“Η Οργονομία δεν είναι απλώς ένας κλάδος της φυσικής επιστήμης, ούτε είναι απλώς μια καλλιτεχνική διαδικασία, ούτε είναι μόνο ψυχολογία, ή μόνο βιολογία. Είναι αληθινά, σε απόλυτη συμφωνία με το αντικείμενο της έρευνάς της, ένα σώμα γνώσης που ασχολείται με τον βασικό νόμο της φύσης”. Wilhelm Reich
Η θωράκιση ενός νεογέννητου βρέφους του Βίλχελμ Ράιχ, M.D.
Θεωρούμε δεδομένο ότι, με κάθε νεογέννητο βρέφος, αναδύεται απ’ τη μήτρα ένα εξαιρετικά εύπλαστο βιοενεργειακό σύστημα, και ότι από κείνη τη στιγμή και ύστερα θα επηρεαστεί από ένα πλήθος ποικίλων επιδράσεων του περίγυρου. Οι εντυπώσεις, με τις όποιες θα ’ρθει σ’ επαφή, θ’ αρχίσουν να διαμορφώνουν τον ιδιαίτερο τύπο αντίδρασης του βρέφους, ως προς την ηδονή και τη λύπη. Αυτό ισχύει, στο μέτρο που δεν έχει ήδη γίνει σημαντική ζημιά μέσα στη μήτρα. Ας κάνουμε όμως, για περισσότερη σαφήνεια, μια διάκριση ανάμεσα στην προγεννητική και τη μεταγεννητική ανάπτυξη. Ο διαχωρισμός αυτός μπορεί να γίνει, μολονότι μια προγεννητική βλάβη ενός ορισμένου βαθμού καθορίζει τον τρόπο με τον όποιο τα μεταγεννητικά ερεθίσματα αφομοιώνονται και διαρθρώνονται.
Είναι προτιμότερο να διεξάγουμε την ερευνά μας στα πλαίσια μιας συγκεκριμένης περίπτωσης. Εκείνο που έχει σημασία σ’ αυτό το σημείο, είναι αν, και με ποιο τρόπο μπορούμε να εφαρμόσουμε στη συγκεκριμένη περίπτωση, τη θεμελιώδη αρχή λειτουργίας μας. Ποια εμπόδια θα συναντήσουμε αν αποφασίσουμε ν’ «αφήσουμε μόνο το συμφέρον του παιδιού να καθορίσει την πορεία των γεγονότων και τίποτ’ άλλο, στο μέτρο βέβαια που αυτό είναι δυνατό»; Η φράση «τίποτ’ αλλο» είναι, βέβαια, λίγο υπερβολική και δεν έχει πλήρη εφαρμογή στην καθημερινή κοινωνική ζωή. Είμαστε προετοιμασμένοι ν’ αντιμετωπίσουμε το γεγονός ότι για πολλούς αιώνες ακόμα, η κατεστραμμένη ζωή θα καταπιέζει την υγιή, νεογέννητη ζωή και θα προξενεί λίγο πολύ ζημιά. Ωστόσο, είναι αποφασιστικής σημασίας για τη γενική γραμμή της μεθόδου καθώς επίσης για την επίτευξη κάποιου βαθμού επιτυχίας στο ΟΚΕΝ (Όργονομικό Κέντρο Ερευνών για τα Νήπια — ΣτΜ) να μάθουμε να κρίνουμε τα εμπόδια αναφορικά μ’ αύτη την προσπάθεια, καθώς εμφανίζονται στην καθημερινή ζωή.
Η μητέρα του βρέφους, με το όποιο θ’ ασχοληθούμε, στις σελίδες που ακολουθούν, διαλέχτηκε μεταξύ μιας μικρής ομάδας υποψηφίων ως μια από τις «πιο υγιείς» μητέρες. Από βιολογική σκοπιά, φαινόταν εξωστρεφής, ειλικρινής, χωρίς σημαντικές διαστρεβλώσεις στη χαρακτηροδομή της. Ήταν αρκετά χρόνια παντρεμένη, κι ο γάμος της ήταν ευτυχισμένος. Οι ειδικές απαιτήσεις της δουλειάς του άντρα της στο στρατό τούς είχαν εμποδίσει ως τότε να κάνουν μωρό, ενώ το λαχταρούσαν πολύ. Η μητέρα ήταν μια όμορφη, σεξουαλικά ελκυστική γυναίκα, τριάντα χρονών. Η πρώτη βιοφυσική εξέταση αποκάλυψε ένα δυνατό κορμί, ένα δέρμα ζεστό και λαμπερό, μάτια που ακτινοβολούσαν, χείλη γεμάτα και αισθησιακά, καλοφτιαγμένα μέλη και κορμό, χαλαρή και ήρεμη συμπεριφορά.
Μπορούσε να εκφράσει συναισθήματα κάθε είδους, εντελώς ελεύθερα, πράγμα που αποτελεί τη σημαντικότερη ένδειξη για την ύπαρξη ελεύθερα ρέουσας βιοενέργειας. Μπορούσε να κάνει μορφασμούς, να σαρκάσει, να μουγκρίσει, να φωνάξει, να δείξει άγχος με τα μάτια της, ν’ ανοίξει εντελώς τα βλέφαρά της, να ζαρώσει το μέτωπό της, να δαγκώσει και να χτυπήσει δυνατά με τις γροθιές της ένα φανταστικό μισητό αντικείμενο. Το αντανακλαστικό του εμετού (gag reflex) ήταν τέλεια αναπτυγμένο. Τα μάτια της είχαν ένα βαθύ, σοβαρό, διεισδυτικό βλέμμα γεμάτο επαφή, σαν το βλέμμα ενός ελαφιού.
Το ουσιαστικότερο σημείο στην εξέταση μιας μελλοντικής μητέρας είναι, βέβαια, οι μηροί και η λεκάνη -και δεν είναι σημαντικές μόνο οι μηχανικές συνηθισμένες λειτουργίες, όπως το πλάτος της εισόδου και εξόδου της διάρθρωσης του σκελετού της λεκάνης, η κανονική θέση της μήτρας, η απουσία αναστροφής και πρόπτωσης, η απουσία κολπικών τριχομονάδων, η απουσία τραυμάτων και εξελκώσεων του τράχηλου, ίνωματωδών και μυωματωδών όγκων της μήτρας και η κανονική κι ανώδυνη εμμηνόρροια. Αυτά τα πράγματα απασχολούν τον οποιοδήποτε καλό γυναικολόγο. Εκείνο που ενδιαφέρει εμάς είναι αν μπορεί να βρεθεί ή όχι θωράκιση στο τμήμα της λεκάνης.
