανάσταση».
«Θα έχετε μια επανάσταση, μια τρομερή επανάσταση. Σε ποιο χρονικό κύκλο θα ολοκληρωθεί, εξαρτάται από το τι ο κ. Rockefeller λέει στον κ. Hague να κάνει. Ο κ. Rockefeller είναι ένα σύμβολο της αμερικάνικης άρχουσας τάξης και ο κ. Hague είναι ένα σύμβολο των πολιτικών του εργαλείων». [Leon Trotsky, in New York Times, December 13, 1938. (Hague was a New Jersey politician)]
Το 1916, την χρονιά που προηγήθηκε της ρωσικής «επανάστασης», ο «διεθνιστής» Leon Trotsky εκδιώχθηκε από την Γαλλία, επίσημα λόγω της συμμετοχής του στο συνέδριο του Zimmerwald, αλλά επίσης αναμφίβολα εξ αιτίας των γεμάτων φλέγμα άρθρων του που έγραψε για την Nashe Slovo, μια ρωσόφωνη εφημερίδα που εκδιδόταν στο Παρίσι. Το Σεπτέμβριο του 1916 ο Τρότσκι συνοδεύτηκε ευγενικά προς τα ισπανικά σύνορα από την γαλλική αστυνομία. Λίγες μέρες αργότερα, η αστυνομία της Μαδρίτης συνέλαβε τον «διεθνιστή» και τον έκλεισε σε ένα «κελί πρώτης κατηγορίας» με εγγύηση μιάμιση πεσέτα την ημέρα. Στη συνέχεια, ο Trotsky μεταφέρθηκε στην Cadiz και μετά στην Βαρκελώνη, για να επιβιβασθεί, τελικά, σε ατμόπλοιο των εθνικών ισραηλινών διατλαντικών εταιρειών Monserrat. Ο Trotsky και η οικογένειά του διέσχισαν τον Ατλαντικό ωκεανό και έφθασαν στη Νέα Υόρκη στις 13 Ιανουαρίου 1917.
Άλλοι τροτσκιστές, επίσης, κατευθύνθηκαν προς τα δυτικά του Ατλαντικού. Πράγματι, μια τροτσκιστική ομάδα απέκτησε σύντομα μία σημαντική επιρροή στο Μεξικό, ώστε να γράψουν το σύνταγμα του Querιtaro για την επαναστατική κυβέρνηση Carranza, δίνοντας στο Μεξικό την αμφίβολη διάκριση ότι είναι η πρώτη κυβέρνηση στον κόσμο που υιοθέτησε σοβιετικού τύπου σύνταγμα.
Πώς έζησε ο Trotsky, που ήξερε μόνο γερμανικά και ρωσικά, στην καπιταλιστική Αμερική; Σύμφωνα με την αυτοβιογραφία του, Η ζωή μου, «το μόνο μου επάγγελμα στη Νέα Υόρκη ήταν αυτό του επαναστάτη σοσιαλιστή». Με άλλα λόγια, ο Trotsky έγραψε περιστασιακά άρθρα για το Novi Myr (Νέος Κόσμος) , το ρωσικό σοσιαλιστικό περιοδικό της Νέας Υόρκης. Ωστόσο, γνωρίζουμε ότι το διαμέρισμα της οικογένειας του Trotsky στη Νέα Υόρκη είχε ψυγείο και τηλέφωνο και, σύμφωνα με τον ίδιο, ότι η οικογένειά του ταξίδευε περιστασιακά με μια λιμουζίνα με οδηγό. Αυτός ο τρόπος ζωής προβλημάτισε τους δυο γιους του. Όταν πήγαν σε μια τσαγερί, οι γιοι του ζητούσαν εναγωνίως από την μητέρα τους, «γιατί δεν έρχεται ο σωφέρ;».
Το εξεζητημένο πρότυπο διαβίωσης βρίσκεται επίσης σε ασυμφωνία με το εισόδημα που ανέφερε ο Trotsky. Το μόνο κεφάλαιο που ο ίδιος παραδέχεται ότι έλαβε το 1916 και το 1917 είναι 310 δολάρια και, αναφέρει ότι, «μοίρασα τα 310 δολάρια σε πέντε μετανάστες που επέστρεφαν στην Ρωσία». Ακόμη, ο Trotsky είχε πληρώσει για ένα πρώτης κατηγορίας κελί στην Ισπανία, η οικογένεια του είχε ταξιδέψει από την Ευρώπη στην Νέα Υόρκη, είχαν αποκτήσει ένα εξαιρετικό διαμέρισμα εκεί –πληρώνοντας το ενοίκιο τρεις μήνες νωρίτερα– και είχαν χρησιμοποιήσει λιμουζίνα με οδηγό. Όλα αυτά με τα κέρδη ενός φτωχού επαναστάτη από μερικά άρθρα για την ρωσόφωνη χαμηλής κυκλοφορίας εφημερίδα Nashe Slovo στο Παρίσι και την Novy Mir στη Νέα Υόρκη!!!
Ο Joseph Nadava εκτιμά ότι το εισόδημα του Trotsky το 1917 στα 12 δολάρια εβδομαδιαίως «συμπληρώνεται από κάποιες αμοιβές από διδασκαλία». Ο Trotsky ήταν στη Νέα Υόρκη το 1917 για τρεις μήνες, από τον Ιανουάριο ως το Μάρτιο, έτσι που το εισόδημα από την Novy Mir να φτάνει τα 144 δολάρια και, ας πούμε, άλλα 100 από τις διαλέξεις, σε ένα σύνολο 244 δολαρίων. Από αυτά τα 244 ήταν σε θέση να δώσει 310 σε φίλους του, να πληρώνει ένα διαμέρισμα στη Νέα Υόρκη, να φροντίζει την οικογένειά του και να βρει 10.000 δολάρια που πήραν από αυτόν, τον Απρίλιο του 1917, οι καναδικές αρχές του Halifax. Ο Trotsky ισχυρίζεται ότι όσοι λένε πως είχε άλλες πηγές εισοδήματος είναι «συκοφάντες» που διαδίδουν «ανόητες συκοφαντίες» και «ψέμματα», αλλά αν δεν έπαιζε στις ιπποδρομίες της Τζαμάικα, δεν μπορούσε να συμβεί κάτι τέτοιο. Προφανώς, είχε μια μη δηλωμένη πηγή εισοδήματος.
Ποια ήταν αυτή η πηγή; Στο Δρόμο για την Ασφάλεια, ο συγγραφέας Arthur Willert λέει ότι ο Trotsky κέρδιζε τα προς το ζην, δουλεύοντας ως ηλεκτρολόγος για τα Fox Film Studios. Άλλοι συγγραφείς ανέφεραν άλλα επαγγέλματα, αλλά δεν υπάρχουν στοιχεία ότι είχε αμειβόμενη ασχολία διαφορετική από το γράψιμο και τις διαλέξεις.
Οι περισσότερες έρευνες επικεντρώθηκαν στο επαληθεύσιμο γεγονός ότι, όταν έφυγε από την Νέα Υόρκη το 1917 για την Πετρούπολη, για να οργανώσει την μπολσεβίκικη φάση της επανάστασης, έφυγε με 10.000 δολάρια. Το 1919 η Επιτροπή Γερουσίας των ΗΠΑ διερεύνησε την μπολσεβίκικη προπαγάνδα και τα γερμανικά χρήματα στις Ηνωμένες Πολιτείες και παρεμπιπτόντως άγγιξε την πηγή των 10.000 δολαρίων του Trotsky. Η εξέταση του συνταγματάρχη Hurban, ακόλουθου στην Washington στην τσέχικη πρεσβεία, αποκάλυψε τα εξής στην Επιτροπή Γερουσίας:
ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΑΡΧΗΣ HURBAN: Ο Trotsky, πιθανόν, πήρε χρήματα από την Γερμανία, αλλά ο Trotsky θα το αρνηθεί. Ο Lenin δεν θα το αρνιόταν. Ο Miliukov απέδειξε ότι κέρδισε 10.000 δολάρια από κάποιους Γερμανούς, ενώ ήταν στην Αμερική. Ο Miliukov είχε την απόδειξη, αλλά το αρνήθηκε. Ο Trotsky το αρνήθηκε, αλλά ο Miliukov είχε την απόδειξη.
ΕΠΙΤΡΟΠΗ ΓΕΡΟΥΣΙΑΣ: Βεβαιώθηκε ότι ο Trotsky πήρε 10.000 δολάρια εδώ.
HURBAN: Δεν θυμάμαι πόσο ήταν, αλλά ξέρω ότι ήταν ζήτημα μεταξύ αυτού και του Miliukov.
ΕΠΙΤΡ. ΓΕΡΟΥΣΙΑΣ: Ο Miliukov το απέδειξε, έτσι;
HURBAN: Μάλιστα, κύριε.
ΕΠΙΤΡ. ΓΕΡΟΥΣΙΑΣ: Ξέρεις από που τα πήρε;
HURBAN: Θυμάμαι ότι ήταν 10.000 δολάρια, αλλά δεν έχει σημασία. Θα μιλήσω για την προπαγάνδα τους. Η γερμανική κυβέρνηση ήξερε την Ρωσία καλύτερα από οποιονδήποτε και ήξεραν ότι με την βοήθεια αυτών των ανθρώπων θα μπορούσαν να καταστρέψουν τον ρωσικό στρατό.
(Στις 5:45μ.μ. η υποεπιτροπή διακόπτεται μέχρι αύριο, Τετάρτη 19 Φεβρουαρίου, ώρα 10:30π.μ.).
Είναι αξιοσημείωτο ότι η επιτροπή διακόπηκε απότομα, πριν η πηγή των κονδυλίων του Trotsky να μπορεί να καταγραφεί στα αρχεία της Γερουσίας. Όταν οι ερωτήσεις επαναλήφθηκαν την επόμενη μέρα, ο Trotsky και τα 10.000 δολάριά του δεν είχαν πλέον ενδιαφέρον για την Επιτροπή Γερουσίας. Παρακάτω, θα αναπτύξουμε τα αποδεικτικά στοιχεία σχετικά με την χρηματοδότηση από την Γερμανία και τις επαναστατικές δραστηριότητες στις Ηνωμένες Πολιτείες από τους χρηματοοικονομικούς οίκους της Νέας Υόρκης. Στη συνέχεια, θα έρθει στο επίκεντρο η προέλευση των 10.000 δολαρίων.
Μια ποσότητα 10.000 δολαρίων γερμανικής προέλευσης αναφέρεται, επίσης, στο επίσημο βρετανικό τηλεγράφημα προς τις καναδικές ναυτικές αρχές στο Halifax, που ζήτησαν από τον Trotsky –και τους συν αυτώ, κατά την μετάβασή του προς την επανάσταση– για να μεταφερθεί με το πλοίο S.S. Kristianiafjord. Επίσης, μαθαίνουμε από μια έκθεση της Βρετανικής Διεύθυνσης Πληροφοριών ότι ο Gregory Weinstein, που το 1919 επρόκειτο να γίνει εξέχον μέλος του Σοβιετικού Γραφείου στη Νέα Υόρκη, συγκέντρωσε κεφάλαια για τον Trotsky στην Νέα Υόρκη. Αυτά, τα κεφάλαια προέρχονταν από την Γερμανία και διοχετεύονταν μέσω της Volks-zeitung, μιας γερμανικής καθημερινής εφημερίδας στην Νέα Υόρκη η οποία επιδοτούνταν από την γερμανική κυβέρνηση.
Ενώ τα κεφάλαια του Trotsky είχαν επίσημα αναφερθεί ως γερμανικά, ο ίδιος ενεπλάκη ενεργά στην αμερικάνικη πολιτική αμέσως, λίγο πριν εγκαταλείψει τη Νέα Υόρκη για την Ρωσία και την [ρωσική] «επανάσταση». Στις 5 Μαρτίου 1917, οι αμερικάνικες εφημερίδες παρουσίασαν την αυξημένη πιθανότητα πολέμου με την Γερμανία. Το ίδιο βράδυ ο Trotsky πρότεινε ένα ψήφισμα στην συνάντηση του Κομμουνιστικού Σοσιαλιστικού Κόμματος της Νέας Υόρκης, «δεσμεύοντας τους σοσιαλιστές να ενθαρρύνουν απεργίες και να αντισταθούν στην στρατολόγηση, σε περίπτωση πολέμου με τη Γερμανία». Ο Leon Trotsky αποκαλούνταν από τους New York Times «ένας εξόριστος Ρώσος επαναστάτης».
