Διαφημίσεις

Το φανταστικό ταξίδι του Ηρακλή Σιωπηρού στο έτος 3002. Η συνάντηση του με τη Σελήνα. Το ταξίδι τους πάνω στη Γη και η συζήτησή απ’ την οποία ο αναγνώστης θα γνωρίσει:

τι είναι Αληθινός Πρόοδος,

τι είναι Καθαρή Γνώση,

τι είναι Αρέσκεια Σιγής,

πότε η μειοψηφία των σοφών θα γίνει πλειοψηφία των ανθρώπων,

ποια θα είναι η μοίρα της αγάπης.

 

Θεσσαλονίκη 2002                                                                                           Γιώργος Σοϊλεμεζίδης

Η πρώτη ημέρα

Ο Ηρακλής Σιωπηρός άνοιξε τα μάτια του και είδε δυο σκυμμένα πάνω του κεφάλια με κουκούλες. Παρ’ όλο που ήταν δύσκολο να διακρίνει κανείς το φύλο των ανθρώπων, τα μειλίχια χαρακτηριστικά του ενός προσώπου και το ήρεμο χαμόγελο αποκάλυπταν μια νεαρή γυναίκα. Το σοβαρό πρόσωπο και το διαπεραστικό βλέμμα του άλλου φανέρωναν έναν ηλικιωμένο άνδρα. Η όψη του άνδρα και της γυναίκας με παράξενα ρούχα κάτι θύμιζαν του Ηρακλή. “Βουδιστές; Τι κάνω εδώ μαζί τους;”

– Που βρίσκομαι; Τι έπαθα; ρώτησε ο Ηρακλής.

– Μην ανησυχείτε, είστε καλά και βρίσκεστε με φίλους, με χαμόγελο και σιγανή φωνή είπε η γυναίκα.

Ξαφνικά ο Ηρακλής ένιωσε πως άρχισε να λειτουργεί η μνήμη του.

” Τι βλακώδης ερώτηση, ξέχασα πως είμαι άρρωστος, έχω καρκίνο, είναι η τρίτη μέρα που μ’ έφεραν από το νοσοκομείο για να πεθάνω στο οικογενειακό μου περιβάλλον. Το τελευταίο που θυμάμαι ήταν η ένεση που μ’ έκανε η Γαλήνη, η γυναίκα μου.” Το βλέμμα του ερευνούσε το διαμέρισμα που βρισκόταν. Δεν ήταν η κρεβατοκάμαρά του, ούτε χειρουργείο ή θάλαμος στο νοσοκομείο. “Γιατί δεν νιώθω πόνο; Είμαι πεθαμένος; Πού είναι η Γαλήνη;

Ποιοι είναι αυτοί οι παράξενοι άνθρωποι; Μήπως βλέπω όνειρο;”. Ο χορός των ερωτήσεων μες στο μυαλό του Ηρακλή ήταν ασταμάτητος. “Γιατί δεν μιλάνε μεταξύ τους, μόνο κοιτάνε ο ένας τον άλλον και καμιά φορά κάνουν κάποιες κι-νήσεις με τα χέρια τους σα να είναι βουβοί; Πρέπει να σηκωθώ! Θα τα καταφέρω;”. Παρ’ όλο που η μνήμη του έλεγε ότι είναι βαριά άρρωστος και δεν μπορεί να κουνήσει ούτε το χέρι του. Ενώ ήταν έτοιμος να σηκωθεί απ’ το κρεβάτι του, άκουσε την φωνή της γυναίκας:

– Μη φοβάστε, αν θέλετε, μπορείτε να σηκωθείτε.

Η ήρεμη, γλυκιά φωνή της γυναίκας είχε τη δύναμη να πείσει πως πραγματικά δεν πρέπει να ανησυχεί, όμως τα ίδια της τα λόγια προκάλεσαν άλλη μια ενοχλητική ερώτηση “Ποια είναι αυτή η γυναίκα, που μπορεί να διαβάσει τις σκέψεις μου;”. Ο Ηρακλής σηκώθηκε και κάθισε στην καρέκλα δίπλα στο κρεβάτι.