Η ομάδα Α, στο ΟΚΕΝ, δεν δέχεται μητέρες με θωρακισμένη λεκάνη κι η αίτια είναι φανερή. Η θωράκιση της λεκάνης αποκλείει την οργασμική αποφόρτιση, μειώνει τη ζωτικότητα των γεννητικών οργάνων κι επομένως, εμποδίζει την τέλεια βιοενεργειακή λειτουργία του εμβρύου. Επιπλέον, κάνει ολόκληρο το συγκινησιακό σύστημα πιο ευπρόσβλητο στις εντάσεις και το στρες που προκαλούν οι οικογενειακές δυσκολίες, οι διαταραχές της εγκυμοσύνης και ο ίδιος ο τοκετός.
Δεν αρνηθήκαμε εντελώς τις μητέρες με θωρακισμένη λεκάνη, αλλά τις τοποθετούσαμε στην ομάδα Β, με πρόθεση να μελετήσουμε, στον κατάλληλο χρόνο, την ύπαρξη η την απουσία βλάβης στο έμβρυο που μεγαλώνει σε μια σπαστική μήτρα. Τ’ αποτελέσματα έπρεπε να μένουν σαφώς διαχωρισμένα, σύμφωνα με τις βασικές διακρίσεις μας μεταξύ θωρακισμένων κι αθωράκιστων οργανισμών. Γνωρίζουμε από τις άφθονες κλινικές μαρτυρίες πώς αν η λεκάνη είναι αθωράκιστη, ο υπόλοιπος οργανισμός είναι επίσης ελεύθερος από σημαντική ακινησία και πώς αν η λεκάνη είναι θωρακισμένη, θα υπάρχει επίσης πάντα θωράκιση στα άλλα τμήματα του οργανισμού.
Ας επιστρέψουμε όμως στη μητέρα: απολάμβανε τη σεξουαλική επαφή χωρίς φόβο η αναστολές. Μπορούσε ν’ «αφεθεί» ολοκληρωτικά και είχε κανονικές οργασμικές αποφορτίσεις. Η όλη στάση και έκφρασή της επιβεβαίωναν αυτό το συμπέρασμα. Βρέθηκε μια ελαφριά μόνο υπερευαισθησία στο μεσαίο κοιλιακό τμήμα, που εξαλείφτηκε εύκολα.
Στον ψυχολογικό τομέα, υπήρχε μια τάση προς μια υπερβολικά εξιδανικευμένη στάση αναφορικά με τη μητρότητα και τα παιδιά. Η μελλοντική μητέρα ακτινοβολούσε γεμάτη προσδοκίες να γεννήσει ένα «ύγιές παιδί», να το μεγαλώσει με χαρά κι ευχαρίστηση μόνο. Δεν φαινόταν να συνειδητοποιεί απόλυτα πώς το να γεννήσεις και να μεγαλώσεις ένα παιδί είναι ένα σημαντικό και συχνά επίπονο έργο. Όταν της το ανέφεραν, φαινόταν να έχει αυτοπεποίθηση, λίγο υπερβολική μάλιστα, αναφορικά με το έργο που την περίμενε. Φαινόταν επίσης να εξιδανικεύει τον άντρα της πέρα απ’ την πραγματικότητα.
Δεν είχαν, είπε, καθόλου διαμάχες, ήταν απόλυτα ευτυχισμένοι μαζί, κ.λπ. Οι γιατροί που την εξέταζαν ήξεραν από αναφορές της κοινωνικής λειτουργού, πώς δεν ήταν, ούτε και φαίνονταν όλα, τόσο ρόδινα όσο προτιμούσε να τα παρουσιάζει η μητέρα. Ο σύζυγος, ένας καλός και γοητευτικός άντρας, είχε μια κλίση προς τις προφορικές πορνογραφικές εκφράσεις· είχε ορισμένες παγιωμένες ιδέες αναφορικά με κοινωνικά και πολιτιστικά θέματα, που δεν συμφωνούσαν και τόσο με τη βιολογική δομή της γυναίκας του. Φαινόταν επίσης ν’ απολαμβάνει υπερβολικά την εξιδανίκευση που του γινόταν από μέρους της.
Είναι ουσιαστικό να μην αξιολογούμε τους γονείς με «απόλυτους» όρους μιας «απόλυτης» υγείας αναφορικά με ένα «απόλυτα υγιές» παιδί· αντίθετα, μια τέτοια τάση επιδίωξης της τελειότητας προκαλεί μεγάλο κακό, όπως θα φανεί ξεκάθαρα αργότερα, όχι μόνο στην επικοινωνία των γονιών αλλά, το σημαντικότερο, στην ίδια την προσπάθεια της προληπτικής εκπαίδευσης. Το ιδανικό μιας «απόλυτης» υγείας κι ενός «απόλυτα υγιούς» παιδιού έρχεται σ’ αντίφαση με την πραγματικότητα όπου πρέπει να μεγαλώσει το παιδί.
Είναι επίσης πιθανό ότι αντικρούει την ίδια την φυσική διαδικασία, που ποτέ δεν είναι, ούτε μπορεί να είναι τέλεια, σύμφωνα με τα ιδανικά του ανθρώπου. Η παγίωση απόλυτων ιδανικών στον τομέα της ιατρικής και της εκπαίδευσης εμποδίζει την σωστή εκτίμηση του τι είναι και τι δεν είναι πιθανό να επιτευχθεί. Το πιθανότερο είναι πώς θα καταρρεύσει με την σύγκρουση με το πρώτο εμπόδιο που θα βρεθεί στο δρόμο της.
Στην ιδιαίτερη αυτή περίπτωση, όπως και σε άλλες περιπτώσεις, η μητέρα καθώς και η κοινωνική λειτουργός που ήταν υπεύθυνη για την περίπτωση αυτή κινδύνευαν ν’ αποτύχουν εξαιτίας αυτής της ιδέας σχετικά με την απόλυτη υγεία. Πρόκειται για μια γενική ιδιότητα του ανθρώπινου χαρακτήρα, που θα συνεχίσουμε να μελετούμε γι’ αρκετά μεγάλο διάστημα. Αργότερα θα συνειδητοποιήσουμε με ποιο τρόπο αυτές οι πρώτες εντυπώσεις της μητέρας άρχισαν πράγματι να ασκούν την επίδρασή τους πάνω στο βρέφος προς τη λαθεμένη κατεύθυνση.