Ο Louis C. Fraina, που υποστήριξε από κοινού με τον Trotsky ένα ψήφισμα, αργότερα –με το ψευδώνυμο Lewis Corey– έγραψε ένα μη κριτικό βιβλίο για την οικονομική αυτοκρατορία του Morgan, που ονομάζεται Οίκος των Morgan. Η πρόταση των Trotsky-Fraina αντιτίθετο στην παράταξη του Morris Hillquit και, όπως ήταν επόμενο, το σοσιαλιστικό κόμμα, εν συνεχεία, το καταψήφισε. Πάνω από μια βδομάδα αργότερα, στις 16 Μαρτίου, την περίοδο της εκθρόνισης του τσάρου, ο Leon Trotsky έδωσε συνέντευξη στα γραφεία της Novy Mir. Η συνέντευξη περιείχε μια προφητική δήλωση για τη ρωσική επανάσταση: «…η επιτροπή που πήρε την θέση του έκπτωτου Υπουργείου στην Ρωσία δεν εκπροσωπεί τα συμφέροντα ή τους στόχους των επαναστατών, που πιθανότατα θα μπορούσαν να μείνουν βραχύβιοι και να υποστηρίξουν τους άνδρες που θα ήταν πιο σίγουροι ότι θα συνέχιζαν τον εκδημοκρατισμό της Ρωσίας».
Οι «άνδρες που θα ήταν πιο σίγουροι ότι θα συνέχιζαν τον εκδημοκρατισμό της Ρωσίας», δηλαδή, οι Μενσεβίκοι και οι Μπολσεβίκοι, ήταν τότε στην εξορία στο εξωτερικό και χρειαζόταν πρώτα να επιστρέψουν στην Ρωσία. Επομένως, η προσωρινή «επιτροπή» ονομάστηκε Προσωρινή Κυβέρνηση, ένας τίτλος, πρέπει να σημειωθεί, που χρησιμοποιήθηκε από την αρχή της επανάστασης τον Μάρτιο και δεν εφαρμόστηκε εκ των υστέρων από ιστορικούς.
Ο Woodrow Wilson και ένα διαβατήριο για τον Trotsky
Ο πρόεδρος Woodrow Wilson ήταν η «νονά νεράιδα» που παρείχε στον Trotsky διαβατήριο, για να επιστρέψει στη Ρωσία, ώστε να «προωθήσει» την «επανάσταση». Αυτό το αμερικάνικο διαβατήριο συνοδευόταν από ρωσική άδεια εισόδου και βίζα βρετανικής διέλευσης. Ο Jennings C. Wise, στο Woodrow Wilson: οπαδός της «επανάστασης», κάνει το σχετικό σχόλιο: «οι ιστορικοί δεν πρέπει ποτέ να ξεχνούν ότι ο Woodrow Wilson, παρά τις προσπάθειες της βρετανικής αστυνομίας, έδωσε την δυνατότητα στον Leon Trotsky να μπει στην Ρωσία με αμερικάνικο διαβατήριο».
Ο πρόεδρος Wilson διευκόλυνε το πέρασμα του Trotsky στην Ρωσία, ενώ συγχρόνως οι γραφειοκράτες του Υπουργείου Εξωτερικών (State Department), ανησυχώντας για τους επαναστάτες που εισέρχονταν στην Ρωσία, αρχικά προσπαθούσαν να καταστήσουν αυστηρότερες τις διαδικασίες έκδοσης διαβατηρίου. Η πρεσβεία της Στοκχόλμης έστειλε τηλεγράφημα στο Υπουργείο Εξωτερικών στις 13 Iουνίου 1917, λίγο αφότου ο Trotsky διέσχισε τα φιλανδο-ρωσικά σύνορα: «η πρεσβεία ενημερώνει εμπιστευτικά τα ρωσικά, αγγλικά και γαλλικά γραφεία διαβατηρίων στα ρωσικά σύνορα, Tornea, ότι εκφράζει σημαντικές ανησυχίες για το πέρασμα υπόπτων ατόμων, που φέρουν αμερικάνικα διαβατήρια».
Σε αυτό το τηλεγράφημα το Υπουργείο Εξωτερικών απάντησε την ίδια μέρα: «η Υπηρεσία ασκεί ιδιαίτερη προσοχή στην έκδοση διαβατηρίων για την Ρωσία». Η Υπηρεσία, επίσης, ενέκρινε δαπάνες από την πρεσβεία για την ίδρυση γραφείου ελέγχου διαβατηρίων στην Στοκχόλμη και την πρόσληψη ενός «απόλυτα αξιόπιστου Αμερικανού πολίτη» για να επιτελέσει το έργο του ελέγχου.
Αλλά το πουλί είχε πετάξει από το κλουβί. Ο μενσεβίκος Trotsky με τους μπολσεβίκους του Lenin ήταν ήδη στη Ρωσία, προετοιμάζοντας την «προώθηση» της επανάστασης. Το δίχτυ των διαβατηρίων που στήθηκε έπιασε πιο νόμιμα πουλιά. Για παράδειγμα, στις 26 Ιουνίου 1917, ο Herman Bernstein, ένας φημισμένος δημοσιογράφος της Νέας Υόρκης καθ’ οδόν προς την Πετρούπολη, για να εκπροσωπήσει την New York Herald, δέχτηκε έλεγχο στα σύνορα και δεν του επετράπη η είσοδος στην Ρωσία. Λίγο αργότερα, στα μέσα Αυγούστου 1917, η ρωσική πρεσβεία στην Washington ζήτησε από το Υπουργείο Εξωτερικών (κι αυτό συμφώνησε) «να εμποδίσει την είσοδο εγκληματιών κι αναρχικών στη Ρωσία… πολλοί από τους οποίους είχαν ήδη πάει εκεί».
Συνεπώς, λόγω της προνομιακής μεταχείρισης του, όταν το S.S. Kristianiafjord έφευγε από την Νέα Υόρκη στις 26 Μαρτίου 1917, ο Trotsky έχοντας επιβιβασθεί κατείχε διαβατήριο των Ηνωμένων Πολιτειών –και μαζί του άλλοι επαναστάτες, χρηματοδότες της Wall Street, Αμερικανοί κομμουνιστές και άλλα σημαίνοντα πρόσωπα, κάποια από τα οποία είχαν ξεκινήσει για νόμιμες επιχειρήσεις.
Αυτή η μίξη επιβατών είχε περιγραφεί από τον Αμερικανό κομμουνιστή Lincoln Steffens: «ο κατάλογος επιβατών ήταν μακρύς και μυστήριος. Ο Trotsky βρισκόταν στο στρατόπεδο με μια ομάδα επαναστατών· ήταν κι ένας Ιάπωνας επαναστάτης στο θάλαμό μου. Υπήρχαν και πολλοί Ολλανδοί, που έσπευδαν σπίτι τους από την Ιάβα, οι μόνοι αθώοι άνθρωποι στο πλοίο. Οι υπόλοιποι ήταν αγγελιαφόροι του πολέμου, δύο από την Wall Street στην Γερμανία… Συγκεκριμένα, ο Lincoln Steffens βρισκόταν καθ’ οδόν προς την Ρωσία με συγκεκριμένη πρόσκληση του Charles Richard Crane, υποστηρικτή και πρώην προέδρου της επιτροπής χρηματοδότησης του Δημοκρατικού Κόμματος. Ο Charles Crane, αντιπρόεδρος της Crane Company, είχε οργανώσει την Westinghouse Company στην Ρωσία, ήταν, επίσης, μέλος της αποστολής Root και πραγματοποίησε όχι λιγότερες από είκοσι τρείς επισκέψεις στην Ρωσία μεταξύ 1890 και 1930. Ο Richard Crane, ο γιος του, ήταν έμπιστος βοηθός τού τότε υπουργού Robert Lansing. Σύμφωνα με τον πρώην πρεσβευτή στη Γερμανία William Dodd, o Crane «έκανε πολλά, για να προκαλέσει την επανάσταση του Kerenskya, που άνοιξε το δρόμο για τον Κομμουνισμό».
Έτσι, τα σχόλια του Steffens στο ημερολόγιό του σχετικά με τις συνομιλίες στο πλοίο S.S. Kristianiafjord είναι εξαιρετικά συναφείς: «…όλοι συμφωνούν ότι η επανάσταση είναι μόνο στην πρώτη της φάση, δηλαδή ότι πρέπει να αναπτυχθεί. Ο Crane και οι Ρώσοι ριζοσπάστες στο πλοίο σκέφτονται ότι θα πρέπει να είμαστε στην Πετρούπολη για την επαν-επανάσταση».
Ο Crane επέστρεψε στις Ηνωμένες Πολιτείες, όταν η Μπολσεβίκικη Επανάσταση (το πραξικόπημα, η «επαν-επανάσταση») είχε ολοκληρωθεί και, αν και απλός πολίτης, έδινε από πρώτο χέρι αναφορές για την πρόοδο της Μπολσεβίκικης Επανάστασης, καθώς το Υπουργείο Εξωτερικών (State Department) λάμβανε τηλεγραφήματα. Για παράδειγμα, ένα μνημόνιο, με ημερομηνία 11 Δεκεμβρίου 1917, φέρει τον τίτλο «Αντίγραφο αναφοράς για την εξέγερση των μαξιμαλιστών για τον κ. Crane». Προέρχεται από τον Maddin Summers, γενικό πρόξενο των ΗΠΑ στην Μόσχα και η συνοδευτική επιστολή του Summers εν μέρει αναφέρει: «Εχω την τιμή να επισυνάψω ένα αντίγραφο της ίδιας [ανωτέρω αναφοράς] με το αίτημα ότι θα σταλεί για τις εμπιστευτικές πληροφορίες του κ. Charles R. Crane. Υποτίθεται ότι το Τμήμα δεν θα έχει αντίρρηση να δει την έκθεση ο κ. Crane…».
Εν συντομία, η απίθανη κι αινιγματική εικόνα που προκύπτει είναι ότι ο Charles Crane, φίλος και υποστηρικτής του Woodrow Wilson και εξέχων χρηματοδότης και πολιτικός, είχε έναν γνωστό ρόλο στην «πρώτη» επανάσταση και ταξίδεψε στη Ρωσία στα μέσα του 1917 παρέα με τον Αμερικανό κομμουνιστή Lincoln Steffens, που ήταν σε επαφή με τον Woodrow Wilson και τον Trotsky. Ο τελευταίος με την σειρά του είχε διαβατήριο, το οποίο εκδόθηκε υπό τις εντολές του Woodrow Wilson και 10.000 δολάρια από υποτιθέμενες γερμανικές πηγές. Κατά την επιστροφή του στις ΗΠΑ, μετά την «επαν-επανάσταση», ο Crane είχε πρόσβαση σε επίσημα έγγραφα για την εδραίωση του μπολσεβίκικου καθεστώτος: πρόκειται για ένα σχέδιο αλληλοσυνδεόμενων –αν όχι αινιγματικών– γεγονότων, που δικαιολογούν την περαιτέρω έρευνα και υποδεικνύουν, αν και χωρίς αποδείξεις μέχρι εδώ, κάποια σχέση μεταξύ του χρηματοδότη Crane και του επαναστάτη Trotsky.
Τα καναδικά κυβερνητικά έγγραφα για την απελευθέρωση του Τρότσκυ
Τα έγγραφα σχετικά με τη σύντομη παραμονή του Τρότσκυ στις καναδικές φυλακές είναι πλέον αποχαρακτηρισμένα και διαθέσιμα από τα αρχεία της καναδικής κυβέρνησης. Σύμφωνα με αυτά τα αρχεία, ο Τρότσκυ απομακρύνθηκε από το καναδικό και βρετανικό ναυτικό προσωπικό από το S.S. Kristianiafjord στο Halifax, στη Νέα Σκωτία, στις 3 Απριλίου 1917, αναφερόμενος ως Γερμανός κρατούμενος πολέμου και εγκλείστηκε στο Amherst, στη Νέα Σκωτία, έναν σταθμό κράτησης για Γερμανούς κρατούμενους. Η κυρία Τρότσκυ, οι δυο γιοι του Τρότσκυ και πέντε ακόμη άνδρες, που χαρακτηρίστηκαν ως «Ρώσοι Σοσιαλιστές», επίσης απομακρύνθηκαν και φυλακίστηκαν. Τα ονόματά τους είναι καταγεγραμμένα στα καναδικά αρχεία ως: Nickita Muchin, Leiba Fisheleff, Konstantin Romanchanco, Gregor Teheodnovski, Gerchon Melintchansky and Leon Bronstein Trotsky.
Η φόρμα του καναδικού στρατού από LB-I, με σειριακό αριθμό 1098 (περιλαμβανομένων των δακτυλικών αποτυπωμάτων) συμπληρώθηκε για τον Τρότσκυ, με την εξής περιγραφή: «37 ετών, πολιτικός εξόριστος, επάγγελμα δημοσιογράφος, γεννημένος στο Gromskty, στη Ρωσία, Ρώσος πολίτης». Η φόρμα υπογράφηκε από τον Leon Trotsky και το πλήρες όνομά του που δόθηκε ήταν Leon Bromstein Trotsky.
Η συνοδεία του Τρότσκυ απομακρύνθηκε από το S.S. Kristianiafjord υπό τις επίσημες οδηγίες που δόθηκαν από το Λονδίνο, με τηλεγράφημα της 29ης Μαρτίου 1917, πιθανόν προερχόμενο από το Ναυαρχείο, υπό τον έλεγχο του ναυτικού αξιωματικού στο Halifax. Το τηλεγράφημα ανέφερε ότι η συνοδεία του βρισκόταν στο «Christianiafjord» και θα έπρεπε να «απομακρυνθεί και να ακολουθηθούν οι προς εκτέλεσιν οδηγίες». Η εξήγηση που δόθηκε στον έλεγχο του ναυτικού αξιωματούχου του Halifax ήταν ότι «αυτοί είναι οι Ρώσοι Σοσιαλιστές που φεύγουν με σκοπό να ξεκινήσουν την επανάσταση εναντίον της σημερινής ρωσικής κυβέρνησης, για την οποία ο Τρότσκυ αναφέρεται ότι έλαβε 10.000 δολάρια, που συνεισέφεραν Σοσιαλιστές και Γερμανοί».
