Πριν λίγο διέρρευσε στα ΜΜΕ η είδηση της έκτακτης συνεδρίασης του ΚΥΣΕΑ, με θέμα την κατάσταση εκτάκτου ανάγκης που έχει δημιουργήσει η μαζική άφιξη μεταναστών-προσφύγων στα νησιά του Αιγαίου. Η εξέλιξη αυτή συμπίπτει χρονικά με τις ευθείες εκβιαστικές απειλές του Ερντογάν ότι η χώρα του θα σταματήσει να εμποδίζει την ελεύθερη διέλευση των μεταναστευτικών και προσφυγικών ροών από το τουρκικό έδαφος προς την Ευρώπη.
Του ΖΑΧΑΡΙΑ ΜΙΧΑ*
Μαζί με την είδηση διέρρευσε και η πρόθεση της κυβέρνησης να αναλάβει πρωτοβουλίες στο επίπεδο της ΕΕ, ζητώντας από την Κομισιόν να εκταμιεύσει στην Τουρκία τα κονδύλια που έχουν συμφωνηθεί στο πλαίσιο του ευρωτουρκικού πρωτοκόλλου. Ταυτόχρονα, καλεί την Άγκυρα να αντιμετωπίσει αποτελεσματικά τα κυκλώματα των διακινητών, που πλέον σπρώχνουν προς την Ελλάδα περίπου 1.000 μετανάστες την ημέρα.
Το ΚΥΣΕΑ είναι το ανώτατο όργανο για θέματα εθνικής ασφάλειας και η σύγκλησή του δεν μπορεί προφανώς να αποφασίζεται για ήσσονος σημασίας λόγους. Η άφιξη περί των 1.000 προσφύγων και μεταναστών στα ελληνικά νησιά είναι ασφαλώς σημαντικό ζήτημα ασφαλείας, άρα η σύγκληση του ΚΥΣΕΑ δικαιολογείται.
Μόλις μια μέρα πριν, άλλωστε, ο αρμόδιος υπουργός Γιώργος Κουμουτσάκος είχε δηλώσει ότι χιλιάδες μεταναστών έφταναν στις τουρκικές ακτές της Σμύρνης, με προφανή πρόθεση να περάσουν σε ευρωπαϊκό έδαφος. Δηλαδή, στην Ελλάδα, σε πρώτη τουλάχιστον φάση. Η Αθήνα κρατάει χαμηλά τους τόνους για να μην επιδεινωθεί το κλίμα στις διμερείς σχέσεις, καθώς είναι ηλίου φαεινότερο ότι η Άγκυρα αναζητά ένα πρόσχημα με σκοπό να προκαλέσει επεισόδιο.
Καταρχήν, πρέπει να υπογραμμιστεί ότι η Τουρκία δεν διαχωρίζει το μεταναστευτικό από το πρόβλημα της Συρίας και τους υδρογονάνθρακες της Ανατολικής Μεσογείου. Μπορεί να υπάρχουν επιμέρους στρατηγικές, αλλά η Άγκυρα φροντίζει ώστε οι κινήσεις της σε κάθε επιμέρους μέτωπο να μην αντιστρατεύονται τουλάχιστον τις επιδιώξεις στα υπόλοιπα, όταν δεν μπορούν εμφανώς να τις εξυπηρετούν.
Για παράδειγμα, μπορεί η απειλή των προσφύγων-μεταναστών να χρησιμοποιείται για να πετύχει στόχους στην περιοχή της “κουρδικής” Βόρειας Συρίας, αλλά ταυτόχρονα χρησιμοποιείται και για την αποσταθεροποίηση της Ελλάδας, με την οποία έχει άλλο ανοικτό μέτωπο.
Με ένα σμπάρο δυο τρυγόνια
Αυτό ασφαλώς ισχύει και για το μέτωπο των ευρωτουρκικών σχέσεων. Ακόμα κι αν δεν φέρει το αποτέλεσμα που προσδοκά στο μέτωπο της Συρίας, λοιπόν, η αξιοποίηση των μεταναστών-προσφύγων ως όπλο, βοηθάει την Άγκυρα τόσο στο μέτωπο των σχέσεων με την Ευρώπη όσο και σε αυτό με την Ελλάδα. Η αναζωπύρωση ενός εσωτερικού μετώπου ασφαλείας στην Ελλάδα, εξυπηρετεί την ίδια στιγμή και τις τουρκικές διεκδικήσεις σε βάρος του Ελληνισμού σε Αιγαίο και Μεσόγειο.