Το προσωπικό που θα φρόντιζε τη μητέρα το αποτελούσαν: ένας παθολόγος, ιατρικός οργονομιστής· έργο του ήταν να επιβλέπει τη συγκινησιακή κατάσταση της μητέρας στη διάρκεια της εγκυμοσύνης και να διαλύει οποιοδήποτε μπλοκάρισμα τύχαινε να εμφανιστεί οποιαδήποτε στιγμή σ’ οποιοδήποτε μέρος του οργανισμού. Ενας άλλος ιατρικός οργονομιστής ειδικευμένος στην παρακολούθηση μικρών παιδιών, με πλούσια εμπειρία απ’ το δικό του γιό, που εκείνο τον καιρό ήταν τεσσάρων χρονών.
Μια οργονομικά εκπαιδευμένη κοινωνική λειτουργός· έργο της ήταν να έρχεται σ’ επαφή με τη μητέρα αρκετά συχνά ώστε να μπορεί να εντοπίζει οποιαδήποτε συγκινησιακή η σωματική παρέκκλιση απ’ το φυσιολογικό. Ενας γυναικολόγος που απλώς θα ξεγεννούσε το μωρό ήταν πρόθυμος να συνεργαστεί με το ΟΚΕΝ σ’ οτιδήποτε θεωρείτο αναγκαίο για την εξασφάλιση της ανεμπόδιστης ανάπτυξης του παιδιού. Ενας άλλος ιατρικός οργονομιστής, που είχε εκτελέσει μια έξοχη εγχείρηση διάσωσης σ’ ένα ιδιαίτερα προβληματικό τοκετό, επρόκειτο να μείνει στο πλευρό της και ν’ αναλάβει πρωτοβουλία σε περίπτωση καθυστέρησης η περιπλοκής του τοκετού.
Μια μητέρα· αυτή θα μάθαινε πόσα μπορούν να διδαχτούν οι άλλες μητέρες κατά ομάδες, αναφορικά με τον τοκετό και το θηλασμό.
Σ’ αυτό το σημείο μπορεί κανείς να κάνει την ερώτηση: Γιατί όλος αυτός ο περίπλοκος μηχανισμός για τη γέννηση ενός μόνο παιδιού; Η απάντηση είναι η εξής: στο μέτρο, που τίποτα δεν είναι γνωστό σχετικά με τις επιδράσεις των βιοενεργειακών και συγκινησιακών διαταραχών πάνω στην εγκυμοσύνη και τον τοκετό, ήταν απαραίτητο να έχουμε όσο το δυνατό περισσότερους ειδικευμένους συνεργάτες να παρακολουθούν και αν παρουσιαστεί ανάγκη, να επέμβουν. Λίγο μπορεί να χρησιμεύσει ένας ψυχολόγος που δεν ξέρει τίποτα σχετικά με τα οργονοτικά ρεύματα κι ένας γυναικολόγος πού, μηχανιστικά μόνο προσανατολισμένος, ξεγεννάει ένα μωρό, αν το μωρό αυτό πρόκειται να μελετηθεί αναφορικά με τη συγκινησιακή του ανάπτυξη.
Ήταν απαραίτητο να συγκεντρωθεί η γνώση πολλών οργονομικά εκπαιδευμένων ειδικών ώστε να παραλειφθούν όσο το δυνατό λιγότερα στη διάρκεια της κρίσιμης περιόδου. Φαινόταν αποφασιστικής σημασίας η ανάγκη να δοθεί στο συνολικό πρόγραμμα η σωστή αρχή. Ακόμα και οι διαστάσεις γνωμών των διαφόρων παρατηρητών μπορούσε ν’ αναμένεται ότι θα αποκαλύψουν σημαντικά προβλήματα στη διάρκεια της προγεννητικής και μεταγεννητικής περιόδου.
Αναφορές σχετικά με τη συμπεριφορά της μητέρας έρχονταν από διάφορες πηγές. Μ’ αυτό τον τρόπο, μπορούσε να γίνει διάκριση μεταξύ εκείνου που ήταν κοινή παρατήρηση και εκείνου που μπορεί να ήταν ατομική έμφαση. Επίσης, οι αντιδράσεις των διάφορων συνεργατών μπορούσαν ταυτόχρονα να μελετηθούν, ενώ βρίσκονταν σ’ επαφή με τη μητέρα.
Για παράδειγμα, μια απ’ τις δυο κοινωνικές λειτουργούς ταράχτηκε σοβαρά όταν, στη διάρκεια της πρώτης εξέτασης, η μητέρα είπε στους ειδικούς που την εξέταζαν πώς απολάμβανε πλήρη γενετήσια ικανοποίηση από τη σεξουαλική επαφή. Η κοινωνική λειτουργός βρισκόταν εκείνη την εποχή σε οξεία κατάσταση απογοήτευσης και ξέσπασε σε κλάματα. Έτσι μάθαμε πώς μπορεί να επηρεαστεί η προσωπική συναισθηματική κατάσταση μιας κοινωνικής λειτουργού, απ’ ορισμένες αποκαλύψεις σε μια συγκεκριμένη περίπτωση.
Βέβαια, τέτοια πράγματα συμβαίνουν όποτε η ανθρώπινη ζωή αντιμετωπίζεται ιατρικά η εκπαιδευτικά. Ο καλός γιατρός ή η κοινωνική λειτουργός ξέρουν τι συμβαίνει κάτω απ’ την επιφάνεια, σε τέτοιου είδους επαφές. Ο άκαμπτος και καλοθωρακισμένος γιατρός ή η κοινωνική λειτουργός, απ’ την άλλη μεριά, δεν ξέρουν η το απορρίπτουν ως «έκτος θέματος»· μπορούν ακόμα και να εξοργιστούν αν προκύψουν τέτοιες «προσωπικές παρεμβάσεις στη δουλειά». Ανάλογα, η φιλολογία στερείται οποιασδήποτε διερεύνησης του ρόλου που παίζουν οι συγκινησιακές δομές των ειδικών που ασχολούνται με την υπόθεση.
Αναφορά της κοινωνικής λειτουργού, έξι περίπου βδομάδες πριν απ’ τον τοκετό
Αν σάς ενδιαφέρει η προσωπική μου εντύπωση αναφορικά με την κ. Λ. και Το πώς εγκυμονεί το παιδί, μπορώ να πω πώς είναι εξαιρετική. Ολόκληρη η στάση της σχετικά με το μωρό είναι αξιοσημείωτη, σε σύγκριση μ’ οποιαδήποτε προηγούμενη εμπειρία μου. Όλη η ύπαρξή της φαίνεται διαποτισμένη μ’ ευτυχία και ικανοποίηση. Ακτινοβολεί και δημιουργεί σ’ όποιον είναι κοντά της την αίσθηση πώς είναι καλά και πώς βρίσκεται δίπλα σε κάτι ζωντανό. έχω τόση επίγνωση του μωρού, λες και βρίσκεται ανάμεσά μας. Δεν φαίνεται να έχει άγχος για οτιδήποτε.