Την 1η Απριλίου 1917, ο αξιωματούχος ναυτικού ελέγχου, ο καπετάνιος M. Makins, έστειλε εμπιστευτική έκθεση προς τον γενικό αξιωματικό που διοικούσε το Halifax, σύμφωνα με το οποίο «εξέταζε όλους τους Ρώσους επιβάτες» στο S.S. Kristianiafjord και βρήκε έξι άνδρες στις θέσεις δεύτερης κατηγορίας: «έχουν όλοι ομολογήσει ότι είναι σοσιαλιστές και, παρ’ όλο που διακηρύσσουν την επιθυμία τους να βοηθήσουν την νέα ρωσική κυβέρνηση, μπορεί κάλλιστα να συνεργάζονται με τους Γερμανούς σοσιαλιστές στην Αμερική και αρκετά πιθανό να αποτελούν μεγάλο εμπόδιο για την Ρωσική κυβέρνηση ακριβώς τώρα». Ο καπετάνιος Makins πρόσθεσε ότι επρόκειτο να απομακρύνει την συνοδεία, καθώς και την σύζυγο και τους δυο γιους του Τρότσκυ, προκειμένου να τους φυλακίσουν στο Halifax. Ένα αντίγραφο αυτής της αναφοράς διαβιβάστηκε από το Halifax στον αρχηγό του Γενικού Επιτελείου στην Ottawa, στις 2 Απριλίου 1917.
Το επόμενο έγγραφο στα καναδικά αρχεία με ημερομηνία 7 Απριλίου, από τον αρχηγό του Γενικού Επιτελείου της Οττάβα στο διευθυντή των επιχειρήσεων εγκλεισμού, αναγνωρίζοντας την προηγούμενη επιστολή σχετικά με την φυλάκιση των Ρώσων Σοσιαλιστών στο Amherst, στη Νέα Σκωτία: «… σε αυτό το πλαίσιο, πρέπει να σας ενημερώσω για την παραλαβή εχθές ενός μακρού τηλεγραφήματος από το Ρωσικό Γενικό Προξενείο του Μόντρεαλ, που διαμαρτύρεται για την σύλληψη αυτών των ανδρών, δεδομένου ότι διέθεταν τα διαβατήρια που εκδίδονται από το Ρώσο γενικό Πρόξενο στη Νέα Υόρκη των ΗΠΑ».
Η απάντηση σε αυτό το τηλεγράφημα από το Μόντρεαλ ήταν ότι οι άνδρες είχαν φυλακιστεί «με την υποψία ότι ήταν Γερμανοί» και θα απελευθερώνονταν μόνο μετά από σαφή απόδειξη της εθνικότητάς τους και της πίστης τους στους Συμμάχους. Στα καναδικά αρχεία, δεν υπάρχουν τηλεγραφήματα από τον Ρώσο γενικό πρόξενο στη Νέα Υόρκη και είναι γνωστό ότι αυτό το γραφείο ήταν απρόθυμο να εκδώσει ρωσικά διαβατήρια σε Ρώσους πολιτικούς εξόριστους. Ωστόσο, υπάρχει ένα τηλεγράφημα στα αρχεία από πληρεξούσιο της Νέας Υόρκης, τον N. Aleinikoff, στον R. M. Coulter, μετέπειτα γενικό αναπληρωτή διευθυντή του Καναδικού Ταχυδρομείου. Το γραφείο του γενικού διευθυντή του ταχυδρομείου του Καναδά δεν είχε καμιά σύνδεση ούτε με τους αιχμαλώτους πολέμου ούτε με στρατιωτικές δραστηριότητες. Κατά συνέπεια, αυτό το τηλεγράφημα είχε τη φύση μιας προσωπικής, μη επίσημης παρέμβασης. Γράφει:
R. Μ. COULTER, Γενικός Διευθυντής Ταχυδρομείου. Οι Ρώσοι πολιτικοί εξόριστοι της Ottawa, που επιστρέφουν στη Ρωσία, παρέμειναν έγκλειστοι στο Χάλιφαξ, στο στρατόπεδο Amherst. Ερευνάτε και συμβουλέψτε την αιτία της κράτησης και τα ονόματα όλων των κρατουμένων. Υποσχεθείτε μας ως υπέρμαχος της ελευθερίας ότι θα παρέμβετε εξ ονόματός τους. Παρακαλώ απαντήστε ότι το λάβατε. NICHOLAS ALEINIKOFF
Στις 11 Απριλίου, ο Coulter απάντησε στον Aleinikoff, «Το τηλεγράφημα ελήφθη. Σας γράφω αυτό το απόγευμα. Θα πρέπει να το λάβετε αύριο το βράδυ. R. Coulter». Αυτό το τηλεγράφημα αποστέλλεται υπό την καναδική ετικέτα Pacific Railway Telegraph, αλλά χρεώνεται στο Τμήμα του Καναδικού Ταχυδρομείου. Συνήθως ένα ιδιωτικό τηλεγράφημα επιχείρησης θα χρεωνόταν στον αποδέκτη και αυτό δεν ήταν επίσημη επιχείρηση. Η συνέχεια της επιστολής του Coulter προς τον Aleinikoff είναι ενδιαφέρουσα, διότι, αφού επιβεβαίωσε ότι η ομάδα του Τρότσκυ πιάστηκε στο Amherst, αυτό δηλώνει ότι ήταν ύποπτοι προπαγάνδας κατά της σημερινής ρωσικής κυβέρνησης και «υποτίθεται ότι είναι πράκτορες της Γερμανίας».
Ο Coulter προσθέτει, «… δεν είναι αυτό που δηλώνουν οι ίδιοι ότι είναι». Η ομάδα του Τρότσκυ «…δεν κρατείται από τον Καναδά, αλλά από τις αυτοκρατορικές αρχές». Αφού διαβεβαίωσε τον Aleinikoff ότι οι κρατούμενοι θα διαβίωναν σε πρέπουσες συνθήκες, ο Coulter προσθέτει ότι οποιαδήποτε πληροφορία «υπέρ τους» θα διαβιβαζόταν στις στρατιωτικές αρχές. Η γενική εντύπωση της επιστολής είναι ότι, ενώ ο Coulter είναι συμπαθής και έχει πλήρη επίγνωση των προ-γερμανικών δεσμών του Τρότσκυ, είναι απρόθυμος να αναμιχθεί. Στις 11 Απριλίου, ο Arthur Wolf με διεύθυνση 134 East Broadway, Νέα Υόρκη, έστειλε ένα τηλεγράφημα στον Coulter. Αν και αποστέλλεται από τη Νέα Υόρκη, αυτό το τηλεγράφημα, αφού αναγνωρίστηκε, επίσης χρεώθηκε στο Καναδικό Τμήμα Ταχυδρομείων.
Οι αντιδράσεις του Coulter, ωστόσο, αντανακλούν περισσότερα από μια απροκάλυπτη συμπάθεια, εμφανή στην επιστολή του προς τον Aleinikoff. Πρέπει να εξεταστούν υπό το φως του γεγονότος ότι αυτές οι επιστολές για λογαριασμό του Τρότσκυ προέρχονταν από δύο Αμερικανούς πολίτες της Νέας Υόρκης και αφορούσαν ένα καναδικό ή αυτοκρατορικό στρατιωτικό ζήτημα διεθνούς σημασίας. Επιπλέον, ο Coulter, ως αναπληρωτής γενικός διευθυντής, ήταν Καναδός κυβερνητικός αξιωματούχος με κάποια σημαντική θέση. Κοιτάξτε, για μια στιγμή, τι θα μπορούσε να συμβεί σε κάποιον που με παρόμοιο τρόπο παρενέβαινε στις υποθέσεις των Ηνωμένων Πολιτειών! Στην υπόθεση Τρότσκυ έχουμε δυο Αμερικανούς πολίτες, που αλληλογραφούν με έναν Καναδό αναπληρωτή γενικό διευθυντή, προκειμένου να παρέμβει εξ ονόματος ενός διεθνούς Ρώσου επαναστάτη.
Η επακόλουθη ενέργεια του Coulter υποδεικνύει επίσης κάτι παραπάνω από μια απλή παρέμβαση. Μετά την αναγνώριση του τηλεγραφήματος του Aleinikoff και του Wolf, έγραψε στον ταγματάρχη Willoughby Gwatkin του Υπουργείου Στρατού και Άμυνας στην Ottawa –έναν άνθρωπο με σημαντική επιρροή στον καναδικό στρατό– και συνήψε αντίγραφα του τηλεγραφήματος των Aleinikoff και Wolf: «Αυτοί οι άνδρες ήταν εχθρικοί απέναντι στη Ρωσία, λόγω του τρόπου που αντιμετώπιζαν τους Εβραίους και τώρα είναι έντονα υπέρ της παρούσας διοίκησης, από όσο γνωρίζω. Και οι δύο είναι υπεύθυνοι άνδρες. Κι οι δυο είναι ευυπόληπτοι και σας στέλνω τα τηλεγραφήματά τους τα οποία μπορεί να σας χρειαθούν για να τους παρουσιάσετε στις Αγγλικές αρχές, αν το θεωρείτε σοφό.»
Προφανώς, ο Coulter γνωρίζει –ή δείχνει ότι γνωρίζει– πολλά για τον Aleinikoff και τον Wolf. Η επιστολή του ήταν στην πραγματικότητα μια αναφορά χαρακτήρων και στόχευε στη ρίζα του προβλήματος της φυλάκισης. Ο Gwatkin ήταν γνωστός στο Λονδίνο και στην πραγματικότητα τον είχε δανείσει το Γραφείο Πολέμου του Καναδά εκεί.
Στη συνέχεια, ο Aleinikoff στέλνει μια επιστολή στον Coulter, για να τον ευχαριστήσει με μεγάλη εγκαρδιότητα για το ενδιαφέρον σας για τους Ρώσους Πολιτικούς εξόριστους «… με γνωρίζετε, κύριε Coulter, και γνωρίζετε επίσης την αφοσίωσή μου στην υπόθεση της ρωσικής ελευθερίας… με χαρά γνωρίζω, τον κύριο Τρότσκυ, τον κύριο Melnichahnsky και τον κύριο Chudnowsky… στενά.»
Θα πρέπει να σημειωθεί ότι, αν ο Aleinikoff γνώριζε τον Τρότσκυ «στενά», τότε θα μπορούσε επίσης να γνωρίζει ότι ο Τρότσκυ είχε δηλώσει την πρόθεσή του να επιστρέψει στην Ρωσία, για να ανατρέψει την Προσωρινή Κυβέρνηση και να θεσπίσει την «επαν-επανάσταση». Με την παραλαβή της επιστολής του Aleinikoff, ο Coulter αμέσως (16 Απριλίου) την διαβίβασε στον ταγματάρχη Gwatkin, προσθέτοντας ότι γνωρίζονταν με τον Aleinikoff «μέσω της δράσης του Τμήματος των Ηνωμένων Πολιτειών για τα έγγραφα στη Ρωσική γλώσσα» και ότι ο Aleinikoff εργαζόταν «στις ίδιες γραμμές με τον κύριο Wolf… που ήταν ένας κρατούμενος της Σιβηρίας, που είχε διαφύγει».
Προηγουμένως, στις 14 Απριλίου, ο Gwatkin έστειλε ένα μνημόνιο στο ναυτικό του ομόλογο στην Καναδική Στρατιωτική Διυπηρεσιακή Επιτροπή, επαναλαμβάνοντας ότι οι κρατούμενοι ήταν Ρώσοι σοσιαλιστές με «10.000 δολάρια, που συγκέντρωσαν σοσιαλιστές και Γερμανοί». Η τελική παράγραφος αναφέρει: «από την άλλη, υπήρχαν κι όσοι δήλωναν ότι είχε διαπραχθεί μια πράξη υψηλής αδικίας».
Στην συνέχεια, στις 16 Απριλίου, ο Αντιναύαρχος C.E. Kingsmill, διευθυντής της ναυτικής υπηρεσίας, πήρε στα σοβαρά την παρέμβαση του Gwatkin. Σε μια επιστολή προς τον καπετάνιο Makins, ο ναυτικός υπάλληλος στο Halifax δήλωσε: «οι αρχές της Πολιτοφυλακής ζητούν να ληφθεί απόφαση για το αν η παράδοσή τους (των έξι Ρώσων) μπορεί να επισπευστεί». Ένα αντίγραφο αυτής της εντολής δόθηκε στον Gwatkin, που με την σειρά του πληροφόρησε τον Αναπληρωτή Γενικό Γραμματέα Coulter. Τρεις μέρες αργότερα ο Gwatkin άσκησε πίεση. Σε ένα υπόμνημα της 20ης Απριλίου στον ναυτικό γραμματέα έγραψε «Μπορείτε, σας παρακαλώ, να μου πείτε εάν ή όχι το Υπουργείο Ναυτικού έχει λάβει ή όχι την απόφαση;».