– Σας παρακαλώ, πέστε μου πού είμαι; Ποιοι είστε εσείς;

– Αγαπητέ κύριε Ηρακλή, θέλω να ξέρετε πως είμαι έτοιμη να απαντήσω σε οποιαδήποτε ερώτησή σας,
όμως οι νόμοι τις φιλοξενίας του εικοστού πρώτου αιώνα απαιτούν πρώτα να σας ρωτήσω: μήπως θέλετε να φάτε;

– Όχι, ευχαριστώ. Η περιέργειά μου είναι τόσο μεγάλη που θα έπνιγε και την έντονη πείνα. Ίσως
λίγο νερό θα είναι ότι πρέπει.

Ο Ηρακλής ξεδίψασε με ένα ποτήρι νερό που υπήρχε στο μικρό τραπεζάκι και με ικανοποίηση παρατήρησε πως είναι αρκετά ψύχραιμος και είναι έτοιμος ν’ ακούσει. Οι συνομιλητές του κάθονταν ο ένας απέναντι στον άλλον και η γυναίκα άρχισε τη συζήτηση:

– Κύριε Ηρακλή Σιωπηρέ, είστε ο άνθρωπος που έκανε το πιο μακρινό ταξίδι στο χρόνο από το έτος
2025, που είχατε πεθάνει, στο έτος 3002.

Μετά έκανε μικρή παύση, με προσοχή κοίταξε στα μάτια του Ηρακλή, διαπίστωσε κάτι που την είχε ικανοποιήσει και συνέχισε:

– Το έτος 2856 οι επιστήμονές μας κατάφεραν να επαναφέρουν στη ζωή τον κύριο Λευκό Σύννεφο που
πέθανε το 2850. Πριν από σας την διαδικασία Ψυχοσωματοαναγέννησης πέρασαν άλλα δύο άτομα, η τελευταία ήταν η Ρωσίδα Τατιάνα Εμελιάνοβα που πέθανε το 2470.

Η κατάπληξη ήταν πολύ δυνατή. Πέρασαν κρίσιμες στιγμές για να συνέλθει ο Ηρακλής απ’ αυτά που άκουσε, ήταν όμως ο πιο κατάλληλος άνθρωπος του εικοστού πρώτου αιώνα για ν’ ακούσει και να δεχθεί κάτι τέτοιο.

– Στα πενήντα πέντε μου χρόνια, το 2002 είχα γράψει ένα βιβλίο με τίτλο “Ελλάδα, έτος 2500”, το οποίο δεν κατάφερα να εκδώσω. Στο βιβλίο μου είχα προβλέψει ότι η επιστήμη του εικοστού έκτου αιώνα θα έχει τη δυνατότητα να επαναφέρει στη ζωή ανθρώπους που πέθαναν πριν από πολλά χρόνια. Έκανα χρονολογικό λάθος, τρεις αιώνες…

– Ναι, κάνατε λάθος, δηλαδή κάνατε λάθη στις προβλέψεις σας, όμως δεν είναι εκεί η αξία του βιβλίου σας…

– Θέλετε να πείτε πως γνωρίζετε το βιβλίο μου που δημοσίευσα μόνο στην ιστοσελίδα μου; γεμάτος απορία ρώτησε ο Ηρακλής.

– Το έργο σας πρωτοεμφανίστηκε ως βιβλίο το έτος 2350 στην Νέα Ζηλανδία και μετά μεταφράστηκε σε πολλές γλώσσες.

– Με συγχωρείτε, κατάλαβα πως ξέρετε πολλά πράγματα για μένα, ίσως περισσότερα απ’ αυτά που γνωρίζω εγώ για τον εαυτό μου. Όμως θα ήθελα να γνωριστούμε. Πώς λένε εσάς και τον κύριο που δε μίλησε ακόμη;

– Λέγομαι Σελήνα, είπε η γυναίκα και άπλωσε το χέρι της, ο κύριος λέγεται Ούριος Άνεμος και είναι μέλος του Συμβουλίου. Ο Ηρακλής έσφιξε το απλωμένο χέρι και το ελαφρό χαμόγελο του άνδρα του είπε πως η χειραψία δεν είναι ο συνηθισμένος τρόπος γνωριμίας και χαιρετισμού στη Γη του 3002.

Αυτή η σκέψη του είχε και τον απόηχό της:

– Ναι, έχετε δίκιο, εξάλλου και στο βιβλίο σας είχατε προβλέψει πως οι άνθρωποι του μέλλοντος δε θα κάνουν χειραψίες. Εδώ και πέντε αιώνες οι άνθρωποι της Γης εκφράζουν τα αισθήματα με τα μάτια τους.