Πολιτικός στόχος της Τουρκίας απέναντι στην Ελλάδα την τρέχουσα συγκυρία είναι να προκύψει διμερής διαπραγμάτευση στο πλαίσιο της προσπάθειας για αποκλιμάκωση μιας κρίσης που θα έχει προκληθεί. Στο τραπέζι, η Άγκυρα θα θέσει όλες τις αξιώσεις της.
Αυτό μικρή σημασία έχει, όμως, αφού η Τουρκία ποντάρει στο ότι ο διεθνής –κυρίως ο δυτικός– παράγοντας, παρότι διάκειται ευμενέστερα σε σύγκριση με το παρελθόν απέναντι στην Ελλάδα, έχει ως προτεραιότητα την αποφυγή μιας σύγκρουσης ανάμεσα σε δυο κράτη-μέλη του ΝΑΤΟ.
Εάν αυτό συνέβαινε, επί της ουσίας θα είχε επισημοποιηθεί η διάλυση της Νοτιοανατολικής Πτέρυγας, η οποία περνά τη δυσκολότερη στιγμή στην ιστορία της, εξαιτίας των τουρκικών επιλογών συνεργασίας με τη Ρωσία. Η συνεργασία αυτή πλέον ξεπερνά κάθε όριο δυτικής ανοχής, με χαρακτηριστικό παράδειγμα την προμήθεια του συστήματος S-400 Triumf. Τέτοιες κινήσεις θέτουν σε αμφισβήτηση τους άξονες, επί των οποίων ιδρύθηκε και στηρίζεται το ΝΑΤΟ.
Κατά συνέπεια, ακόμα κι αν ο δυτικός παράγων δεν επιθυμεί να ευνοήσει την Τουρκία στο ζήτημα των θαλασσίων ζωνών, αναπόφευκτα θα ζυγίσει τις επιλογές του με βάση το κόστος-όφελος. Τα κοιτάσματα στην Ανατολική Μεσόγειο εκτιμάται ότι εν συνόλω θα έχουν τη δυνατότητα να αλλάξουν τον ενεργειακό χάρτη, τουλάχιστον όσον αφορά την ευρωπαϊκή ενεργειακή ασφάλεια, ενώ θα αποφέρουν έσοδα δισεκατομμυρίων στα κράτη-δικαιούχους.
Η μετανάστευση ως πολιτικό εργαλείο
Τούτων λεχθέντων, η παραδοσιακή προτεραιότητα της Δύσης για αποφυγή μιας σύγκρουσης Ελλάδας-Τουρκίας επί της ουσίας λειτουργεί ενισχυτικά προς τις τουρκικές επεκτατικές επιδιώξεις. Στο πλαίσιο αυτής της στρατηγικής, λοιπόν, η Άγκυρα χρησιμοποιεί κυνικά ως “εργαλείο” το πρόβλημα της μετανάστευσης.
Το ερώτημα που τίθεται με την ευκαιρία της έκτακτης σύγκλησης του ΚΥΣΕΑ και των φερομένων ως προθέσεων της κυβέρνησης Μητσοτάκη, είναι πόσο καιρό θα πάρει στους ιθύνοντες της χώρας, ανεξαρτήτως πολιτικής και κομματικής απόχρωσης, να αντιληφθούν ότι η ακολουθούμενη πολιτική (στρατηγική δεν είναι) οδηγεί σε αδιέξοδο.
Το αδιέξοδο αυτό της Ελλάδας προκαλούν και εκμεταλλεύονται οι Τούρκοι. Πιέζουν σε κάθε ευκαιρία, επιδιώκοντας να προκαλέσουν “στρατηγική απελπισία” στην ελληνική πλευρά που διαφημίζει την “στρατηγική ψυχραιμία” της! Μήπως, όμως, πρέπει να εξεταστεί ποια είναι τα όρια αυτής της ψυχραιμίας και ποια είναι η ερμηνεία που δίνει σε αυτή ο αντίπαλος;
Σκοπός είναι η ψυχραιμία να μην ερμηνευτεί σαν υποχωρητικότητα και κατευνασμός, καθότι τότε η Άγκυρας θα αποθρασυνθεί περαιτέρω. Η Ελλάδα αποδεικνύεται σταθερά ανίκανη να επιβάλει ουσιαστικό κόστος στη συμπεριφορά των Τούρκων, οχυρωμένη πίσω από την βολική πεποίθηση ότι ένα θερμό επεισόδιο θα εξυπηρετούσε τους τουρκικούς σχεδιασμούς.