Στην ίδια μέρα (20 Απριλίου) ο καπετάνιος Makins έγραψε στον ναύαρχο Kingsmill, εξηγώντας τους λόγους για την απομάκρυνση του Τρότσκυ. Αρνήθηκε να πιεστεί να πάρει μια απόφαση, δηλώνοντας ότι «θα τηλεγραφήσω στο Ναυαρχείο, πληροφορώντας τους ότι οι αρχές των πολιτοφυλακών ζητούν μια έγκαιρη απόφαση για να έχουν στη διάθεσή τους». Ωστόσο, την επόμενη μέρα, στις 21 Απριλίου, ο Gwatkin έγραψε στον Coulter: «οι φίλοι μας οι Ρώσοι σοσιαλιστές πρόκειται να απελευθερωθούν και γίνονται διευθετήσεις για την μετάβασή τους στην Ευρώπη».
Η εντολή στον Makins για την απελευθέρωση του Τρότσκυ προήλθε από το Ναυαρχείο στο Λονδίνο. Ο Coulter αναγνώρισε τις πληροφορίες, «οι οποίες θα ικανοποιήσουν τους ανταποκριτές μας στη Νέα Υόρκη άμεσα».
Ενώ μπορούμε, απ’ τη μια, να συμπεράνουμε ότι ο Coulter και ο Gwatkin ενδιαφέρονταν έντονα για την απελευθέρωση του Τρότσκυ, δεν ξέρουμε, από την άλλη, για ποιο λόγο. Λίγα ήταν εκείνα στην σταδιοδρομία του αναπληρωτή Γενικού Γραμματέα Coulter είτε του Ταγματάρχη Gwatkin, που θα δικαιολογούσαν την ανάγκη απελευθέρωσης του μενσεβίκου Leon Trotsky.
Ο δρ. Robert Miller Coulter ήταν γιατρός των Σκώτων και Ιρλανδών, ένας φιλελεύθερος, ένας Ελευθεροτέκτονας κι ένα μέλος των *Odd Fellow. Διορίστηκε αναπληρωτής γενικός διευθυντής των ταχυδρομείων στον Καναδά το 1897. Η μόνη του αξίωση για φήμη προερχόταν από το γεγονός ότι ήταν εκπρόσωπος της Ένωσης Ταχυδρομικών Συμβάσεων το 1906 και εκπρόσωπος στη Νέα Ζηλανδία και την Αυστραλία το 1908 για το έργο «Όλα Κόκκινα» (All Red). Το «Όλα κόκκινα» δεν είχε καμία σχέση με τους Κόκκινους επαναστάτες· ήταν μόνο ένα σχέδιο για τα κόκκινα ή όλα τα βρετανικά ταχύπλοα σκάφη μεταξύ Μεγάλης Βρετανίας, Καναδά και Αυστραλίας. Ο ταγματάρχης Willoughby Gwatkin προερχόταν από μια μακρά βρετανική στρατιωτική παράδοση (Cambridge κι έπειτα Staff College). Εξειδικευμένος στις επιστρατεύσεις, υπηρέτησε στον Καναδά από το 1905 ως το 1918. Λαμβάνοντας υπόψη μόνο τα έγγραφα στα Καναδικά αρχεία, μπορούμε μόνο να συμπεράνουμε ότι η παρέμβασή τους για λογαριασμό του Τρότσκυ είναι ένα μυστήριο.
Εικόνα κάτω: Οι Odd Fellows/Oddfellows είναι μια διεθνής αδελφότητα, που η παρουσία της τεκμηριώνεται από το 1730 στο Λονδίνο. Η πρώιμη ιστορία της είναι σκοτεινή και σε μεγάλο βαθμό άτυπη. Εξ αιτίας της αύξησης του εμπορίου κατά την διάρκεια του Μεσαίωνα, οι συντεχνίες αποτελούν μέρος της αστικής κουλτούρας, συσπειρώνοντας εμπορικές ενώσεις. Ως εκ τούτου, άνθρωποι από παράταιρες μεταξύ τους εμπορικές ειδικότητες αποτέλεσαν το υπόβαθρο της πρώιμης ιστορίας των Odd Fellows. Όταν ο Άγγλος βασιλιάς Ερρίκος ο VIII διαφώνησε με την Ρωμαιοκαθολική εκκλησία, θεώρησαν τις συντεχνίες ως υποστηριχτές του Πάπα και το 1545 κατέσχε όλα τα περιουσιακά τους στοιχεία. Η βασίλισσα Ελισάβετ Ι αφαίρεσε από τις συντεχνίες την ευθύνη για την κατάρτιση των μαθητευομένων και μέχρι το τέλος της βασιλείας της οι περισσότερες συντεχνίες είχαν κατασταλεί και μετατραπεί σε… “μυστικές εταιρίες”
Η οπτική των στρατιωτικών μυστικών υπηρεσιών του Καναδά
Μπορούμε να προσεγγίσουμε την υπόθεση απελευθέρωσης του Τρότσκυ και από μια άλλη οπτική γωνία· αυτή των καναδικών μυστικών υπηρεσιών. Ο αντισυνταγματάρχης John Bayne MacLean, ένας επιφανής καναδός εκδότης κι επιχειρηματίας, ιδρυτής και πρόεδρος της MacLean Publishing Company, στο Τορόντο, έθεσε σε κυκλοφορία πολλές εμπορικές εφημερίδες, περιλαμβανομένης και της Financial Post. Ο MacLean, επίσης, είχε μια μακροχρόνια συνεργασία με την καναδική στρατιωτική μυστική υπηρεσία.
Το 1918, o συνταγματάρχης MacLean έγραψε για λογαριασμό περιοδικού του ομίλου του, ένα άρθρο, που τιτλοφόρησε «Γιατί αφήσαμε τον Τρότσκυ να φύγει; Πώς ο Καναδάς έχασε μια ευκαιρία να συντομεύσει τον πόλεμο». Το άρθρο περιείχε λεπτομερείς και ασυνήθιστες πληροφορίες για τον Λέον Τρότσκυ, αν και το τελευταίο μισό του κομματιού είναι γενικόλογο, επισημαίνοντας ελάχιστα σχετικά με το θέμα. Έχουμε δύο ενδείξεις για την αυθεντικότητα των πληροφοριών. Πρώτον, ο συνταγματάρχης MacLean υπήρξε άνθρωπος ακέραιος με εξαιρετικές διασυνδέσεις στις καναδικές υπηρεσίες πληροφοριών. Δεύτερον, όταν τα κυβερνητικά αρχεία κυκλοφόρησαν από τον Καναδά, η Μ. Βρετανία και οι ΗΠΑ ήρθαν να επιβεβαιώσουν σε μεγάλο βαθμό τις δηλώσεις του MacLean. Ορισμένες δηλώσεις του χρειάζονται επιβεβαίωση, αλλά ακόμη και πληροφορίες διαθέσιμες από τις αρχές της δεκαετίας του 1970 δεν είναι απαραιτήτως αντίθετες με το άρθρο του MacLean.
Το αρχικό επιχείρημα του MacLean είναι ότι «κάποιοι καναδοί πολιτικοί ή αξιωματούχοι ήταν κυρίως υπεύθυνοι για την παράταση του πολέμου [A’ πολέμου], για τις τεράστιες απώλειες σε ανθρώπινες ζωές, τις πληγές και τα βάσανα του 1917 και τις μεγάλες εξελίξεις του 1918».
Επί πλέον, αναφέρει ο MacLean, πως αυτά τα άτομα έκαναν (το 1919) κάθε δυνατή προσπάθεια να εμποδίσουν το Κοινοβούλιο και τον Καναδικό λαό από το να μάθουν αυτά τα γεγονότα. Επίσημες αναφορές, περιλαμβανομένων και αυτών του Sir Douglas Haig, αποδεικνύουν ότι, παρά το Ρωσικό ρήγμα το1917, ο πόλεμος θα τελείωνε έναν χρόνο νωρίτερα κι ότι «ο άνθρωπος που είναι κυρίως υπεύθυνος για την κατάρρευση της Ρωσίας (στον Α’ Παγκόσμιο Πόλεμο) ήταν ο Τρότσκυ… ενεργώντας κάτω από τις οδηγίες των γερμανών».
Ποιος ήταν ο Τρότσκυ;
Σύμφωνα με τον MacLean δεν ήταν Ρώσος, αλλά Γερμανός. Παράξενος ισχυρισμός, καθώς μπορεί να φαίνεται ότι συμπίπτει με άλλα αποσπάσματα πληροφοριών των μυστικών υπηρεσιών: δηλαδή, ότι ο Τρότσκυ μιλούσε καλύτερα γερμανικά από ό,τι ρωσικά και ότι ήταν ο Ρώσος εκτελεστής του γερμανικού «Μαύρου συνδέσμου». Σύμφωνα με τον MacLean, ο Τρότσκυ τον Αύγουστο του 1914 είχε εκδιωχθεί «επιδεικτικά» από το Βερολίνο· έφτασε τελικά στις ΗΠΑ, όπου οργάνωσε τους Ρώσους επαναστάτες, καθώς και τους Επαναστάτες στον Δυτικό Καναδά, οι οποίοι «ήταν σε μεγάλο βαθμό Γερμανοί και Αυστριακοί, που ταξίδευαν ως Ρώσοι».
Ο MacLean συνεχίζει: «Αρχικά, οι Βρετανοί βρήκαν μέσω των Ρώσων συνεργατών ότι ο Kerensky, ο Lenin και μερικοί μικρότεροι ηγέτες ήταν στην πράξη αμειβόμενοι από τους Γερμανούς ήδη από 1915 και αποκάλυψαν το 1916 τις σχέσεις με τον Τρότσκυ, όταν ζούσε στη Νέα Υόρκη. Από αυτή την περίοδο παρακολουθούνταν στενά από… Ομάδα Πυροτεχνουργών. Στις αρχές του 1916 ένας Γερμανός αξιωματικός ταξίδεψε για τη Νέα Υόρκη. Βρετανοί αξιωματούχοι των μυστικών υπηρεσιών τον έθεσαν υπό περιορισμόν. Κρατήθηκε στο Halifax, αλλά με εντολή τους αφέθηκε ελέυθερος μετά από άφθονες συγγνώμες για την αναπόφευκτη καθυστέρηση. Έπειτα από πολλούς χειρισμούς, έφτασε σε ένα βρώμικο μικρό γραφείο εφημερίδας στις παραγκουπόλεις και εκεί βρήκε τον Τρότσκυ, στον οποίο μετέφερε σημαντικές οδηγίες. Από τον Ιούνιο του 1916, μέχρι που τον μετέφεραν στην Βρετανία, η Ομάδα Πυροτεχνουργών της Νέας Υόρκης ποτέ δεν έχασε επαφή με τον Τρότσκυ. Ανακάλυψαν ότι το πραγματικό του όνομα ήταν Braunstein και ότι ήταν Γερμανός, όχι Ρώσος.»
Μια τέτοια γερμανική δραστηριότητα σε ουδέτερες χώρες επιβεβαιώνεται σε μια έκθεση του Υπουργείου Εξωτερικών (316-9-764-9), που περιγράφει την οργάνωση των Ρώσων προσφύγων για επαναστατικούς σκοπούς.
Συνεχίζοντας, ο MacLean δηλώνει ότι ο Τρότσκυ και τέσσερις συνεργάτες επιβιβάσθηκαν στο «S.S. Christiania» και στις 3 Απριλίου μεταφέρθηκαν στον «Captain Making» και αποβιβάσθηκαν από το πλοίο στο Halifax υπό την καθοδήγηση του υπολοχαγού Jones (στην πραγματικότητα, μια ομάδα εννέα, συμπεριλαμβανομένων και των έξι ανδρών, απομακρύνθηκαν από το S.S. Kristianiafjord. Το όνομα του αξιωματικού του ναυτικού ελέγχου στο Halifax ήταν Captain O. M. Makins, R.N. Το όνομα του αξιωματούχου που απομάκρυνε την ομάδα του Τρότσκυ από το πλοίο δεν είναι στα έγγραφα της καναδικής κυβέρνησης. Ο Τρότσκυ τον αναφέρει ως «Machen». Πάλι, σύμφωνα με τον MacLean, τα χρήματα του Τρότσκυ προήλθαν «από γερμανικές πηγές στην Νέα Υόρκη». Επίσης, γενικά η εξήγηση που δίνεται είναι ότι η απελευθέρωση έγινε κατόπιν αιτήματος του Kerensky, αλλά μήνες πριν αυτοί οι Βρετανοί αξιωματούχοι κι ένας Καναδός που υπηρετούσε στη Ρωσία, ο οποίος μπορούσε να μιλήσει την Ρωσική γλώσσα, ανέφερε στο Λονδίνο και στην Washington ότι ο Kerensky ήταν στις γερμανικές υπηρεσίες.