Όταν αναφέρεται κάποια ταλαιπωρία η πόνος αναφορικά με τη γέννα, δεν φαίνεται καθόλου ενοχλημένη. Όταν έμαθε πώς το μωρό της Γ. Είχε πεθάνει, αντέδρασε με θερμότητα και συμπάθεια, μά χωρίς ίχνος ταύτισης η φόβου. Φαίνεται υπέροχα υγιής και δεν έχει παρουσιάσει κανένα οίδημα και κανένα αρνητικό σωματικό σύμπτωμα, απ’ όσο ξέρω. Φαίνεται να αντιλαμβάνεται σωστά το έργο του οργονομικού Κέντρου ερευνών για τα Νήπια και συμμετέχει μ’ όλη της την καρδιά.
Αναφορά της διευθύνουσας κοινωνικής λειτουργού, δεκαπέντε μέρες μετά τον τοκετό:
Το μωρό πήρε το πρώτο του μπάνιο την 11η μέρα — φαίνεται να του αρέσει πολύ· γουργουρίζει και κινείται μέσα στο νερό. Τρομάζει αν το βγάλει κανείς πολύ απότομα απ’ το νερό (τραβά πίσω τούς ώμους). Είναι πολύ ενεργητικό αναφορικά με τις κινήσεις του κεφαλιού και μπορεί να κρατά όρθιο το κεφάλι του. Όταν το κρατά κανείς όρθιο κουνά το κεφάλι απ’ τη μια μεριά στην άλλη. Στρέφει το κεφάλι και κουνά τα μάτια σύμφωνα με τον ήχο η την κίνηση των ανθρώπων στο δωμάτιο. Φαίνεται να εστιάζει και να συντονίζει τα μάτια και παρακολουθεί τ’ αντικείμενα καθώς κινούνται. Έχει συχνούς λόξυγγες, σχεδόν μετά από κάθε θηλασμό. Επίσης φτύνει γάλα· η μητέρα λέει πώς αυτό συμβαίνει μόνο όταν θηλάζει απ’ την μποτίλια, όμως παρατηρήσαμε ότι το κάνει και μετά από θηλασμούς απ’ το στήθος.
Η μητέρα θυμάται πώς στην αρχή το μωρό ήθελε να τρώει πολύ συχνά (κάθε μια ώρα) από το στήθος. Αποκοιμιόταν πάνω στο στήθος της και έβαζε τα κλάματα μόλις η μητέρα του προσπαθούσε να το ξαναβάλει στην κούνια, άρχισε να του δίνεται συχνότερα η μποτίλια (πού μέχρι τότε του δινόταν που και πού) και το μωρό ηρέμησε και φάνηκε να ικανοποιείται με την πρόσθετη τροφή. Η μητέρα συνειδητοποίησε πώς μερικές φορές έχει ένταση, γεγονός που επηρεάζει τη ροή του γάλατος.
Το μωρό, μερικές φορές κοιμάται περισσότερες ώρες στη διάρκεια της νύχτας, μόνο αν η μητέρα του το κρατά στην αγκαλιά της. Αυτό εξαντλεί τη μητέρα. Η μητέρα λέει πώς στο μωρό αρέσει καλύτερα να θηλάζει απ’ το στήθος παρά απ’ την μποτίλια, αλλά προσαρμόζεται και στη μποτίλια αρκετά εύκολα. Το μωρό πήρε την πρώτη βδομάδα 11 ουγγιές, και τη δεύτερη 1072 ουγγιές. Στοματικός οργασμός παρατηρήθηκε μόνο στις τρεις πρώτες μέρες. Το μωρό τρώει ακόμα κάθε τρεις ώρες τουλάχιστο, και συνήθως συχνότερα.
Παρατηρήσαμε το μωρό ενώ ήταν ξαπλωμένο στην κούνια του. Το χρώμα του και η θερμότητα του κορμιού του ήταν καλά στην αρχή· αργότερα, τα άκρα φαίνονταν χλωμά και κρύα. άρχισε να έχει λόξιγκα που διαρκούσαν αρκετή ώρα. Το στήθος του φαινόταν σκληρό (σαν «κλουβί πουλιού»)· το κρατούσε σε εισπνοή: Μεγάλη εισπνοή, σύντομη εκπνοή, κοφτή και ακανόνιστη. Το μωρό φαινόταν γενικά ανήσυχο. Όταν είχε κένωση, τα κόπρανα ήταν χαλαρά και σαν βλήματα -έβγαιναν με φοβερή ορμή κι έκανε χάλια την κούνια του. Το πρόσωπό του έγινε συσπασμένο, τραβούσε προς τα πάνω τα πόδια του. Ο πατέρας του τραβούσε «παιχνιδιάρικα» τα πόδια και τα χέρια, πράγμα που έκανε το μωρό να μοιάζει ακόμα πιο ενοχλημένο. («Να είσαι καλό, αλλιώς θα σου χτυπήσω τη μύτη.»)
Η δεύτερη αναφορά, τέσσερις μέρες αργότερα, λέει τα εξής:
Ηλικία του μωρού 19 μέρες: Το μωρό είχε κρυολόγημα τις δυο τελευταίες μέρες. Η αναπνοή φαινόταν μπουκωμένη· ήταν θορυβώδης, ρηχή και γρήγορη. Η αναπνοή φαινόταν να φτάνει ως το πάνω μόνο μέρος του στήθους, χωρίς να κατεβαίνει στην κοιλιά. Η θορυβώδης αναπνοή σταμάτησε όταν κοιμήθηκε ήρεμα στην αγκαλιά μου για μισή ώρα όμως το στήθος φαινόταν να κινείται πολύ γρήγορα.
Γενικά, το μωρό φαινόταν ανήσυχο, δυσαρεστημένο και δυστυχισμένο. Έμενε στο στήθος για λίγη μόνο ώρα. Όταν θήλαζε ίδρωνε. (Αυτό γίνεται συχνά, όπως λέει η μητέρα). Το ικανοποιούσε να το παίρνουν στα χέρια, αλλά για λίγη μόνο ώρα, μετά, θήλαζε για λίγο απ’ το στήθος και στην συνέχεια κοιμόταν για μια σύντομη περίοδο, κτλ. Συνήθως το κλάμα του ήταν σιγανό και μάλλον αδύναμο. Μόνο μια φορά φώναξε με κάποια δύναμη. Δεν του αρέσει να ξαπλώνει μπρούμυτα, αλλά μερικές φορές ξαπλώνει στο πλάι, καμιά φορά φαίνεται να γαληνεύει όταν ξαπλώνει μπρούμυτα στα γόνατα της μητέρας του, ενώ του χαϊδεύει την πλάτη.
