ότε πότε εμφανίζονται στον δημόσιο διάλογο εντυπωσιακές αλλά πρόχειρες αναφορές στην ιστορική εμπειρία άλλων χωρών χωρίς επαρκή γνώση της. Έτσι τώρα μερικοί συζητούν τον κίνδυνο να υποστεί η Ελλάδα «φινλανδοποίηση» στη σχέση της με την Τουρκία.
Γράφει ο ΓΙΩΡΓΟΣ Θ. ΜΑΥΡΟΓΟΡΔΑΤΟΣ*
Για να καταλάβουμε πληρέστερα τι σημαίνει ο όρος, χρειάζεται πρώτα πρώτα να ανατρέξουμε στην ιστορική του προέλευση. Η ανεξαρτησία της Φινλανδίας από το 1917 αντιπροσώπευε έναν κίνδυνο για την ασφάλεια της Σοβιετικής Ένωσης και ειδικά του Λένινγκραντ (Αγίας Πετρούπολης) λόγω της εγγύτητας της μεθορίου. Για τους Σοβιετικούς, εξασφάλιση θα ήταν η προσάρτηση φινλανδικού εδάφους ώστε να απομακρυνθεί η μεθόριος.
Το 1939 οι Φινλανδοί αρνήθηκαν να το αποδεχθούν χωρίς πόλεμο, στον οποίο αγωνίστηκαν ηρωικά αλλά τελικά ηττήθηκαν (όπως ακριβώς και εμείς έναν χρόνο αργότερα). Έχασαν έτσι περίπου ένα δέκατο του εδάφους τους, με προσφυγοποίηση των κατοίκων. Το 1941, όμως, επιβεβαίωσαν τους χειρότερους φόβους των Σοβιετικών.
Επωφελήθηκαν από τη γερμανική επίθεση εναντίον της Σοβιετικής Ένωσης για να επιτεθούν και αυτοί, σε σύμπραξη με τη χιτλερική Γερμανία, και να καταλάβουν όχι μόνο όσα είχαν χάσει, αλλά και περισσότερα. Το καλοκαίρι του 1944 πρόλαβαν να συνθηκολογήσουν πριν καταρρεύσουν κι έτσι γλίτωσαν όχι μόνο εδαφικές απώλειες πολλαπλάσιες από τις αρχικές, αλλά και την κατοχή από σοβιετικά στρατεύματα. Ακολούθησαν το 1947 η Συνθήκη Ειρήνης στο Παρίσι και το 1948 η Συνθήκη Φιλίας, Συνεργασίας και Αμοιβαίας Αρωγής μεταξύ Σοβιετικής Ένωσης και Φινλανδίας, που κράτησε όσο και η Σοβιετική Ένωση, μέχρι το 1991.
Σε αυτό το πλαίσιο εφαρμόστηκε η πολιτική που ονομάστηκε υποτιμητικά από τους τρίτους «φινλανδοποίηση», δηλαδή η συστηματική αποφυγή κάθε αφορμής που θα προκαλούσε ανησυχία στους καχύποπτους Σοβιετικούς. Έτσι, η Φινλανδία όχι μόνο έμεινε ουδέτερη και εκτός ΝΑΤΟ, αλλά αρνήθηκε ακόμη και το Σχέδιο Μάρσαλ. Έμεινε επίσης εκτός ευρωπαϊκής ενοποίησης μέχρι το 1995.
Ωστόσο, είναι λάθος να θεωρούμε ότι η «φινλανδοποίηση» περιοριζόταν στην εξωτερική πολιτική, σαν να ήταν αυτή στεγανή. Οι Σοβιετικοί ανακάλυψαν με οδυνηρό τρόπο το 1941-44 ότι η ασφάλειά τους απαιτούσε επίσης φινλανδικές κυβερνήσεις στις οποίες μπορούσαν να έχουν εμπιστοσύνη, ανεξάρτητα μάλιστα από ιδεολογικές ταυτότητες. Έτσι, η «φινλανδοποίηση» διάβρωσε και την εσωτερική πολιτική ζωή της Φινλανδίας, αλλοιώνοντας και νοθεύοντας τον κομματικό ανταγωνισμό και γενικότερα τη λειτουργία του δημοκρατικού συστήματος.
Τα πρώτα χρόνια οι Φινλανδοί κομμουνιστές, πιστοί συνεργάτες των Σοβιετικών, έγιναν νόμιμο κόμμα, μπήκαν στη Βουλή και στην κυβέρνηση, όπου απέκτησαν ακόμη και τον έλεγχο του νευραλγικού υπουργείου Εσωτερικών, αντιστρέφοντας τους ρόλους με τους μέχρι τότε διώκτες τους. Όμως η χώρα δεν ακολούθησε τον δρόμο της Τσεχοσλοβακίας και δεν έγινε πραξικόπημα στο Ελσίνκι, όπως έγινε στην Πράγα. Αντίθετα, οι κομμουνιστές αποκλείστηκαν από την κυβέρνηση και η «φινλανδοποίηση» εφαρμόστηκε σχολαστικά χωρίς αυτούς, από άλλους.