Ως αποτέλεσμα, η Άγκυρα προχωρά ακάθεκτη στην υλοποίηση του στρατηγικού σχεδίου της, ενώ συμπεραίνει εύλογα ότι η ελληνική στάση αφήνει ανοικτή την επιλογή επαύξησης της τουρκικής στρατιωτικής πίεσης.
Ανατροπή ανύπαρκτων βεβαιοτήτων
Στόχος μας είναι να καταδείξουμε την ανάγκη να εξεταστούν στη συνεδρίαση του ΚΥΣΕΑ τρόποι ανατροπής των βεβαιοτήτων που επιτρέπουν την απρόσκοπτη υλοποίηση των τουρκικών σχεδιασμών. Δεν μπορεί το αντικείμενο σύγκλησης του ΚΥΣΕΑ να είναι η άσκηση πίεσης στην ΕΕ, με σκοπό να εκταμιευθούν τα χρήματα που έχει υποσχεθεί στους Τούρκους.
Αυτό θα ήταν μια ακόμα επικίνδυνη ψευδαίσθηση. Θα σήμαινε πως η Ελλάδα πιστεύει ότι ο λόγος που η Τουρκία αυξάνει τις μεταναστευτικές ροές προς την ΕΕ, είναι διότι δεν πήρε τα χρήματα που της υποσχέθηκαν κι όχι διότι δεν της έχει επιτραπεί να εφαρμόσει τα σχέδιά της στη βόρεια Συρία εναντίον του κουρδικού παράγοντα.
Το πρόβλημα για την ελληνική πλευρά, είναι να κατανοήσει ότι επιλογές χωρίς ρίσκο δεν υπάρχουν. Η χώρα πρέπει να αναλάβει το ρίσκο που συνεπάγεται η διακηρυσσόμενη από το πολιτικό σύστημα αποφασιστικότητα υπεράσπισης των κυριαρχικών δικαιωμάτων της. Αλλιώς οι διακηρύξεις αυτές καταλήγουν γράμμα κενό, κουβέντες που έχουν σαν στόχο το εσωτερικό πολιτικό ακροατήριο.
Κατά συνέπεια, θα ήταν λάθος το ΚΥΣΕΑ να αντιμετωπίσει μεμονωμένα το πρόβλημα με τις αυξημένες μεταναστευτικές ροές. Θα πρέπει να εξετάσει τη “μεγάλη εικόνα”, να αντιληφθεί ότι όποιες ενέργειες αποφασιστούν για το βασικό θέμα, θα έχουν αντίκτυπο σε όλο το πλέγμα των ελληνοτουρκικών σχέσεων. Κάθε ενέργεια θα στείλει το δικό της μήνυμα και θα ενισχύσει ή θα αποθαρρύνει την Τουρκία να προχωρήσει στο επόμενό της βήμα στα ελληνοτουρκικά.
Η μεγάλη εικόνα δεν είναι στην ατζέντα του ΚΥΣΕΑ
Ας επιστρέψουμε στη μεγάλη εικόνα και στα θέματα που οφείλει να εξετάσει κάποια στιγμή το ΚΥΣΕΑ. Ας αναφερθεί ως υπόθεση εργασίας ότι δεν θα ήταν λάθος να υπάρχουν εναλλακτικά σχέδια, τα οποία θα καθορίσουν ποιο το όριο των ελληνικών υποχωρήσεων απέναντι στην Τουρκία, η οποία εκβιάζει για διαμοιρασμό ελληνικών ενεργειακών πόρων.
Η Άγκυρα αρνείται να προσφύγει σε διεθνείς δικαιοδοτικούς μηχανισμούς για να αποφανθούν επί της εγκυρότητας ή μη των αιτιάσεών της, διότι πιστεύει ότι με τον στρατηγικό καταναγκασμό και την επίδειξη ισχύος θα αποσπάσει κέρδη, τα οποία δεν της εξασφαλίζει η οδός της νομιμότητας.