Η μητέρα του δίνει συχνά την μποτίλια στη διάρκεια της νύχτας· ωστόσο, το μωρό ζητά να κοιμάται όλη τη νύχτα στην αγκαλιά της. Η μητέρα δήλωσε πώς η φροντίδα του παιδιού ήταν πολύ πιο δύσκολη απ’ όσο περίμενε. Είχε την ιδέα πώς επρόκειτο ν’ αποκτήσει κάποια κούκλα. Της δημιουργεί άγχος και καμιά φορά νιώθει απόγνωση μη μπορώντας να βρει τί πρέπει να κάνει για να ικανοποιήσει το μωρό. Η μητέρα λέει, πώς το μωρό φαίνεται συχνά πιο ανήσυχο τη νύχτα και κλαίει και τραβά προς τα πάνω τα πόδια του σαν να έχει κράμπα (κολικός;)
Γενικές εντυπώσεις: Μια δυσκολία αναφορικά με την κ. Λ. είναι ότι έχει μια τάση να θέλει ν’ αναφέρει το καθετί ως «υπέροχο». Αυτό παρατηρήθηκε σ’ όλη τη διάρκεια της εγκυμοσύνης: είναι μια μη ρεαλιστική στάση, στο στυλ της Πολιάννας, που συγκαλύπτει τα αληθινά γεγονότα. Συνήθως, παραδέχεται την ύπαρξη δυσκολιών μόνο αναφορικά με το παρελθόν. Το ίδιο ισχύει και για τη σχέση της με τον άντρα της καθώς και για την αντίληψή της γι’ αυτόν. Μια συνέπεια αυτής της στάσης είναι πώς τώρα η μητέρα νοιώθει έκπληκτη και καταπιεσμένη από τις απαιτήσεις του μωρού. Παραδέχεται πώς αγανακτεί για την ποσότητα του χρόνου και της ενέργειας που πρέπει ν’ αφιερώνει στο παιδί, αν και λέει πώς αυτό συνέβαινε μόνο στην αρχή. Επιπλέον, επειδή αυτή τη στιγμή δεν είναι όλα υπέροχα, πιθανώς θα πρέπει να περιμένουμε πώς θα νιώσει αγανάκτηση για το ΟΚΕΝ επειδή ζητάμε τα αληθινά γεγονότα.
Ο κ. Λ. φαίνεται να στερείται, κατά κάποιο τρόπο, ευαισθησίας απέναντι στο μωρό. Χειρίζεται το κορμί του μωρού με μάλλον τραχύ τρόπο για να κάνει επίδειξη, διακινδυνεύοντας να υπερβεί τα όρια αντοχής του μωρού μόνο και μόνο για ν’ αποδείξει την «υγεία» του. Επίσης, είναι μάλλον επιθετικός και κυριαρχικός με τη γυναίκα του πού, ωστόσο, μιλά πολύ επαινετικά για τον άντρα της και λέει πώς τώρα είναι περισσότερο από ποτέ άλλοτε ερωτευμένη μαζί του.
Η πεθερά της κ. Λ συνεχίζει να είναι παρούσα σχεδόν καθημερινά κι επίσης να κοιμάται εκεί τις νύχτες, μολονότι δεν ζει μαζί τους. Σύμφωνα με την κ. Λ, έχει πετύχει μια πολύ ικανοποιητική διευθέτηση με την πεθερά της, που τη βοηθά στο νοικοκυριό και τα ψώνια. Η κ. Λ είχε παρακινηθεί να περιποιείται η ίδια το μωρό της, αλλά από μερικά πράγματα που λέει, φαίνεται πώς και η πεθερά της ασχολείται αρκετά με το παιδί. Η κ. Λ δηλώνει ότι δεν θα κατάφερνε τίποτα χωρίς την πεθερά της. Φαίνεται πιά να εξαρτάται οριστικά απ’ την μποτίλια· άραγε θ’ αντικαταστήσει το θηλασμό απ’ το στήθος με την μποτίλια;
Περίληψη:
Κάτι δεν είχε πάει καλά. Το μωρό φαινόταν δυσαρεστημένο και κανείς δεν φαινόταν να ξέρει το γιατί. Σαν υπαινιγμός αναφέρθηκε πώς και η μητέρα δεν φαινόταν να λειτουργεί πολύ καλά. Η δουλειά της μητρότητας φαινόταν πολύ δυσκολότερη απ’ ό,τι είχε φανταστεί. Μήπως η μητέρα δεν ήταν τόσο καλά προσαρμοσμένη τις βιολογικές της λειτουργίες όσο είχαμε υποθέσει; Ή μήπως υπήρχε κάποια άλλη, κρυφή αίτια υπεύθυνη για τη δυσκολία;
Ξέρουμε πώς συνήθως δεν εμφανίζονται τέτοια προβλήματα στην ιατρική παιδιατρική εργασία. Δίνουν στο μωρό τις χημικές «συνηθισμένες ενέσεις». Αν η μητέρα νιώθει δυσαρεστημένη, την συμβουλεύουν να κάνει εκείνο ή το άλλο, να ηρεμήσει, να χαλαρώσει, να κρατήσει ένα πρόγραμμα, κ.λπ. Σπάνια σκέφτονται ν’ αναζητήσουν τις ρίζες του κακού αναφορικά με μια διαταραχή της επαφής ανάμεσα στη μητέρα και το παιδί. Μια βδομάδα αργότερα, ήρθε η ακόλουθη αναφορά από τη διευθύνουσα κοινωνική λειτουργό:
Σήμερα μίλησα με το δρ. Μ που χτες είδε την Λ. Δεν ήταν ικανοποιημένος μαζί της. Πίστευε πώς είχε ένταση και άγχος. Τα μάτια της φαινόταν θολά. Ο δρ. Μ επιβεβαίωσε την εντύπωση που περιγράφηκε σε προηγούμενες αναφορές. Όταν ο δρ. Μ τις έκανε τις σχετικές ερωτήσεις, η κ. Λ παραδέχτηκε τις δυσκολίες που είχε στο παρελθόν, αλλά είπε πώς τώρα όλα πήγαιναν καλά.