Είχε ανυπολόγιστο ανθρώπινο κόστος. Καταστράφηκαν ζωές και σταδιοδρομίες πολιτικών και στρατιωτικών που βρέθηκαν στο στόχαστρο των Σοβιετικών. Μερικοί δικάστηκαν και φυλακίστηκαν. Για να μην ενοχληθούν οι Σοβιετικοί στο παραμικρό, απλώθηκε γενικότερα στη χώρα μία παραλυτική και καταθλιπτική αυτολογοκρισία, με αποσιώπηση ή διαστρέβλωση της πρόσφατης ιστορίας.
Είναι χαρακτηριστικό ότι μόλις κατέρρευσε η Σοβιετική Ένωση έφυγε μονομιάς και η αυτολογοκρισία. Ακολούθησε έκρηξη βιβλίων και ταινιών, ιδίως για τον πόλεμο. Δεν είναι λοιπόν τόσο ανώδυνη ούτε τόσο αθώα η «φινλανδοποίηση» όσο την εμφανίζουν επιπόλαια όσοι δεν γνωρίζουν.
Μπορεί μήπως να υπάρξει «φινλανδοποίηση» αποκλειστικά στην εξωτερική πολιτική, χωρίς επιπτώσεις στην εσωτερική πολιτική, κοινωνική και πνευματική ζωή; Να ερώτημα για πολιτικό επιστήμονα! Πολύ πιθανότερη φαίνεται η αρνητική απάντηση. Από τη στιγμή που ένα τυπικά κυρίαρχο κράτος εγκλωβιστεί σε τέτοιο καταναγκαστικό πλαίσιο εξωτερικής πολιτικής, είναι δύσκολο αυτό να διατηρηθεί στεγανό και να μη διαποτίσει τα πάντα, έστω αδιόρατα, έστω ανεπαίσθητα. Στην περίπτωσή μας σε σχέση με την Τουρκία, ποιοι θα αναδεικνύονταν ή θα επέπλεαν τότε, ως πολιτικοί, αλλά και ως σχολιαστές;
Άλλωστε, η «φινλανδοποίηση» δεν είναι προϊόν ελεύθερης διαπραγμάτευσης και αμοιβαίων συμβιβασμών. Είναι προϊόν ωμού εκβιασμού και μονόπλευρης επιβολής. Δεν υπάρχει καμία εγγύηση ότι θα σταθεροποιηθεί σε κάποιο σημείο και δεν θα απαιτηθούν ολοένα περισσότερες υποχωρήσεις.
Επιπλέον, δεν έχει λογική βάση η καθησυχαστική διαβεβαίωση ότι, έπειτα από μερικές δεκαετίες «φινλανδοποίησης», θα καταρρεύσει ο επικίνδυνος αντίπαλος και θα βρεθούμε τότε, όπως οι Φινλανδοί, σε καλύτερη θέση από εκείνον… Ωραία παρηγοριά!
* Ο κ. Γιώργος Θ. Μαυρογορδάτος είναι τ. καθηγητής του Πανεπιστημίου Αθηνών
ΠΗΓΗ: ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ
defence-point.gr
Επιλεξτε να γινετε οι πρωτοι που θα εχετε προσβαση στην Πληροφορια του Stranger Voice
μα και τωρα αν δεν κανω λαθος εκβιασμους δεχομαστε και οχι αμοιβαιους συμβιβασμους..και στο φιναλε γιατι να φοβουνται εμας οι τουρκοι εχουμε δειξει οτι εχουμε μαξμαλιστικες επιδιωξεις εις βαρος της νομημης κυριαρχιας τους??
αυτοι θελουν να παρουν πραγματα που ανοικουν σε μας και χρησημοποιουν ανομα μεσα και εκβιασμους για αυτον τον σκοπο..εκτος κι αν υπαρχει καποιο “πρεπει” που οδηγει στο να δωσουμε σε αυτους δικα μας πραγματα που απο οτι γνωριζω δεν υπαρχει..εκτος απο το “δικαιο” του υσχυρου με το οποιο αγαπαει να πορευεται ο ψευτοχαλιφης…και το “δικαιο” των ορων των μνημονιων που αγαπανε να πορευονται οι ευρωπαιου “εταιροι” μας…η φιλανδοποιηση μπορει να μην ειναι ακριβως ο ορος που “ταιριαζει” στην πολυπαθη χωρα μας ομως εχει αρκετα στοιχεια που θα τον δικαιολογουσαν….