Ο Τρότσκυ απελευθερώθηκε «κατόπιν αιτήματος της Βρετανικής Πρεσβείας στην Washington… που ενήργησε κατόπιν αιτήματος του Υπουργείου Εξωτερικών των ΗΠΑ, που ενήργησε για κάποιον άλλον». Οι Καναδοί αξιωματούχοι «είχαν την εντολή να ενημερώσουν τον Τύπο ότι ο Τρότσκυ ήταν ένας Αμερικανός πολίτης, που ταξιδεύει με αμερικάνικο διαβατήριο· που την απελευθέρωσή του απαιτούσε ειδικά το Υπουργείο Εξωτερικών της Washington». Επιπλέον, γράφει ο MacLean, στην Ottawa «ο Τρότσκυ είχε και συνεχίζει να έχει ισχυρή υπόγεια επιρροή. Ήταν τόσο μεγάλη που εκδόθηκαν εντολές ότι πρέπει να του δοθεί κάθε προσοχή».
Το θέμα της αναφοράς του MacLean είναι, προφανώς, ότι ο Τρότσκυ είχε οικείες σχέσεις με, και δούλευε για, το Γερμανικό Γενικό Επιτελείο. Ενώ είχαν εδραιωθεί τέτοιες σχέσεις, όσον αφορά στον Λένιν –στο βαθμό που ο Λένιν επιδοτούνταν και η επιστροφή του στην Ρωσία διευκολυνόταν από τους Γερμανούς– φαίνεται βέβαιο ότι ο Τρότσκυ βοηθήθηκε ομοίως. Τα $10.000 που βρήκε ο Τρότσκυ στην Νέα Υόρκη ήταν από γερμανικές πηγές και ένα πρόσφατα αποχαρακτηρισμένο έγγραφο του Υπουργείου Εξωτερικών των ΗΠΑ έχει ως εξής:
9 Μαρτίου 1918: Αμερικανός Πρόξενος, Βλαδιβοστόκ από Polk,
Αναπληρωτή Γραμματέα του Κράτους της Washington C.C.
«Για τις εμπιστευτικές σας πληροφορίες και την άμεση προσοχή: ακολουθεί η ουσία του μηνύματος της 12ης Ιανουαρίου από τον Von Schanz της Γερμανικής Αυτοκρατορικής Τράπεζας στον Τρότσκυ, παραθέτω συγκατάθεση της αυτοκρατορικής τράπεζας προς έγκριση από το γενικό επιτελείο πιστώσεων του ποσού των 5.000.000 ρουβλίων για την αποστολή του επικεφαλής ναυτικού επιτρόπου Kudrisheff στην Άπω Ανατολή.»
Αυτό το μήνυμα υποδηλώνει κάποια σύνδεση μεταξύ του Τρότσκυ και των Γερμανών τον Ιανουάριο του 1918, μια περίοδο κατά την οποία ο Τρότσκυ πρότεινε συμμαχία με τη Δύση. Το Υπουργείο Εξωτερικών δεν δίνει την προέλευση του τηλεγραφήματος, αλλά μόνο ότι προέρχεται από το Προσωπικό της Πολεμικής Ακαδημίας. Το Υπουργείο Εξωτερικών αντιμετώπισε το μήνυμα ως αυθεντικό κι ενήργησε βάσει της υποτιθέμενης γνησιότητας. Είναι σύμφωνο με το γενικό θέμα του άρθρου του συνταγματάρχη MacLean.
Οι προθέσεις και οι στόχοι του Τρότσκυ
Κατά συνέπεια, μπορούμε να οδηγηθούμε στην ακόλουθη σειρά γεγονότων: Ο Τρότσκυ ταξίδεψε από την Νέα Υόρκη στην Πετρούπολη με ένα διαβατήριο, που προμηθεύτηκε με την παρέμβαση του Woodrow Wilson και με την δηλωμένη πρόθεση να «προωθήσει» την επανάσταση. Η βρετανική κυβέρνηση ήταν η άμεση πηγή της απελευθέρωσης του Τρότσκυ από την καναδική φυλακή τον Απρίλιο του 1917, αλλά ίσως να υπήρξαν «πιέσεις». Ο Lincoln Steffens, ένας αμερικανός κομμουνιστής, ενήργησε ως σύνδεσμος μεταξύ Wilson και Chalres R. Crane και μεταξύ Crane και Τρότσκυ. Επί πλέον, ενώ ο Crane δεν είχε επίσημη θέση, ο γιος του Richard ήταν ο έμπιστος βοηθός του υπουργού εξωτερικών Robert Lansing και ο Crane ο πρεσβύτερος είχε στην διάθεσή του υπομνηματικές και λεπτομερείς αναφορές σχετικά με την πορεία της μπολσεβίκικης επανάστασης.
Επί προσθέτως, ο πρέσβης William Dodd (πρεσβευτής των ΗΠΑ στην Γερμανία την εποχή του Hitler) είπε ότι ο Crane είχε ενεργό ρόλο στην φάση της επανάστασης του Kerensky. Οι επιστολές του Steffens επιβεβαιώνουν ότι ο Crane είδε την φάση του Kerensky ως το μόνο βήμα σε μια συνεχιζόμενη επανάσταση. Το ενδιαφέρον σημείο, ωστόσο, δεν είναι τόσο η επικοινωνία μεταξύ ανόμοιων ατόμων όπως ο Crane, ο Steffens, ο Τρότσκυ και ο Woodrow Wilson, όσο η ύπαρξη τουλάχιστον ενός μέτρου συμφωνίας σχετικά με την διαδικασία που έπρεπε να ακολουθηθεί –δηλαδή, η προσωρινή κυβέρνηση θεωρήθηκε ως «προσωρινή» και η «επαν-επανάσταση» επρόκειτο να ακολουθήσει.
Από την άλλη πλευρά του νομίσματος, οι προθέσεις του Τρότσκυ θα πρέπει να ερμηνευθούν με ιδιαίτερη προσοχή: ήταν έμπειρος στα διπλά παιγνίδια. Τα επίσημα έγγραφα τεκμηριώνουν σαφώς αντιφατικές ενέργειες. Για παράδειγμα, η Διεύθυνση των Υποθέσεων της Άπω Ανατολής στις ΗΠΑ έλαβε στις 23 Μαρτίου 1918 δύο εκθέσεις που προέρχονταν από τον Τρότσκυ. Η μία, με ημερομηνία 20 Μαρτίου από την Μόσχα, προήλθε από την ρωσική εφημερίδα Russkoe Slovo («Ρώσικη Λέξη»).
Η έκθεση ανέφερε μια συνέντευξη με τον Τρότσκυ, όπου δήλωνε ότι οποιαδήποτε συμμαχία με τις Ηνωμένες Πολιτείες ήταν αδύνατη: «Η Ρωσία των Σοβιέτ δεν μπορεί να ευθυγραμμιστεί… με την καπιταλιστική Αμερική, επειδή αυτό θα ήταν προδοσία. Είναι πιθανό οι Αμερικανοί να αναζητούν μια τέτοια προσέγγιση με εμάς, οδηγούμενοι από τον ανταγωνισμό τους με την Ιαπωνία, αλλά σε κάθε περίπτωση δεν υπάρχει πιθανότητα συμμαχίας για εμάς οποιουδήποτε είδους με ένα αστικό έθνος.»
Η άλλη έκθεση, που επίσης προερχόταν από την Μόσχα, είναι ένα μήνυμα που χρονολογείται στις 17 Μαρτίου 1918, τρεις μέρες νωρίτερα από τον πρέσβη Francis: «ο Τρότσκυ ζητά πέντε Αμερικανούς αξιωματικούς ως επιθεωρητές του στρατού, που οργανώνεται για την άμυνα του, καθώς επίσης ζητά ανδρες ειδικευμένους στους σιδηροδρόμους και εξοπλισμό». Αυτό το αίτημα στις ΗΠΑ είναι βέβαια ασυμβίβαστο με την απόρριψη μιας «συμμαχίας».
Πριν αφήσουμε τον Τρότσκυ, πρέπει να γίνει μια αναφορά στις δίκες παρωδία των σταλινικών στην δεκαετία του 1930 και, ιδιαίτερα, στις κατηγορίες του 1938 και στην δίκη του «αντι-σοβιετικού μπλοκ των δεξιών και των τροτσκιστών». Αυτές οι εξαναγκασμένες παρωδίες της δικαστικής διαδικασίας, που απορρίφθηκαν σχεδόν ομόφωνα στην Δύση, μπορεί να ρίξουν φως στις προθέσεις του Τρότσκυ.
Η ουσία του σταλινικού κατηγορητηρίου ήταν ότι οι τροτσκιστές ήταν πληρωμένοι πράκτορες του διεθνούς καπιταλισμού. Ο K.G. Rakovsky, ένας από τους υπερασπιστές του 1938, είπε ή σκόπευε να πει: «είμαστε η πρωτοπορία της ξένης επίθεσης, του διεθνούς φασισμού και όχι μόνο στην ΕΣΣΔ, αλλά και στην Ισπανία, την Κίνα σε όλο τον κόσμο». Η σύνοψη του «δικαστηρίου» περιλαμβάνει την δήλωση: «δεν υπάρχει ούτε ένας άνδρας στον κόσμο που να έφερε τόση θλίψη και ατυχία σε ανθρώπους όπως ο Τρότσκυ. Είναι ο σιωπηλός πράκτορας του φασισμού…»
Τώρα, ενώ αυτό μπορεί να μην είναι απλώς λεκτικές προσβολές που συνήθως διακινούνται μεταξύ των Διεθνών κομμουνιστών της δεκαετίας του ’30 και του ’40, είναι επίσης αξιοσημείωτο ότι τα θέματα πίσω από την αυτοκατηγορία είναι σύμφωνα με τα παρατιθέμενα στοιχεία. Κι επιπλέον, όπως θα δούμε, αργότερα ο Τρότσκυ ήταν σε θέση να αντλήσει υποστήριξη από τους διεθνιστές καπιταλιστές, που, παρεμπιπτόντως, ήταν επίσης υποστηρικτές του Mussolini και του Hitler.
Όσο βλέπουμε τους διεθνείς επαναστάτες και όλους τους διεθνείς καπιταλιστές αδιάλλακτους εχθρούς ο ένας του άλλου, τόσο χάνουμε ένα σημαντικό σημείο: ότι πράγματι υπήρξε κάποια επιχειρησιακή συνεργασία μεταξύ διεθνών καπιταλιστών, περιλαμβάνοντας τους φασίστες. Και δεν υπάρχει a priori αιτία να απορρίψουμε ότι ο Τρότσκυ ήταν μέρος αυτής της συμμαχίας.
Αυτή η δοκιμαστική, περιορισμένη επαναξιολόγηση θα εξεταστεί εκτενέστερα, όταν εξεταστεί η ιστορία του Michael Cruzenberg, του κύριου πράκτορα των μπολσεβίκων στην Σκανδιναβία, που υπό το ψευδώνυμο Alexander Gumberg ήταν επίσης ένας αξιόπιστος σύμβουλος της Chase National Bank στην Νέα Υόρκη και αργότερα του Floyd Odium of Atlas Corporation. Αυτός ο διπλός ρόλος ήταν γνωστός και αποδεκτός και από τους σοβιετικούς και από τους αμερικανούς εργοδότες του. Η ιστορία του Cruzenberg είναι μια περίπτωση όπου η διεθνής επανάσταση συμμάχησε με τον διεθνή καπιταλισμό.
Οι παρατηρήσεις του συνταγματάρχη MacLean ότι ο Τρότσκυ είχε «ισχυρή υπόγεια επιρροή» και ότι η εξουσία του ήταν τόσο μεγάλη, που εκδόθηκαν εντολές ότι πρέπει να του δοθεί «ιδιαίτερη προσοχή» δεν είναι καθόλου ασυμβίβαστες με την παρέμβαση του Gwatkin για τον Τρότσκυ ή για το ίδιο θέμα με τα μετέπειτα γεγονότα, τις κατηγορίες των σταλινιστών στις δίκες παρωδίες του Τρότσκυ στην δεκαετία του 1930. Ούτε είναι ασυμβίβαστες με την υπόθεση Gruzenberg. Από την άλλη, ο μόνος γνωστός άμεσος σύνδεσμος ανάμεσα στον Τρότσκυ και το διεθνές τραπεζικό σύστημα είναι ο ξάδερφος του, ονόματι Abram Givatovzo, που ήταν ιδιωτικός τραπεζίτης στο Κίεβο πριν την Ρωσική Επανάσταση και στην Στοκχόλμη μετά την επανάσταση. Ενώ ο Givatovzo δήλωνε αντι-μπολσεβίκος, στην πραγματικότητα δρούσε εκ μέρους των Σοβιετικών το 1918 σε χρηματικές συναλλαγές.