Προλαμβάνοντας τις επόμενες ερωτήσεις του Ηρακλή συνέχισε:

– Εγώ δεν είμαι Ελληνίδα, την Ελληνική γλώσσα την πήρα από την Αποθήκη του Παρελθόντος, ήταν από τις λίγες γλώσσες που είχαν μεταφραστεί και αποκωδικοποιηθεί στη Γλώσσα της Γης για τις ανάγκες του Μέλλοντος. Την αφομοίωσα για να επικοινωνήσω μαζί σας. Ο κύριος Ούριος Άνεμος, όπως και όλοι οι κάτοικοι της Γης, γνωρίζει και μιλάει μόνο τη Γλώσσα της Γης. Τα τελευταία διακόσια χρόνια οι άνθρωποι προσπαθούν να κατακτήσουν το πιο τέλειο τρόπο επικοινωνίας, χωρίς τεχνητά μέσα, δηλαδή ν’ αφυπνίσουν το τρίτο μάτι τους. Ξέρουμε ότι θα χρειαστούν ίσως χιλιετίες… Το μόνο που καταφέρανε μερικοί από μας, είναι ν’ ακούμε την Κατευθυνόμενη Σκέψη-Ομιλία των άλλων, μπορούμε να “συζητάμε” μεταξύ μας με τη βοήθεια των χεριών.

– Παράξενο επίτευγμα, δηλαδή προτιμάτε να συζητάτε μόνο βλέποντας ο ένας τον άλλον, ενώ οι άνθρωποι της εποχής μας, επικοινωνούσανε βρισκώμενοι σε διάφορα δωμάτια, ακόμα και μες στο σκοτάδι. Προτιμάτε να κουνάτε τα χέρια σας ενώ αυτό ήταν ελάττωμα, ήταν η μοίρα των δυστυχισμένων ανθρώπων, των βουβών. Γιατί να μη μιλάτε σ’ αυτήν την μοναδική όπως λέτε Γλώσσα της Γης; Κατάλαβα! έχετε όλοι πρόβλημα με τη φωνή σας, γι’ αυτό μιλάτε με τόσο σιγανή φωνή, ώστε να με αναγκάζετε να τσιτώνω τ’ αφτιά μου για να σας ακούσω.

Τα μεγάλα όμορφα μάτια της Σελήνα στένεψαν, χαμογέλασε και με ειρωνεία είπε:

– Φταίτε εσείς, αγαπητέ Ηρακλή, που καταντήσαμε να μη ακουγόμαστε. Σας υπενθυμίζω, είναι απόσπασμα απ’ το βιβλίο σας, εκεί γράφετε: “Χιλιάδες φορές έχω ακούσει Αργυρό το μίλημα μα χρυσό το σώπα. Ποιος το λέει και ποιος το ακούει. Και οι μεν και οι δε φλυαρούν ασταμάτητα. Παρ’ όλο που ο Θεός έδωσε στον άνθρωπο δυο αφτιά και ένα στόμα, έχω την εντύπωση ότι τ’ αυτιά τους είναι βουλωμένα και το στόμα τους όσο πάει μεγαλώνει. Είμαι όμως σίγουρος ότι στο μέλλον ο άνθρωπος θ’ αλλάξει και εξωτερικά, αφού θα καταλάβει πως η αληθινή δύναμη είναι κρυμμένη κάπου μέσα του. Τα μέλη και τα όργανα που εξυπηρετούν το σώμα: το στόμα, η γλώσσα, τ’ αφτιά και άλλα θα μικραίνουν ή θα εξαφανισθούν. Η φωνή, που είναι ένα στοιχείο θορύβου θα χάσει τη δύναμή της”.

– Πράγματι… Πέρασαν 23 χρόνια, μα τι λέω, πέρασαν 1023 χρόνια και είμαι τώρα 78, δηλαδή 1078 χρόνων γέρος, ξέχασα τα πάντα, συγνώμη, αστειεύτηκε ο Ηρακλής συγκινημένος από το γεγονός ότι το βιβλίο του το γνωρίζουν απ’ έξω στον τριακοστό πρώτο αιώνα.