Τότε αποφασίστηκε να ταξιδέψουν οι γονείς μαζί με το βρέφος ως το Όργονον, για μια ολοκληρωμένη συνέντευξη και εξέταση της κατάστασης. Είναι ξεκάθαρο πώς το να μάθει κανείς όλες τις λεπτομέρειες αναφορικά με μια τέτοια κατάσταση μελετώντας μια συγκεκριμένη οικογένεια, είναι πολύ σημαντικότερο από επιπόλαιες έρευνες μ’ εκατοντάδες μωρά. Για ένα μεγάλο διάστημα, σ’ επίπεδο πειραματικής ερευνάς. Η περαιτέρω εξέλιξη απέδειξε ότι η προσέγγιση αυτή ήταν σωστή. Οι γονείς έφεραν το μωρό στο Όργονον, όταν ήταν πέντε βδομάδων και τεσσάρων ήμερων.
Τα βασικά σημεία της συνέντευξης ήταν τα εξής:
Ερ. έχεις (μητέρα), επαφή με το μωρό;
Απ. Ναι, συχνά, αλλά μερικές φορές δεν έχω.
Ερ. Πώς το καταλαβαίνεις όταν δεν έχεις επαφή;
Απ. Δεν φαίνεται να μπορώ να βρεθώ σε ηρεμία με το μωρό -φαίνεται να μη το κρατώ με το σωστό τρόπο και τότε το μωρό δεν φαίνεται να νιώθει άνετα, γίνεται δυστυχισμένο και γεμάτο άγχος.
Η μητέρα είχε επαφή με το μωρό την περισσότερη ώρα, αλλά επίσης ήξερε πότε έχανε την επαφή. Σ’ αυτό το σημείο εκδηλώθηκε η πιο επικίνδυνη παρεξήγηση της έννοιας της «υγείας»: Η μητέρα φαινόταν να νιώθει ένοχη επειδή δεν ήταν μια «υγιής» μητέρα και δεν εκπλήρωνε το καθήκον της απέναντι στο ΟΚΕΝ κάθε φορά που έχανε την επαφή της με το παιδί και το παιδί ανταποκρινόταν, ολοφάνερα, στην έλλειψη επαφής, με δυσαρέσκεια. Επομένως, τι δεν πήγαινε καλά; Προφανώς το τελευταίο. Είναι φυσικό για μια μητέρα να χάνει καμιά φορά την επαφή με το παιδί της για μια σύντομη περίοδο. Είναι ένα σημάδι που μαρτυρά μια ευκίνητη και ζωντανή δομή το γεγονός ότι ΞΕΡΕΙ ΠΟΤΕ λείπει η επαφή. Δεν φαίνεται καθόλου φυσικό να πρέπει να έχει συναισθήματα ενοχής.
Γιατί θα έπρεπε να νιώθει ενοχή μια μητέρα αν προσωρινά δεν έχει επαφή και τί δημιουργούν τα ένοχα συναισθήματα στον οργανισμό της και μέσα απ’ αυτόν, στο μωρό; Αυτού του είδους τα ερωτήματα απασχολούν πολλές μητέρες σε πολλές χώρες. Η οργονοτική αίσθηση επαφής, μια λειτουργία του οργονοενεργειακού πεδίου τόσο της μητέρας όσο και του παιδιού, είναι άγνωστη στους περισσότερους ειδικούς· ωστόσο, ο γέρος γιατρός του χωριού την ξέρει καλά.
Η οργονοτική επαφή είναι το πιο ουσιαστικό εμπειρικό και συγκινησιακό στοιχείο στη σχέση μεταξύ της μητέρας και του παιδιού, ιδιαίτερα πριν απ’ τη γέννηση και στη διάρκεια των πρώτων ήμερών και βδομάδων της ζωής. Απ’ αυτήν εξαρτάται, βασικά, η μελλοντική τύχη του παιδιού. Φαίνεται ν’ αποτελεί τον πυρήνα της συγκινησιακής εξέλιξης του νεογέννητου βρέφους. Γνωρίζουμε ακόμα πολύ λίγα πράγματα γι’ αυτή. Ας την ερευνήσουμε λοιπόν περισσότερο. Το επόμενο πρόβλημα αναφορικά με τη συνέντευξη ήταν να ανακαλύψουμε τι προξένησε στο παιδί η διαταραγμένη επαφή.
Ερώτηση: Πρέπει να περιμένει κανείς πώς το παιδί θα νιώσει δυσφορία αν δεν υπάρχει η επαφή με σένα. Το σημαντικό είναι πώς εσύ ξέρεις σαφώς πότε δεν υπάρχει επαφή. Μια θωρακισμένη μητέρα είναι πολύ πιθανό πώς δεν θα ξέρει κι επομένως δεν θα μπορεί ν’ αλλάξει την κατάσταση. Επίτρεψέ μου να σού κάνω μερικές ερωτήσεις για ν’ ανακαλύψουμε:
Γιατί χάνεις την επαφή; Πώς αντιδράς εσύ η ίδια στην έλλειψη επαφής, και, Τί συμβαίνει στο μωρό όταν χάνεις την επαφή μαζί του. Πώς ξέρεις τί θέλει το παιδί όταν κλαίει;
Μητέρα: Κλαίει διαφορετικά ανάλογα με το τί θέλει, έχω μάθει να το διακρίνω. Μερικές φορές δεν είμαι σίγουρη· τότε προσπαθώ διάφορα πράγματα μέχρι να βρω τι θέλει.
Ερώτηση: έχεις δίκιο. Όταν είναι εδραιωμένη τέλεια επαφή, η μητέρα ξέρει τί θέλει το μωρό. Όμως θα πρέπει ν’ απαλλαγούμε απ’ την ιδέα, πώς όλα πρέπει να είναι τέλεια πώς πρέπει να έχεις επαφή μαζί του όλη την ώρα, πώς το μωρό πρέπει να είναι πάντα χαρούμενο και υγιές. Το σημαντικό δεν είναι αν το παιδί νιώθει μερικές φορές δυσάρεστα, αλλά, αν εσύ ξέρεις γιατί υποφέρει και μπορείς να γλυτώσεις τον εαυτό σου και το μωρό απ’ αυτή την κατάσταση. Η υγεία, κι από άλλες επίσης απόψεις, δεν εξαρτάται από το αν δεν είναι κανείς ποτέ δυστυχισμένος ή αν είναι πάντα υγιής, αλλά, βασικά, εξαρτάται από το αν ο οργανισμός είναι ικανός να λυτρώνεται απ’ την δυσαρέσκεια και την αρρώστια.