Είναι πιθανό ένα διεθνές δίκτυο να περιστρέφεται γύρω από αυτά τα γεγονότα; Πρώτον, υπάρχει ο Τρότσκυ, ένας Ρώσος διεθνιστής επαναστάτης με γερμανικές σχέσεις που αντλεί βοήθεια από δυο υποτιθέμενους υποστηρικτές της κυβέρνησης του πρίγκηπα Lvov στη Ρωσία (τον Aleinikoff και τον Wolf, ρώσους κατοίκους στην Νέα Υόρκη). Αυτά τα δύο εγείρουν την δράση ενός φιλελεύθερου καναδού αναπληρωτή γενικού διευθυντή, ο οποίος με την σειρά του παρεμβαίνει με έναν εξέχοντα στρατηγό του βρετανικού στρατού για το καναδικό στρατιωτικό προσωπικό. Αυτές οι διασυνδέσεις είναι όλες επιβεβαιωμένες.
Εν συντομία, οι πεποιθήσεις μπορεί να μην είναι πάντα αυτά που λέγονται ή φαίνονται. Μπορούμε, ωστόσο, να υποθέσουμε ότι ο Τρότσκυ, ο Aleinikoff, ο Coulter και ο Gwatkin, δρώντας για έναν κοινό περιορισμένο στόχο, είχαν επίσης κάτι κοινό, πάνω από την εθνική πίστη ή την πολιτική ταμπέλα. Τονίζω ότι δεν υπάρχει απόλυτη απόδειξη ότι αυτό συμβαίνει. Είναι, προς το παρόν, μόνο μια λογική υπόθεση βάσει των γεγονότων. Μια εμπιστοσύνη υψηλότερη από αυτήν που σφυρηλατήθηκε από την ανάγκη ενός άμεσα κοινού στόχου ενδεχομένως να μην είναι τίποτε περισσότερο από μια φιλία, αν και αυτό διεγείρει την φαντασία μας, όταν αναλογιστούμε έναν τέτοιο πολύγλωσσικό συνδυασμό. Μπορεί επίσης να προωθείται από άλλα κίνητρα.
Ο Λένιν και η Γερμανική στήριξη στο πραξικόπημα των μποσελβίκων
«Μόνο όταν οι Μπολσεβίκοι έλαβαν από εμάς μια σταθερή ροή κεφαλαίων μέσω διαφόρων καναλιών και υπό διαφορετικές ετικέτες, ήταν σε θέση να οικοδομήσουν το κύριο όργανό τους την Pravda, για να διεξάγουν ενεργητική προπαγάνδα και να επεκτείνουν σημαντικά την αρχικά μικρή βάση του κόμματός τους». Von Kühlmann, υπουργός εξωτερικών, στον Kaiser, 3-12-1917
Τον Απρίλιο του 1917, ο Λένιν και μια ομάδα 32 Ρώσσων επαναστατών, κυρίως Μπολσεβίκων, ταξίδεψε με τραίνο από την Ελβετία μέσω της Γερμανίας και της Σουηδίας στην Πετρούπολη, στην Ρωσσία. Επρόκειτο να ενωθούν με τον Λέον Τρότσκυ, «για να ολοκληρώσουν την επανάσταση». Η μετάβασή τους μέσω της Γερμανίας εγκρίθηκε, διευκολύνθηκε και χρηματοδοτήθηκε από το Γερμανικό γενικό Επιτελείο. Η μετάβαση του Λένιν στη Ρωσσία αποτελούσε μέρος ενός σχεδίου εγκεκριμένου από την γερμανική Ανώτατη Διοίκηση, προφανώς όχι άμεσα γνωστού στον Kaiser, για να συμβάλει στην αποσύνθεση του ρωσσικού στρατού κι έτσι να εξαλείψει την παρουσία της Ρωσσίας από τον Α’ Παγκόσμιο Πόλεμο. Η πιθανότητα οι Μπολσεβίκοι να στρέφονταν κατά της Γερμανίας και της Ευρώπης δεν υπήρχε για το γερμανικό Γενικό Επιτελείο. Ο υποστράτηγος Hoffman είχε γράψει: «δεν γνωρίζαμε ούτε προβλέπαμε τον κίνδυνο για την ανθρωπότητα από τις συνέπειες αυτού του ταξιδιού των Μπολσεβίκων στην Ρωσσία».
Σε ανώτερο επίπεδο, ο Γερμανός πολιτικός αξιωματούχος που ενέκρινε το ταξίδι του Λένιν στη Ρωσσία ήταν ο Καγκελάριος Theobald von Bethmann-Hollweg, ένας απόγονος της οικογένειας Bethmann, της τράπεζας της Φρανκφούρτης, η οποία έφτασε σε μεγάλη άνθηση τον 19ο αι. Ο Bethmann-Hollweg διορίστηκε καγκελάριος το 1909 και το Νοέμβριο του 1913 δέχτηκε την πρώτη ψήφο μομφής που έγινε ποτέ σε καγκελάριο στο γερμανικό Reichstag. Ήταν ο Bethmann-Hollweg που το 1914 είπε δημόσια ότι η γερμανική εγγύηση στο Βέλγιο ήταν απλώς «ένα μάτσο παλιόχαρτα». Επίσης, για άλλα πολεμικά ζητήματα –όπως η απεριόριστη χρήση υποβρυχίων στον πόλεμο– ο Bethmann-Hollweg ήταν αμφίθυμος· τον Ιανουάριο του 1917 είπε στον Kaiser: «Δεν μπορώ να δώσω στην Αυτού Μεγαλειότητά σας ούτε τη συγκατάθεσή μου για την απεριόριστη χρήση πολεμικών υποβρυχίων ούτε την άρνησή μου».
Μέχρι το 1917, ο Bethmann-Hollweg είχε χάσει την υποστήριξη του Reichstag και παραιτήθηκε, –αλλά όχι πριν εγκρίνει την μετάβαση των μπολσεβίκων στην Ρωσσία. Οι οδηγίες διέλευσης, τις οποίες έδωσε ο Bethmann-Hollweg, πέρασαν μέσω του κρατικού γραμματέα Arthur Zimmermann –που ήταν αμέσως κάτω από τον Bethmann-Hollweg και χειριζόταν τις καθημερινές επιχειρησιακές λειτουργίες με τους Γερμανούς υπουργούς στην Βέρνη και στην Κοπεγχάγη– στον Γερμανό υπουργό στη Βέρνη στις αρχές Απριλίου 1917. Ο ίδιος ο Kaiser δεν γνώριζε το επαναστατικό κίνημα μέχρι που ο Λένιν πέρασε στην Ρωσσία.
Ενώ ο ίδιος ο Λένιν δεν ήξερε την ακριβή πηγή της βοήθειας, ήξερε ότι η Γερμανική κυβέρνηση παρείχε κάποια χρηματοδότηση. Υπήρχαν, ωστόσο, ενδιάμεσοι δεσμοί μεταξύ του γερμανικού υπουργείου εξωτερικών και του Λένιν, όπως φαίνεται παρακάτω:
Η μετάβαση του Λένιν στη Ρωσσία τον Απρίλιο του 1917
Τελική Απόφαση BETHMANNHOLLWEG (καγκελάριος)
Ενδιάμεσος Ι ARTHUR ZIMMERMANN (Υφυπουργός)
Ενδιάμεσος ΙΙ ROCKDORFF-RANTZAU (Γερμανός υπουργός στην Κοπεγχάγη)
Ενδιάμεσος ΙΙΙ ALEXANDER ISRAEL HELPHAND (αλλοιώς PARVUS)
Ενδιάμεσος IV JACOB FURSTENBERG (αλλοιώς GANETSKY)
Ο Λένιν στη Σουηδία
Από το Βερολίνο ο Zimmermann και ο Bethmann-Hollweg επικοινωνούσαν με τον Γερμανό υπουργό στην Κοπεγχάγη, τον Brockdorff-Rantzau. Με την σειρά του, ο Brockdorff-Rantzau ήταν σε επαφή με τον Alexander Israel Helphand (πιο γνωστό με το ψευδώνυμό του, Parvus), που βρισκόταν στην Κοπεγχάγη. Ο Parvus ήταν ο σύνδεσμός με τον Jacob Furstenberg, έναν Πολωνό που καταγόταν από εύπορη οικογένεια, αλλά πιο γνωστό με το ψευδώνυμό του Ganetsky. Και ο Jacob Furstenberg ήταν ο άμεσος σύνδεσμος με τον Λένιν.
Αν και ο καγκελάριος Bethmann-Hollweg ήταν η τελική αρχή για την μεταφορά του Λένιν και παρ’ όλο που ο Λένιν ίσως γνώριζε την γερμανική προέλευση της βοήθειας που δεχόταν, ο ίδιος δεν μπορεί να χαρακτηριστεί ως Γερμανός πράκτορας. Το γερμανικό Υπουργείο Εξωτερικών αξιολόγησε τις πιθανές ενέργειες του Λένιν στην Ρωσσία ως σύμφωνες με τους δικούς του στόχους στην διάλυση της υφιστάμενης δομής εξουσίας στη Ρωσσία. Ωστόσο, και οι δύο πλευρές είχαν κρυφές επιδιώξεις: η Γερμανία ήθελε προτεραιότητα πρόσβασης στις μεταπολεμικές αγορές στην Ρωσσία και ο Λένιν σκόπευε να εδραιώσει μια μαρξιστική δικτατορία.
Η ιδέα να χρησιμοποιηθούν οι Ρώσοι επαναστάτες με αυτό τον τρόπο μπορεί να ανιχνευτεί ήδη από το 1915. Στις 14 Αυγούστου αυτής της χρονιάς, ο Brockdorff-Rantzau έγραψε στον Γερμανό υφυπουργό σχετικά με την συνομιλία του με τον Helphand (Parvus) και έκανε μια ισχυρή σύσταση να προσλάβουν τον Helphand, «έναν εξαιρετικά σημαντικό άνθρωπο, που νιώθω ότι τις ασυνήθιστες δυνάμεις του πρέπει να τις χρησιμοποιήσουμε στη διάρκεια του πολέμου…». Στην έκθεση συμπεριλαμβανόταν μια προειδοποίηση: «αυτό που ίσως αποτελεί κίνδυνο είναι να θέλει να χρησιμοποιήσει τις εξουσίες του, που κρύβονται πίσω από τον Helphand, αλλά θα ήταν οπωσδήποτε μια παραδοχή της δικής μας αδυναμίας, αν επρόκειτο να αρνηθούμε τις υπηρεσίες τους με το φόβο μήπως δεν είμαστε σε θέση να τις κατευθύνουμε».
Οι ιδέες του Brockdorff-Rantzau να κατευθύνουν ή να ελέγξουν τους επαναστάτες, όπως θα δούμε, ήταν παράλληλες με εκείνες των χρηματοδοτών της Wall Street. Ήταν ο J.P. Morgan και η Αμερικάνικη Διεθνής Εταιρεία, που προσπάθησαν να ελέγξουν τόσο τους εγχώριους, όσο και τους ξένους επαναστάτες στις ΗΠΑ για δικούς τους σκοπούς.
Ένα επόμενο έγγραφο περιέγραφε τους όρους που ζητούσε ο Λένιν, από τους οποίους ο πιο ενδιαφέρον ήταν ο υπ’ αριθμόν 7 να επιτραπεί στα ρωσσικά στρατεύματα να κινηθούν στην Ινδία· αυτό υποδηλώνει ότι ο Λένιν είχε την πρόθεση να συνεχίσει το τσαρικό επεκτατικό πρόγραμμα. Ο Zeman επίσης καταγράφει τον ρόλο του Μax Warburg στην ίδρυση ενός Ρωσσικού εκδοτικού οίκου και αναφέρεται σε μια συμφωνία που χρονολογείται στις 12 Αυγούστου 1916, στην οποία ο Γερμανός βιομήχανος Stinnes συμφώνησε να συνεισφέρει δύο εκατομμύρια ρούβλια για την χρηματοδότηση του εκδοτικού οίκου στη Ρωσσία.
Συνεπώς, στις 16 Απριλίου 1917, ένα τραίνο φορτωμένο με 32 άτομα, συμπεριλαμβανομένου του Λένιν, της συζύγου του Nadezhda Krupskaya, του Grigori Zinoviev, του Sokolnikov και του Karl Radek, έφυγε από τον Κεντρικό Σταθμό της Βέρνης οδεύοντας προς την Στοκχόλμη. Όταν η ομάδα έφτασε στα ρωσσικά σύνορα μόνο στον Fritz Plattan και τον Radek αρνήθηκαν την είσοδο στην Ρωσσία. Η είσοδος επετράπη στους υπολοίπους της ομάδας. Μερικούς μήνες αργότερα ακολουθήθηκαν από σχεδόν 200 Μενσεβίκους, περιλαμβανομένου του Martov και του Axelrod.
Αξίζει να σημειωθεί ότι ο Τρότσκυ, εκείνη την εποχή στην Νέα Υόρκη, επίσης διέθετε κεφάλαια που προέρχονταν από γερμανικές πηγές. Επί πλέον, ο Von Kuhlmann αναφέρει την ανικανότητα του Λένιν να διευρύνει την βάση του μπολσεβίκικου κόμματος μέχρι οι Γερμανοί να προμηθεύσουν τα κεφάλαια. Ο Τρότσκυ ήταν ένας Μενσεβίκος που στράφηκε στον Μπολσεβικισμό μόλις το 1917. Αυτό δείχνει ότι τα γερμανικά κεφάλαια σχετίζονταν με την αλλαγή της κομματικής ταυτότητας του Τρότσκυ.