– Είπατε για την αξία του βιβλίου. Αν κατάλαβα σωστά το βιβλίο είναι η αιτία που βρέθηκα τώρα μπροστά σας. Μα ήμουν ένας απλός άνθρωπος, πουλούσα βιβλία ως πλασιέ μέχρι τα γηρατειά μου. Μάλιστα, έγραφα ποιήματα, μετέφραζα Ρώσους ποιητές, είχα μια μεγάλη λογοτεχνική σελίδα στο Ίντερνετ, αλλά με γνώριζαν μόνο λίγοι φίλοι μου. Ήμουν άνθρωπος που αγαπούσε τη μοναχικότητα και τη σιγή, που απέφευγε με κάθε τρόπο, κάθε είδους κοινωνικές εκδηλώσεις. Αγαπούσα τον άνθρωπο, αλλά αψηφούσα την οχλοκοινωνία. Ήμουν απαισιόδοξος, όμως ταυτόχρονα πίστευα στην αληθινή πρόοδο της ανθρωπότητας. Το βιβλίο μου, όταν το δημοσίευσα στο Ίντερνετ είχε πολύ μικρή ανταπόκριση: “έργο ενός τρελού μισάνθρωπου”, “βιβλίο γραμμένο από άνθρωπο που σίγουρα πάσχει από μεγαλομανία”, “άιντε γα…, άιντε γα…, με το κωλοβιβλίο σου”, “επιτραπέζιο βιβλίο για τους πολιτικούς, που ποτέ δε θα βρεθεί στα χέρια ενός πολιτικού”.

Αυτά ήταν τα τέσσερα email που μ’ έστειλαν οι αναγνώστες-συνδρομητές του δικτύου. Ήρεμα δέχτηκα και τις τέσσερις “γνώμες” για το βιβλίο μου. Ειδικά με διασκέδασε η διορατικότητα του πρώτου ανταποκριτή: πραγματικά, ένας από τους αγαπημένους μου φιλοσόφους ήταν ο μισάνθρωπος Μύσωνας ο Χηνιεύς (ένας απ’ τους επτά σοφούς της αρχαιότητας), που γελούσε όταν ήταν μόνος στο σπίτι, και την ευθυμία που τον έκανε να γελά, του την πρόσφερε η μοναχικότητα.
Αυτά που έγραψα στο βιβλίο μου δεν ήταν όλα προϊόντα δικής μου φαντασίας ή γνώσης, ήταν ιδέες και σκέψεις πολλών ανθρώπων γνωστών και μη, εγώ απλά τις υιοθέτησα, τις αγάπησα, τις μεγάλωσα και τις έδειξα το δρόμο προς τον κόσμο. Δική μου ήταν ίσως μόνο η ειλικρίνεια του γραπτού μου λόγου. Μ’ άρεσε το περίπλοκο παιχνίδι των σκέψεων και το γράψιμο ήταν εκείνο που πλουσιοπάροχα μου είχε προσφέρει αυτήν τη δυνατότητα.

Ένα ασήμαντο, δυσάρεστο, όμως ευλογημένο επεισόδιο με ώθησε να γράψω αυτό το βιβλίο, και τελικά το γράψιμο αποδείχθηκε σαν ένα ωραίο παιχνίδι της γνώσης και της φαντασίας που για ολόκληρο χρόνο κυριαρχούσε στην ψυχή μου. Όμως μετά ξανά αφιέρωσα τον ελεύθερο χρόνο μου στην ποίηση. Το βιβλίο καταβρόχθισε η Λήθη…

Αγαπητή Σελήνα, μπορείτε να μου εξηγήσετε πώς το βιβλίο μου βρέθηκε στη Νέα Ζηλανδία ύστερα από 350 χρόνια, και που είναι η αξία του;

– Δυστυχώς, κύριε Σιωπηρέ η μνήμη μου έχει τη δυνατότητα να φορτωθεί τις Γενικές Γνώσεις από τον έβδομο αιώνα προ Χριστού ως το εικοστό ένατο, με Λεπτομέρειες τρίτου βαθμού και μόνο τον εικοστό πρώτο αιώνα φορτώθηκα με Λεπτομέρειες μέχρι τελευταίου, πέμπτου βαθμού. Μπορώ μόνο να σας πω, πως το 2342 ο πρωθυπουργός της Νέας Ζηλανδίας Άλεξ Σουίφτ δέχτηκε ένα δέμα με πρόχειρα τυπωμένο το βιβλίο σας από έναν Νεοζηλανδό που τον έλεγαν Τζον Κρέτση. Το βιβλίο συνόδευε μια μικρή επιστολή:

“Αγαπητέ κύριε πρωθυπουργέ,

Σας στέλνω αυτό το χειρόγραφο που βρήκα μες στο αρχείο του παππού μου που πρόσφατα πέθανε. Την προσοχή μου τράβηξε ο τίτλος “Ελλάδα, έτος 2500″ (έχω ελληνικές ρίζες) και άρχισα να το διαβάζω. Γνωρίζω την ακούραστη δράση σας, εκτιμώ τις ιδέες και τις προτάσεις σας για να βγει η χώρα από την τραγική κατάσταση που βρίσκεται. Όταν διάβασα αυτό το βιβλίο (είναι μεταφρασμένο στα αγγλικά) σκεφτικά πως ο συγγραφέας του ο Ηρακλής Σιωπηρός που το έγραψε 340 χρόνια πριν σίγουρα θα ήταν φίλος και ομοϊδεάτης σας, αν ζούσε”.

Ύστερα από οχτώ χρόνια ο Άλεξ Σουίφτ έγραφε στα απομνημονεύματά του “…διάβασα για τα προβλήματα της παιδείας, εκεί που ο Σιωπηρός με ειρωνεία και σαρκασμό έγραφε για τους δασκάλους και καθηγητές που δήθεν βγήκαν στους δρόμους της Αθήνας και ακολουθώντας την πορεία προς τη Βουλή ζητούσαν με κραυγές και συνθήματα δικαιώματα… για τους Έλληνες μετανάστες από Ρωσία και Αλβανία. Μετά άρχισα να διαβάζω τις σκέψεις, τις ιδέες του και τις προτάσεις του για βαθιά μεταρρύθμιση στην παιδεία “Γιατί προσπαθούμε να γεμίσουμε τα μυαλά των παιδιών με δογματικές γνώσεις, και δεν τους μαθαίνουμε να σκέφτονται; Γιατί τόσο ασχολούμαστε με το σώμα και παραμερίζουμε την ψυχή; Γιατί ήδη έχουμε διαβάσει το γενετικό κώδικα του ανθρώπινου σώματος και δεν ξέρουμε τίποτα για την ψυχή; Γιατί μπορούμε να θεραπεύσουμε εκατοντάδες αρρώστιες του σώματος και είμαστε ανήμποροι να κάνουμε κάτι με οποιαδήποτε ψυχασθένεια (μπορούμε μόνο να την πνίξουμε φορτώνοντας το σώμα με φάρμακα).

Μήπως βαδίζουμε προς το σκοτάδι και όχι προς το φως; Μήπως πρέπει ν’ αλλάξουμε την πορεία μας κάνοντας στροφή 180 μοίρες;

Αναρωτήθηκα, ποιος πραγματικά ασχολείται με την ψυχή: Η ψυχολογία; Όχι! Η φιλοσοφία και η θρησκεία; Ίσως! Έχουμε πολλά μηνύματα από το παρελθόν και το παρόν. Η αδιαφορία για το σώμα και το ενδιαφέρον για τη σκέψη και τη σοφία έχουν δώσει στον άνθρωπο αληθινή γνώση. Η ολιγωρία για το σώμα και η ασχολία με την προσευχή και το διαλογισμό έχουν δείξει στην ανθρωπότητα αληθινά θαύματα. Το μεγάλο πρόβλημα είναι ποιος πολιτικός άνδρας είναι έτοιμος να το καταλάβει και μετά να έχει τη θέληση και τη δύναμη να κάνει αυτές τις βαθιές μεταρρυθμίσεις στην παιδεία”.

Με έκπληξη αντιλήφθηκα πως είναι ακριβώς αυτά που εγώ ο ίδιος εδώ και τέσσερα χρόνια προσπαθώ να κάνω στην παιδεία. Ήταν ένα καλό έναυσμα, μια έγκαιρη υποστήριξη, δυνατή ώθηση από το παρελθόν για να συνεχίσω τις αφάνταστα δύσκολες αλλαγές.

Ύστερα από δεκαέξι χρόνια, όταν οι μεταρρυθμίσεις έφεραν τους πρώτους καρπούς, έδωσα το βιβλίο για δημοσίευση, είχε μεγάλη επιτυχία”.

Ο Άλεξ Σουίφτ ήταν εκείνος που έσωσε τον πλανήτη μας.

