του καθηγ. Χρήστου Γεωργίου, ΤΟ ΒΗΜΑ, 28/6/2012
Είναι έτσι τα πράγματα; Τα ερωτήματα αυτά τίθενται λόγω της γενικότερης στάσης της Εκκλησίας σε μια σειρά ζητημάτων, όπως στην αμφισβήτηση του δικαιώματος της ανεξιθρησκίας και της ελευθεροτυπίας για θρησκευτικά θέματα (π.χ., βιβλίο Μ. Ανδρουλάκη Μν) κ.ά., αλλά διότι σχετίζεται και με ένα επιμελώς αποσιωπούμενο κεφαλαιώδες ζήτημα, που αφορά το ήμισυ των συμπολιτών μας: τις θρησκευτικές διακρίσεις εναντίον της γυναίκας.
Οι μισογυνικές αντιλήψεις της Ορθοδοξίας έχουν τις ρίζες τους στην Παλαιά και στην Καινή Διαθήκη και διατηρούνται ακόμη και σήμερα. Πώς θα ένιωθαν, αλήθεια, οι Ελληνίδες αν συνειδητοποιούσαν ότι η θρησκεία τους τους προσφέρει έναν Θεό που τις προόρισε να υποτάσσονται στους άνδρες;
Ο Απόστολος Παύλος
Οχι ευχάριστα, αν έτσι έχουν τα πράγματα! Στην Αγία Γραφή βρίσκουμε την πρώτη διάκριση του Θεού εναντίον της γυναίκας, όταν δημιούργησε πρώτον τον άνδρα. Τη γυναίκα τη δημιούργησε ως βοηθό του άνδρα μόνο όταν διαπίστωσε ότι δεν υπήρχε κάποιο κατάλληλο ζώο γι’ αυτή τη δουλειά ανάμεσα στα «θηρία του αγρού και όλα τα πτηνά του ουρανού». Διάκριση έκανε, επίσης, ως προς τον τρόπο δημιουργίας της και την προέλευση του ονόματός της. Τον άνδρα τον έφτιαξε εκ του μηδενός ενώ τη γυναίκα από τη μία πλευρά του. Την ονόμασε δε «γυνή (ανδρίς), διότι έγινεν από τον άνδρα αυτής». Ακόμη και για το προπατορικό αμάρτημα την τιμώρησε, εκτός άλλων, με πλήρη υποταγή στον Αδάμ: «… θα εξαρτάσαι δε πάντοτε από τον άνδρα σου και αυτός θα είναι ο κύριός σου».
Στις Προς Εφεσίους και Κορινθίους Επιστολές ο Απόστολος Παύλος είναι αποκαλυπτικός για τις μισογυνικές αντιλήψεις του: «… να υποτάσσεσθε εις τους ιδίους σας άνδρας, σαν να κάνετε την υποταγήν σας αυτήν προς τον Κύριον, ο οποίος παραγγέλλει και ζητεί να υποτάσσονται αι γυναίκες εις τους άνδρας των» και σε άλλο εδάφιο «… ο μεν άνδρας… επλάσθη εξ αρχής ως ο κύριος εκπρόσωπος της κυριαρχίας του Θεού επί της Γης και είναι διά τούτο περισσότερον από την γυναίκα εικών και δόξα του Θεού. Η γυναίκα δε ως το εξαιρετικότερον από τα άλλα κτίσματα, που έχει υπό την εξουσίαν ο άνδρας, είναι δόξα του ανδρός. Πράγματι δε ο άνδρας είναι υπεροχότερος από την γυναίκα, διότι δεν έγινε ο άνδρας από την γυναίκα, αλλ’ η γυναίκα έγινεν από τον άνδρα. Και επί πλέον δεν εκτίσθη ο άνδρας διά να βοηθή την γυναίκα, αλλ’ η γυναίκα επλάσθη προς χάριν και βοήθειαν του ανδρός».
Ακόμη και σήμερα η Εκκλησία εφαρμόζει διακρίσεις εναντίον των γυναικών. Δεν τους αναγνωρίζει την απαιτούμενη ηθική υπόσταση να ιερουργούν, ούτε να εισέρχονται στο Ιερό του ναού ή στο Αγιον Ορος. Δεν επιτρέπει στους αρχιερείς να παντρεύονται, για να μην σκανδαλίζονται από… γυναικείες επιρροές. Στον ναό, τους άνδρες τους τοποθετεί στα δεξιά και τις γυναίκες στα αριστερά (δηλαδή οι… κακοί εξ ευωνύμων;). Ακόμη και το κοριτσάκι-βρέφος το θεωρεί δυνητικά ανήθικο εκ γενετής, μια που ο παπάς το ευλογεί έξω από το Ιερό όταν σαραντίζει, ενώ το αγοράκι μέσα. Εγκλωβισμένες οι γυναίκες σε ένα θρησκευτικό δόγμα ανδροκρατικού δεσποτισμού, ελεγχόμενο από αντιδημοκρατικά εκλεγόμενους Ιεράρχες, υποτάσσονται στην Εκκλησία διότι, παρ’ ότι αμφισβητεί κατάφωρα την ισοτιμία τους προς τον άνδρα, τις δελεάζει να προσμένουν μια θέση στον Παράδεισο, πάντα, όμως, υπό την απειλή ότι η απόφαση του Θεού θα είναι αμετάκλητη αν καταλήξουν στην Κόλαση. Μήπως, εν τέλει, είναι πιο δίκαιοι και πιο επιεικείς οι ανθρώπινοι νόμοι;
Η θρησκευτική ελευθερία
Οι δογματικές διακρίσεις της Ορθοδόξου Εκκλησίας δεν περιορίζονται μόνο στις γυναίκες όπως δείχνουν μερικά ενδεικτικά παραδείγματα: Στην ουσία έχει καταργήσει το δικαίωμα ελεύθερης επιλογής θρησκεύματος με την επιβολή του νηπιοβαπτισμού και της υποχρεωτικής κατήχησης ανήλικων (π.χ. διδασκαλία θρησκευτικών στα σχολεία), παρ’ ότι ο Χριστός δεχόταν την βάπτιση και την κατήχηση μόνο ενηλίκων. Σημειωτέον, ο νηπιοβαπτισμός επιβλήθηκε από την Εκκλησία μετά το 300 μ.Χ., επί αυτοκράτορος
Ιουστινιανού. Η σύνδεση της Εκκλησίας με κρατικές υπηρεσίες για την παρακολούθηση άλλων θρησκειών και η εν γένει διείσδυσή της σε κάθε πολιτικό, κοινωνικό και κρατικό θεσμό, με αποκορύφωμα την εμμονή της να αναγράφεται το θρήσκευμα στις ταυτότητες, έχει καταστήσει την Ελλάδα θρησκευτικό κράτος και την Εκκλησία «Εκκλησία ταυτοτήτων, Εκκλησία δηλώσεων».