Η Ελλάδα πρέπει να αντιληφθεί ότι οι “κόκκινες γραμμές” έχουν ουσιαστικό περιεχόμενο μόνο αν αναληφθεί ρίσκο. Σε τέτοια ζητήματα δεν χωρούν μπλόφες. Ο άλλος δρόμος είναι να καθορίσουν τη μοίρα μας η τύχη μας ή για την ακρίβεια εξωγενείς παράγοντες.
Όσο δεν απαντά η Αθήνα σ’ αυτό το θεμελιώδες ερώτημα, είναι καταδικασμένη να δέχεται ολοένα και πιο ασφυκτικές πιέσεις. Συνεπώς, το ΚΥΣΕΑ οφείλει να εξετάσει ποιες είναι πραγματικά οι “κόκκινες γραμμές” και στο μεταναστευτικό πρόβλημα.
Οι ρητορικές εξάρσεις που παρατηρούνται τελευταία, όταν δεν συνοδεύονται από κινήσεις που θα πείσουν τον αντίπαλο ότι θα έχει κόστος εάν πατήσει την “κόκκινη γραμμή”, θα αποδειχθούν μπούμερανγκ. Η δε εικόνα ότι η Αθήνα επιδιώκει διαρκώς τον κατευνασμό της Άγκυρας, αποθαρρύνει την ενδεχόμενη παρέμβαση συμμάχων της Ελλάδας προς την κατεύθυνση τήρησης της διεθνούς νομιμότητας.
Αμερικανική επιδιαιτησία
Ας σκεφτούμε λίγο αποστασιοποιημένα και ας προσπαθήσουμε να βάλουμε τον εαυτό μας στη θέση των ΗΠΑ. Στο οικονομικό και στο στρατηγικό επίπεδο, υπάρχει διαφορά σε όσα θα εξασφαλίσουν στο τέλος της ημέρας εάν παρέμβουν υπέρ της Ελλάδας; Η απάντηση είναι ένα ξεκάθαρο όχι. Η Ουάσιγκτον θα πορευθεί με βάση το συμφέρον της κι όχι με γνώμονα το διεθνές δίκαιο. Δεν έχει –τουλάχιστον προς το παρόν– κίνητρο να εμπλακεί στρατιωτικά για να αποτρέψει τουρκική επιθετική κίνηση.
Εάν αυτός ο συλλογισμός ισχύει, τότε η σύγκρουση θα μεταφερθεί στο ποια είναι τα ανταλλάγματα που θα λάβει η Άγκυρα, εάν καθίσει στο τραπέζι για διαπραγματεύσεις με την Ελλάδα. Οι Αμερικανοί θα το παίξουν για μία ακόμα φορά “επιδιαιτητές”, όπως είχε συμβεί και στην κρίση στα Ίμια.
Εάν η Ελλάδα διαπραγματευτεί υπό την πίεση κάποιου τετελεσμένου που θα έχει δημιουργήσει ο τουρκικός στρατιωτικός εκβιασμός, η Άγκυρα έχει κάθε λόγο να προσδοκά ότι τελικά θα αποσπάσει κάτι κοντά στο 50% των απαιτήσεών της. Το χειρότερο από όλα θα είναι, όμως, ότι οι διεκδικήσεις της Τουρκίας στη βάση της ιδιοτελούς ερμηνείας του διεθνούς δικαίου θα παραμείνουν ως έχουν.
Δεν θα αλλάξει τίποτα. Διότι εάν νομίζουν οι Έλληνες υπεύθυνοι ότι το οικονομικό είναι το μοναδικό κίνητρο των Τούρκων πίσω από την επιλογή του στρατιωτικού καταναγκασμού, τότε θα έχουμε διαπράξει ένα ακόμα μοιραίο λάθος…
* Ο Ζαχαρίας Μίχας είναι διευθυντής μελετών στο Ινστιτούτο Αναλύσεων Ασφάλειας και Άμυνας (ΙΑΑΑ/ISDA)
Το άρθρο δημοσιεύθηκε αρχικά στο SLpress.gr
defence-point.gr
Επιλεξτε να γινετε οι πρωτοι που θα εχετε προσβαση στην Πληροφορια του Stranger Voice