Σ’ αυτόν τον πολιτικό η Φύση εκτέλεσε το καθήκον της και γέννησε έναν Άνδρα: δραστήριο και σοφό, ένα κράμα πολύ σπάνιο, που εμφανίστηκε ακριβώς εκείνη τη στιγμή, όταν η Γη ήταν έτοιμη ν’ αλλάξει τον άξονά της. Στο αποκορύφωμα έφτασαν τα κακά καιρικά φαινόμενα: αλλαγή κλίματος, επικίνδυνη μεγέθυνση της τρύπας του όζοντα, πλημμύρες, μπουρίνια, σεισμοί, πυρκαγιές, καθημερινές καταστροφές πάνω στη γη, στη θάλασσα και τον ουρανό. Παντού ανθούσαν τα δηλητηριώδη λουλούδια της κοινωνίας: τρομοκρατία, εγκληματικότητα, ναρκομανία, πορνεία. Θέριζε τους νέους και ηλικιωμένους η νέα μάστιγα του τελευταίου αιώνα, η αυτοκτονία. Οι αχόρταγες καταναλωτικές τάσεις στην κοινωνία και η υψηλή τεχνολογία από μόνοι τους είχαν επιδεινώσει την κατάσταση.

Ως ιδρυτής και επικεφαλής ενός μικρού κόμματος ο Άλεξ Σουίφτ στην ηλικία των 32 ετών έγινε πρωθυπουργός της χώρας του. Πολύ γρήγορα αναγνωρίστηκε ως αναμφισβήτητος ηγέτης του λαού της Νέας Ζηλανδίας. Ο “Σολομών του εικοστού τέταρτου αιώνα” όπως τον έλεγαν οι φίλοι του, όταν απέκτησε δύναμη και επιρροή άρχισε τις μεταρρυθμίσεις προσκαλώντας στο μικρό νησί του τους “γραφικούς και γελωτοποιούς” της Ιστορίας: τους Δασκάλους, οπαδούς και ερμηνευτές του Σωκράτη, του Διογένη, τους λάμα, τους μαχάτμα (Μεγάλη Ψυχή) του Θιβέτ και της Ινδίας.

Πολλές ήταν οι ώρες των συζητήσεων των σοφών με τον Άλεξ Σουίφτ.

Ημέρες και νύχτες πέρασαν σε μεγάλες αίθουσες με την “ομάδα SOS” τα μέλη της κυβέρνησης και όλοι οι διευθυντές μικρών και μεγάλων οργανισμών και υπηρεσιών του κράτους.

Μετά ήρθε η σειρά του λαού. Τα πιο μεγάλα ανοιχτά και κλειστά στάδια εφτά μήνες άκουγαν τους Δασκάλους που μιλούσαν για το Καλό και Κακό, για την Αλήθεια και το Ψέμα, για την Αγάπη και το Μίσος, για τη σημασία της Γνώσης και του Διαλογισμού.

Κύριε Σιωπηρέ, εδώ ήταν η αξία του βιβλίου σας, εδώ ήταν η αξία της προσωπικότητάς σας για την οποία σας φέραμε στη ζωή.

– Συγνώμη, φοβάμαι δεν πάτε καθόλου καλά με τις αξίες και προτεραιότητες. Θέλετε να σας πω ονόματα ανθρώπων του εικοστού αιώνα, που…

– Ναι, μάλιστα, έχετε δίκαιο ό,τι αφορά τις προτεραιότητες, αλλά εδώ προέκυψε ένα τεχνικό πρόβλημα το οποίο δε μας επέτρεψε να ξαναζωντανέψουμε π. χ. την Ελένα Μπλαβάτσκαγια ή τον Όσσο που και οι δυο ύστερα από το θάνατό τους αποτεφρώθηκαν. Είχαμε μόνο τη στάχτη της κυρίας Μπλαβάτσκαγια, αφού τον τάφο του Όσσο βεβήλωσαν οι φανατικοί ινδουιστές του εικοστού δεύτερου αιώνα. Δυστυχώς η στάχτη αποδείχτηκε μη κατάλληλη για να περάσει την διαδικασία της Σωματοαναγέννησης, χρειάζονται οστά, νύχια ή μαλλιά. Παρ’ όλο που στον εικοστό πρώτο αιώνα γενικώς παραδεδεγμένος τρόπος ταφής ήταν η αποτέφρωση, εσείς είχατε κανονικό τάφο με φέρετρο και η τοποθεσία του τάφου σας είναι γνωστή. Και το βασικό: θέλαμε να γνωρίζουμε έναν άνθρωπο το όνομα του οποίου στενά συνδέεται με το όνομα του Πρώτου Πολίτη της Γης, γιατί τον ίδιον τον Άλεξ Σουίφτ δεν έχουμε τη δυνατότητα να επαναφέρουμε στη ζωή.