Τα έγγραφα SISSON
Στις αρχές του 1918 ο Edgard Sisson, εκπρόσωπος της Επιτροπής της Πετρούπολης στις Δημόσιες Πληροφορίες των ΗΠΑ, αγόρασε μια παρτίδα ρωσσικών εγγράφων, για να αποδείξει ότι ο Τρότσκυ, ο Λένιν κι άλλοι Μπολσεβίκοι επαναστάτες δεν ήταν μόνο αμειβόμενοι, αλλά και πράκτορες της γερμανικής κυβέρνησης. Αυτά τα έγγραφα, που αργότερα αποκαλούνταν «έγγραφα Sisson», αποστάλθηκαν στις ΗΠΑ πολύ εσπευσμένα και με μυστικότητα. Στην Washington D.C. υποβλήθηκαν στο Εθνικό Συμβούλιο της Υπηρεσίας Ιστορίας για εξακρίβωση γνησιότητας. Δύο εξέχοντες ιστορικοί, ο J. Franklin Jameson και ο Samuel N. Harper, πιστοποίησαν τηn γνησιότητά τους. Αυτοί οι ιστορικοί χώρισαν τα έγγραφα Sisson σε τρεις ομάδες.
Όσον αφορά στην Ομάδα Ι. κατέληξαν: «Τα υποβάλαμε με μεγάλη προσοχή σε όλες τις εφαρμοσμένες δοκιμασίες, στις οποίες είναι συνηθισμένοι οι σπουδαστές ιστορίας και… με βάση αυτές τις έρευνες, δεν διστάζουμε να δηλώσουμε ότι δεν βλέπουμε κανένα λόγο να αμφιβάλουμε για την γνησιότητα και την αυθεντικότητα αυτών των 53 εγγράφων». Οι ιστορικοί ήταν λιγότερο σίγουροι για το υλικό της Ομάδας ΙΙ. Αυτή η ομάδα δεν απορρίφθηκε ως εντελώς πλαστή, αλλά προτάθηκε ότι ήταν αντίγραφο των πρωτότυπων εγγράφων. Αν και οι ιστορικοί δεν έκαναν «καμιά δήλωση πιστότητας» για την Ομάδα ΙΙΙ, δεν ήταν διατεθειμένοι να απορρίψουν τα έγγραφα ως πλαστά.
Τα έγγραφα Sisson δημοσιεύτηκαν από την Επιτροπή Δημόσιας Πληροφόρησης, της οποίας πρόεδρος ήταν ο George Creel, ένας πρώην χορηγός προ-Μπολσεβίκικων ομάδων. Ο αμερικάνικος τύπος εν γένει αποδέχτηκε τα έγγραφα ως αυθεντικά. Η αξιοσημείωτη εξαίρεση ήταν η New York Evening Post, που εκείνη την περίοδο ήταν στην ιδιοκτησία του Thomas W. Lamont, ενός συνεργάτη της εταιρείας Morgan. Ενώ είχαν δημοσιευτεί μόλις λίγες συνέχειες, ο Τύπος αμφισβήτησε την αυθεντικότητα όλων των εγγράφων.
Γνωρίζουμε ότι τα έγραφα Sisson ήταν σχεδόν όλα πλαστά: μόνο μια ή δύο από τις γερμανικές εγκυκλίους ήταν γνήσιες. Ακόμη και μια πρόχειρη εξέταση του γερμανικού επιστολόχαρτου δείχνει ότι οι πλαστογράφοι ήταν ασυνήθιστα απρόσεκτοι, που ίσως εργάζονταν για την εύπιστη αμερικάνικη αγορά. Το γερμανικό κείμενο μεταφέρθηκε με όρους που φτάνουν τα όρια της γελοιότητας: για παράδειγμα, για την λέξη Γραφείο αντί της γερμανικής λέξης Büro χρησιμοποιείται η αγγλική λέξη Bureau. Ή το γερμανικό Central αντί του γερμανικού Zentral κλπ.
Το ό,τι τα έγγραφα είναι πλαστά αποτελεί το συμπέρασμα μιας εξαντλητικής μελέτης από τον George Kennan και των μελετών που έκανε στην δεκαετία του 1920 η Βρετανική Κυβέρνηση. Κάποια έγγραφα βασίστηκαν σε αυθεντικές πληροφορίες και, όπως παρατηρεί ο Kennan, εκείνοι που τα κατασκεύασαν είχαν σίγουρα πρόσβαση σε ορισμένες ασυνήθιστα καλές πληροφορίες. Για παράδειγμα, τα έγγραφα 1, 54, 61 και 67 αναφέρουν ότι η Nya Banken στην Στοκχόλμη λειτούργησε ως αγωγός για τα κεφάλαια των Μπολσεβίκων από την Γερμανία. Αυτός ο αγωγός έχει επιβεβαιωθεί από πιο αξιόπιστες πηγές.
Τα έγγραφα 54, 63 και 64 αναφέρουν ότι ο Furstenberg ήταν ο τραπεζικός πράκτορας μεταξύ Γερμανών και Μπολσεβίκων. Το όνομα του Furstenberg αναφέρεται κι αλλού σε αυθεντικά έγγραφα. Το έγγραφο 54 του Sisson αναφέρει τον Olof Aschberg κι ο ίδιος ο Olof Aschberg βάσει δικών του δηλώσεων ήταν «Μπολσεβίκος Τραπεζίτης». Ο Aschberg το 1917 ήταν ο διευθυντής της Nya Banken. Άλλα έγγραφα του Sisson αναφέρουν μια σειρά από λίστες ονομάτων και ιδρυμάτων, όπως η γερμανική Naptha-Industrial Bank, την Disconto Gesellschaft και τον Max Warburg, τον τραπεζίτη από το Αμβούργο, αλλά τα ισχυρά αποδεικτικά στοιχεία είναι πιο φευγαλέα. Γενικώς, τα έγγραφα του Sisson, ενώ τα ίδια είναι πλαστά, εντούτοις βασίζονται εν μέρει σε γενικά αυθεντικές πληροφορίες.
Μια αινιγματική πτυχή υπό το πρίσμα της ιστορίας σε αυτό το βιβλίο είναι ότι τα έγγραφα έφτασαν στον Edgard Sisson από τον Alexander Gumberg (αλλιώς Berg, πραγματικό όνομα Michael Gruzenberg), τον Μπολσεβίκο πράκτορα στη Σκανδιναβία και αργότερα έναν εμπιστευτικό βοηθό της Chase National Bank και του Floyd Odium της Atlas Corporation. Οι Μπολσεβίκοι από την άλλη απέρριψαν σθεναρά το υλικό του Sisson. Το ίδιο έκανε κι ο John Reed, ο Αμερικανός εκπρόσωπος της εκτελεστικής εξουσίας της Τρίτης Διεθνούς και του οποίου ο μισθός προερχόταν από το περιοδικό Metropolitan, που ανήκε στην J.P. Morgan. Το ίδιο έκανε κι ο Thomas Lamont, ο εταίρος της Morgan που κατείχε την New York Evening Post. Υπάρχουν πολλές πιθανές εξηγήσεις. Πιθανόν οι συνδέσεις μεταξύ των συμφερόντων της Morgan στη Νέα Υόρκη και τέτοιων παραγόντων όπως ο John Reed και ο Alexander Gumberg ήταν εξαιρετικά ευέλικτες. Αυτός θα μπορούσε να είναι ένας ελιγμός του Gumberg, για να δυσφημίσει τον Sisson και τον Creel, φυτεύοντάς τους πλαστά έγγραφα.
Τα έγγραφα Sisson «αποδεικνύουν» την αποκλειστική ανάμιξη της Γερμανίας με τους Μπολσεβίκους. Επίσης, έχουν χρησιμοποιηθεί, για να «αποδείξουν» μια εβραϊκή-μπολσεβίκικη συνωμοσία στην γραμμή των Πρωτοκόλλων της Σιών. Το 1918 η κυβέρνηση των ΗΠΑ ήθελε να συσπειρώσει την Αμερικανική κοινή γνώμη πίσω από έναν αντιλαϊκό πόλεμο στην Γερμανία και τα έγγραφα Sisson «αποδείκνυαν» δραματικά την αποκλειστική εμπλοκή της Γερμανίας στους Μπολσεβίκους. Τα έγγραφα παρείχαν επίσης ένα προπέτασμα καπνού κατά της δημόσιας γνώσης των γεγονότων, που περιγράφονται σε αυτό το βιβλίο.
Το τραγούδι του πολέμου στην Washington
Μια αναθεώρηση των εγγράφων στο Δεκαδικό Αρχείο του Υπουργείου Εξωτερικών υποδεικνύει ότι το Υπουργείο Εξωτερικών και ο πρεσβευτής Francis στην Πετρούπολη ήταν αρκετά καλά πληροφορημένοι για τις προθέσεις και την πρόοδο του μπολσεβίκικου κινήματος. Το καλοκαίρι του 1917, για παράδειγμα, το Υπουργείο Εξωτερικών θέλησε να σταματήσει την αναχώρηση από τις ΗΠΑ σε «ζημιογόνα πρόσωπα» (την επιστροφή Ρώσων επαναστατών), αλλά δεν ήταν σε θέση να το πράξουν, επειδή χρησιμοποιούσαν νέα Ρωσσικά και Αμερικανικά διαβατήρια.
Οι προετοιμασίες για την ίδια την Μπολσεβίκικη Επανάσταση ήταν σαφώς γνωστές τουλάχιστον έξι εβδομάδες πριν ξεσπάσει. Μια αναφορά στα αρχεία του Υπουργείου Εξωτερικών, όσον αφορά στις δυνάμεις του Kerensky, αναφέρει ότι ήταν «αμφίβολες, εάν η κυβέρνηση… μπορεί να καταστείλει την ανταρσία». Η αποσύνθεση της κυβέρνησης Kerensky αναφερόταν από τον Σεπτέμβριο και τον Οκτώβριο μαζί με τις προετοιμασίες για το πραξικόπημα των Μπολσεβίκων. Η Βρετανική κυβέρνηση προειδοποίησε τους βρετανούς κατοίκους στην Ρωσσία να φύγουν τουλάχιστον έξι εβδομάδες πριν την Μπολσεβίκικη φάση της επανάστασης.
Η πρώτη πλήρης αναφορά των γεγονότων στις αρχές του Νοεμβρίου έφτασε στην Washington στις 9 Δεκεμβρίου 1917. Αυτή η αναφορά περιγράφει την χαμηλή σημασία της ίδιας της επανάστασης, αναφέρει ο στρατηγός William V. Judson, που είχε πραγματοποιήσει μια μη εξουσιοδοτημένη επίσκεψη στον Τρότσκυ και επεσήμανε την παρουσία των Γερμανών στο Smolny – το σοβιετικό αρχηγείο. Στις 28 Νοεμβρίου 1917, ο πρόεδρος Woodrow Wilson διέταξε την μη παρέμβασή του στην Μπολσεβίκικη Επανάσταση. Αυτή η εντολή ανταποκρινόταν προφανώς σε αίτημα του Πρεσβευτή Francis για μια διάσκεψη για συμμαχία, στην οποία η Βρετανία είχε ήδη συμφωνήσει. Το Υπουργείο Εξωτερικών ισχυρίστηκε ότι μια τέτοια διάσκεψη ήταν ανέφικτη.
Υπήρξαν συζητήσεις στο Παρίσι μεταξύ των συμμάχων και του συνταγματάρχη Edward M. House, που το ανέφερε στον Woodrow Wilson ως «μακρές και συχνές συζητήσεις στη Ρωσσία». Σχετικά με μια τέτοια συνδιάσκεψη, ο House δήλωσε ότι η Αγγλία ήταν «παθητικά πρόθυμη», η Γαλλία «αδιάφορα ενάντια» και η Ιταλία «ενεργητικά υπέρ».
Ο Woodrow Wilson, λίγο μετά, ενέκρινε ένα τηλεγράφημα από τον Υπουργό Εξωτερικών Robert Lansing, που παρείχε οικονομική στήριξη για το κίνημα του Kaledin (12 Δεκεμβρίου 1917). Υπήρχαν επίσης φήμες που φιλτράρονταν στην Washington, ότι «οι μοναρχικοί εργάζονταν με τους Μπολσεβίκους» και το ίδιο υποστηρίχθηκε από μερικά περιστατικά και περιστάσεις· δηλαδή η κυβέρνηση Smolny ήταν απολύτως υπό τον έλεγχο του Γερμανικού Γενικού Επιτελείου, αλλά και φήμες ότι «πολλοί ή οι περισσότεροι από αυτούς [τους Μπολσεβίκους] είναι από την Αμερική».