Πολλοί μη ορθόδοξοι έλληνες πολίτες αντιμετωπίζουν πολλαπλά προβλήματα διακρίσεων λόγω της αναγραφής του θρησκεύματος στις ταυτότητες, παρ’ ότι η ελευθερία της θρησκευτικής συνείδησης ρητώς προστατεύεται από το Σύνταγμα. Με βάση νόμους του Μεταξά «περίπου 2.000 μη ορθόδοξοι έλληνες πολίτες συνελήφθησαν… και υπήρξαν 400 καταδίκες» για «αντιορθόδοξες» θρησκευτικές δραστηριότητες κατά την οκταετία 1984-92. Αλλόθρησκες μειονότητες δεν μπορούν να κτίσουν δικούς τους ναούς χωρίς την έγκρισή της. Οι πρακτικές διακρίσεων των αυτοχριζόμενων εκπρόσωπων του Χριστού βρίσκονται σε πλήρη διάσταση με τα λόγια του: «Δεν υπάρχουν πλέον διαφοραί εθνικότητος και κοινωνικής τάξεως και φύλου. Δεν υπάρχει πλέον διαφορά Ιουδαίου και Ελληνος, … δεν υπάρχει άρσεν και θήλυ».
Η Εκκλησία αναγορεύεται ως ψυχή του Ελληνισμού για να διασφαλίσει την ιδεολογική επιβίωσή της (ίδρυση εκκλησιαστικού πανεπιστημίου) και την πολιτική επιρροή της (κατά κανόνα αντιδραστική, όπως αποδεικνύει η ταύτισή της με τον δικτάτορα Μεταξά, τη χούντα κτλ. Ταυτίζεται με τον Ελληνισμό ενώ ακόμη και την εξέγερση του 1821 την πολέμησε και κατασυκοφάντησε τους αγωνιστές της. Είναι τουλάχιστον αστείο να βλέπει κανείς τη… φιλειρηνική Εκκλησία να… ευλογεί τα στρατιωτικά όπλα.
Οι εγκόσμιες εξουσίες
Να ορκίζει κυβερνήσεις και εν γένει να διαπλέκεται με κοσμικούς θεσμούς και εξουσίες, κατ’ αντίθεση με τον Χριστό που δεν τις αναγνώριζε. Η διαπλοκή της, βέβαια, με το κράτος της προσφέρει τεράστια οικονομικά οφέλη (π.χ. μισθοί κληρικών από χρήματα ορθόδοξων αλλά και αλλόθρησκων φορολογούμενων, διεκδίκηση 126 δισ. και 60 δισ. για το Αγιον Ορος από το Γ’ Πλαίσιο Στήριξης), που μεγεθύνουν την ήδη αμύθητη περιουσία της, την οποία, από… αγνά χριστιανικά κίνητρα, δεν λέει με τίποτε να αποχωριστεί.
Πολύ λίγα φαίνεται ότι άλλαξαν στην Εκκλησία από τότε που αφορίστηκαν ο Γληνός και ο Λασκαράτος και καταδιώχθηκε αγρίως ο Καζαντζάκης. Ανέκαθεν οι χριστιανικές θρησκείες αντιμετώπιζαν με εχθρότητα κάθε απελευθερωτική πνευματική ανέλιξη του ανθρώπου, όταν μάλιστα μπορούσε να δημιουργήσει ρήγματα στον ανορθολογισμό και στην κοινωνική υποταγή.
Οι αρχιερείς τους δημιούργησαν έναν χριστιανισμό στα μέτρα του… Αποστόλου Παύλου («οι δούλοι να υπακούετε εις τους κατά σάρκαν κυρίους με φόβον και τρόμον… σαν να υπακούετε εις τον Χριστόν», διότι ο Χριστός τούς παραήταν επαναστάτης («Μη νομίσητε ότι ήλθον βαλείν ειρήνην επί την Γην, ουκ ήλθον βαλείν ειρήνην, αλλά μάχαιραν». Οι σημερινοί «αντιπρόσωποι του Χριστού» μπορούν να κοιμούνται ήσυχοι και να ονειρεύονται εγκόσμιες εξουσίες. Αν ζούσαν στην εποχή του Χριστού, σίγουρα θα έβλεπαν εφιάλτες… ώσπου να σταυρωθεί!