– Σελήνα, κορίτσι μου, έτσι συνήθισα να απευθύνομαι στα συγγενικά μου πρόσωπα και στις γυναίκες που εκτιμώ, ελπίζω να μη σε πειράζει αυτή η οικειότητα, θέλω να ξέρεις ότι με αυτόν τον τρόπο εκφράζω την συμπάθειά μου.

– Ευχαριστώ, αγαπητέ μου φίλε Ηρακλή. Δέχομαι την πρότασή σου να μιλάμε στον ενικό.

– Θαυμάσια! Λοιπόν, Σελήνα, κορίτσι μου, η κάθε λέξη σου γεννάει και μια ερώτηση. Νιώθω πως δεν πρόκειται να βάλω σε μια τάξη τις αμέτρητες ερωτήσεις για το παρελθόν, έρχονται σαν ασταμάτητη βροχή. Όμως κάτι μου λέει, ότι πρέπει να κάνω μια ερώτηση και για το παρόν.

Αν κατάλαβα σωστά, η μακρόχρονη συζήτηση δεν είναι κάτι συνηθισμένο για σας τους δυο. Μήπως πρέπει να ξεκουραστείτε;

– Ναι, ευγενικέ μου φίλε Ηρακλή, πραγματικά δεν είμαστε συνηθισμένοι (ειδικά ο κύριος Ούριος Άνεμος) ούτε να μιλάμε, ούτε να ακούμε τόση ώρα. Πριν φύγουμε πρέπει να σου πω, ότι αύριο το πρωί η συζήτηση μας θα συνεχιστεί. Βρισκόμαστε μες στο βουνό, δεν μπορείς να βγεις έξω, αυτό θα γίνει αργότερα. Το θυροτηλέφωνο που βλέπεις δίπλα στην εξώπορτα είναι για επικοινωνία μαζί μου.

Όταν οι οικοδεσπότες φύγανε και ο Ηρακλής έμεινε μόνος, άρχισε να ερευνά το διαμέρισμά του. “Σίγουρα είναι κάτι φτιαχτό για την υποδοχή μου. Είναι ένα απλό διαμέρισμα, (μοιάζει με το δικό μου) από της αρχές του εικοστού πρώτου αιώνα”. Ο Ηρακλής πάτησε τον διακόπτη και το φως έσβησε, αντιλήφθηκε ότι το σκοτάδι ήταν απόλυτο και με βιασύνη ξανάνοιξε το φως. Μπήκε στο υπνοδωμάτιο, άνοιξε την πόρτα της γκαρνταρόμπας και είδε ένα σορό ρούχων: παντελόνια, πουκάμισα, κουστούμια, εσώρουχα και όλα όσα χρειάζεται ένας άνδρας. Στην κουζίνα το βλέμμα του εντόπισε το ψυγείο, το πλυντήριο πιάτων, την ηλεκτρική κουζίνα, το τραπέζι με 2 καρέκλες.

Άνοιξε το ψυγείο, είχε διάφορα τρόφιμα, όμως τα περισσότερα ήταν λαχανικά και φρούτα. “Γνωρίζουν ότι είμαι χορτοφάγος”, διαπίστωσε ο Ηρακλής και πήρε το αγαπημένο του φρούτο, ένα αχλάδι, η γεύση του οποίου ήταν γνωστή στον Ηρακλή. “Αν δεν έχουν πράσινο τσάι, τότε η διαμονή μου εδώ δε θα είναι και τόσο ευχάριστη”, σκέφτηκε ο Ηρακλής, ψάχνοντας το αγαπημένο του τσάι. Σ’ ένα από τα ράφια της ντουλάπας που βρισκόταν δίπλα στο ψυγείο βρήκε τη συσκευασία με διαλυώμενο τσάι μέσα σε διαλυώμενα φακελάκια. Την σκέψη να φτιάξει ένα τσάι την απέρριψε, γιατί ύστερα από το αχλάδι δεν ήθελε τίποτα. Μετά άνοιξε τη βρύση του νεροχύτη και με περιέργεια παρακολουθούσε πως τρέχει το νερό, αποφασισμένος πήρε ένα ποτήρι, το γέμισε και ήπιε μερικές γουλιές.