Τα ιδανικά αναφορικά με μια «απόλυτη ευτυχία» και «υγεία» πρέπει αμέσως να εγκαταλειφτούν. Είναι μυστικιστικά, ανώφελα και προκαλούν αρκετή ζημιά. Το γεγονός πώς έχεις επίγνωση της ίδιας σου της παροδικής κατάθλιψης δείχνει πώς είσαι μητέρα που λειτουργεί καλά. Ξέρεις ΓΙΑΤΙ σε πιάνει κατάθλιψη;
Μητέρα: Μερικές φορές έχω ένα έντονο συναίσθημα πώς είμαι εξαναγκασμένη να φροντίζω το μωρό κι ότι μου είναι βάρος. Τότε που περίμενα μωρό, δεν ήξερα πώς θα σήμαινε τόση σκληρή δουλειά.
Ερώτηση: είναι αρκετά φυσικό για μια νεαρή, ζωντανή μητέρα να νιώθει αυτό το βάρος και καμιά φορά ν’ αγανακτεί. Δεν μπορείς να πας όποτε θέλεις να χορέψεις κι ο χρόνος σου δεν είναι εντελώς δικός σου. Είναι επίσης φυσικό το γεγονός ότι, μέσα στη χαρούμενη αναμονή του μωρού σου, υπερτίμησες την ευχαρίστηση, που δίνει αυτό το γεγονός και υποτίμησες το βάρος, που θα ήσουν υποχρεωμένη να σηκώσεις, θα ήταν πολύ περίεργο να μην αισθανόσουν μερικές φορές αγανάκτηση για το μωρό, η να μην το καταλαβαίνεις και να μπλοκάρεις αυτό το συναίσθημα.
Το γεγονός της έλλειψης επίγνωσης αυτών των ανθρώπινων στάσεων θ’ αποτελούσε ένα σοβαρό κίνδυνο για τον εαυτό σου και το μωρό, από συναισθηματική άποψη. Επομένως, μη σ’ ανησυχεί που μερικές φορές χάνεις επαφή η δυσαρεστείσαι με το μωρό. Ωστόσο, πιστεύω πώς υπάρχει κάτι παραπάνω. Μήπως νιώθεις πώς δεν ανταποκρίνεσαι τέλεια στην απαίτηση να είσαι μια «υγιής μητέρα»; Μήπως νιώθεις πώς μια «υγιής» μητέρα θα έπρεπε να έχει ένα «τέλειο» μωρό και ότι δεν θα έπρεπε να είσαι ποτέ στενοχωρημένη η απελπισμένη;
Μητέρα: (ενώ ξαφνικά τα μάτια της λάμπουν και το πρόσωπό της, που πριν ήταν χλωμό, κοκκινίζει): Ω ναι, νιώθω να με βαραίνει η υποχρέωση να είμαι πάντα υγιής και τέλεια. Νιώθω πώς δεν ανταποκρίνομαι στις προσδοκίες που έχουν οι άνθρωποι αναφορικά με το μωρό.
Ερώτηση: αυτό είναι ένα κρίσιμο σημείο. Εκτός από τη φυσική αντίδρασή σου ενάντια στο γεγονός πώς είσαι δεσμευμένη εξαιτίας του μωρού, νιώθεις επίσης υποχρεωμένη να συμμορφωθείς με ορισμένες προσδοκίες αναφορικά με την υγεία και την τέλεια συμπεριφορά. Πρόκειται για μια μη απαραίτητη κατάθλιψη. Κάνει κακό και σε σένα και στο παιδί. Ποιος περιμένει τόσα πολλά από σένα;
Μητέρα: με το να είμαι μια από τις «υγιείς μητέρες» που βρίσκονται κάτω από τη φροντίδα του ΟΚΕΝ, νιώθω πώς δεν πρέπει ν’ αποτύχω σαν μητέρα. Αυτό είναι που μου προκαλεί την κατάθλιψη. Ο άντρας μου καμαρώνει συνέχεια για το ότι έχουμε ένα τόσο υγιές μωρό κι αυτό δεν είναι εντελώς αλήθεια. Το μωρό μου δεν είναι εντελώς υγιές, το ξέρω, μα δεν ξέρω γιατί. Κάνω ό,τι μπορώ μα χωρίς σπουδαίο αποτέλεσμα. Το μωρό μου κρυολόγησε όταν ήταν ηλικίας δυο βδομάδων κι από τότε δεν είναι καλά μολονότι το κρυολόγημα έχει περάσει από καιρό.
Ερώτηση: θα πάμε και σ’ αυτό πολύ γρήγορα. Πρώτα όμως ας μιλήσουμε με τον άντρα σου. (Στον πατέρα) έχεις επαφή με το μωρό; Σου αρέσει;
Πατέρας: Το λατρεύω. Το μωρό πάντα μου χαμογελά· έχω καλή επαφή… (Υπήρχε μια περίεργη επίφαση στη δήλωση του πατέρα σχετικά με το χαμόγελο.)
Ερώτηση: Τι εννοείς λέγοντας «πάντα μου χαμογελά»; Γιατί θα ’πρεπε να σου χαμογελά πάντα;
Πατέρας: Του τραβώ τα πόδια, το κάνω να τεντώνεται, κάνω μερικούς ήχους που του αρέσουν.
Γιατί άραγε θα ’πρεπε ο πατέρας να τραβά τα πόδια του μωρού;
Ερώτηση: δεν θα ’πρεπε να κάνεις πειράματα με το μωρό. Κάνε αυτό που το μωρό θέλει, να μην του κάνεις πράγματα μόνο και μόνο επειδή αρέσουν σε σένα. Απλώς να είσαι με το μωρό. να το χαίρεσαι και όχι να το κοιτάζεις για «πλάκα». Μείνε στο παρασκήνιο.
Η μητέρα επιβεβαίωσε πώς μερικές φορές αναγκάστηκε να τον σταματήσει.
Ερώτηση: επισκέπτονται πολλοί άνθρωποι το σπίτι σας; επεμβαίνουν στις δουλειές σας; Τι γίνεται με τη μητέρα σου;
Μητέρα: έρχονται καμιά φορά διάφοροι άνθρωποι για να δουν το μωρό, αλλά δεν τους αφήνω να το πιάνουν. Η πεθερά μου με βοηθά …
Εκείνη τη στιγμή το βλέμμα της μητέρας έγινε άδειο. Τη ρώτησα πώς ήταν οι σχέσεις της με την πεθερά της. Ο έμπειρος οργονομιστής, δεν ήταν δυνατόν να μην παρατηρήσει την αλλαγή στη συμπεριφορά της μητέρας. Η έκφρασή της φαινόταν μπλοκαρισμένη και χλόμιασε ελαφρά. Μετά, πολύ διατακτικά, είπε πώς πολύ συχνά ήταν αναγκασμένη να επιβάλλεται στην πεθερά της, λέγοντάς της να σταματήσει να δίνει διαταγές και να την αφήνει ν’ αποφασίζει μόνη της. Παραπονέθηκε πώς η συμπεριφορά και η «επαφή» της με το παιδί δεν ήταν πάντα σωστή.