Τον Δεκέμβριο, ο στρατηγός Judson επισκέφθηκε πάλι τον Τρότσκυ· αυτό θεωρήθηκε ως ένα βήμα προς την αναγνώριση από τις ΗΠΑ, αν και μια αναφορά που χρονολογείται στις 5 Φεβρουαρίου 1918, από τον Πρεσβευτή Francis στην Washington, συνέστησε να στραφούν κατά της αναγνώρισης. Ένα υπόμνημα που προέρχεται από τον Basil Miles στην Washington υποστηρίζει ότι «πρέπει να αντιμετωπίσουμε όλες τις αρχές της Ρωσσίας, συμπεριλαμβανομένων των Μπολσεβίκων». Και στις 15 Φεβρουαρίου 1918, το Υπουργείο Εξωτερικών καλωσόρισε τον πρεσβευτή Francis στην Πετρούπολη, δηλώνοντας ότι «το τμήμα επιθυμεί να σταματήσετε σταδιακά να έχετε μια πιο στενή κι άτυπη επαφή με τις μπολσεβίκικες αρχές, που χρησιμοποιούν τέτοια κανάλια, ώστε να αποφεύγουν οποιαδήποτε επίσημη αναγνώριση».
Την επόμενη μέρα, ο υπουργός εξωτερικών Lansing διαβίβασε τα ακόλουθα στον Γάλλο πρεσβευτή J.J. Jusserand στην Washington: «Θεωρείται ότι δεν είναι σκόπιμο να ληφθούν ενέργειες, οποιασδήποτε μορφής, που θα ανταγωνίζονται αυτούς οι οποίοι αυτήν την στιγμή έχουν την εξουσία στη Ρωσσία, όποιοι κι αν είναι αυτοί…»
Στις 20 Φεβρουαρίου, ο πρεσβευτής Francis έστειλε τηλεγράφημα στην Washington, για να αναφέρει ότι πλησιάζει το τέλος της μπολσεβίκικης κυβέρνησης. Δυο βδομάδες αργότερα, στις 7 Μαρτίου 1918, ο Arthur Bullard ανέφερε στον συνταγματάρχη House ότι τα γερμανικά χρήματα επιδοτούν τους Μπολσεβίκους και ότι αυτή η επιδότηση ήταν πιο σημαντική από ό,τι είχε προηγουμένως θεωρηθεί. Ο Arthur Bullard (της Επιτροπής των ΗΠΑ για τη Δημόσια Πληροφόρηση) ισχυρίστηκε: «θα έπρεπε να είμαστε έτοιμοι να βοηθήσουμε οποιαδήποτε ειλικρινή εθνική κυβέρνηση. Αλλά οι άντρες ή τα χρήματα ή ο εξοπλισμός που στέλνονταν στους παρόντες κυβερνήτες της Ρωσσίας θα χρησιμοποιηθούν ενάντια στους Ρώσους τουλάχιστον όσο και κατά των Γερμανών».
Ακολούθησε ένα άλλο μήνυμα από τον Bullard στον στρατηγό House: «σας συμβουλεύω έντονα να μη δώσουμε υλική βοήθεια στην παρούσα Ρωσσική κυβέρνηση. Αριστερά στοιχεία στα Σοβιέτ φαίνονται να αποκτούν τον έλεγχο».
Αλλά υπήρξαν επιθετικές αντιστάσεις με επιρροή στο έργο. Ήδη από τις 28 Νοεμβρίου 1917, ο συνταγματάρχης House τηλεγράφησε στον πρόεδρο Woodrow Wilson από το Παρίσι ότι ήταν «υπερβολικά σημαντικό» που οι εφημερίδες των ΗΠΑ σχολιάζουν ότι «η Ρωσσία θα έπρεπε να αντιμετωπίζεται ως εχθρός που πρέπει να κατασταλεί». Τότε τον επόμενο μήνα ο William Franklin Sands, ο εκτελεστικός γραμματέας της ελεγχόμενης από τον Morgan American International Corporation κι ένας οικείος του που αναφέρθηκε προηγουμένως ως Basil Miles, υπέβαλαν μνημόνιο που περιέγραφε τον Λένιν και τον Τρότσκυ ως ελκυστικούς για τις μάζες και παρότρυναν τις ΗΠΑ να αναγνωρίσουν την Ρωσσία. Ακόμη και ο σοσιαλιστής Walling παραπονέθηκε στο Υπουργείο Εξωτερικών για την στάση του George Creel (της Επιτροπής των ΗΠΑ για τις Δημόσιες Πληροφορίες), του Herbert Swope και του William Boyce Thompson (της Federal Reserve Bank της Νέας Υόρκης) υπέρ των Σοβιετικών.
Στις 17 Δεκεμβρίου 1917, δημοσιεύθηκε σε εφημερίδα της Μόσχας ένα βίαιο άρθρο ενάντια στον συνταγματάρχη του Ερυθρού Σταυρού Raymond Robins και στον Thompson, με τον ισχυρισμό ότι υπάρχει σύνδεση μεταξύ της Ρωσσικής Επανάστασης και των Αμερικανών τραπεζιτών: Γιατί ενδιαφέρονται τόσο για τη διαφώτιση; Γιατί τα χρήματα δόθηκαν στους σοσιαλιστές επαναστάτες κι όχι στους συνταγματικούς δημοκράτες; Κάποιος θα μπορούσε να υποθέσει ότι οι τελευταίοι είναι πιο κοντινοί και πιο αγαπητοί στις καρδιές των τραπεζιτών.
Το άρθρο συνεχίζει, για να υποστηρίξει ότι αυτό συνέβη, επειδή το αμερικάνικο κεφάλαιο αντιμετώπιζε την Ρωσσία ως μελλοντική αγορά και έτσι ήθελε να αποκτήσει μια σταθερή θέση. Τα χρήματα δόθηκαν στους επαναστάτες, επειδή οι οπισθοδρομικοί εργάτες και αγρότες εμπιστεύονταν τους κοινωνικούς επαναστάτες. Την εποχή που πέρασαν τα χρήματα, οι κοινωνικοί επαναστάτες ήταν στην εξουσία και έγινε η υπόθεση ότι θα κρατούσαν υπό τον έλεγχό τους τη Ρωσσία για κάποιο διάστημα.
Μια άλλη αναφορά, που χρονολογείται στις 12 Δεκεμβρίου 1917 και σχετίζεται με τον Raymond Robins, εξηγεί τα καθέκαστα «της διαπραγμάτευσης με μια ομάδα Αμερικανών τραπεζιτών της αποστολής του Αμερικάνικου Ερυθρού Σταυρού»· η «διαπραγμάτευση» σχετιζόταν με μια πληρωμή δύο εκατομμυρίων δολαρίων. Στις 22 Ιανουαρίου 1918, ο Robert L. Owen, πρόεδρος της Επιτροπής Τραπεζών και Νομίσματος της Γερουσίας των ΗΠΑ συνδεόμενος με τα συμφέροντα της Wall Street, έστειλε μια επιστολή στον Woodrow Wilson, συνιστώντας de facto αναγνώριση της Ρωσσίας, άδεια για ένα φορτίο εμπορευμάτων που χρειαζόταν επειγόντως στην Ρωσσία, τον διορισμό αντιπροσώπων στην Ρωσσία, για να αντισταθμίσουν την γερμανική επιρροή και την δημιουργία μιας ομάδας με σταδιοδρομία στις υπηρεσίες (career-service group) στην Ρωσσία.
Αυτή η προσέγγιση ενισχύθηκε σταθερά από τον Raymond Robins στην Ρωσσία. Για παράδειγμα, στις 15 Φεβρουαρίου 1918, ένα τηλεγράφημα από τον Robins στην Πετρούπολη στον Davison στον Ερυθρό Σταυρό της Washington (και που επρόκειτο να διαβιβαστεί στον William Boyce Thompson) ανέφερε ότι πρέπει να δοθεί υποστήριξη στην Μπολσεβίκικη εξουσία για όσο είναι δυνατόν και ότι η νέα επαναστατική Ρωσσία θα στραφεί στις ΗΠΑ σαν να είχε «σπάσει τους δεσμούς με τον γερμανικό ιμπεριαλισμό». Σύμφωνα με τον Robins, οι Μπολσεβίκοι ήθελαν την βοήθεια και την συνεργασία των ΗΠΑ μαζί με την αναδιοργάνωση του σιδηροδρομικού δικτύου, επειδή «από την γενναιόδωρη βοήθεια και τις τεχνικές συμβουλές στην αναδιοργάνωση του εμπορίου και της βιομηχανίας η Αμερική μπορεί να αποκλείσει εξ ολοκλήρου το γερμανικό εμπόριο στην διάρκεια της ισορροπίας του πολέμου».
Εν συντομία, η διελκυστίνδα στην Washington αντανακλούσε έναν αγώνα, από τη μια, των διπλωματών της παλιάς γραμμής (όπως ο πρεσβευτής Francis) και των κατώτερων αξιωματούχων και, από την άλλη, των χρηματοδοτών, όπως ο Robins, ο Thompson και ο Sands με συμμάχους, όπως οι Lansing και Miles στο Υπουργείο Εξωτερικών κι ο γερουσιαστής Owen στο Κογκρέσο.
@Antony C. Sutton. «Wall Street and the Bolshevik Revolution» (1974).
Το μεγαλύτερο fake news του 20ού αιώνα ήταν δύο λέξεις: «Οκτωβριανή Επανάσταση» ή με κομμουνιστικότερους όρους «Μεγάλη Οχτωβριανή Επανάσταση». Και αυτό διότι τον Οκτώβριο του 1917 (Νοέμβριο με το δικό μας ημερολόγιο) δεν έγινε καμιά ρωσική επανάσταση. Αυτή είχε γίνει τον Φεβρουάριο (Μάρτιο) του ίδιου έτους. Τον Οκτώβριο/Νοέμβριο, η κόκκινη φρουρά της Πετρούπολης κατέλαβε διά της βίας το κεντρικό τηλεγραφείο, τις γέφυρες, τους σιδηροδρομικούς σταθμούς, την Κρατική Τράπεζα και τελευταία τα Χειμερινά Ανάκτορα. Δεν υπήρξε καμιά λαϊκή επανάσταση όπως έγινε τον Φεβρουάριο/Μάρτιο του 1917. Αντιθέτως, μια μειοψηφική δύναμη κατέλαβε διά των όπλων την εξουσία, κάτι που αρχικώς μεταφράστηκε «Οκτωβριανό πραξικόπημα» («περέβοροτ» στα ρωσικά) και αφού κατίσχυσε πλήρως, μεταφράστηκε σε «Οκτωβριανή Επανάσταση».
Είναι χαρακτηριστικό ότι στις πρώτες και μόνες (έστω μερικώς) ελεύθερες εκλογές που έγιναν δύο εβδομάδες μετά τη στρατιωτική επικράτηση των μπολσεβίκων, το κόμμα του Λένιν ήρθε δεύτερο με 24%. Πρώτο ήταν το Επαναστατικό Σοσιαλιστικό Κόμμα του Βίκτορ Τσέρνοφ, που πήρε 40,4%. Πύρρειος… ήττα για τους μπολσεβίκους, διότι δύο μήνες αργότερα, τον Ιανουάριο του 1918, διέλυσαν το Κοινοβούλιο. Στις 18 Ιανουαρίου το σώμα αρνήθηκε την πρόταση του Λένιν για μετατροπή της Ρωσίας σε «Σοβιετική Δημοκρατία» και στις 19 Ιανουαρίου το εκλεγμένο από τον λαό σώμα έπαψε να υπάρχει. Μέχρι το τέλος του 1918 ένα… έμεινε το κόμμα. Ολα τα άλλα απαγορεύτηκαν και τα ηγετικά τους στελέχη δολοφονήθηκαν ή αυτοεξορίστηκαν.
@GYPAS
Μετάφραση: Αναρχική απελευθερωτική δράση / Anarchy press
Από την ΔΙΑΔΡΟΜΗ ΕΛΕΥΘΕΡΙΑΣ, 2017
Επιλεξτε να γινετε οι πρωτοι που θα εχετε προσβαση στην Πληροφορια του Stranger Voice
Παντού σαπίλα και πάντα πισω από αυτήν ενας οβριος, ένας
.. κοκοβιός του διαβολοτραπεζοκατεστημένου δηλαδή σαν αυτό για το οποίο κάθε μέρα μιλαμε και εκθέτουμε.
Ωωοοο μάμα τραπεζα,
πόσο ειναι γλυκό να τοκιζεις μα & ποσο πικρό το ποτήριον σαν ΕΛθει η ώρα πληρωμης των ανοικτών λογαριασμών.
Εβραίοι βεβαίως ο Μαρξ, ο Λένιν, ο Τρότσκι, οι πρόσφατοι σαν ας πούμε ο γερομέθυσος γιελτσιν άσε που το αυτό λέγεται & για τον ιδιο τον πουτιν.
Ο δε της Ουκρανίας (πρωην εσσδ) ποροσενκο επίσης, μια από τα ίδια.
Καλά άλλος κανείς πέρα από οβριους δεν υπήρχε να διοικήσει την κοκκινη χωρα;
Κάτι μου θυμίζει…
Εμάς εδώ ….
όπου ψαχνεις με μεγεθυντικο φακο μπας και βρεθει ενας γνησιος ΕΛΛΗΝΟψυχος γεννημα θρέμμα και πως αφού δεν είναι ρωμιός ατόφιος (σπάνιο πραγμα) ή εβραίος θα είναι ή μασωνος ειτε μαριονέτα του κατακτητή.
Μη σώσουν !