Μετά ηχηρά γέλασε, αφού θυμήθηκε πως ήδη είχε πιει νερό, όμως αυτό ήταν πριν γνωρίσει ότι έκανε ένα ταξίδι χιλίων ετών από το παρελθόν στο μέλλον.

Αυτή τη στιγμή κατανόησε πως είναι μόνος. Η Γαλήνη! ο πόνος ήταν δυνατός και η καρδιά του ήταν έτοιμη να σταματήσει. Η κατανόηση ότι τα αγαπημένα του πρόσωπα εδώ και αιώνες είναι πεθαμένοι, πως δε θα δει ποτέ τη Γαλήνη, τα παιδιά του, τα εγγόνια του τον τρόμαξε φοβερά, τα πόδια του λύγισαν και βρέθηκε καθισμένος πάνω στην άκρη μιας καρέκλας. Τα δάκρυα γέμισαν τα μάτια του και ελεύθερα χύθηκαν πάνω στα μάγουλα του γεμίζοντας τα αυλάκια των ρυτίδων που μετέφεραν την φαρμακερή πίκρα στο στόμα του. Οι αναμνήσεις, η μία μετά από την άλλη σαν βελόνες έφταναν στην καρδιά του και προκαλούσαν θλίψη και πόνο. Μετά θυμήθηκε πως εκεί, στο 2025, όταν έμαθε ότι σε λίγο θα πεθάνει, δεν είχε νιώσει καθόλου αυτό το φοβερό πόνο της ψυχής, δε φοβόταν το θάνατο, όμως τώρα φοβήθηκε τη… ζωή.

Σε λίγο η θηλιά των αβάσταχτων σκέψεων αποδυνάμωσε… Με φόβο πως αυτήν τη νύχτα δεν πρόκειται να κοιμηθεί ο Ηρακλής πέρασε στο υπνοδωμάτιο, χαμήλωσε το φως και ξάπλωσε στο κρεβάτι. Η πρώτη σκέψη-παρατήρηση για την παράξενη ανατριχιαστική σιγή, ήταν και η τελευταία… μετά τον κυρίευσε ένας βαθύς, χωρίς όνειρα, ύπνος.

 

συνεχίζεται..



Μην αφησετε την Πληροφορια να σας ξεπερασει

Επιλεξτε να γινετε οι πρωτοι που θα εχετε προσβαση στην Πληροφορια του Stranger Voice

  • 1 Month Subscription
    3 Month Subscription
    6 Month Subscription
    Year Subscription

Από Hippokrates

5 σχόλια στο “Το φανταστικό ταξίδι του Ηρακλή Σιωπηρού στο έτος 3002. Η πρώτη ημέρα!”
  1. Nα κι ενα ποστ της προκοπης. Φαντασια σε θερμο εναγκαλισμο με την πραγματικοτητα. ΕΥΓΕ ΚΑΤΟΧΙΚΑ .πΑΝΤΑ ΤΕΤΟΙΑ .

  2. “…την Ελένα Μπλαβάτσκαγια ή τον Όσσο”

    ΧΑΧΑΧΑ!!!

    Η Έλενα Μπλαβάτσκυ, η αρχιγκουρού της νέας τάξης! Που έκανε όλες τις κουλτούρες και τους πολιτισμούς αχταρμά. Που η ιδεολογία της είναι η Παγκόσμια Κυβέρνηση, όπου θα κυβερνάει ο Εωσφόρος με τους 72 βασιλείς του που θα βγούνε απ’ το υπόγειο βασίλειό τους. Που η κλίκα των διαδόχων της κάνει ιδεολογικό κουμάντο στον ΟΗΕ, τον πρόδρομο της Παγκόσμιας Κυβέρνησης.

    Όλοι οι άνθρωποι μιλάνε την “γλώσσα της Γης”!!!

    —————-

    Άντε ρε, να δείτε αν ερχόμαστε!
    …και τι βρακί φοράμε!
    Τσίγκινο!!!
    Για πολύ χάπατα μας περνάτε, αλλά δεν είμαστε.

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

elGreek