Της δόθηκε η συμβουλή να κρατά την πεθερά της μακριά απ’ το παιδί κι αν πίστευε πώς το παιδί υπέφερε, να το περιποιείται εντελώς μόνη της χωρίς καμιά βοήθεια απ’ τη γιαγιά. Σ’ αυτό το θέμα θα ’πρεπε ν’ αφήσει τον εαυτό της να οδηγηθεί απ’ την άνεση που νιώθει η δεν νιώθει το ίδιο το μωρό κι από τίποτ’ άλλο. Στο μέτρο που το παιδί χαιρόταν την επαφή με τη γιαγιά, δεν υπήρχε πρόβλημα.
Στη συνέχεια, η μητέρα ανέφερε πώς η περιτομή ενός νεογέννητου αγοριού σήμαινε πάρα πολλά πράγματα για τούς γείτονες και τούς συγγενείς της στη μικρή πόλη που ζούσε. Τόσο η οικογένεια όσο και οι γείτονες δεν μπορούσαν να καταλάβουν γιατί δεν είχαν κάνει περιτομή στο παιδί. Φαίνονταν να έχουν μια περίεργη ιδέα για την περιτομή. Έμοιαζε να εκπληρώνει μια έντονη ανάγκη αυτών των ίδιων μάλλον, παρά οτιδήποτε άλλο.
‘Η κατάσταση ήταν ιδιαίτερα περίπλοκη αναφορικά με τους γονείς της μητέρας. Δεν είχε βρει το κουράγιο να τους πει πώς το παιδί δεν είχε υποστεί περιτομή· αντίθετα, τους είχε πει πώς του είχαν κάνει περιτομή «για να βρει την ησυχία της». Η μητέρα βλέπει πολύ σπάνια τούς γονείς της και, όπως μας βεβαίωσε δεν πρόκειται να επηρεάσουν το παιδί. Ωστόσο παραμένει αίνιγμα γιατί η μητέρα δεν είχε πει την αλήθεια. Μπορούμε ξεκάθαρα να δούμε πώς, αν η μητέρα δεν είχε συνδεθεί με το ΟΚΕΝ θα είχε υποκύψει στις προσδοκίες των γονιών της και πώς το παιδί θα είχε υποστεί σοβαρό τραυματισμό.
Τέθηκε τότε το ερώτημα αν οι γονείς ήθελαν το παιδί τους να μεγαλώσει σαν εβραίος. ‘Η μητέρα ομολόγησε πώς δεν ήθελε· το θεωρούσε αδιάφορο στο μέτρο που τα εθνικά αυτά σύνορα είναι τεχνητά. Ο πατέρας επέμενε πως είχε συνείδηση του γεγονότος πώς είναι εβραίος και δεν έβλεπε το λόγο γιατί το παιδί του, καθώς μεγάλωνε, θ’ αρνιόταν το γεγονός πώς και κείνο ήταν εβραίος. Σκόπευε να διδάξει το παιδί σχετικά με τούς εβραίους προγόνους του και τις παραδόσεις τους, ώστε να γίνει ένας «καλός εβραίος» έχοντας επίγνωση της ιουδαϊκής κληρονομίας του.
Σ’ αυτό το σημείο φάνηκε να δημιουργείται μια σύγκρουση μεταξύ του πατέρα και της μητέρας, αναφορικά με ένα σημαντικό θέμα σχετικό με το μέλλον του παιδιού. Στους οργονομιστές ήταν γνωστό πώς αυτού του είδους οι διαμάχες τείνουν να προκαλέσουν σύγχυση στο παιδί, προκαλώντας σύγκρουση στην διπλή του εξάρτηση απ’ τον πατέρα και την μητέρα· ότι επίσης, εκείνος που θα ‘βγαινε απ’ αυτή τη μάχη νικημένος, θα ένιωθε πικραμένος και καταπιεσμένος εξαιτίας του άλλου.
Στο σημείο αυτό, θα δοκιμαζόταν η θεμελιώδης αρχή λειτουργίας του ΟΚΕΝ, αναφορικά με τη λογική της δύναμη και την αποτελεσματικότητά της. Η σύγκρουση μεταξύ των γονιών, που δημιουργήθηκε εξαιτίας της αντίθεσης ανάμεσα στην κοσμοπολίτικη νοοτροπία της μητέρας και στον εθνικισμό του πατέρα, δεν θα μπορούσε να λυθεί παρά διαμέσου του «τρίτου παράγοντα», δηλαδή, της κοινής λειτουργικής αρχής, που είναι το ΣΥΜΦΕΡΟΝ ΤΟΥ ΠΑΙΔΙΟΥ ΚΑΙ ΜΟΝΟ ΤΟΥ ΠΑΙΔΙΟΥ. Έτσι ο γιατρός προσπάθησε να εξηγήσει την άποψη του ΟΚΕΝ.
‘Η μητέρα και ο πατέρας είχαν βέβαια, το απόλυτο δικαίωμα να έχουν τα δικά τους συναισθήματα και τις δικές τους γνώμες. Ωστόσο, ο γιατρός που έκανε τις ερωτήσεις πίστευε, πώς η μητέρα εκπροσωπούσε καλύτερα τα συμφέροντα του παιδιού σε σύγκριση με τον πατέρα. Η άποψη της μητέρας άφηνε πάντα τη δυνατότητα στο παιδί ν’ αποφασίσει αργότερα αν ήθελε να είναι εβραίος η όχι. Η άποψη όμως του πατέρα δεν άφηνε δυνατότητα εκλογής στο παιδί, αλλά το εξανάγκαζε από την αρχή, σε μια φάση που δεν μπορούσε να υπερασπίσει τον εαυτό του, ν’ ακολουθήσει ένα ορισμένο πολιτιστικό και θρησκευτικό πρότυπο που το παιδί, βαθιά μέσα του, μπορεί να θεωρούσε άδικο και να ’θελε ν’ απορρίψει.
Επιλεξτε να γινετε οι πρωτοι που θα εχετε προσβαση στην Πληροφορια του Stranger Voice
ΠΟΛΛΥ ΩΡΑΙΟ ΑΡΘΡΟ ΕΥΧΑΡΙΣΤΩ